Τραμπ, Νετανιάχου και αραβικές μοναρχίες πίστεψαν ότι είχαν θάψει το Παλαιστινιακό, για να διαψευστούν τραγικά.
- του Πέτρου Κωνσταντίνου για την Καθημερινή
Τρίτη, 15 Σεπτεμβρίου 2020. Οι κάμερες των αμερικανικών και διεθνών δικτύων έχουν στηθεί στην κήπο του Λευκού Οίκου για να απαθανατίσουν την υπογραφή των “Συμφωνιών του Αβραάμ” από τον πρωθυπουργό του Ισραήλ Μπέντζαμιν Νετανιάχου και τον υπουργό Εξωτερικών των Ενωμένων Αραβικών Εμιράτων Αμπντουλάχ μπιν Ζαγέντ Αλ Ναγιάν με τις ευλογίες του πανευτυχούς Ντόναλντ Τραμπ. Με τις εν λόγω συμφωνίες, τα Εμιράτα ομαλοποιούσαν τις σχέσεις τους με το εβραϊκό κράτος παρά τη συνεχιζόμενη κατοχή των παλαιστινιακών (και συριακών, και λιβανέζικων) εδαφών.
Το παράδειγμά τους ακολούθησαν το Μπαχρέιν, το Μαρόκο και το Σουδάν, ενώ η Σαουδική Αραβία και το Ομάν περίμεναν στην ουρά. Οι αραβικές μοναρχίες πίστεψαν, όπως και ο Τραμπ και ο Νετανιάχου, ότι το Παλαιστινιακό είναι ένας άταφος νεκρός, ότι οι Παλαιστίνιοι είναι ένας ηττημένος λαός που δεν έχει άλλη επιλογή από το να μάθει να υπομένει την κατοχή, και ότι τίποτα δεν εμποδίζει πλέον τις μπίζνες και τη στρατηγική τους συνεργασία με το Ισραήλ απέναντι στο Ιράν. Κάποια σέλφι στο Instagram με σεΐχηδες να κάνουν διακοπές στο Τελ Αβίβ και Ισραηλινούς να ψωνίζουν στο Ντουμπάι ήταν αρκετά για να θεωρήσει η κυβέρνηση Τραμπ ότι η στρατηγική της δικαιώθηκε.
Οι εφιαλτικές σκηνές που μας έρχονται εδώ και μία εβδομάδα από τα παλαιστινιακά και τα ισραηλινά εδάφη δεν είναι παρά οι δηλητηριώδεις καρποί αυτής της κοντόφθαλμης στρατηγικής. Μπορεί οι ισχυροί της περιοχής και του κόσμου να θέλησαν να ξεχάσουν το παλαιστινιακό, αλλά το παλαιστινιακό δεν εννοεί να τους ξεχάσει και να τους αφήσει στη μακαριότητά τους. Η νέα ανάφλεξη ξεκίνησε και πάλι από την Παλιά Πόλη της Ιερουσαλήμ, όπως και η μεγάλη εξέγερση του 2000, η λεγόμενη “Ιντιφάντα του Αλ Άκσα”. Τότε, όμως, τον πρώτο λόγο, από την πρώτη στιγμή, είχαν οι πολιτικές και στρατιωτικές οργανώσεις των Παλαιστινίων, όπως η Φατάχ του Γιάσερ Αραφάτ και η ισλαμική Χαμάς.
Τούτη τη φορά, όλες οι παλαιστινιακές οργανώσεις πιάστηκαν στον ύπνο- όπως στον ύπνο πιάστηκαν και οι κυβερνήσεις του Ισραήλ και των ΗΠΑ. Τις τρεις πρώτες ημέρες των ταραχών, ο μεγάλος πρωταγωνιστής ήταν οι έφηβοι και οι νεαροί της Ανατολικής Ιερουσαλήμ. Μια γενιά που δεν έζησε τίποτα άλλο από τον ζόφο της κατοχής, χωρίς καμία ελπίδα στον ορίζοντα, με τις ειρηνευτικές συμφωνίες του Όσλο, που υπόσχονταν παλαιστινιακό κράτος, να είναι από καιρό νεκρές. Τα ασφυκτικά περιοριστικά μέτρα της ισραηλινής αστυνομίας στη διάρκεια του Ραμαζανιού και οι δικαστικές αποφάσεις για εξώσεις Παλαιστινίων από το Σεϊχ Τζάρα- για όσους γνωρίζουν, τη συνοικία με την πιο μορφωμένη και αριστερή παλαιστινιακή κοινότητα της πόλης, όπου η Χαμάς είναι σχεδόν ανύπαρκτη- ήταν απλώς οι σπινθήρες σε μια πυριτιδαποθήκη.
Από τη νύχτα της περασμένης Δευτέρας, αυτό που ξεκίνησε ως αυθόρμητη, αντικατοχική εξέγερση άοπλων Παλαιστινίων κακοφόρμισε σε έναν νέο (τον τέταρτο, από το 2007) πόλεμο ανάμεσα στους συνήθεις πρωταγωνιστές: το εβραϊκό κράτος και την ισλαμική Χαμάς, που ελέγχει τη λωρίδα της Γάζας. Και οι δύο πλευρές είχαν ισχυρούς λόγους να ποντάρουν στην ένοπλη σύγκρουση. Έχοντας αποτύχει να σχηματίσει κυβέρνηση, με την εντολή να έχει περάσει στον κεντρώο αντίπαλό του Γιαϊρ Λαπίντ και με τις δικαστικές εκκρεμότητες να τον καταδιώκουν, ο Νετανιάχου επιχειρεί να συσπειρώσει το έθνος μέσω της πολεμικής περιπέτειας, ώστε να δικαιολογήσει για μία ακόμη φορά τη φήμη του πολιτικά εφτάψυχου.
