Ελλάδα και Τουρκία βρίσκονται σε μεταβατικό στάδιο. Η πρώτη, χρεοκοπημένη οικονομικά, εφαρμόζει το σκληρό δημοσιονομικό πρόγραμμα που της έχει επιβληθεί, ενώ η Τουρκία του Ταγίπ Ερντογάν σταδιακά μεταλλάσσεται σε επιτυχημένο υπόδειγμα νεοφιλελευθερισμού με έντονα Ισλαμιστικά στοιχεία, παραγκωνίζοντας την Κεμαλική φιλελεύθερη παράδοση. Αυτές οι θεμελιώδεις οικονομικές και πολιτικές αλλαγές στις δύο χώρες, αποδεικνύεται ότι δεν μπορούν να εφαρμοστούν ομαλά. Έχει επιλεγεί από τις κυβερνήσεις των δύο χωρών η συνειδητή επένδυση σε εθνικιστικές και θρησκευτικές αξίες, η υποβάθμιση θεσμών όπως το Κοινοβούλιο και η Δικαιοσύνη, ο αυταρχισμός αντί του διαλόγου στα κοινωνικά ζητήματα, και ο έλεγχος του Τύπου.
Τον Ιούνιο, η γειτονική χώρα βίωσε τις μεγαλύτερες διαδηλώσεις των τελευταίων ετών. Η πρώτη εξήγηση που δόθηκε για την κινητοποίηση του Τουρκικού λαού ήταν η αντίστασή του στα σχέδια της κυβέρνησης για δημιουργία εμπορικού κέντρου στο πάρκο Γκέζι της Κωνσταντινούπολης. Σαφέστατα, τα εκατομύρια ανθρώπων που διαδήλωναν το καλοκαίρι, οι νεκροί και οι τραυματίες των επεισοδίων, δεν ήταν στους δρόμους για να υπερασπιστούν κάποια δέντρα που κόπηκαν. Ή τουλάχιστον όχι μόνο γι’ αυτό.
Ο Ερντογάν επιθυμεί μια νεοφιλελεύθερη Τουρκία, με συντηρητικές Ισλαμικές αξίες. Το πρόγραμμα ιδιωτικοποιήσεων που έχει ξεκινήσει εδώ και χρόνια, οι χαμηλοί μισθοί, τα περιορισμένα εργασιακά δικαιώματα, οι διώξεις συνδικάτων, η ανέγερση τεράστιων mall, η μετάλλαξη ολόκληρων περιοχών και από την άλλη η προσπάθεια απαγόρευσης του αλκοόλ, και οι συνεχείς επικλήσεις στο Ισλάμ συνθέτουν το νέο μοντέλο. H Τουρκική κονωνία που ονειρεύται μοιάζει με μια υποταγμένη γυναίκα χωρίς δικαιώματα και ελευθερίες, η οποία όμως φοράει hijab Louis Vuitton.
Η πατριαρχική προσωπικότητα του Ερντογάν, τον οδηγεί να απαξιώνει, να παρακάμπτει ή και να παρεμβαίνει συστηματικά σε θεσμούς όπως η δικαιοσύνη και οι ανεξάρτητες αρχές. Στην κρίση του Δεκεμβρίου, όταν αποκαλύφθηκαν πολλές υποθέσεις διαφθοράς, ο πρωθυπουργός της Τουρκίας, καρατόμησε τον εισαγγελέα, ο οποίος είχε πρωτοστατήσει στην διερεύνηση των σκανδάλων, ενώ στους λόγους του, κατά την προσφιλή του τακτική, απέρριψε όλες τις ευθύνες, συνωμοσιωλογώντας για τον ρόλο των ξένων δυνάμεων κατά της Τουρκίας.
Εστιάζοντας στην ελευθερία του τύπου, η εικόνα γίνεται ακόμα πιο μαύρη. Πολλοί Τούρκοι αναλυτές μιλούν για ‘νέα τάξη πραγμάτων’ στα Τουρκικά ΜΜΕ. Όλο και λιγότερα μέσα λειτουργούν ελεύθερα, ενώ οι διεθνείς οργανισμοί καταγγέλλουν έντονα την χειραγώγηση τους από την κυβέρνηση. Η υποβάθμιση του τύπου και άρα του ελέγχου που δυνητικά ασκείται μέσω αυτού στις εξουσίες, διευκολύνει την προώθηση του νέο-Οθωμανικού σχεδίου του Ταγίπ Ερντογάν για την Τουρκία.
