του Γιάννη Αγγελάκη
Το έβδομο μέρος του αφιερώματος Κορωνοϊός και τεχνολογία
Η συγγραφή αυτού του κειμένου αποτέλεσε κατ’ έναν τρόπο, μια προσπάθεια να βάλω σε μία σειρά σκέψεις που δημιουργήθηκαν κατά την περίοδο της πανδημίας. Αποτέλεσε επίσης ένα εργαλείο για σειρά αρθρών που προέκυψε κατά τη διαδικασία ξεκαθαρίσματος των σκέψεων.
Ουσιαστικά, η μορφή του κειμένου αποτελεί ένα ημερολόγιο το οποίο αντικατοπτρίζει και στο ύφος της γραφής του τις φάσεις της πανδημίας όπως τις βίωσα προσωπικά εγώ, από την περίοδο της καραντίνας έως τη σχετική χαλάρωση της εφαρμογής των μέτρων και των προσπαθειών επαναφοράς της οικονομικής δραστηριότητας μέχρι στο στάδιο στο οποίο βρισκόμαστε τώρα, όπου επιστρέφει ο φόβος για ένα δεύτερο κύμα της πανδημίας. Πιθανότατα, όταν θα διαβάζετε αυτό το κείμενο θα έχουμε ήδη εισέλθει στο δέυτερο κύμα της πανδημίας, θα έχουν γραφτεί και άλλα κεφάλαια για τα οποία κατά τη συγγραφή του κειμένου δεν είχα γνώση.
Η εικόνα που σχημάτισα μέσα σε αυτή την περίοδο των έξι περίπου μηνών είναι ότι η πανδημία φανέρωσε δύο διαφορετικά πρόσωπα. Στο ένα, αποτυπώθηκαν τα μεγάλα ερωτήματα που αναδύονται κάθε φορά που οι άνθρωποι έρχονται αντιμέτωποι με μεγάλες καταστροφές ή θεομηνίες. Οι απαντήσεις που δίνονται φαίνεται ότι μοιάζουν ανεξαρτήτως εποχής. Στο άλλο πρόσωπο όμως αποτυπώνονται τα πολύ ιδιαίτερα χαρακτηριστικά της υπερ-μοντέρνας εποχής που ζούμε, που προσδίδουν τον μοναδικό χαρακτήρα με τον οποίο βιώνουμε την πανδημία σε σχέση με προηγούμενες γενιές ανθρώπων. Ο συνδυασμός αυτών των δύο σχηματίζει το έδαφος πάνω στο οποίο ο άνθρωπος δίνει μία μάχη για νόημα που θα καθορίσει τη μορφή που θα πάρει το μέλλον του.
Θυμήθηκα ξανά κάποια αγαπημένα αποσπάσματα από την νουβέλα «Σημειώσεις από το Υπόγειο» του Ντοστογιέσφκι στα οποία αποτυπώνεται η σύγκρουση μεταξύ πίστης στις δυνατότητες της λογικής και της επιστήμης και του παράλογου της ύπαρξης και της απρόβλεπτης φύσης της ζωής την οποία καλείται να νοηματοδοτήσει ο άνθρωπος.
Στο βιβλίο που γράφτηκε το 1864, ο μεγάλος Ρώσος συγγραφέας, σα να αναφέρεται στη σημερινή εποχή μας, σημειώνει παίρνοντας τη μορφή του αντι-ήρωά του:
«…Επομένως φτάνει μόνο ν’ ανακαλύψει ο άνθρωπος τους φυσικούς νόμους για ν’ αντιταχθεί προς αυτούς. Η ζωή τότε θα του γίνει ευκολότερη. Όλες οι ανθρώπινες πράξεις θα περιορισθούν μαθηματικά στους νόμους αυτούς σα σε πίνακα λογάριθμων πολύ εκτεταμένη και διηρημένη, σε καταλόγους μέσα σ’ ένα ευρετήριο, ή καλύτερα θα τύπωναν βιβλία οφέλημα σαν τις σημερινές εγκυκλοπαίδειες μέσα στις οποίες όλα θα τα προέβλεπαν, θα τα υπελόγιζαν, θα τα κανόνιζαν και δε θα είχε πια ο κόσμος δράματα και περιπέτειες…
Επειδή όλα θα υπολογισθούν με μαθηματική ακρίβεια, στη στιγμή θα λύνονται όλα τα ζητήματα, γιατί απλούστατα όλες οι πιθανές λύσεις, θα έχουν εξευρεθεί.»
