Σε καθημερινή βάση ακούμε στα διαγγέλματα του ΕΟΔΥ και του Υπουργείου Υγείας, αλλά και από δημοσιογράφους σε κανάλια και ειδησεογραφικές ιστοσελίδες για «αύξηση» ή «μείωση» κρουσμάτων. Ωστόσο, πλην ελαχίστων εξαιρέσεων από διακεκριμένους επιστήμονες που φιλοξενούνται στα κανάλια, η ποσοστιαία θετικότητα των μοριακών τεστ παραβλέπεται.
- του Αντώνη Παπαδακάκη
Τα κριτήρια του CDC
Σύμφωνα με το Κέντρο Ελέγχου και Πρόληψης Ασθενειών (CDC), η ποσοστιαία θετικότητα αποτελεί κρίσιμο δείκτη για την επιτήρηση της επιδημιολογικής πορείας μίας χώρας. Συγκεκριμένα επισημαίνεται:
“Προς το παρόν, για ομοσπονδιακές αναφορές, το CDC ορίζει το ποσοστό θετικότητας ως τον αριθμό των θετικών ελέγχων RT-PCR COVID-19 ως αριθμητή, διαιρούμενο με τον συνολικό αριθμό ελέγχων ως παρονομαστή: (θετικοί έλεγχοι / συνολικοί έλεγχοι) x 100%”. [1]
Το όριο που δε θα πρέπει να υπερβαίνει αυτός ο δείκτης έχει ανακοινωθεί από τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας (WHO) ότι είναι το 5%. Μάλιστα, αν η επιδημιολογική κατάσταση μιας χώρας είναι για δύο συνεχόμενες εβδομάδες κάτω από αυτό το όριο, ο WHO συνιστά στη χαλάρωση των περιοριστικών μέτρων. [2]
Ο χειρισμός του ΕΟΔΥ
Έχοντας τα παραπάνω υπ’ όψιν, και λαμβάνοντας τα δεδομένα του Ιανουαρίου που ο ίδιος ο ΕΟΔΥ παραθέτει [3] – πλην της ποσοστιαίας θετικότητας –, μια σειρά στατιστικών αναλύσεων με το πρόγραμμα SPSS (ευρέως διαδεδομένο στις Κοινωνικές Επιστήμες) δείχνουν τα παρακάτω:
- Χρησιμοποιώντας το κριτήριο Spearman, εμφανίζεται ισχυρή θετική συσχέτιση μεταξύ Ημερήσιων (Μοριακών) Τεστ και των Ημερήσιων (Νέων) Κρουσμάτων: rho (24) = 0,812 με p << 0,001. Αυτό δεν προκαλεί καμία έκπληξη: περισσότερα τεστ φανερώνουν και περισσότερα κρούσματα. Πρώτο κρατούμενο.
- Κατόπιν, η σύγκριση των 4 εβδομάδων του Ιανουαρίου με Ανάλυση Διακύμανσης Μονής Κατεύθυνσης (one-way ANOVA) δε φανερώνει στατιστικά σημαντική διαφορά μεταξύ των συνολικών τεστ που γίνονται κάθε εβδομάδα. Ωστόσο, με την ίδια ανάλυση, φανερώνεται στατιστικά σημαντική διαφορά μεταξύ 2ης και 3ης εβδομάδας του Ιανουαρίου (δηλ. από 8/1 – 14/1 και 15/1 – 21/1), F (1, 10) = 5,603 με p < 0,05. Φαίνεται, επομένως, ότι υπήρξε στατιστικά σημαντική μείωση κρουσμάτων την περίοδο 15/1 με 21/1. Η σύγκριση 3ης με 4ης εβδομάδας δεν έδειξε στατιστικά σημαντική διαφορά, αν και ο μέσος όρος κρουσμάτων έδειξε κάποια αύξηση. Δεύτερο κρατούμενο.
Επιπροσθέτως, παρατηρώντας τα δεδομένα του ΕΟΔΥ συνολικά, κάποιος μπορεί να συνειδητοποιήσει ότι:
- Πρώτον, ο μικρός αριθμός μοριακών τεστ οδηγεί σε αύξηση της ποσοστιαίας θετικότητάς τους και αυτό επειδή γίνονται πιο στοχευμένοι έλεγχοι σε άτομα που έχουν εκδηλώσει συμπτώματα ή έχουν έρθει σε επαφή με διαπιστωμένα κρούσματα, χωρίς να γίνονται πολλοί τυχαίοι έλεγχοι. Αυτό έρχεται σε πλήρη σύμπλευση με όσα επισημαίνει και το CDC: “Η ποσοστιαία θετικότητα μειώνεται όταν περισσότερα άτομα που εξετάστηκαν είναι αρνητικά. Αυτό συμβαίνει όταν ο αριθμός των μολύνσεων μειώνεται (ο αριθμητής μειώνεται) ή ο έλεγχος διεξάγεται σε περισσότερα άτομα που δεν έχουν μολυνθεί (ο παρονομαστής είναι μεγαλύτερος χωρίς να αποκαλυφθούν πολλές νέες μολύνσεις). Σε γενικές γραμμές, η ποσοστιαία θετικότητα θα μειωθεί καθώς περισσότερα άτομα εξετάζονται σε περιβάλλον μη εστίας (π.χ. συστηματική εξέταση σε σχολεία, εγκαταστάσεις μακροχρόνιας φροντίδας, χώρους εργασίας)”. Άρα, μεγαλύτερη τυχαιότητα δείγματος σημαίνει καλύτερη επιδημιολογική εικόνα της χώρας.
