Τις τελευταίες εβδομάδες, δεκάδες χιλιάδες εκτοπισμένοι έχουν φτάσει σε πόλεις της περιοχής Tigray, που πλήττεται από συγκρούσεις, στη βόρεια Αιθιοπία. Μαζί με άλλους εκτοπισμένους που έφτασαν νωρίτερα, μένουν σε σχολεία και άδεια κτίρια, σε κακές συνθήκες και χωρίς βασικές υπηρεσίες. Πολλοί έχουν ήδη εκτοπιστεί πολλές φορές από τον Νοέμβριο.
Η στέγη του πενταόροφου κτιρίου του σχολείου Tsegay Berhe στην πόλη Adwa είναι ανοιχτή στον γαλάζιο, χωρίς σύννεφα ουρανό. Κατά τη διάρκεια των πρώτων ημερών της σύγκρουσης σε αυτήν τη βόρεια Αιθιοπική περιοχή, το κτίριο χτυπήθηκε από πυραύλους. Δύο από τις αίθουσες διδασκαλίας είναι γεμάτες με σπασμένους υπολογιστές, οθόνες, καρέκλες και βιβλία. Οι υπόλοιπες αίθουσες διδασκαλίας είναι ανέγγιχτες, αλλά συχνά οι ξύλινοι πάγκοι στοιβάζονται σε γωνίες ή έχουν τραβηχτεί έξω, ενώ ίχνη από κιμωλία εξακολουθούν να παραμένουν στους μαυροπίνακες.
Στην πύλη του σχολείου υπάρχει πολλή δράση και ακούγονται εκατοντάδες φωνές. Μια ομάδα ανθρώπων καταγράφει ονόματα σε μεγάλα σημειωματάρια, αλλά δεν πρόκειται για ονόματα μαθητών. Το σχολείο είναι κλειστό μέχρι νεωτέρας.
Σήμερα, τα δημοτικά και τα γυμνάσια σε κωμοπόλεις σε ολόκληρη την περιοχή Tigray, όπως το Adwa, το Axum και το Shire, είναι το επίκεντρο μιας τεράστιας κρίσης εκτοπισμού, που αριθμεί εκατοντάδες χιλιάδες ανθρώπους- αν και κανείς δεν γνωρίζει τον πραγματικό αριθμό. Τις τελευταίες εβδομάδες, αυτή η κρίση έχει πάρει απελπιστικές διαστάσεις, με δεκάδες χιλιάδες ανθρώπους να μετακινούνται σε πόλεις αναζητώντας ασφάλεια και ανθρωπιστική βοήθεια καθώς εξαντλούνται οι πόροι στις κοινότητες υποδοχής και στις πιο απομακρυσμένες αγροτικές περιοχές.
Συνεχής εκτοπισμός
Ο Ken Alew Gebrekristos, 38 ετών, οξυγονοκολλητής από την κεντρική πόλη Tigrayan Edaga Arbi, περίπου 50 χλμ νοτιοανατολικά του Adwa, έφτασε εδώ τη δεύτερη εβδομάδα του Μαρτίου. Κατά τη διάρκεια της ημέρας, η σύζυγός και δύο μεγαλύτερα παιδιά του πηγαίνουν στην πόλη αναζητώντας βοήθεια, ενώ ο ίδιος παραμένει στο σχολείο, αναζητώντας πληροφορίες που θα μπορούσαν να βελτιώσουν την κατάστασή τους. «Μέχρι στιγμής μας έχει δοθεί ψωμί και μερικές μπλούζες», λέει. Κατά τη διάρκεια της νύχτας, κοιμούνται στο σκληρό πάτωμα σε μία από τις αίθουσες.
Το Adwa είναι ο πιο πρόσφατος προορισμός για αυτήν την οικογένεια των έξι ατόμων. Στις πρώτες μέρες της κρίσης, είδαν την πόλη τους να γεμίζει με ανθρώπους που έφευγαν από άλλες περιοχές λόγω της βίας ενώ αργότερα την είδαν να δέχεται επίθεση από στρατιώτες της Ερυθραίας.
Τον Νοέμβριο, η οικογένεια αναγκάστηκε να καταφύγει στους λόφους, παίρνοντας μαζί μόνο τα ρούχα τους και μεταφέροντας τα μικρότερα παιδιά στους ώμους. Στον δρόμο, προσπερνούσαν πτώματα. Συνέχισαν να περπατούν, ζητώντας από τους ντόπιους καταφύγιο και φαγητό.