Όμως, μέσα σε αυτή την ουτοπία – που τόσο μοιάζει με την υπόσχεση της εποχής των προβλεπτικών αλγόριθμων, των αυτοματισμών και της τεχνητής νοημοσύνης – υπάρχει κάτι το βαθιά δυσοίωνο. Αν όλα τα προβλήματα λυθούν, σκέφτεται ο πρωταγωνιστής μας, τότε δε μένει τίποτα για τον άνθρωπο:
«Μα δύο και δύο κάνουν τέσσερα. Αυτό δεν είναι πια η ζωή κύριοι, είναι το αρχίνισμα του θανάτου! Γιατί, σε τι θα καταγινόμαστε αφού όλα θα τα έχει προβλέψει ο πίνακας;».
Ο άνθρωπος δεν είναι μόνο λογική, πιστεύει ο Ντοστογιέφσκι. Είναι το ζώο που αγκαλιάζει το παράλογο ενάντια και στο καλώς εννοούμενο συμφέρον του, γιατί αυτό είναι το τίμημα της ελευθερίας του. Έτσι, μέσα στην υπόσχεση ενός σύμπαντος που ελέγχεται απόλυτα από την λογική, υπάρχει κάτι που εναντιώνεται στην ίδια την ανθρώπινη φύση, αποτελεί έναν ιδιότυπο ευνουχισμό της, κάτι περιοριστικό, αφύσικο και ανυπόφορο:
«Χωρίς άλλο, κάτι το αστείο υπάρχει μέσα σ’ όλ’ αυτά.
Μα δύο και δύο κάνουν τέσσερα, αυτό είναι ανυπόφορο!
Δύο και δύο κάνουν τέσσερα… Μα κατά τη γνώμη μου, κύριοι, είναι αυθάδεια!
Δύο και δύο κάνουν τέσσερα! Μοιάζει με κάποιον αυθάδη που στέκεται στη μέση του δρόμου, με τα χέρια του στη μέση και μου τον φράζει, με προκαλεί».
Μέσα από τον παραλογισμό της αμφισβήτησης μίας αναντίρρητης αλήθειας, ο συγγραφέας αναγνωρίζει την ανάδυση της ελευθερίας του ανθρώπου, αυτής που ανοίγει νέους δρόμους.
«Συμφωνώ! Δύο και δύο κάνουν τέσσερα, είναι έξοχο πράγμα:
Μα για να το θαυμάσω! Ε όχι, λοιπόν! Δύο και δύο κάνουν πέντε! Είναι καμιά φορά πιο χαριτωμένο αυτό…
Καλό ή κακό δεν ξέρω, μα είναι ευχάριστο να σπάει κανείς καμιά φορά κάτι!».
Η πανδημία του Covid-19 ήταν η βίαιη είσοδος ενός πρωτόγονου και γι’ αυτό παντοτινού παράλογου σε έναν κόσμο διαρκών αξιολογήσεων, αυτοματισμών και εξισώσεων, υπερ-τεχνολογικά μοντέρνου.
Έθεσε υπό αμφισβήτηση την αναντίρρητη αλήθεια του κόσμου στον οποίο ζούσαμε και γι’ αυτό μ’ έναν τρόπο αποτέλεσε μία συγκυρία που θα μπορούσε να συντελέσει στην απελευθέρωση της ανθρωπότητας από τις εγκλωβιστικές και αδιαμφισβήτητες βεβαιότητές της εποχής.
Η πίστη μας στις δυνατότητες της μηχανής και στην ψευσδαίσθηση ότι τίποτα δε μπορεί να ανακόψει την πορεία προς τα εμπρός που αυτή υπόσχεται, κλωνίσθηκε.
Έγινε φανερό ότι, όσο τεράστιο όγκο δεδομένων και αν έχουμε, όσο τεράστια υπολογιστική ισχύ και αν εφαρμόσουμε, δε μπορούν να προβλεφθούν τα πάντα. Υπάρχει το απρόβλεπτο, υπάρχει το παράλογο. Πολλές φορές δεν υπάρχουν λύσεις ή απαντήσεις ικανοποιητικές.
Η ζωή δεν είναι πίνακας λογάριθμων, που όλα μπορούν να υπολογισθούν με μαθηματική ακρίβεια. Στη ζωή πολλές φορές οι σχεδιασμοί ανατρέπονται.
Κι αυτό δεν είναι απαραίτητα αρνητικό.
Γιατί, ίσως τελικά «ο σκοπός στον οποίο τείνει η ανθρωπότητα να είναι μόνο το ακατάπαυστο παίξιμο, με άλλα λόγια ενδιαφέρεται μόνο για την ίδια τη ζωή κι όχι για το σκοπό της, που δεν είναι άλλο βέβαια παρά το δύο και δύο κάνουν τέσσερα, δηλαδή ένας τύπος».
