“Ο Θεόφιλος είναι ζωγράφος γεννημένος από το ελληνικό τοπίο. Μέσω του Θεόφιλου, ιδού το τοπίο και οι άνθρωποι της Ελλάδας: κοκκινόχωμα, πευκότοπος και ελαιώνας, θάλασσα και βουνά των θεών, άνθρωποι που λούονται σε μια τολμηρά επικίνδυνη ηρεμία.”
Λε Κορμπιζιέ
~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~
Την πρώτη φορά που βρέθηκα στη Μακρυνίτσα ζήτησα απ’ την Νέλλη να μου δείξει το καφενείο. Εκεί βρίσκεται μια τοιχογραφία που είχε κάνει ο Θεόφιλος.
Στο μυαλό μου όλο το χωριό μοιάζει να ‘χει χτιστεί γύρω από ‘κείνη τη ζωγραφιά. Όπως όλος ο κόσμος, με τα επιτεύγματα και τις καταστροφές, είναι πλασμένος γύρω απ’ την πιο άχρηστη κι απαραίτητη ανθρώπινη λειτουργία: Την τέχνη.
Ο θεός έδωσε την κατάφαση, ο διάβολος την άρνηση, ο άνθρωπος τη σύνθεση. Η φύση έδωσε τους κανόνες κι ο άνθρωπος τους υπερέβη, έπλασε μια νέα φύση, υπερβατική, μαγική.
~~
“Έτσι όπως το ‘χεις ζωγραφίσει το ψωμί θα πέσει!” είπε κάποιος στον Θεόφιλο, με αφορμή έναν πίνακα του κι ένα ψωμί που αψηφούσε το νόμο της βαρύτητας.
“Τα ζωγραφιστά ψωμιά δεν πέφτουν”, του απάντησε ο ζωγράφος.
Ναΐφ; Λαικός; Απλοϊκός; Σίγουρα είχε καταλάβει πολλά. Όσα κι ο Μαγκρίτ, όταν ζωγράφισε μια πίπα κι έγραψε από πάνω την περίφημη φράση: Ceci n’ est pas une pipe.
Αυτό δεν είναι πίπα. Αυτό δεν είναι ψωμί.
~~{}~~
Ο Θεόφιλος, ο ναΐφ, πληρωνόταν μ’ ένα πιάτο φαΐ κι ένα κατρούτσο κρασί, όσες μέρες ζωγράφιζε. Αυτή ήταν η ανταμοιβή του. Αυτή κι ο χλευασμός.
Ντυμένος με τη φουστανέλα του, αλλοπρόσαλλος, weirdo όπως λένε κι οι Αγγλοσάξωνες. Στόχος των πειραγμάτων, περίγελος της καθώς πρέπει κοινωνίας. “Σοβατζή” τον αποκαλούσαν.
Κάποια μέρα, ένας από εκείνους τους χωρατατζήδες και δυνατούς αρσενικούς του χωριού τον έριξε από τη σκάλα, όπου ο Θεόφιλος είχε ανέβει για να ζωγραφίσει. Σίγουρα γελάσαν όλοι. Οι κανονικοί αγαπάνε να φτιάχνουνε αγέλες και να καταβροχθίζουν τους παράξενους.
Ο Θεόφιλος δεν αυτοκτόνησε. Επέστρεψε, πικραμένος, ηττημένος, στη γενέτειρα του, τη Λέσβο. Εκεί γνώρισε τον συλλέκτη Στρατή Ελευθεριάδη (γνωστό ως Teriade). Εκείνος αναγνώρισε στο έργο του λαϊκού ζωγράφου την ιδιαιτερότητα που κάνει την τέχνη σημαντική. Τον βοήθησε οικονομικά, αλλά ο Θεόφιλος δεν πρόλαβε ν’ απολαύσει τη ζωή, πόσο μάλλον την αναγνώριση
Μόνο ένα χρόνο μετά το θάνατο του έγινε έκθεση των έργων του, στο Παρίσι. Ο περίγελος, ο φουστανελάς, ο σοβατζής, έγινε παγκόσμια γνωστός. Μετά θάνατον.
~~
Ο Οδυσσέας Ελύτης είδε το 1961, στο Παρίσι, μια μεγάλη αφίσα της έκθεσης του Θεόφιλου, στο Λούβρο. Και έγραψε:
“Η καρδιά μου άρχισε να χτυπά δυνατά. Ε, λοιπόν, ναι. Υπήρχε δικαιοσύνη σ’ αυτόν τον κόσμο.”
Παράξενη είναι αυτή η δικαιοσύνη του κόσμου, καλέ μου ποιητή. Ειδικά αφού αποδίδεται στον Άλλο Κόσμο.
~~{}~~
Μερικά χρόνια μετά πήγαμε να συναντήσουμε στο Πήλιο έναν διαδικτυακό φίλο. Ο Δημήτρης ζει με την οικογένεια του σ’ ένα χωριό που βλέπει το Αιγαίο. Καλλιεργεί και πουλάει φυτά για να ζήσει.