«Φέρναμε νερό από το ποτάμι για να πιούμε», λέει ο Ken. «Μερικές μέρες δεν είχαμε τίποτα να φάμε. Ένα κορίτσι που είχε εκτοπιστεί μαζί μας γέννησε, χωρίς κανέναν γιατρό. Είχαμε μόνο ένα σεντόνι για να της δώσουμε και ανάψαμε φωτιά για να ζεστάνουμε το μωρό.»
Προσπάθησαν να επιστρέψουν στο κατεστραμμένο σπίτι τους, αλλά το αίσθημα ανασφάλειας τους εμπόδισε να μείνουν εκεί.
Με δάκρυα στα μάτια του και με σπασμένη φωνή, ο Ken λέει: «Τώρα δεν έχω σχέδια, δεν ξέρω πώς θα είναι το άμεσο μέλλον μου. Δεν μπορώ να επιστρέψω σπίτι – πώς θα μπορούσα να επιστρέψω χωρίς εγγυήσεις; Αισθάνομαι πιο ασφαλής εδώ που περιβάλλομαι από άλλους ανθρώπους.»
Κοιμoύνται στο έδαφος
Στα σχολεία του Adwa βλέπεις περισσότερο τις γυναίκες. Πολλές έχουν τα μωρά τους δεμένα με μαντήλια στην πλάτη τους, μερικές γονατίζουν στο έδαφος ψήνοντας κόκκους καφέ, άλλες κουβαλούν καυσόξυλα. Ομάδες ανδρών συμμετέχουν σε έντονες συζητήσεις και οι νεότεροι κοιμούνται στη σκιά των μικρών δέντρων, βρίσκοντας καταφύγιο από τον καυτό ήλιο της περιόδου ξηρασίας.
Οι χώροι των σχολείων έχουν πολύ λίγα πράγματα, μερικούς κουβάδες, κάποιες σακούλες φαγητού και μουσαμάδες για να κοιμούντα οι άνθρωποι. Τη νύχτα, τα δωμάτια γεμίζουν με δεκάδες ανθρώπους που στοιβάζονται ο ένας δίπλα στον άλλον στο πάτωμα. Οι άτυχοι κοιμούνται έξω από το κτίριο, στο γρασίδι ή στον δρόμο.
Ο χρόνος φαίνεται να έχει σταματήσει. Κανείς δεν ξέρει πόσο καιρό θα μείνει εδώ. Κανείς δεν περίμενε πραγματικά κάτι τέτοιο. Ακόμη και εκείνοι που θυμούνται τον πόλεμο στα σύνορα μεταξύ Αιθιοπίας και Ερυθραίας, που κορυφώθηκε στα τέλη της δεκαετίας του 1990, δεν βλέπουν καμία σχέση με αυτό που συμβαίνει σήμερα στην Αιθιοπία.
Σε απόσταση 30 λεπτών με το αυτοκίνητο από το Adwa βρίσκεται η ιστορική πανεπιστημιακή πόλη Axum. Στα περίχωρα, περιτριγυρισμένο από χωράφια και εργοτάξια, βρίσκεται το σχολείο Basin, ο πρώτος προορισμός για τις περισσότερες νέες αφίξεις στην πόλη από την έναρξη της σύγκρουσης. Οι άνθρωποι που διαμένουν εδώ λένε ότι η κίνηση των ανθρώπων είναι σταθερή, αλλά η εισροή έχει ενταθεί από τις αρχές Μαρτίου. Αυτή τη στιγμή υπάρχουν 12 σημεία στο Axum σαν αυτό, που όλα μαζί φιλοξενούν αρκετές χιλιάδες εκτοπισμένους.
«Βρίσκομαι εδώ 42 μέρες τώρα», λέει η Bayesh Danyo, 25 ετών, μητέρα δύο μικρών παιδιών, συμπεριλαμβανομένου ενός μωρού 10 μηνών. Όπως πολλές άλλες γυναίκες εδώ, η Bayesh δεν γνωρίζει πού βρίσκεται ο σύζυγός της και δεν έχε επαφή μαζί του εδώ και μήνες. Ορισμένοι από αυτούς ίσως τώρα να είναι πρόσφυγες στο Σουδάν.