Το δίδαγμα της πανδημίας θα έπρεπε να είναι ότι το τίμημα της ελευθερίας του ανθρώπου είναι η αναγνώριση ότι η ζωή δεν ελέγχεται απόλυτα από τη λογική, ότι δε μπορούν τα πάντα να προβλεφθούν με ακρίβεια, ότι στη ζωή υπάρχει το ατυχές και το απρόβλεπτο, ότι ο άνθρωπος είναι εύθραυστος όπως και οι κοινωνίες στις οποίες ζει.
Η αναγνώριση αυτής της αλήθειας θα όφειλε να επαναφέρει στο προσκήνιο έναν νέο ανθρωπισμό, θέτωντας υπό αμφισβήτηση τις βεβαιότητες μίας εποχής που θεοποίησε την πίστη στις ικανότητες και την υψηλή αποδοτικότητα της μηχανής υποβαθμίζοντας την αξία της ανθρώπινης εμπειρίας.
Όμως, τίποτα απ’ αυτά δε συνέβη.
Ο κλωνισμός των βεβαιοτήτων δεν επαρκεί για να επέλθει μία βαθιά αλλαγή.
Η ανθρωπότητα οδεύει προς την αντίθετη κατεύθυνση. Συνεχίζουμε από εκεί που σταματήσαμε.
Η απάντηση που δίνουν οι κοινωνίες εμπεριέχει μία περαιτέρω εμβάθυνση στις λανθασμένες πεποιθήσεις περί περιττού ανθρώπου και μηχανικής ανωτερότητας.
Σα σε μία αντιστροφή της πραγματικότητας, δεν κλωνίσθηκαν τόσο οι βεβαιότητές μας σχετικά με τον αυτοματισμό και τη μηχανή, όσο η πίστη μας στον άνθρωπο, που επηρέαζεται από το απρόβλεπτο, το οποίο ανατρέπει τους σχεδιασμούς του και κλωνίζει τις βεβαιότητές του.
Το πρόβλημα έγινε ο ευάλωτος και αδύναμος άνθρωπος του οποίου η εύθραυστη φύση θέτει σε κίνδυνο την εύρυθμη λειτουργία της μηχανής που συνεχίζει να αποδίδει ανεπηρέαστη.
Ο άνθρωπος που κάνει λάθη απέναντι στη μηχανή που δεν σταματά να λειτουργεί
Πριν φθάσουμε στην πανδημία ζούσαμε σε μία εποχή στην οποία η θέση του ανθρώπου στον κόσμο είχε αμφισβητηθεί.
Η αξία της ελευθερίας βούλησής του είχε τεθεί υπό αμφισβήτηση αφού οι αποφάσεις των ανθρώπων αναγνωρίστηκε ότι τελικά καθορίζονται από ξεπερασμένους αλγόριθμους με τη μορφή των αισθημάτων, που πολλές φορές οδηγούν στη λήψη λανθασμένων αποφάσεων, περισσότερο συχνά απ’ ότι ένα ισχυρό υπολογιστικό σύστημα το οποίο μπορεί να επεξεργαστεί τεράστιους όγκους δεδομένων πριν προχωρήσει σε μία πρόβλεψη.
Ζούσαμε στην εποχή της αμφιβήτησης της αξίας των ανθρώπινων επιθυμίων για τη λήψη της οποιασδήποτε απόφασης, εφόσον ο στόχος είναι η απόφαση που λαμβάνεται να είναι όσο το δυνατόν «ορθή».
Στην εποχή αυτή, το «ορθό» πολλές φορές δε συμβαδίζει με το ανθρώπινο που ταυτίζεται με το ασταθές και προβληματικό, το κτηνώδες και το παράλογο.
Εν μέσω πανδημίας αναγνωρίσαμε ότι είναι ο άνθρωπος – αυτό το τρελό ζώο που ανακάλυψε τη λογική – που επηρεάζεται από το απρόβλεπτο, όχι η μηχανή.
Συνεπακόλουθα, επιβεβαιώθηκε η πεποίθηση περί ανωτερότητας της μηχανής έναντι του ανθρώπου.
Πριν την πανδημία, η ταχύτητα με την οποία συνέβαιναν οι αλλαγές δεν άφηναν πολλά περιθώρια στους ανθρώπους ή στις κοινωνίες να προσαρμοστούν σε νέες συνθήκες που διαμορφώνονταν. Οι γνώσεις που ήταν αναγκαίες για τον άνθρωπο πριν 20 χρόνια είναι πολύ διαφορετικές από τις γνώσεις που χρειάζονται σήμερα. Παλιότερα, αρκούσε να μάθεις ένα επάγγελμα για να επιβιώσεις. Οι γνώσεις πολλές φορές περνούσαν από τον πατέρα στο γιο. Σήμερα χρειάζεται διαρκής επανεκπαίδευση.