- Δεύτερον, τις τελευταίες τρεις ημέρες (26/1 με 28/1) τα ημερήσια τεστ είναι πολλά περισσότερα (16-20 χιλιάδες) από τον μέσο όρο ημερήσιων τεστ που διεξαγόντουσαν από 1η μέχρι 25η Ιανουαρίου (10 χιλιάδες), φανερώνοντας περισσότερα κρούσματα (βλ. πρώτο κρατούμενο). Ενδεικτικά, χτες 29/1, διεξήχθησαν 27 χιλιάδες μοριακά τεστ, με αντίστοιχη ποσοστιαία θετικότητα 3,45%.
- Τρίτον, αυτή η αύξηση κρουσμάτων γίνεται αντιληπτή αυτές τις τρεις μέρες και στην Αττική-Αθήνα.
Παρ’ όλα αυτά, στο χτεσινό διάγγελμα όπου πολλές περιοχές χαρακτηρίστηκαν «κόκκινες», μεταξύ των οποίων και η Αττική, γινόταν μόνο λόγος για αύξηση κρουσμάτων και αύξηση του επιδημιολογικού φορτίου, χωρίς να αναφέρεται ότι η ποσοστιαία θετικότητα είναι στα επίπεδα που βρισκόταν στα τέλη Σεπτέμβρη. Θα έλεγε κανείς ότι διαδίδουν fake news.
Πολιτική σκοπιμότητα πίσω από τα τεστ;
Το ερώτημα, ωστόσο, παραμένει: αυτή η ξαφνική αύξηση των μοριακών τεστ είναι τυχαίο γεγονός ή λόγω των πρόσφατων κοινωνικών εξελίξεων, που πλήθος κόσμου αντιστάθηκε σθεναρά στη νομοθεσία της Πανεπιστημιακής Αστυνομίας της Υπουργού Κεραμέως, η πανδημία εργαλειοποιείται για να κατασταλούν οι φωνές του φοιτητικού -και όχι μόνο- κινήματος;
Το φιάσκο της απαγόρευσης των συναθροίσεων άνω των 100 ατόμων από τον Αρχηγό της Αστυνομίας, τη στιγμή που δεν υπήρχε παρόμοια πρόβλεψη για τον συνωστισμό έξω από τα καταστήματα, φαίνεται να ώθησε την Κυβέρνηση να προβεί σε περιορισμούς μετακινήσεων και «συνωστισμού», υπό τον μανδύα της προστασίας της δημόσιας υγείας.
Στον αντίποδα, κάποιος μπορεί να ισχυριστεί ότι τα περισσότερα μοριακά τεστ έγιναν επειδή όλο και περισσότεροι άρχισαν να εκδηλώνουν συμπτώματα. Αν αυτό ίσχυε πράγματι, η ποσοστιαία θετικότητα δε θα παρέμενε σταθερά κάτω από 5%, καθώς θα είχαμε περισσότερα κρούσματα και ο αριθμητής του δείκτη θα αυξανόταν εξίσου.
Το θετικό της όλης υπόθεσης, ότι δηλαδή επιτέλους γίνονται περισσότερα τεστ και έχουμε μια καλύτερη επιδημιολογική κατάσταση της χώρας, μετατρέπεται σε ένα αρνητικό εργαλείο πολιτικής σκοπιμότητας, με στόχο την καταστολή και τον έλεγχο.
Εμείς, στο οπλοστάσιό μας θα πρέπει να διαθέτουμε την κριτική σκέψη των δεδομένων που μας παρουσιάζονται.
[1] https://www.cdc.gov/coronavirus/2019-ncov/lab/resources/calculating-percent-positivity.html?fbclid=IwAR1cKnzTUgn-Dnl4xmk9GZqd8fECLMpvV2NIfauFW60RPqp2n3npDI_AZxY
[2] https://www.jhsph.edu/covid-19/articles/covid-19-testing-understanding-the-percent-positive.html?fbclid=IwAR3TesucMebyBBzAbzXUz17UvnTrkUgRBnWpQHdCjHsVk4YQ_sA55E5n9g8
[3] https://drive.google.com/file/d/1BDTpPMjtMkwS5Qbn0r8HVIGsEfMNO5BM/view?usp=sharing