Αφού γνωριστήκαμε και μας εμπιστεύτηκε μας πήγε να δούμε τα έργα του. Αυτόχθονας Πηλιορείτης ο Δημήτρης, φτιάχνει εικόνες που βλέπει στα όνειρα του, τοπία που σου θυμίζουν κάτι, ίσως κάποια απ’ τα δικά σου όνειρα. Ναΐφ σουρεαλισμό θα τον χαρακτήριζε ο Teriade.
“Γιατί δεν τα εκθέτεις;” τον ρωτήσαμε.
“Μου αρκεί να τα φτιάχνω”, είπε εκείνος.
Μάλλον δεν έχει καμία εμπιστοσύνη στη δικαιοσύνη του κόσμου. Δικαίως.
~~{}~~
Γνωρίζω αρκετούς ανθρώπους που ξόδεψαν τη ζωή τους στην τέχνη. Στη μουσική, στη φωτογραφία, στο θέατρο, στη συγγραφή, στη ζωγραφική.
Η τέχνη είναι κάτι σαν παγίδα, σαν ονειροπαγίδα, για όλους τους παράξενους.
Ένα φως που ελκύει τις νυχτοπεταλούδες. Περιφέρονται σε κύκλους γύρω της, μέχρι να καούν. Και πρέπει να καούν πολλοί για να φωτιστεί ένας.
Όμως δεν υπάρχουν τέχνες ή Τέχνη. Υπάρχουν μόνο καλλιτέχνες, άνθρωποι, περιπτώσεις.
“Ο κόσμος απαρτίζεται από περιπτώσεις”, έλεγε ο Βιτγκενστάιν.
Ο αδελφός του, Ο Πάουλ Βιτγκενστάιν, ήταν πιανίστας. Στον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο έχασε το δεξί του χέρι. Έμαθε να παίζει με το αριστερό, με ταχύτητα και δεξιοτεχνία που έκανε το ακροατήριο να σαστίζει. Όντας γόνος μίας απ’ τις πιο πλούσιες -και ανισόρροπες- οικογένειες της Ευρώπης, πλήρωνε τους μεγάλους συνθέτες να γράφουν κοντσέρτα για αριστερό χέρι, αλλάζοντας ‘τα κατά το δοκούν και προκαλώντας την οργή συνθετών όπως ο Ραβέλ.
~~{}~~
Γυρίζω στο σπίτι βράδυ και μπαίνω σ’ εκείνο το δωμάτιο που οι γονείς μας θ’ αποκαλούσαν σαλόνι. Ένα μικρό χάος ελλοχεύει ανάμεσα και πάνω στα έπιπλα που κληροδότησε η γιαγιά-Ελένη, η Πηλιορείτισσα.
Πινέλα, ακρυλικά και βάζα, χαρτιά, υφάσματα και καμβάδες, κατασκευές κι αντικείμενα, ένα προπολεμικό view master με τρισδιάστατες φωτογραφίες απ’ την παλιά Θεσσαλονίκη, ένα κατοχικό ραδιόφωνο που ίσως να πιάνει ακόμα Deutsche Welle.
Η Νέλλη ζωγραφίζει ακούγοντας μουσική.
Δεν υπάρχει τίποτα πιο όμορφο από μια γυναίκα που ζωγραφίζει. Είναι λες κι ολόκληρος ο κόσμος φτιάχτηκε για να σταθεί, κάποιο βράδυ, μια γυναίκα να ζωγραφίσει.
~~
Κάθομαι να γράψω το κείμενο μου. Λέξεις, χρώματα και νότες. Ο κόσμος είναι σχεδόν τέλειος έτσι. Σχεδόν μαγικός.
Όποιος προσπάθησε να εξηγήσει τον άνθρωπο με τη φιλοσοφία, την επιστήμη, τη θρησκεία, την πολιτική, την οικονομία, απέτυχε. Περιορισμένα μοντέλα, που είτε βασίζονται στην πεποίθηση είτε στην αυτοαναίρεση. Όλα προϋποθέτουν την αντικειμενικότητα του παρατηρητή.
Η τέχνη είναι παντοδύναμη και διαχρονική, γιατί αντικατοπτρίζει τη φευγαλέα λάμψη της ιδιαιτερότητας κάθε ανθρώπου. Γι’ αυτό οι άνθρωποι συγκινούνται ακόμα όταν παρακολουθούν την Αντιγόνη. Το οικουμενικό εκφράζεται μέσα απ’ την ιδιαιτερότητα.
Η τέχνη είναι παράλογη, όπως ακριβώς είναι κι ο άνθρωπος: Μια παράδοξη λεπτομέρεια στο συνεχές του χρόνου, ένας κόμπος στο συμπαντικό χαλί.
~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~
Ο πίνακας είναι της Νέλλης Μπλουμ https://www.facebook.com/Nelli-Bloom-450487391694406/?fref=ts