Δεν αλλάζουν μόνο οι τεχνολογίες, αλλά και ο κόσμος μαζί τους, μετατρέποντας όσους δε μπορούν να ακολουθήσουν τις αλλαγές ή να προσαρμοστούν στο διαρκώς μεταλασσόμενο περιβάλλον σε περιττούς.
Ο άνθρωπος, για να επιβιώσει σε ένα ασταθές περιβάλλον που διαρκώς μεταλάσσεται οφείλει διαρκώς να επανακαθορίζεται, να γίνεται όλο και πιο ανταγωνιστικός, ευέλικτος, παραγωγικός, αποδοτικός, διαρκως αναπροσαρμόσιμος: συμβατός με τις ανάγκες μιας παραγωγικής διαδικασίας που επιταχύνει.
Καλείται να λειτουργεί όλο και πιο πολύ σα μια μηχανή.
Ο άνθρωπος, εν τέλει, αξιολογείται ως μηχανή.
Αξιολογείται η λειτουργικότητά του στη βάση των «ορθών» αποφάσεων που καλείται να λάβει μέσα από μία πληθώρα επιλογών που του δίνεται. Η ελευθερία της επιλογής του αποτυπώνει τη συνολική ευθύνη του για την πορεία των πραγμάτων στη ζωή του.
Προσπαθεί να πλησιάσει την αποδοτικότητα της μηχανής, με κυρίαρχο κριτήριο την ικανότητά επίτευξης υψηλής παραγωγικότητας.
Οι επιλογές μεν πολλαπλασιάζονται, αλλά ταυτόχρονα και οι συνέπειες τους.
Ο άνθρωπος επιλέγει από μία όλο και πιο διευρυνόμενη γκάμα, από καταναλωτικά προϊόντα μέχρι συντρόφους. Ακολουθεί τάσεις.
Αποτυπώνεται στο μυαλό του η αίσθηση ότι για κάθε επιλογή υπάρχει εν δυνάμει μία καλύτερη επιλογή που μπορεί να μην έχει κάνει, έτσι ώστε πάντα η επιλογή που κάνει να μπορεί να είναι λανθασμένη και ποτέ να μην είναι αρκετά ικανοποιημένος.
Κάθε ελεύθερη επιλογή είναι πιθανά μια λάθος επιλογή. Για το λάθος την ευθύνη έχει το άτομο που δεν επέλεξε ορθά. Κάθε αποτυχία είναι ατομική.
Τα συστήματα αξιολόγησης πολλαπλασιάζονται και αναγνωρίζονται από όλους ως όλο και πιο αξιοκρατικά, μέσω της συλλογής και επεξεργασίας μετρήσιμων δεδομένων…
Η ανθρώπινη δραστηριότητα τεμαχίζεται και ποσοτικοποιείται, να βαθμολογηθεί, να αποκτήσει μία αντικειμενική αξία, έναν κοινά αποδεκτό αριθμό, που θα αποτυπώνει την αξιοκρατική αλήθεια, στη βάση του οποίου ο άνθρωπος επιβραβεύεται ή τιμωρείται.
Νέες κατηγορίες δημιουργούνται που θεμελιώνουν νέες αξιολογήσεις και νέες ιεραρχίες. Οι συμπεριφορές και οι επιλογές του ατόμου τον εντάσσουν σε κατηγορίες που τον περιγράφουν ως άνθρωπο και που θα χρησιμοποιηθούν για μελλοντικές προβλέψεις οι οποίες θα αξιοποιηθούν από εταιρείες που επιζητούν την αύξηση της κερδοφορίας τους.
Ο άνθρωπος προσπαθεί να προσεγγίσει τη μηχανή, εν γνώση των βιολογικών περιορισμών του, αναγνωρίζοντας ότι δεν είναι τίποτα παραπάνω παρά η περιορισμένη, προβληματική φύση του.
Απορρίπτει τα ανθρώπινα χαρακτηριστικά του και τους περιορισμούς που αυτά θέτουν στην αποδοτικότητά του και αποδέχεται την ανωτερότητα της μηχανής. Προσπαθεί να την προσεγγίσει.
Σε έναν κόσμο που δεν επιτρέπεται το λάθος, αναζητεί ενισχυτές απόδοσης.
Προσπαθεί να βελτιώσει τους δείκτες αποδοτικότητάς του ώστε να γίνει η καλύτερη εκδοχή του εαυτού του. Όχι καλύτερος άνθρωπος. Καλύτερη μηχανή.
Καλείται να αναζητεί διαρκώς έναν καλύτερο εαυτό. Σα σε ένα σισύφειο βασανιστήριο, η αναζήτηση είναι αδιάκοπη.
