Σινεμά

Αμερικάνικο Τσοπανόσκυλο -του Old Boy

By N.

February 25, 2015

Το προαιώνιο ερώτημα παραμένει το ίδιο: τι θέλει να μας πει ο ποιητής; Μπορείς να δεις μια ταινία χωρίς να αναρωτηθείς ποιο το νόημά της και τι προσπαθούν να μας πουν ο σκηνοθέτης και ο σεναριογράφος της;

Και το δεύτερο, συμπληρωματικό του πρώτου, προαιώνιο ερώτημα: αν σε ενοχλεί αυτό που θέλει να πει ο ποιητής, μπορεί παρά ταύτα να σου αρέσει το ποίημα; Είναι οι ταινίες απλά ταχυδρόμοι μηνυμάτων ή θέσεων ή απαντήσεων ή ερωτημάτων; Προφανέστατα και όχι. Άρα κανονικά μπορεί να σου αρέσουν ακόμη και αν σε ενοχλούν; Θεωρητικά, ναι. Σκέφτομαι όμως τις δύο τελευταίες ταινίες της Κάθριν Μπίγκελοου, που κι αυτές μας έστειλαν στα ίδια περίπου μέρη και την ίδια περίπου εποχή με το “American Sniper”.

ΣτοHurt Locker” που μου άρεσε, βρήκα πολύ ενδιαφέρον αυτό που (πίστεψα ότι) ήθελε η ταινία να μεταδώσει. Αντίθετα, αντιπάθησα σφοδρά το “Zero Dark Thirty”, επειδή με ενόχλησε η θέση που (πίστεψα ότι) πήρε η ταινία απέναντι σε ένα κατάμαυρο κομμάτι της σύγχρονης αμερικάνικης ιστορίας, τα βασανιστήρια. Για να έρθουμε στον Ίστγουντ, αγάπησα ιδιαίτερα τόσο τοMillion Dollar Babyόσο και το “Gran Torino”, γεγονός διόλου ανεξάρτητο από αυτό που (πίστεψα ότι) θέλουν να πουν.

Δείτε το τρέιλερ του «American Sniper»

Τι θέλει λοιπόν να πει ο ποιητής Κλιντ στον «Ελεύθερο Σκοπευτή» του; Αν είχαμε μπει για κάποιες δεκαετίες στην κατάψυξη και βγαίνοντας είχαμε ακόμη στο μυαλό μας έναν παλιό Ίστγουντ, θα λέγαμε ότι η κοσμοθεωρία του δεν έχει αλλάξει ρούπι. Έχοντας στο μυαλό τις μεγάλες ταινίες που γύρισε τις τελευταίες δεκαετίες, μπαίνουμε σε έντονη αμφιβολία: μα είναι δυνατόν να έχει η ταινία το πρόσημο που φαίνεται να έχει;

Μα μήπως θέλει να πει πάλι κάτι ανατρεπτικό και το λέει τόσο διακριτικά που μας ξεφεύγει; Στο συνέδριο των Ρεμπουμπλικάνων το 2012 o Ίστγουντ έκανε σαχλαμάρες, μιλώντας σε μια καρέκλα που βρισκόταν υποτίθεται ο Ομπάμα, αλλά αυτό ήταν διαφορετικό πεδίο: αν αγαπάς έναν καλλιτέχνη για το έργο του, ας έχει έξω από αυτό όποιες πολιτικές απόψεις θέλει. Οπότε, εν προκειμένω, το θέμα είναι μέσα από ποια προκατάληψη διαβάζεις την ταινία;

Πηγαίνω να παρακολουθήσω την ταινία με διπλή προκατάληψη: αρνητικά προκατειλημμένος για τις πολιτικές του θέσεις, απόλυτα θετικά προκατειλημμένος για τον τρόπο που συζητάει και με τις ίδιες του τις προκαταλήψεις μέσα από τις ταινίες του.

