Δεκαοχτώ χιλιάδες κρατούμενοι αγωνιστές της Eθνικής Aντίστασης, της δημοκρατίας και της ανεξαρτησίας της χώρας πέρασαν από τη Γιούρα, μόλις στα 3 πρώτα χρόνια της ύπαρξης και λειτουργίας της.
Η «δύναμή» της έφτασε ίσαμε 9.750 (Μάρτης 1950), ύστερα, όμως, από «πειθαρχικές μεταγωγές» (Μάης 1950) και μεταγωγές γερόντων και αρρώστων ελαττώθηκε στις 6.850 (Αύγουστος 1950). Αλλά ποιοι είναι αυτοί οι κρατούμενοι της Γιούρας, αυτή την πρώτη περίοδο (αλλά και στις επόμενες);
Η απάντηση είναι απλή για κάθε Ελληνα: είναι δημοκράτες, αριστεροί, κομμουνιστές – αντίπαλοι της ελληνικής μεταπελευθερωτικής πολιτικής εξουσίας του παλινορθωμένου μοναρχοφασισμού, της εμφυλιοπολεμικής και μετεμφυλιοπολεμικής περιόδου -με μια λέξη, πολιτικοί κρατούμενοι του Αγγλοαμερικανόδουλου καθεστώτος που επιβλήθηκε μετά την απελευθέρωση της Ελλάδας από το ΕΑΜ – ΕΛΑΣ και τη μοιραία συμφωνία της Βάρκιζας.
Κι όμως, υποστηρίχτηκε κι η αντίθετη άποψη, κυρίως από τους σημερινούς (τοτινούς) εκπροσώπους της κυβερνητικής και εξωκυβερνητικής Δεξιάς-και όχι μόνον-που προσπαθούσαν να εξαπατήσουν τον ελληνικό λαό και, κυρίως, τη διεθνή κοινή γνώμη που ξεσηκώνονταν απαιτώντας να μπει τέρμα στο κυνηγητό των αγωνιστών της δημοκρατίας και της εθνικής ανεξαρτησίας που σάπιζαν στις φυλακές και τις εξορίες, στα κάτεργα του μοναρχοφασισμού στη χώρα μας.
Ετσι ο υπουργός Τσάτσος στη Βουλή και σε δηλώσεις του σε εφημερίδες αρνήθηκε ότι είμαστε πολιτικοί κρατούμενοι και μας αποκάλεσε «εγκληματίες του κοινού ποινικού νόμου». Για να κάνει πιότερη εντύπωση, μας προβίβασε «συλλήβδην», σε «βαρυνομένους με δεκάδες φόνων»! Και οι … αθώοι Μπουραντάδες υπερθεμάτισαν με τη γνωστή, μα τόσο ξεθωριασμένη πια πτωματολογία.
Η άποψη αυτή του (τότε) καθεστώτος δεν αποτελεί απλώς εντυπωσιασμούς πολιτικών λόγων. Είναι σύνθημά τους. Κι έχει σκοπό: Να «ταπεινώσει» τους αγωνιστές. Να δημιουργήσει ψεύτικες εντυπώσεις στον ελληνικό λαό, κυρίως όμως στο εξωτερικό: Περισσότερο όμως αποβλέπει στο να νομιμο-εμφανίσει κατάφωρες παρανομίες των Αγγλοαμερικανόδουλων κυβερνήσεων, που αρχίζουν από το ότι καταδικάζει σε θάνατο και εκτελεί πολιτικούς κρατούμενους, κάτι που απαγορεύεται (αρ. 18 συντάγματος), και φθάνουν στην όλη απάνθρωπη-βάρβαρη μεταχείριση των κρατουμένων αυτών στις φυλακές: καταναγκαστική δουλειά (απαγορεύεται από το νόμο), μη εφαρμογή του κανονισμού πολιτικών κρατουμένων κλπ. κλπ.
Ετσι το «ποιοι είμαστε», γίνεται πρόβλημα βαριάς σημασίας και πρέπει να μας απασχολήσει. Πρέπει να αποστομωθεί η προπαγάνδα αυτή. Και να φανεί, άλλη μια φορά, πόσο κενή, ξετσίπωτη, μα κι εγκληματική είναι η πολιτική του καθεστώτος. Ετσι απομονωμένη η Γυάρος από τον άλλο κόσμο, ήταν ο ιδανικότερος τόπος για να μπορούν να βασανίζουν χωρίς ν “ακούγονται οι φωνές των βασανισθέντων κρατουμένων, και να μην μπορούν οι τελευταίοι να ασκήσουν ακόμη και κανένα ένδικο μέσο.
Στα τρία πρώτα χρόνια, όπως αποκαλύπτουν οι ίδιοι με τα σημειώματα που αποτέλεσαν τη βάση για την έκδοση του βιβλίου «ΓΙΟΥΡΑ ΤΟ ΘΑΝΑΤΟΝΗΣΙ», και με υπομνήματα που κατάφεραν να στείλουν προς διεθνείς οργανισμούς, στον ΟΗΕ και τον ΕΣ κλπ., Οι πολιτικοί κρατούμενοι στη Γυάρο, στο θανατονήσι – το Νταχάου της Αμερικανοκρατίας, ζήσαν σε μια φρίκη, σε μια κόλαση, μέσα στο αίμα και στο θάνατο.