Ο καλύτερος εαυτός είναι πιο υγιής, πιο ενεργητικός, είναι αυτός που προβλέπει βασιζόμενος σε αντικειμενικά δεδομένα και λαμβάνει τις ορθές αποφάσεις, που παραμένει θετικός και ανταπεξέρχεται στις δυσκολίες, όπως μία μηχανή παραμένει λειτουργική και δεν επηρεάζεται.
Ο καλύτερος εαυτός μοιάζει περισσότερο με μηχανή, όπως και οι μηχανές οφείλουν όλο και παραπάνω να μοιάζουν με τον άνθρωπο.
Σε έναν τέτοιο μηχανικό κόσμο ουδείς μπορεί να είναι άτυχος. Δεν υπάρχει θέση για το απρόβλεπτο. [88]
Η ατυχία, είναι μία σειρά από λάθος αποφάσεις που βασίζονται σε λάθος δεδομένα που αποτυπώνουν την ευθύνη και την ενοχή του ατόμου.
Αλλά οι μηχανές δεν μπορούν να είναι άτυχες.
Ο μηχανικός κόσμος που ζούμε είναι ένας κόσμος που απελευθερώνεται από τον άνθρωπο που κάνει λάθη. Απελευθερώνεται η λειτουργία, όπως και ο άνθρωπος έχει αποδεχτεί ότι πρέπει να απελευθερωθεί από ανθρώπινες ιδιότητές για να προσεγγίσει την ανώτερη λειτουργικότητα μιας μηχανής.
Ο άνθρωπος κάνει λάθη, ο άνθρωπος προσπαθεί να μοιάσει στη μηχανή και να περιορίσει τα λάθη που κάνει, η μηχανή κάνει λιγότερα.
Η λύση στο πρόβλημα της πανδημίας δεν είναι ο άνθρωπος, αλλά η απελευθέρωση από τον άνθρωπο για τον οποίο η πανδημία είναι πρόβλημα.
Το πρόβλημα δεν είναι η πανδημία, είναι ο άνθρωπος που επηρεάζεται από την πανδημία.
Το πρόβλημα δεν είναι οι βεβαιότητες, αλλά ο άνθρωπος που επειδή επηρεάζεται τις θέτει υπό αμφισβήτηση.
Το πρόβλημα είναι η ζωή που είναι απρόβλεπτη.
Ο άνθρωπος ως το πρόβλημα για το οποίο πρέπει να βρεθεί λύση
Τα τελευταία χρόνια η παλιότερη έννοια του μέτρου μεταξύ απόλαυσης και περιορισμού αντικαθιστόταν σταθερά από την ταυτόχρονη συνύπαρξη των δύο άκρων. Κατανάλωσε αυτό που επιθυμείς – η απαγόρευση ενυπάρχει πια μέσα στο προϊόν που καταναλώνεις.
Αυτό που δημιουργεί το πρόβλημα συμπεριλαμβάνει τη λύση: το φάρμακο.
Είναι ένας κόσμος ασφάλειας που διαμορφώνει τις δυνατότητες μιας κατανάλωσης απελευθερωμένης από τις αρνητικές συνέπειες.
Καφές δίχως καφεϊνη, μπύρα δίχως αλκοόλ, κρέας που δεν προέρχεται από κρέας, τσιγάρο δίχως νικοτίνη και χημικές ουσίες, εικονικό σεξ, έρωτας δίχως το ρίσκο του αγγίγματος και της πιθανότητας να πληγωθείς, έξυπνος πόλεμος – πόλεμος δίχως ανθρώπινες απώλειες, εργασία από απόσταση, εργασία δίχως τριβή με τις ιεραρχικές δομές, απελευθερωμένη από τα φυσικά όρια, που έχεις «επιλογή» από πού θα δουλέψεις.
Είναι ένας κόσμος αφαίρεσης των αρνητικών συνεπειών που βελτιώνουν την λειτουργία στον πυρήνα του οποίου βρίσκεται η έννοια της ασφάλειας.
Πριν την πανδημία, ο άνθρωπος ζούσε σ’ έναν κόσμο μίας όλο και πιο υπεύθυνης κατανάλωσης, της θετικής ενέργειας, της υγείας και ευεξίας και της υψηλής παραγωγικότητας, όπου καλούνταν να λαμβάνει υπεύθυνες αποφάσεις με αντίκτυπο.
Η ελεύθερη επιλογή συγκεκριμένων προϊόντων αποτύπωνε την ανάληψη της ευθύνης από το άτομο για την διασφάλιση της υγείας του, ή την επιθυμία του να προστατέψει το περιβάλλον, τη θέλησή του για την επίτευξη του στόχου της ευεξίας και της ανάδειξης του καλύτερου εαυτού. Η επίτευξη αυτών των στόχων αποτελούσε μία πράξη ευθύνης προς τον εαυτό και την κοινωνία.
