του Νικήτα Φεσσά
Η νέα ταινία της Catherine Corsini (βλ. Leaving, Summertime) είναι στημένη ως κλασικό μελόδραμα, με θέμα όμως που, από ένα σημείο και μετά, ανατρέπει εντελώς την αρχικά ανάλαφρη, πλην γλυκόπικρη ατμόσφαιρα.
Στη δεκαετία του ’60, νεαρή κοπέλα εβραϊκής καταγωγής (Virginie Efira) από μικρή πόλη της Γαλλίας σαγηνεύεται από λαμπερό, προνομιούχο, πρωτευουσιάνο, διανοουμενίζοντα νεαρό (Niels Schneider). Ανήκουν σε διαφορετικούς ταξικά κόσμους, και εκείνος απορρίπτει εξαρχής κυνικά το ενδεχόμενο να την παντρευτεί, αλλά την αφήνει έγκυο. Για τις επόμενες δεκαετίες θα μπαινοβγαίνει στη ζωή της πρωταγωνίστριας και της κόρης τους (την τελευταία υποδύονται τέσσερις διαφορετικές ηθοποιοί — σε μεγαλύτερη ηλικία η Jehnny Beth, τραγουδίστρια του πανκ συγκροτήματος Savages), με προοδευτικά καταστροφικά αποτελέσματα.
Η πρωταγωνίστρια παραμένει μέχρι ένα κρίσιμο σημείο ερωτευμένη, αλλά καταφέρνει να σταθεί στα πόδια της παρά τα χτυπήματα, προσπαθώντας, ωστόσο, παράλληλα για χρόνια να πείσει τον άνδρα να αναγνωρίσει το παιδί τους, μόνο και μόνο για να μην αναφέρεται ως ‘‘αγνώστου πατρός’’ (θυμηθείτε πόσο δύσκολο μπορεί να ήταν κάτι τέτοιο για ένα παιδί, αλλά και τη μητέρα του, σε παλαιότερες εποχές).
Η συμπεριφορά του άνδρα είναι χειριστική, και μπορεί εξαρχής να χαρακτηριστεί με τα σημερινά δεδομένα ως τοξική και κακοποιητική, ακόμα και πριν τα πράγματα πάρουν αμετάκλητα απεχθή τροπή.
Βασισμένη στη δημοφιλή, στη Γαλλία, σειρά αυτοβιογραφικών βιβλίων της Christine Angot (εμφανισιακά η Beth της μοιάζει εκπληκτικά), τα οποία εξιστορούν την τραυματική παιδική και εφηβική ηλικία της συγγραφέως, και την πολυτάραχη ερωτική ζωή της ως ενήλικα, και σκηνοθετημένη από την επίσης ευαίσθητη σε θέματα φύλου Corsini, η ταινία είναι πιστή στη λογοτεχνική πηγή στην οποία βασίζεται, και υπηρετείται από χαρισματικούς πρωταγωνιστές.
Το αποτέλεσμα είναι αβίαστα φεμινιστικό, αν μου επιτρέπεται να χρησιμοποιήσω αυτό το επίρρημα, με την έννοια ότι δεν πρόκειται για κάποια στρατευμένη ταινία με ‘ατζέντα’ που (κακώς) κάνει πολλούς από τους άνδρες θεατές να ‘τσινάνε’, αλλά για την αντίδραση που θα έπρεπε να έχει οποιοσδήποτε άνθρωπος με τη στοιχειώδη ηθική μπροστά στην πλήρη κυριαρχία της (καπιταλιστικής) πατριαρχίας, και στον τερατώδη αμοραλισμό της – ο άνδρας πρωταγωνιστής δηλώνει φαν του Νίτσε, τσιτάρει το Πέρα από το Καλό και το Κακό, και σε όλη την ταινία συμπεριφέρεται σαν να είναι υπεράνω κάθε ηθικής και Νόμου των ανθρώπων, χωρίς ποτέ να υποστεί κάποια επίπτωση για τις πράξεις του.
Βαθμολογία 3,5/5
Ευχαριστούμε τον θερινό κινηματογράφο Λιλά για τη φιλοξενία