Παρ’ ολ’ αυτά, ο Ερντογάν φαίνεται να επιβιώνει. Η πολιτική του ανθεκτικότητά είναι εντυπωσιακή, αν ληφθούν υπ’ όψιν η διάρκεια που βρίσκεται στην εξουσία και το παραδοσιακά ασταθές πολιτικό περιβάλλον της Τουρκίας. Σε αυτήν την εξέλιξη συνεισφέρουν δύο κομβικές πρωτοβουλίες: από την μία ο περιορισμός του ρόλου του στρατού και ο πλήρης έλεγχος των υπολοίπων θεσμών του κράτους. Αυτές είναι και οι δύο κύριες αιτίες που εμπόδισαν τον Νεσμετίν Ερμπακάν, πολιτικό πρόγονο του Ερντογάν, να προωθήσει τον εξισλαμισμό του κράτους την δεκαετία του ’90.
Η κατάσταση στην Ελλάδα δεν είναι καλύτερη. Οι κυβερνήσεις από το 2009 και μετά και ιδιαίτερα αυτή που προέκυψε από τις τελευταίες εκλογές, αδυνατούν να εφαρμόσουν το δημοσιονομικό πρόγραμμα χωρίς το τσαλάκωμα της δημοκρατίας και των θεσμών.
Είναι εντυπωσιακή, για παράδειγμα η υποβάθμιση της Βουλής. Για την επικύρωση σημαντικών νομοσχεδίων που αφορούσαν περιοριστικές πολιτικές, επιλέχθηκε η λύση των Πράξεων Νομοθετικού Περιεχομένου, αποκλείοντας ουσιαστικά την συζήτηση στο Κοινοβούλιο. Ακόμα και η σπάνια παρουσία του Πρωθυπουργού και των Υπουργών στην Βουλή καταδεικνύουν την περιφρόνηση του θεσμού.
Η έλλειψη διαλόγου είναι εμφανής και στο κοινωνικό πεδίο. Το τσάκισμα των εργασιακών δικαιωμάτων, οι απολύσεις και οι περικοπές μισθών συνοδεύονται από αυταρχική αντιμετώπιση των αντιδράσεων των εργαζομένων. Οι πολιτικές επιστρατεύσεις έχουν γίνει κανόνας, ενώ η ποινικοποίηση του συνδικαλισμού αποτελεί σημαία της πολιτικής ελίτ.
Όλες αυτές οι αλλαγές στην Ελλάδα, έχουν το περιτύλιγμα του εθνικισμού. Η στοχοποίηση των μεταναστών, των συνδικαλιστών και πρόσφατα των Κομμουνιστών για τις διάφορες συμφορές που περνάει η χώρα διευκολύνει την Κυβέρνηση στην συνέχιση της νεοφιλελεύθερης πορείας.
Παραφράζοντας τον μεγάλο Τούρκο ποιητή Ναζίμ Χικμέτ, είναι γεγονός ότι υπάρχουν “δύο Τουρκίες και δύο Ελλάδες”. Η Ελλάδα και η Τουρκία της δημοκρατίας, και της αξιοπρέπειας και οι αντίστοιχες των Σαμαρά και Ερντογάν, “οι επίσημες, όχι οι πραγματικές”. Η επιβίωση των κυβερνήσεων στις δύο χώρες είναι ήσσονος σημασίας μπροστά στη ζημιά που έχει προκληθεί στην αξιοπιστία σημαντικών και συνταγματικά κατοχυρωμένων θεσμών. Και τούτο γιατί οι πραγματικά δημοκρατικές κοινωνίες, είναι αναγκαίο να έχουν ισχυρούς, αδιάβλητους μηχανισμούς και να τηρούν τις θεσμικές ισορροπίες για να παραμείνουν γνήσια δημοκρατικές.