Το άτομο που καταναλώνει υπεύθυνα είναι ηθικά και πνευματικά ανώτερο σε σχέση με τους υπόλοιπους που παραμένουν ανεύθυνοι, ζουν μέσα στην άγνοια ή αδιαφορούν.
Οι άνθρωποι καλούταν να ευτυχήσουν απελευθερωμένοι από τα βάρη των συνεπειών, επιλέγοντας ως υπεύθυνα άτομο αυτό που είναι αδιαμφισβήτητα για το καλό τους.
Η προβαλλόμενη ουτοπία είναι η δημιουργία μίας πραγματικότητας όπου ο κίνδυνος θα έχει απαλειφθεί ολοκληρωτικά, έτσι ώστε η δίχως όρια – “ελεύθερη”, λ.χ., κατανάλωση να οικουμενοποιεί τις απαγορεύσεις: Μια πραγματική εικονική πραγματικότητα.
Καταναλώστε ελεύθερα / ζήστε απελευθερωμένοι από απόσταση με ασφάλεια. Κάντε την σωστή επιλογή. Επιλέξτε ελεύθερα.
Η μεσολάβηση φυσικοποιείται, γίνεται συστατικό στοιχείο για την επίτευξη ασφάλειας.
Μα επιπλέον, η απόλαυση μπορεί να έρθει μόνο υπό συγκεκριμένες συνθήκες, μέσα από μία διαδικασία αποστείρωσης που επιβάλλεται στον άνθρωπο. Απόλαυσε δίχως συνέπειες. Με απόσταση από τον πόνο. Δίχως συνείδησή του.
Στην ουσία, αυτό που φανερώνει η διαδικασία της απεγνωσμένης – επιστημονικά πραγματωμένης προσπάθειας για έλεγχο των αρνητικών συνεπειών είναι ο φόβος που μεταφράζεται σε απαγόρευση.
Η μανιώδης λ.χ. προσπάθεια για τη διατήρηση της νεότητας δεν είναι τίποτ’ άλλο παρά η αναγνώριση ότι σήμερα το να γερνάς περίπου απαγορεύεται. Ο ηλικιωμένος είναι ο λιγότερο παραγωγικός, ο λιγότερο ικανός να προσαρμόζεται στις διαρκείς αλλαγές της εποχής, ο λιγότερο σωματικά και πνευματικά ικανός να ανταπεξέλθει σε ένα περιβάλλον υψηλού ανταγωνισμού.
Ο φόβος μεταφέρεται από το οικονομικό σύστημα στο άτομο και μετά σ’ ένα επόμενο στάδιο ενσωματώνεται στον ίδιο τον πυρήνα του προϊόντος / στο οποίο επεμβαίνουμε για να το «απελευθερώσουμε» από τις βλαπτικές ουσίες. Το «απελευθερωμένο» προϊόν είναι ανώτερο. Αποδεχόμαστε την ανωτερότητά του και μαθαίνουμε να καταναλώνουμε με ασφάλεια.
Φόβος της ζωής, φόβος του πόνου, φόβος της αγάπης, κοινωνία ρίσκου, ανταγωνισμού, μη ικανότητας δέσμευσης που μετατρέπεται σε μη επιθυμία δέσμευσης.
Το άτομο καλείται να ζήσει δίχως τον κίνδυνο που είναι το κάθετι που μπορεί να οδηγήσει σε μία οποιαδήποτε μείωση της αποδοτικής λειτουργίας του που επειδή μπορεί να επηρεάσει την απόδοσή του είναι βλαπτική για την παραγωγική διαδικασία. Μια βλαπτική λειτουργία που γίνεται εν τέλει παραβατική στο επίπεδο των επιθυμιών.
Οφείλουμε να διασφαλίσουμε ότι θα παραμένουμε υγιείς, ότι θα καταναλώνουμε υπεύθυνα, ότι θα παραμείνουμε νέοι, ότι θα συνεχίσουμε να προσαρμοζόμαστε στις διαρκείς αλλαγές, ότι θα αναζητούμε αδιάκοπα τον καλύτερο εαυτό, γιατί αυτό είναι αναγκαίο για την παραγωγική διαδικασία.
Η ασφάλεια βρισκόταν στον πυρήνα των ζωών μας και πριν την πανδημία.
Η ασφάλεια είναι πρωτίστως οικονομική.
Η μηχανή που δεν ασθαινεί είναι αποδοτική.
Προσπαθούμε να προσεγγίσουμε τη μηχανή.
Αλλά η ζωή δεν είναι μόνο τα προβλήματα που πρέπει ή θέλουμε να λυθούν. Η ζωή είναι πολλές φορές και η διαδρομή μέχρι να φτάσουμε εκεί. Ο σκοπός της ζωής δεν είναι η επίτευξη υψηλής απόδοσης. Είναι μια απερίγραπτη σπατάλη.