Έχει λάβει κάποια επισιτιστική βοήθεια, αλλά ανησυχεί ότι εξαντλούνται οι προμήθειές της. «Στην αρχή πήρα πέντε λίτρα λάδι, 30 κιλά αλεύρι και 50 κιλά σιτάρι. Όλα αυτά θα τελειώσουν. Οι λίγες διανομές τροφίμων που γίνονται δεν είναι πάντα δίκαιες. Προσπαθώ να μοιραστώ ό,τι έχω με άλλους νεοεισερχόμενους, ιδιαίτερα με έγκυες γυναίκες.»
Προσθέτει ότι το λίγο νερό που παίρνουν χρησιμοποιείται κυρίως για πόσιμο, με τα παιδιά να έρχονται πάντα πρώτα. «Δεν είχαμε πραγματικά την ευκαιρία να κάνουμε μπάνιο από τότε που φτάσαμε», λέει η Bayesh. «Το μωρό μου αρρωσταίνει λόγω των δύσκολων συνθηκών στις οποίες ζούμε.»
Αναγκάζονται να φύγουν από το δυτικό Tigray
Η Bayesh έρχεται από το Humera, στο δυτικό Tigray, μια πόλη στο σημείο που συναντιούνται η Αιθιοπία, η Ερυθραία και το Σουδάν. Πολλοί από τους εκτοπισμένους στις κεντρικές και ανατολικές περιοχές του Tigray, προέρχονται από τα δυτικά. Οι κάτοικοι πόλεων, συμπεριλαμβανομένων των Humera, Dansha και Mai Kadra, ισχυρίζονται ότι έχουν πιεστεί από πολιτοφυλακές και ένοπλες ομάδες για να εγκαταλείψουν τις πόλεις τους και μερικές φορές έχουν μπει με τη βία σε λεωφορεία που τους μετέφεραν στην άκρη του ποταμού Tekeze.
Άλλοι λένε ότι βίωσαν και είδαν διάφορες μορφές βίας ώστε ήταν αναπόφευκτο να φύγουν. Ενώ οι διαδρομές που ακολουθούν οι εκτοπισμένοι ποικίλλουν, ανάλογα με τους οικογενειακούς δεσμούς ή την οικονομική δυνατότητα μεκίνησης που έχουν, το Shire είναι συχνά η πρώτη κύρια πόλη στην οποία φτάνουν οι άνθρωποι που φεύγουν από το δυτικό Tigray. Ωστόσο, το Shire φιλοξενεί πολύ μεγάλο αριθμό εκτοπισμένων και γίνεται όλο και πιο πολυσύχναστο, έτσι πολλοί άνθρωποι επιλέγουν να συνεχίσουν το ταξίδι τους.
Άτυποι καταυλισμοί χωρίς βασικές υπηρεσίες
«Οι άνθρωποι εκτοπίζονται από την αρχή της κρίσης, αλλά όχι σε τόσο μεγάλους αριθμούς και όσοι έπρεπε να εγκαταλείψουν τα σπίτια τους υποστηρίζονταν συχνά από τις κοινότητες υποδοχής κι έμεναν κυρίως στα σπίτια συγγενών ή ατόμων που γνώριζαν και μοιράζονταν τους πόρους μαζί τους», λέει η Esperanza Santos, συντονίστρια επείγουσας παρέμβασης των Γιατρών Χωρίς Σύνορα στο Tigray,
«Πρόσφατα αυτό άλλαξε και βλέπουμε μεγαλύτερη εισροή ανθρώπων, ειδικά στο Shire, το Adwa και το Axum», λέει η Esperanza. «Οι περισσότεροι εγκαθίστανται σε άτυπους καταυλισμούς που δεν έχουν την ικανότητα να φιλοξενήσουν τόσα άτομα και δεν διαθέτουν τις απαραίτητες υπηρεσίες. Είναι μια εξαιρετικά ανησυχητική κατάσταση, διότι δεν βλέπουμε επαρκή ανταπόκριση από την ανθρωπιστική κοινότητα ώστε να αντιμετωπιστούν οι ανάγκες των ανθρώπων για νερό, αποχέτευση, τρόφιμα ή ιατρικές υπηρεσίες.»