Με ατέλειωτα βασανιστήρια μέσα σε μια ολοκληρωτική απομόνωση απ’ όλο τον κόσμο, τσακίστηκαν από στερήσεις, πείνα, αγρύπνια, δίψα. Η φυματίωση, κατά κύριο λόγο, θέριζε, ξεπερνώντας το 60-70% του συνόλου των συντρόφων μας. Αντεξαν και νίκησαν. Ποιος ανθρώπινος οργανισμός θα μπορούσε ν’ αντέξει σε μια τέτοια ζωή?
Ομως αυτοί άντεξαν, δε λύγισαν, στάθηκαν παλικάρια, η πίστη στον αγώνα τούς έδινε δύναμη. Νίκησαν. Σεπτέμβρης 1950. Διαμορφώνεται μια άλλη κατάσταση. Τα μέτρα της κυβέρνησης δεν περνάνε πια. Οι αγώνες των πολιτικών κρατουμένων, η εμμονή στο πιστεύω τους, η συμπαράσταση του Ελληνικού λαού, που όλο αυξάνεται, μπόρεσαν τελικά να ανοίξουν το δρόμο για τη σωτηρία των πολιτικών κρατουμένων αγωνιστών.
Την άνοιξη του 1950 ο Τύπος μίλησε για τη Γυάρο, για τα βασανιστήρια, την καταναγκαστική δουλειά, τον υποσιτισμό, τη φυματίωση. Τον Μάη του ’50 μετά τις εκλογές ο Χριστάκος, Βουλευτής της Δημοκρατικής Παράταξης, έθεσε θέμα στη Βουλή για το δράμα των κομμουνιστών, των αγωνιστών της Γυάρου. Τελικά στις 26/6/50 άρχισε στη Βουλή η συζήτηση για τη Γυάρο. Ταρακούνησε όλη τη χώρα, ο λαός έμαθε το δολοφονικό κάτεργο της Γιούρας.
Αυτοί οι αγώνες στο εσωτερικό και το εξωτερικό της χώρας οδήγησαν στη μεταγωγή των κρατουμένων σε άλλες φυλακές και νησιά, όμως προσωρινά … Με τη μεγάλη απόδραση των 27 κομμουνιστών κρατουμένων, στις 17 Ιούλη του 1955 από τις φυλακές Βούρλων, η Ασφάλεια αξίωσε από το Υπουργείο Δικαιοσύνης την επαναλειτουργία των φυλακών της Γυάρου αλλά αυτή τη φορά όχι στους όρμους όπως παλιά αλλά στα κτίρια, πράγμα που έγινε αποδεκτό από τον υπουργό Δικαιοσύνης της ξενόδουλης κυβέρνησης Παπάγου, Θεοφανόπουλο.
‘Ετσι, στις 08.04.1955 έγινε η πρώτη μεταγωγή, από την Αίγινα, των κρατουμένων για τη Γυάρο και αργότερα και άλλων από άλλες φυλακές. Το ξενόδουλο καθεστώς της Αμερικανοκρατίας θα στείλει, κατ’ αρχήν, 200 πολιτικούς κρατούμενους και, λίγο μετά, από διάφορες φυλακές, στέλνονται εδώ όλοι οι πολιτικοί κρατούμενοι με πάνω από 15 χρόνια φυλακή. Το στρατόπεδο αυτό που είχε χαρακτηριστεί σαν «κολαστήριο», το Αμερικανόδουλο καθεστώς είχε αναγκαστεί να το καταργήσει κάτω από την αποδοκιμασία και την κινητοποίηση του δημοκρατικού κόσμου και της Διεθνούς κοινής γνώμης.
Η δεύτερη αυτή περίοδος της Γυάρου κράτησε μέχρι το 1961, οπότε τελειώνει η δεύτερη περίοδος … Αυτήν την περίοδο πολιτικός κρατούμενος στη Γυάρο βρέθηκε και ο Χ. Φλωράκης που μεταφέρθηκε από τους πρώτους, μαζί με άλλους επτά αγωνιστές από τις φυλακές της Κέρκυρας. Αιώνια καταισχύνη. Παρά τις μεσαιωνικές μέθοδες βασανισμού που εφάρμοσαν οι ξένοι και ντόπιοι μακελάρηδες σε βάρος δεκάδων χιλιάδων κομμουνιστών, δημοκρατών, λαϊκών αγωνιστών, δεν μπόρεσαν τελικά να λυγίσουν το φρόνημα, το πιστεύω όλων αυτών των αγωνιστών που άλλοι δολοφονήθηκαν, άλλοι τρελάθηκαν ή έμειναν ανάπηροι για όλη τους τη ζωή.
