Κείμενο: Μουντούρης Παναγιώτης
Philip Roth
Πατρική Κληρονομιά
εκδ. Πόλις
Αν θα έπρεπε ένας γιος να διαβάσει έναν επικήδειο λόγο την τραγική στιγμή του αποχαιρετισμού του πατέρα, τη στιγμή της δύσης του πατέρα, η “Πατρική Κληρονομιά” εκδ Πόλις του Φίλιπ Ροθ θα ηχούσε σπαρακτικά. Και αυτό γιατί η αληθινή ιστορία του συγγραφέα αποτελεί έναν λόγο θερμό και πληθωρικό, βίαιο και άλλοτε τρυφερό, αθώο και παιδικό ενώ συνάμα βαθύ και ώριμο, ενίοτε σπαρακτικό και φευγαλέα σατιρικό, που συμπυκνώνει εικόνες, φαντασιώσεις, συγκινήσεις, φόβους, τραύματα, εμμονές για να προσδώσει την καθολική, πανανθρώπινη και αρχετυπική σχέση πατέρα και γιου.
Αξίζει τον κόπο να προσέξει κανείς ότι η πολυτάραχη σχέση πατέρα και γιου απασχόλησε μεταξύ άλλων τη θρησκεία, την ανθρωπολογία, την κοινωνιολογία, την πολιτική, τη φιλοσοφία και την ψυχανάλυση. Υπάρχει μια δομική και καθολική διάσταση του οιδιπόδειου συμπλέγματος, που δεν τίθεται υπό αμφισβήτηση. Η αιμομικτική τάση της ασυνείδητης παιδικής επιθυμίας και η σύγκρουση των γενεών ορίζουν για την ψυχανάλυση τον ανθρώπινο ψυχισμό. Στις περισσότερες περιπτώσεις η σχέση πατέρα και γιου συμπίπτει αδιαμφισβήτητα σε ένα σημείο: στην οργισμένη και θανάσιμη μάχη μεταξύ δυο ασυμφιλίωτων αντιπάλων. Δεν αποτελεί εξαίρεση, αντίθετα επιβεβαιώνει τον κανόνα αυτόν ο Φίλιπ Ροθ με το βιβλίο του “Πατρική Κληρονομιά”, πιστώνεται όμως με μια επιπλέον συγκινητική πρόθεση: Τη στιγμή που η πραγματική και συμβολική εξουσία του πατέρα χάνει το εκτόπισμα της, τη στιγμή που η πατρική λειτουργιά δύει αμετάκλητα ο ίδιος ο συγγραφέας «έγραφα το βιβλίο αυτό σε απόλυτη εναρμόνιση με την απρέπεια του επαγγέλματος, έγραφα όσο εκείνος ήταν άρρωστος και πέθαινε» συντροφεύει τον άρρωστο πατέρα του προς τον αποθαμό και την ίδια στιγμή ψαύει και ακτινογραφεί τη σχέση του με τον πατέρα χωρίς όμως ενοχές.