Είναι ο αυθορμητισμός μίας ενέργειας που βασίζεται στη συναίσθηση και όχι τόσο στη λογική, η ανθρώπινη επαφή και τριβή που προκύπτει από τη τυχαία γνωριμία με έναν άγνωστο άνθρωπο, που μπορεί να αποφέρει κάποιους χειροπιαστούς καρπούς όμως δεν είναι αναγκαίο να έχει κάποιο αποτέλεσμα. Είναι οι σπουδαίες ανακαλύψεις που προέκυψαν μέσα από λάθη στη διαδικασία, επειδή δε λήφθηκαν οι ορθές αποφάσεις. Είναι η ανάδειξη μίας ιδέας.
Είναι ο πόνος που παράγεται από την απώλεια ενός αγαπημένου ανθρώπου και το τραύμα που παράγει αυτή η απώλεια που χρειάζεται χρόνο για να επουλωθεί. Είναι ο χρόνος που χάνεται στην ονειροβασία ενός που είναι ερωτευμένος – χρόνος μη παραγωγικός – η συνειδητή επιλογή της αδράνειας και της τεμπελιάς, της απραξίας ή και η δράση στα πλαίσια μίας ανορθολογιστικής αντί-δρασης, που μπορεί να μοιάζει και να είναι ενάντια στο κοινά αποδεκτό συμφέρον μας ή και την κοινή λογική, αλλά πάραυτα την επιλέγουμε, εν γνώσει μας ότι η επιλογή μας είναι παράλογη και επειδή δεν είναι προς το συμφέρον μας. Επειδή μπορούμε. Επειδή η επιλογή μας αποτυπώνει την ελευθερία, ακόμα και αν ως επιλογή είναι ξεκάθαρα λανθασμένη.
Η ζωή είναι και ο χαμένος χρόνος.
Κριτήριο της ελευθερίας δεν είναι το να κάνεις την ορθή επιλογή. Η ελευθερία δεν είναι αναγκαστικά ενάντια στην ορθή επιλογή, αλλά δεν είναι μόνο. Και μπορεί να είναι ενάντια.
Η ζωή είναι και το παράλογο. Ακόμα και το παράλογο μίας πανδημίας. Η ζωή δεν είναι αναγκαστικά ή μόνο 2+2=4. Δεν είναι αναγκαστικά ενάντια, όμως δεν είναι μόνο.
Η ζωή, αν και δεν είναι συχνά περίφημη, είναι ζωή, δεν είναι απλώς η εξαγωγή της τετραγωνικής ρίζας.
H πρόοδος για τον Άνθρωπο πολλές φορές προκύπτει από το τυχαίο και το λάθος. Ακόμη και από το κακό. Ακόμα και από την ασθένεια ή απο τυχαίες παράλογες επιδημίες που εμφανίζονται και σκοτώνουν χιλιάδες ανθρώπους. Η επιδημία της χολέρας στο Λονδίνο του 19ου αιώνα οδήγησε στην αναγνώριση της ανάγκης για τη διαμόρφωση ενός αποτελεσματικού συστήματος δημόσιας υγείας.
Η ελευθερία βούλησης είναι και η ελευθερία να έχεις τη λάθος βούληση, να καθυστερεις, να μην είσαι όσο αποδοτικός θα μπορούσες να είσαι, να μην πηγαίνεις από τον πιο γρήγορο δρόμο αλλά από ένα δύσβατο άγνωστο μονοπάτι, που ίσως κρύβει κινδύνους, γιατί μπορείς. Ελευθερία είναι να πηγαίνεις από ένα δύσβατο μονοπάτι γνωρίζοντας ότι εγκυμονεί κινδύνους, παρά του ότι φαντάζει παράλογο.
Ελευθερία είναι να σου επιτρέπεται το λάθος.
Για τον άνθρωπο δεν αρκεί να φτάσει όσο πιο γρήγορα και με ασφάλεια γίνεται στον προορισμό του. Δεν είναι αυτοσκοπός για τον άνθρωπο η αποτελεσματικότητα ή η ολοκλήρωση ενός στόχου ή να φτάσει σε έναν προκαθορισμένο προορισμό από τον πιο γρήγορο και ασφαλές δρόμο. Ο σκοπός δεν είναι να βρει τον «ορθό» δρόμο για να φτάσει στον προορισμό.
Μπορεί να μη γνωρίζει ποιος είναι ο προορισμός, μπορεί να μην βρει ποτέ τον δρόμο.
