Τέχνη & Πολιτισμός

Αλέξης Πανσέληνος: Η Κρυφή Πόρτα

By N.

August 03, 2016

Παρουσίαση: Παναγιώτης Μουντούρης

«Ίσως μπορώ να σας δώσω ποιο ανάγλυφα την εικόνα της απώθησης και της απαραίτητης σχέσης της με την αντίσταση, με ένα πρόχειρο παράδειγμα παρμένο απ’τις πραγματικές συνθήκες […]ας υποθέσουμε πως μέσα σ’αυτή την αίθουσα και ανάμεσα στο πλήθος […] βρίσκεται κάποιος που προκαλεί αναταραχή και με τους ανάγωγους τρόπους του […] διασπά την προσοχή μου […] αμέσως, τρεις ή τέσσερις άντρες σηκώνονται όρθιοι και , μετά από ένα σύντομο διαπληκτισμό με τον ταραξία , τον πετούν έξω από την αίθουσα. Τώρα, λοιπόν, εκείνος  “απωθήθηκε” και εγώ μπορώ να συνεχίσω τη διάλεξη μου. Όμως, για να μην επαναληφθεί η διακοπή στην περίπτωση κατά την οποία το συγκεκριμένο άτομο επιχειρούσε να μπει ξανά στην αίθουσα, οι κύριοι […] τοποθετούν τις καρέκλες τους μπροστά στην πόρτα, δημιουργώντας έτσι μια ”αντίσταση” μετά την πραγματοποίηση της απώθησης. Αν ,τώρα,  μεταφράσετε τις δυο πράξεις του παραδείγματος στην ψυχική ορολογία, ονομάζοντας τις «συνειδητό» και «ασυνείδητο» αντίστοιχα, θα έχετε μια αρκετά καλή εικόνα της διεργασίας της απώθησης». Sigmund Freud, Μαθήματα ψυχικής ανατομίας, Ροές

Διαβάζοντας κανείς  το βιβλίο “Κρυφή Πόρτα” του Αλέξη Πανσέληνου έχει την αίσθηση ότι βρίσκεται στη διάλεξη που έδωσε ο Φρόιντ, το Σεπτέμβρη του 1909 στη Μασαχουσέτη, προσπαθώντας  να γνωστοποιήσει στο ευρύτερο κοινό που δεν ήταν εξοικειωμένο με την ψυχαναλυτική ορολογία την κατανόηση της ψυχικής δομής και τις λειτουργίες της απώθησης και της αντίστασης.

Σε έναν σύντομο, συμπυκνωμένο προσανατολισμό, ο Φρόιντ, το 1900, πρότεινε τρία επίπεδα ψυχικής λειτουργίας στο τοπογραφικό του μοντέλο (συνειδητό, προσυνειδητό, ασυνείδητο), το οποίο συμπλήρωσε αργότερα,  το 1920, με το δομικό μοντέλο για το ψυχικό όργανο, όπου η ψυχική συσκευή αποτελείται από τρία ψυχικά τμήματα (Εκείνο, Εγώ, Υπερεγώ). Το Εκείνο, δηλαδή το ασυνείδητο, περιλαμβάνει δυο βασικές ενορμήσεις α) τη σεξουαλική ενόρμηση ή ένστικτο ζωής και β) την επιθετική ενόρμηση ή ένστικτο του θανάτου.

Το Εγώ είναι το σύνολο των ψυχικών λειτουργιών που διαμορφώνουν τη σχέση μας με το περιβάλλον. Βασικές του λειτουργίες είναι η δημιουργία αμυντικών μηχανισμών, ο έλεγχος της πραγματικότητας, η ευελιξία στον συμβιβασμό, κρίση. Το Υπερεγώ περιλαμβάνει τους ηθικούς κανόνες και τις ιδανικές βλέψεις που διέπουν το άτομο. Θα μπορούσε κανείς να πει ότι το Εγώ είναι ο ρυθμιστής, ο διαιτητής ανάμεσα στις επιθυμίες του ασυνειδήτου και στον αυστηρό έλεγχο του Υπερεγώ.

Τη διάκριση της ψυχικής συσκευής ο αναγνώστης μπορεί  να την διακρίνει και να την αναβιώσει – συνειδητά και ασυνείδητα- σε όλη την έκταση της πλοκής στο μυθιστόρημα “H Κρυφή Πόρτα”.