Εκτοπισμένοι φθάνουν επίσης σε μικρότερες πόλεις όπως το Abi Adi, δύο ώρες με το αυτοκίνητο δυτικά του Mekele, την πρωτεύουσα του Tigray, που βρίσκεται σε μια περιοχή όπου οι μάχες ήταν συχνές και στις οποίες έχει ακόμη ερείσματα η ένοπλη αντιπολίτευση.
Ο Worku, 22 ετών, που είχε ένα μικρό κατάστημα ρούχων στο Shire, έφτασε στο Abi Adi την 1η Μαρτίου. Τον Νοέμβριο μετακόμισε από τη μια περιοχή στην άλλη στο δυτικό Tigray, αλλά, ως νεαρός άνδρας, ένιωθε ανασφαλής και αποφάσισε να πάει σε έναν μακρινό συγγενή που ζούσε σε ένα χωριό που δεν απέχει πολύ από το Abi Adi. Είχε επίσης ακούσει ότι υπήρχε βοήθεια στην πόλη.
«Ήρθα επιτέλους στο Abi Adi επειδή υπάρχει εντονότερη παρουσία ανθρωπιστικών οργανώσεων», λέει. «Τους τελευταίους μήνες, έπρεπε να παρακαλάω τους ντόπιους. Το περισσότερο που είχα ήταν ένα ψωμί κάθε μέρα. Χρειάζομαι φαγητό, ρούχα, νερό, καταφύγιο… Όπου κι αν ήμουν, κοιμόμουν στο έδαφος. Από υγεία, είμαι ακόμα καλά, αλλά έχω δει άλλους να αρρωσταίνουν κατά τη διάρκεια του ταξιδιού και να πεθαίνουν.»
Εκεί κοντά κάθεται η Leterbrahn, μια νεαρή γυναίκα που έφυγε από την Humera πριν από τέσσερις μήνες και τώρα μοιράζεται ένα δωμάτιο 8 τετραγωνικών μέτρων στο δημοτικό σχολείο Abi Adi με σχεδόν 20 άλλα άτομα, συμπεριλαμβανομένων των δύο μικρών κοριτσιών της. Η Leterbrahn λέει ότι έχει χάσει σχεδόν όλα όσα είχε.
«Έχω μόνο τα ρούχα που βλέπετε εδώ», λέει. «Δεν μπορώ καν να μαγειρεύω για τον εαυτό μου καθώς δεν έχω σκεύη. Δεν έχω ούτε μία κουβέρτα. Κάποια στιγμή, οι ντόπιοι μου έδωσαν τέσσερα σεντόνια, αλλά τα έδωσα στις έγκυες γυναίκες. Αισθανόμαστε ξεχασμένοι από τη διεθνή κοινότητα και την κυβέρνηση της Αιθιοπίας. Καμία βοήθεια δεν φτάνει σε μας. Ακόμα και μετά από τόσο καιρό, δεν έχουμε τίποτα.»
Οι ομάδες των Γιατρών Χωρίς Σύνορα επαναλειτουργούν μια σειρά από δομές υγείας σε ολόκληρη την περιοχή Tigray και τους προμηθεύουν φάρμακα και άλλες ιατρικές προμήθειες, τους παρέχουν ιατρική υποστήριξη στα επείγοντα, στο τμήμα μητρικής φροντίδας και τα εξωτερικά ιατρεία. Οι ομάδες των Γιατρών Χωρίς Σύνορα λειτουργούν επίσης κινητές κλινικές σε αγροτικές περιοχές όπου το σύστημα υγείας δεν λειτουργεί και σε άτυπους καταυλισμούς όπου διαμένουν εκτοπισμένοι. Ωστόσο, εξακολουθούν να υπάρχουν αγροτικές περιοχές στο Tigray στις οποίες ούτε οι Γιατροί Χωρίς Σύνορα ούτε άλλοι οργανισμοί, έχουν καταφέρει να φτάσουν. Οι Γιατροί Χωρίς Σύνορα μπορούν μόνο να υποθέσουν ότι οι άνθρωποι που ζουν σε αυτές τις περιοχές δεν έχουν επίσης πρόσβαση σε υγειονομική περίθαλψη. Προκειμένου να ανταποκριθούν σε αυτό το κύμα νεοαφιχθέντων εσωτερικά εκτοπισμένων, οι Γιατροί Χωρίς Σύνορα εστιάζουν επίσης σε δραστηριότητες ύδρευσης και αποχέτευσης σε ορισμένες από τις κύριες πόλεις.