Εξίσου σημασία με το να φτάσει στον προορισμό, έχει και η διαδρομή μέχρι να φτάσει εκεί. Δίνει νόημα στον προορισμό. Όποιος και αν είναι αυτος. Είναι η γνώση και οι ιστορίες που προκύπτουν μέσω αυτής της διαδρομής.
Σπουδαίες ανακαλύψεις προέκυψαν δίχως να είναι ο στόχος η ανακάλυψή τους. Δεν ήταν ο προορισμός. Δεν υπήρχε κάποια πρόβλεψη γι’ αυτές, δεν ήταν το ζητούμενο.
Το καινούργιο προκύπτει από το τυχαίο. Πολλές φορές είναι ένα λάθος που αρκετά αργότερα αναγνωρίζεται η χρησιμότητά του.
Μέσα στη ζωή – συμβαίνει συχνά – να χάνεις πρώτα τον δρόμο σου για να τον ανακαλύψεις.
Το λάθος, το απρόβλεπτο και το τυχαίο, είναι κυρίαρχα στοιχεία της εξέλιξής του ανθρώπου. Αλλά για τη μηχανή δεν υπάρχει τυχαίο.
Σήμερα, ο άνθρωπος χρειάζεται περισσότερο τις ιστορίες που νοηματοδοτούν από το να φτάσει πιο γρήγορα ή με μεγαλύτερη ασφάλεια σε κάποιο προορισμό.
Χρειάζεται τον χρόνο για να δημιουργήσει τις ιστορίες που θα ερμηνεύσουν επαρκώς τον κόσμο της πανδημίας στο επίκεντρο των οποίων θα βρισκεται ο σύνθετος ελεύθερος άνθρωπος που δεν είναι μηχανή, εξίσου όσο χρειάζεται ένα φάρμακο για την αρρώστια.
Χρειαζόμαστε νέες ιστορίες. Νέα ερμηνευτικά εργαλεία.
Η μηχανή όμως δε χρειάζεται ιστορίες για να συνεχίσει να λειτουργεί.
Σήμερα, η τοποθέτηση της μηχανης απέναντι από τον άνθρωπο και η αποδοχή ότι η λειτουργία της είναι πιο οικονομική και ασφαλής – στη βάση μίας οπτικής σύμφωνα με την οποία ο άνθρωπος είναι μία μηχανή περιορισμένων δυνατοτήτων – αφήνει τον άνθρωπο στο περιθώριο.
Όμως ο άνθρωπος δεν είναι το βάρος το οποίο πρέπει να απελευθερωθούμε για να συνεχιστεί απρόσκοπτα και αποδοτικά η λειτουργία.
Η μηχανή δε δημιουργήθηκε για να διασφαλίζει τη διαρκή ανεπηρέαστη λειτουργία του συστήματος από τις συνέπειες που έχει το ανθρώπινο δράμα. Η μηχανή πρέπει να απελευθερώνει τον άνθρωπο, όχι να τίθεται απέναντι από την επιβίωσή του στα πλαίσια μίας συγκεκριμένης οικονομικής λειτουργίας που έχει όφελος από τον περιορισμό της αξίας του ανθρώπου για την εύρυθμη λειτουργίας της.
Η προστασία από την πανδημία δε χρειάζεται να σηματοδοτεί ταυτόχρονα την περιθωριοποίηση του ανθρώπου.
Η πανδημία οξύνει τις οικονομικές και κοινωνικές αντιθέσεις, δίχως όμως να επιτρέπεται στον επικίνδυνο άνθρωπο να επιφέρει ουσιαστικές αλλαγές στο μοντέλο λειτουργίας πάνω στο οποίο βασίζονται οι ακραίες ανισότητες.
Η ανθρώπινη εργασία που χάνει την αξία της για την παραγωγή κερδών, θα επιφέρει μία περαιτέρω μείωση της δυνατότητάς των πολλών – που δεν είναι πλέον εξίσου αναγκαίοι για την παραγωγική διαδικασία – να επηρεάζουν τις εξελίξεις;
Αν όμως δε λαμβάνεται υπόψη η θέση των πολλών, πώς θα ασκήσουν επιρροή ώστε το μέλλον να είναι ελπιδοφόρο για όλους;
Ποιος θα είναι ο σκοπός του ανθρώπου σε έναν κόσμο που δεν τον έχει εξίσου ανάγκη, στο κέντρο του οποίου δεν είναι ο άνθρωπος και οι ιστορίες του αλλά η μηχανή που λειτουργεί δίχως την ανάγκη μίας ερμηνευτικής ιστορίας που να νοηματοδοτεί;
Αναφορές
- Vicky Spratt, Has Coronavirus Finally Put A Stop To Toxic Spirituality?, https://www.refinery29.com/en-gb/2020/08/9883905/dangers-of-positive-thinking