‘Ολες οι μεταβαρκιζιανές αστικές κυβερνήσεις (δεξιές, «δημοκρατικές»), οργάνωσαν και συνέβαλαν καθοριστικά στα εγκλήματα της Μακρονήσου, και τη Γυάρο. Το Μακρονήσι, η Γυάρος, τα διάφορα στρατόπεδα κρατουμένων αγωνιστών στα νησιά της Ελλάδας, οι μεγάλες σιδερόφραχτες φυλακές αποτελούν τα απαίσια, στην πρακτική χρήση τους, στολίδια της άρχουσας τάξης και αιώνια ντροπή της.
Είναι ιδιαίτερη ντροπή και καταισχύνη πολύ μεγαλύτερη για τους τότε φιλελεύθερους, κεντρώους, προβαλλόμενους ως δημοκράτες, των Γ. Παπανδρέου, Σοφούλη και Σ. Βενιζέλου, του Πλαστήρα που είτε ως πρωθυπουργοί επικεφαλής κυβερνήσεων, είτε ως συμμετέχοντες και ανακυκλωνόμενοι στις μεταβαρκιζιανές, εμφυλιοπολεμικές και μετεμφυλιοπολεμικές Αγγλοαμερικανόδουλες κυβερνήσεις-μαζί με τις δεξιές-φασιστικές κυβερνήσεις και δυνάμεις του μοναρχοφασισμού, επέβαλαν το ανώμαλο καθεστώς των διώξεων, των κάτεργων της εξορίας, των φυλακών και των βασανιστηρίων των αγωνιστών της εθνικής αντίστασης και της δημοκρατίας.
Που αποφάσισαν και συλλειτούργησαν με τα γνωστά: Γ’ φασιστικό Ψήφισμα «περί εκτάκτων μέτρων …», τον 375/36 «περί κατασκοπίας» και το γνωστό 509 / για τη δίωξη των κομμουνιστών, κατά των λαϊκών αγωνιστών. Η ηθική και πολιτική καταδίκη τους θα είναι αιώνια από την ιστορία, όσο και αν η άρχουσα τάξη και οι ιδεολογικοί-προπαγανδιστικοί μηχανισμοί του συστήματος προσπαθούν να αναποδογυρίσουν την πραγματικότητα και να κρύψουν την αλήθεια για τα «έργα και τις ημέρες τους» σε βάρος της χώρας και του λαού μας. Στις μάχες που δόθηκαν εδώ στη Γυάρο και σε άλλους τόπους κράτησης εξοριών, φυλάκισης κλπ.
Των αντιπάλων του τότε καθεστώτος, τελικός νικητής βγήκε ο άνθρωπος, ο αγωνιστής, ο κομμουνιστής που με τη βαθιά του πίστη στα ιδανικά του, στο δίκιο του ελληνικού λαού , πάλευε για μια άλλη κοινωνία, ανθρώπινη, δίκαιη. Αυτό είναι το βασικό δίδαγμα που βγάζει κανείς αναπολώντας με πόνο αλλά και ψυχική ικανοποίηση τις μέρες εκείνες των φρικτών βασανιστηρίων, των κάθε είδους προπηλακισμών από τους βασιβουζούκους του καθεστώτος, των εκτελέσεων, των δολοφονιών.
Τελικά ο άνθρωπος, κομμουνιστής νίκησε! Τα τελευταία χρόνια, τότε, αρχές του ’50, κάποια ομαλότητα κερδήθηκε στους τόπους εγκλεισμού των πολιτικών κρατουμένων όχι χάρη στην καλοσύνη, στην πολιτική δεξιοτεχνία, στις δημοκρατικές παρορμήσεις ηγητόρων της άρχουσας τάξης. Το αστικό καθεστώς, σε όποιο βαθμό είναι αυτό που λέμε «δημοκρατικό», κερδήθηκε με πολύ αίμα και δάκρυα εκατοντάδων χιλιάδων ανθρώπων.
Οι ηρωισμοί και οι θυσίες των Τατάκηδων, Σαμπατάκηδων και τόσων άλλων της Μακρονήσου και της Γυάρου, των τεσσάρων χιλιάδων εκτελεσμένων από τα Στρατοδικεία σε όλη την Ελλάδα και των χιλιάδων εξαφανισθέντων στα μουλωχτά, αποτελούν και θα αποτελούν πάντα υπενθύμιση στις παρούσες και ερχόμενες γενιές για το καθήκον που έχουν να φέρουν σε πέρας το μεγάλο έργο που τόσο αίμα χύθηκε γι’ αυτό. Σ’ αυτόν το μεγαλειώδη αγώνα, όλες οι γενιές των νέων κομμουνιστών έδωσαν και δίνουν το «παρών». Η πλούσια ιστορία αγώνων του ΚΚΕ και η πίστη στα ιδανικά του, οπλίζουν με θάρρος και αισιοδοξία τους αγωνιστές, τους κομμουνιστές, για την τελική νίκη, όσες θυσίες και αν χρειαστούν να δώσουν σ’ αυτόν τον ιερό αγώνα. Ο ηρωισμός και η αυτοθυσία των αγωνιστών δεν πρέπει να ξεχαστεί. Πρέπει να αποτελεί σ’ όλους, ιδιαίτερα στους νέους, ζωντανή μνήμη.