Στριμωγμένη πολιτικά ήταν και η Χαμάς. Μέχρι πρότινος προσδοκούσε ότι οι βουλευτικές και προεδρικές εκλογές στα κατεχόμενα, που είχαν προκηρυχθεί για τις 22 Μαΐου και 31 Ιουλίου αντίστοιχα, θα την αναδείκνυαν νικήτρια, κάτι εξαιρετικά πιθανό, αν όχι βέβαιο. Σε αυτή την περίπτωση, θα ενσωματωνόταν με προνομιακούς όρους στην PLO και την Παλαιστινιακή Αρχή και θα απαλλασσόταν από το ασήκωτο βάρος διαχείρισης της τραγικής οικονομικής κατάστασης στη Λωρίδα της Γάζας. Ωστόσο ο Παλαιστίνιος πρόεδρος Μαχμούντ Αμπάς ανέβαλε επ’ αόριστον τις εκλογές, επικαλούμενος την άρνηση του Ισραήλ να γίνουν εκλογές στην Ανατολική Ιερουσαλήμ.- μια αναβολή λυτρωτική για τον 85χρονο ηγέτη, καθώς αξιόπιστες δημοσκοπήσεις τον έφερναν όχι απλώς να χάνει, αλλά να έρχεται τέταρτος. Υπό αυτές τις συνθήκες, η βροχή από ρουκέτες που εξαπέλυσε η Χαμάς εναντίον του Ισραήλ ήταν ένας τρόπος να διεκδικήσει την ηγεμονία στις δυνάμεις της παλαιστινιακής αντίστασης και να βγει από το αδιέξοδο.
Αν οι καινούργιες, πιο εξελιγμένες ρουκέτες, οι αντιαρματικοί πύραυλοι και τα drones της Χαμάς προκάλεσαν οδυνηρές εκπλήξεις στον ισραηλινό στρατό και σκόρπισαν τον πανικό σε πολλές πόλεις του Ισραήλ, από την Μπερσίμπα μέχρι το Τελ Αβίβ, ο μεγαλύτερος δυνητικά κίνδυνος ήρθε από αλλού. Για πρώτη φορά από την ίδρυση του ισραηλινού κράτους, εκτυλίσσονται εμφυλιοπολεμικές σκηνές, με πογκρόμ Εβραίων εναντίον Αράβων και το αντίστροφο, σε μια χώρα όπου η αραβική μειονότητα εκπροσωπεί το 21% του πληθυσμού. Ο πρόεδρος Ριβλίν μίλησε ανοιχτά για κίνδυνο εμφυλίου πολέμου, ενώ ο Νετανιάχου αναγκάστηκε να επιβάλει κατάσταση εκτάκτου ανάγκης στη μικτή πόλη Λοντ, κάτι που είχε να συμβεί από το 1966, παραμονές του πολέμου των Έξι Ημερών. Όλα αυτά μοιάζουν με σκηνές από ταινία προσεχώς: έχοντας κλείσει ερμητικά το παράθυρο στη λύση των δύο κρατών, το Ισραήλ ωθεί τους Παλαιστίνιους σε έναν νέου τύπου “αντι- απαρτχάιντ” αγώνα, για τη διεκδίκηση ίσων πολιτικών δικαιωμάτων σε ένα διεθνικό κράτος, στο οποίο το αραβικό στοιχείο θα είναι σε λίγο, αν δεν είναι ήδη, δημογραφική πλειονότητα.
Διλήμματα Μπάιντεν
Όταν γράφονταν αυτές οι γραμμές, ο φόρος αίματος μεγάλωνε επικίνδυνα και για τα δύο έθνη, με τη μερίδα του λέοντος να πέφτει, φυσικά, στους Παλαιστίνιους. Το Ισραήλ είχε συγκεντρώσει τεθωρακισμένα και πεζικό στα σύνορα με τη Γάζα και ο κίνδυνος μιας ανεξέλεγκτης κλιμάκωσης, με εισβολή χερσαίων δυνάμεων, βρισκόταν στην ημερήσια διάταξη.
Η κυβέρνηση των ΗΠΑ αιφνιδιάστηκε από τα γεγονότα. Αν και αποκατέστησε την οικονομική βοήθεια στην Παλαιστινιακή Αρχή, την οποία είχε διακόψει ο Τραμπ, ο Τζο Μπάιντεν οπωσδήποτε δεν είχε στις προτεραιότητές του τα θέματα της Μέσης Ανατολής (με εξαίρεση το ιρανικό πυρηνικό πρόγραμμα), καθώς το βασικό του μέλημα ήταν η ανάσχεση της Κίνας (και η πίεση στη Ρωσία). Δεν αποκλείεται, ωστόσο, οι εξελίξεις να τον αναγκάσουν να επέμβει, καθώς αν η σύγκρουση ξεφύγει από κάθε έλεγχο, δεν αποκλείεται να γίνει αφορμή για ένα νέο κύκλο εξεγέρσεων σε αραβικές χώρες, οι οποίες θα θέσουν σε κίνδυνο τα ασταθή, φιλοαμερικανικά καθεστώτα της περιοχής.