Σύμφωνα με διάφορους μελετητές, η κλίμακα των εκτοπίσεων που προκύπτουν από την περιβαλλοντική υποβάθμιση είναι σημαντική με αποτέλεσμα οι «κλιματικοί πρόσφυγες» να αποτελούν τη μεγαλύτερη κατηγορία εκτοπισμένων ατόμων παγκοσμίως.
Η Διακυβερνητική Επιτροπή για την Κλιματική Αλλαγή (IPCC, 1990) επισήμανε ότι ο σημαντικότερος αντίκτυπος της κλιματικής αλλαγής μπορεί να είναι η ανθρώπινη μετανάστευση, εκτοπίζοντας εκατομμύρια ανθρώπους λόγω της διάβρωσης της ακτογραμμής και των παράκτιων πλημμυρών. Eκτιμήσεις της Παγκόσμιας Τράπεζας μιλούν για 200 εκατ. ανθρώπους, οι οποίοι θα εξαναγκαστούν να μεταναστεύσουν λόγω των δυσμενών επιπτώσεων της κλιματικής αλλαγής. Η Διεθνής Ομοσπονδία του Ερυθρού Σταυρού και της Ερυθράς Ημισελήνου (IFRC) προβλέπει ότι ο αριθμός των ατόμων που θα πληγούν θα διπλασιαστεί μέχρι το 2050.
Παρ’ όλο που έχουν εκφραστεί ενστάσεις σχετικά με την αξιοπιστία των εκτιμήσεων γύρω από την κλιματική εκτόπιση, κανένας δεν αμφισβητεί την ύπαρξη του φαινομένου και της υφιστάμενης αυτής τάσης. Η διεθνής κοινότητα θα κληθεί να αντιμετωπίσει σημαντικές προκλήσεις και η ανάγκη για μια ολοκληρωμένη πρόταση που θα προστατεύει και θα δίνει δικαιώματα στα άτομα που αναγκάζονται να εκτοπιστούν λόγω της περιβαλλοντικής υποβάθμισης καθίσταται πλέον επιτακτική. Πώς μπορούμε να προστατεύσουμε τους «κλιματικούς πρόσφυγες»;
Ενώ η συζήτηση για την κλιματική αλλαγή έχει προχωρήσει σε μεγάλο βαθμό και απασχολεί έντονα τη διεθνή κοινότητα και τα κράτη, με αποτέλεσμα να έχουν αναληφθεί σοβαρές πρωτοβουλίες περιορισμού των επιπτώσεών της τα τελευταία χρόνια, δεν συμβαίνει το ίδιο για τις διασυνοριακές μετακινήσεις που προκαλούνται από την υποβάθμιση του περιβάλλοντος. Αυτό οφείλεται κυρίως στο γεγονός ότι είναι πολύ δύσκολο να απομονωθεί η κλιματική αλλαγή ως μοναδική αιτία της μετανάστευσης. Αλλοι παράγοντες, οικονομικοί, κοινωνικοί και πολιτικοί, μπορεί να επηρεάσουν την απόφαση για μετανάστευση. Η κλιματική αλλαγή μπορεί να έχει «πολλαπλασιαστικό αποτέλεσμα», δηλαδή μπορεί να ενισχύσει άλλους παράγοντες που προκαλούν τη μετανάστευση.
Επιπλέον, η μετακίνηση ανθρώπων μπορεί να είναι αποτέλεσμα μιας αργής διαδικασίας περιβαλλοντικής υποβάθμισης (π.χ. άνοδος της στάθμης της θάλασσας, διάβρωση του εδάφους) ή ενός ξαφνικού ακραίου καιρικού φαινομένου, το οποίο συμβαίνει σε μια συγκεκριμένη χρονική στιγμή (π.χ. έντονες καταιγίδες και πλημμύρες).
Παρατηρείται, τέλος, έντονη διστακτικότητα από διεθνείς οργανισμούς και κράτη να μπουν σε μια συζήτηση για τη δημιουργία ενός πιο «ευρύχωρου» κανονιστικού πλαισίου που θα ενσωματώνει τις ανάγκες αναγνώρισης και προστασίας των ατόμων αυτών.
Υπάρχουν δυνατότητες να καλυφθούν τα νομικά κενά που υπάρχουν. Πρωτοβουλίες προς αυτήν την κατεύθυνση έχουν εκδηλωθεί σε περιφερειακό επίπεδο, κυρίως στη Λατινική Αμερική, όπου οι επιπτώσεις από την κλιματική αλλαγή έχουν κάνει την εμφάνισή τους εδώ και χρόνια (Διακήρυξη της Καρταχένα).
Αλλά και στο διεθνές πεδίο αρχίζει να γίνεται κατανοητό ότι το ζήτημα δεν αφορά το απώτερο μέλλον, αλλά ότι χρειάζονται τολμηρές κινήσεις που θα αφορούν το σήμερα. Χαρακτηριστική είναι η πρόσφατη πρόταση που κατέθεσε ο ειδικός εισηγητής του ΟΗΕ για την κλιματική αλλαγή, ο οποίος καλεί τα Ηνωμένα Εθνη να προχωρήσουν επειγόντως στην αναθεώρηση της Σύμβασης της Γενεύης για το Καθεστώς των Προσφύγων με την προσθήκη ειδικού πρωτοκόλλου που θα προβλέπει την αναγνώριση και προστασία των «κλιματικών προσφύγων».
Σε επίπεδο Ευρωπαϊκής Ενωσης, οι μέχρι τώρα πρωτοβουλίες για το ζήτημα είναι μάλλον ανεπαρκείς και αποσπασματικές. Ενδεικτικό είναι ότι η Ευρωπαϊκή Πράσινη Συμφωνία και το Νέο Σύμφωνο για τη Μετανάστευση και το Ασυλο αντιμετωπίζουν ξεχωριστά την κλιματική αλλαγή και τη μετανάστευση, παρά την αναπόσπαστη σχέση τους. Η Ε.Ε. έχει τα εργαλεία για να ανταποκριθεί στις νέες προκλήσεις. Ο μηχανισμός προσωρινής προστασίας που ενεργοποιήθηκε με επιτυχία μετά την εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία, όταν εκατομμύρια άνθρωποι εγκατέλειψαν τις εμπόλεμες περιοχές αναζητώντας καταφύγιο στις χώρες της Ε.Ε., μπορεί να αποτελέσει βάση συζήτησης και να προσφέρει δίχτυ προστασίας στα άτομα που εκτοπίζονται από τις πατρίδες τους λόγω των δυσμενών επιπτώσεων της κλιματικής αλλαγής. Η προσωρινή προστασία σε συνδυασμό με άλλες πρωτοβουλίες που θα στοχεύουν στη δημιουργία ενός συστήματος μακροχρόνιας προστασίας θα ενισχύσουν το πλαίσιο πολιτικών ανταπόκρισης.
Οι «κλιματικοί πρόσφυγες» μέχρι στιγμής είναι σχεδόν «αόρατοι» από τη διεθνή κοινότητα. Δεν υπάρχουν δεσμεύσεις από κράτη και διεθνείς οργανισμούς ότι θα αναπτύξουν πλαίσια που θα βοηθούν στην αναγνώριση και την προστασία τους. Δεν υπάρχει όμως χρόνος για χάσιμο. Η κλιματική αλλαγή και οι επιπτώσεις της είναι εδώ και η σύνδεσή τους με τη μετανάστευση επιβεβαιώνεται από τις περισσότερες μελέτες. Γι’ αυτό απαιτούνται συντονισμένη δράση και νέες πολιτικές για να αντιμετωπιστούν οι νέες προκλήσεις.