Ο Ευγένιος, ο ήρωας του Αλέξη Πανσέληνου, συνταξιούχος του δημοσίου, χωρισμένος, μεταφραστής και συγγραφέας που ευελπιστεί να πείσει τον εκδότη του να εκδώσει το νέο του έργο, έχοντας μπει στην όψιμη πλέον ηλικία, βλέπει τη ζωή του να φεύγει από ένα οριακό – μεταιχμιακό επίπεδο και να παίρνει την κατιούσα.

«Καθημερινά δούλευε για ώρες και το τραπεζάκι του ήταν φορτωμένο με λεξικά, μολύβια και στυλό. Χρησιμοποιούσε κόλες ριγωμένες,  γιατί ελεύθερη η γραφή του κατέρρεε· οι ρίγες  την κρατούσαν σε μια ευθεία παρήγορη που του έδινε την αίσθηση πως και η δουλεία του προχωρούσε αντίστοιχα ».

Ο Ευγένιος, μπροστά σε αυτή την τραγωδία, με τα πενιχρά του έσοδα να αδυνατούν να ανταποκριθούν στις καθημερινές του ανάγκες, τις κοινωνικές του σχέσεις να τις διακρίνει η επιδερμικότητα, με τον φόβο της συντροφικότητας, τη μυρωδιά του ιδρώτα και του τσιγάρου τόσο στο δέρμα όσο και στα ρούχα του και, την δίνη των γεγονότων της οικονομικής ύφεσης, αποφασίζει (;) να νοικιάσει το μισό σπίτι ώστε να εξασφαλίσει ένα επιπλέον έσοδο στη σύνταξη του. Η κερκόπορτα, η μυστική πόρτα είναι αυτή που χωρίζει τον Ευγένιο από την εικοσιπεντάχρονη  νοικάρισσα η οποία μένει στο άλλο μισό του σπιτιού και, η παρουσία της ξυπνά ανεκπλήρωτες επιθυμίες από το παρελθόν.

Η ιστορία του Ευγένιου δρασκελίζεται μεταξύ συμβολισμών και μετουσιώσεων ενώ τα όνειρα είναι παρών σε όλη τη διάρκεια της τραγωδίας  και μαρτυρούν αυτά τα οποία ο ίδιος (ξανά)βιώνει στο εδώ και τώρα.

Το σπίτι, το οποίο είναι χωρισμένο στη μέση, θα μπορούσε να συμβολίζει την ψυχή ή αν κανείς μιλάει με ψυχαναλυτικούς όρους την ψυχική συσκευή όπως αυτή  περιγράφηκε από τον ίδιο τον Φρόυντ με τα τρία επίπεδα (Εκείνο, Εγώ, Υπερεγώ). Στο ένα τμήμα του σπιτιού (Υπερεγώ) κατοικεί  ο Ευγένιος, ο οποίος αποφάσισε να ζήσει μια ζωή συνετή, μετρημένη, με έντονους  ηθικούς φραγμούς και ενοχές. Στο άλλο τμήμα (Εκείνο) κατοικεί η εικοσιπεντάχρονη νοικάρισσα. Η Μαρία Καϊμάκη (ή Φαίη, ή Τζένη, ή Σύνθια,  ή Όλγα) της οποίας το κόκκινο φως από την κρεβατοκάμαρα ζωντανεύει επιθυμίες και πάθη στον Ευγένιο. Στη μέση (Εγώ) η κερκόπορτα, η μυστική πόρτα που κρατά σε ισορροπία την επιθυμία (Εκείνο – νοικάρισσα) με τις ενοχές (Υπερεγώ – Ευγένιος).

Το σπίτι του Ευγένιου, αν θα μπορούσε να μας επιτραπεί η συσχέτιση, είναι το ποίημα  “Στο σπίτι της ψυχής” του Κ. Καβάφη, που το 1894 θεωρεί το ασυνείδητο έναν ευρύ χώρο «από την πόρτα του σπιτιού έως μέσα στα βάθη» και τα Πάθη (σεξουαλικές ενορμήσεις), ωραίες  ερωτικές γυναίκες που χορεύουν αναστατωμένες μες στη νύχτα.

 

Μέσα στο Σπίτι της Ψυχής γυρίζουνε τα Πάθη

ωραίες γυναίκες στα μεταξωτά

ντυμένες, και με σάπφειρους εις το κεφάλι.

Aπό την πόρτα του σπιτιού έως μέσα εις τα βάθη

ορίζουνε τες αίθουσες όλες. Στην πιο μεγάλη

τες νύχτες που το αίμα των ζεστάθη

χορεύουνε και πίνουνε με τα μαλλιά λυτά.

 

Κυκλοφορεί από τις Εκδόσεις Μεταίχμιο