Με τη μορφή ημερολογίου, η αληθινή ιστορία του Φίλιπ Ροθ, ξεκινά όταν ο μέχρι τότε υγιής, περήφανος, αδιάλλακτος, ξεροκέφαλος, αυστηρός Χέρμαν Ροθ ξυπνάει ένα πρωί με παραλυμένη τη μία πλευρά του προσώπου του. Και ενώ όλα έδειχναν ότι πρόκειται για μια πάρεση του προσωπικού νεύρου οι εξετάσεις αποκαλύπτουν έναν μεγάλο όγκο στον εγκέφαλο. Ο Χέρμαν Ροθ έχοντας επιβιώσει με το να έχει τα πάντα στη ζωή του σε αυστηρή επίβλεψη και επιτήρηση αναλαμβάνει με έναν ψυχαναγκαστικό και ελεγκτικό τρόπο να προσεγγίσει την ασθένεια του. Επανειλημμένες επισκέψεις σε ιατρούς, δεύτερες και τρίτες γνώμες, καταγεγραμμένες ερωτήσεις που απευθύνει στους ειδικούς. Η μάχη όμως μεταξύ θνητότητας και αθανασίας είναι πάντα άνιση και προγεγραμμένη ακόμη και για τον ισχυρό και δύστροπο πατέρα του Φίλιπ Ροθ που θα τον δούμε να οδεύει προς το θάνατο, μέσα από τα μάτια της πιο αρχετυπικής ανθρώπινης σχέσης, του γιου προς τον πατέρα. Ο συγγραφέας, με μαεστρία, θέτει το δάκτυλον επί τον τύπον των ήλων, αντιστρέφοντας συγκινητικά την αλληλουχία της σχέσης πατέρα και γιου. Ο πατέρας που εξουσιάζει χρειάζεται κάποιον να τον κουράρει, ο πατέρας που ελέγχει το παιδί του είναι ο ίδιος χαμένος και χρειάζεται κάποιον να τον φροντίσει, ο πατέρας που έκανε ασφάλειες ζωής για τους πελάτες του χρειάζεται τώρα ασφάλεια ζωής από το ίδιο του το παιδί, ο πατέρας που πρέπει να σώσει τα παιδιά του μεταμορφώνεται ο ίδιος σε ένα παιδί τρομαγμένο, σε ένα παιδί που κλαίει και χρειάζεται παρηγοριά και προστασία. Η πλήρης αποδυνάμωση της κυρίαρχης εικόνας του μεγάλου pater – familias. Ποιος είναι ο πατέρας και ποιος είναι το παιδί; ποιος είναι πλέον ο φροντίζων και ποιος αυτός που λαμβάνει φροντίδα;
«Την επομένη, όταν η Λιλ τηλεφώνησε από το Ελίζαμπεθ για να τον ρωτήσει πως τα πηγαίνει, τον άκουσα να της λέει, ο Φίλιπ μου φέρεται σαν μητέρα»
Καθώς ο συγγραφέας συνοδοιπορεί και συντροφεύει το αδύναμο ομοίωμα ενός αλλοτινού κυριάρχου πατέρα προς το θάνατο γίνεται σύμβολο του σωστού κληρονόμου. Ο Φίλιπ Ροθ ξέρει να είναι γιος και ξέρει να κάνει το πιο “βρώμικο” ταξίδι για να γίνει κληρονόμος. Η σπαρακτική σκηνή με την πλήρη κατάρρευση του πατέρα, την ισοπεδωτική ταπείνωση λόγο της αφόδευσης και τον καθαρισμό των κοπράνων από τον γιο νοηματοδοτεί την κορύφωση του ζητήματος της πατρικής κληρονομιάς ως μιας ψυχικής διεργασίας “ξεκαθαρίσματος” της σχέσης πατέρα και γιου. Καθώς ο γιος καθαρίζει τα σκατά του πατέρα ανακαλεί στον αναγνώστη τη φράση του Γκαίτε «αυτό που κληρονόμησες από τους πατέρες πρέπει να το ανακτήσεις αν θες να το κάνεις πραγματικά δικό σου». Αυτό ενστερνίζεται και ο Φίλιπ Ροθ, πως η κληρονομιά του δεν είναι σε καμία περίπτωση μια πρόσοδος. Η κληρονομιά του δεν είναι να εισπράξει αγαθά αλλά να κάνει πραγματικά δικό του, να αφομοιώσει στον ψυχισμό του αυτό που έλαβε ως κληρονομιά, να υποκειμενικοποιείσει αυτό που εισέπραξε από τον πατέρα του. Ακόμα κι αν αυτό που κληρονόμησε είναι “σκατά” αυτό δεν θα σημαίνει ότι θα μπορούσε να μην επιλέξει την πατρική του κληρονομιά.
«Άπαξ και παρακάμψεις την αηδία και αγνοήσεις την αναγούλα {…} ανακαλύπτεις ένα ολόκληρο απόθεμα ζωής που μπορείς να αγαπήσεις {…} Αυτή ήταν η κληρονομιά από τον πατέρα μου: ούτε τα λεφτά ούτε τα τεφελίν ούτε το κύπελλο του ξυρίσματος, αλλά τα σκατά».