Ας προσπαθήσουμε όμως να αφήσουμε στην άκρη, όσο είναι δυνατόν, τις προκαταλήψεις και ας δούμε τι στοιχεία υπάρχουν στην ίδια την ταινία. Είναι βασισμένη στην αληθινή ιστορία του Κρις Κάιλ. Τεξανός, ικανός καουμπόι σε ροντέο, αλλά γενικά ψιλοχαμένο κορμί ως τα 30 του, όταν τρομοκρατικές επιθέσεις τον κάνουν να καταταγεί στα αμερικάνικα ΟΥΚ, στη μονάδα SEAL.

Γνωρίζει και την κοπέλα του, την παντρεύεται ελάχιστες μέρες πριν την επίθεση στο Ιράκ, κάνει δυο παιδιά μαζί της, αλλά παράλληλα και τέσσερις θητείες στο Ιράκ, κάθε φορά που γυρνάει πίσω δεν είναι στα αλήθεια παρών, το μυαλό του είναι διαρκώς στον πόλεμο, γυρνάει, γυρνάει και ξαναγυρνάει, μέχρι που επιστρέφει οριστικά στην πατρίδα. Κι επίσης στο Ιράκ γίνεται ένας ζωντανός θρύλος, καθώς ως ελεύθερος σκοπευτής πιστώνεται με περισσότερες από 160 εκτελέσεις.

Ο αληθινός Κρις Κάιλ έγραψε αυτοβιογραφία, όπου στον τίτλο της αυτοαποκαλείται ο πιο φονικός σκοπευτής στην ιστορία του στρατού των ΗΠΑ. Το βιβλίο πήγε πολύ καλά και έβγαλε κι ένα σωρό χρήματα. Εμφανιζόταν σε τηλεοπτικές εκπομπές υπερασπιζόμενος όσα έκανε στο Ιράκ. Αυτό όλο γιατί αποσιωπάται από την ταινία, αν το μόνο που θέλει είναι να τον παρουσιάσει αντικειμενικά και να κρίνουμε εμείς μόνοι μας;

Αντίθετα, βλέπουμε έναν Κάιλ τόσο σεμνό και αμήχανο, που όταν ένας στρατιώτης που είχε σώσει τον αναγνωρίζει και του εκφράζει την ευγνωμοσύνη του και του λέει ότι «χάρη σε σένα υπάρχω και χάρη σε σένα έχει γεννηθεί η κόρη μου», δεν ξέρει τι να απαντήσει. Αυτός το καθήκον του έκανε μόνο. Οπότε, όπως και να κρίνει κανείς το συγκεκριμένο καθήκον, ένας άνθρωπος που απλά αυτό κάνει, με έναν που αφού πρώτα σκοτώνει 160 ανθρώπους μετά βγάζει και βιβλίο, έχει μια διαφορά, δεν έχει;

Είναι απόλυτα κρίσιμο το τι περιέχεται και τι δεν περιέχεται στην ταινία. Όταν το αληθινό περιστατικό που συμβαίνει στο τέλος της δεν είναι το επίκεντρό της, δεν είναι αυτό που τη φωτίζει, δεν είναι αυτό που θα σε κάνει να σκεφτείς όλη τη φύση της Αμερικής, του πολέμου, των πολεμιστών που γυρνάνε Αμερικής, επίσης σημαίνει ότι έχεις επιλέξει να δώσεις τη βάση σου αλλού.

Ο Κάιλ παίζει με ένα περίστροφο την ώρα που περνά ευτυχισμένες οικογενειακές στιγμές με τη γυναίκα του και τα παιδιά του. Όταν βλέπουμε κάτι τέτοιο σε μια ταινία, έχουμε εκπαιδευτεί να προβλέπουμε ότι κάτι κακό θα συμβεί. Ειδικά όταν καταλαβαίνουμε πως η ταινία βρίσκεται προς το τέλος της.

Τίποτα κακό δεν θα συμβεί με αυτό το περίστροφο όμως. Θα το ακουμπήσει κάπου ψηλά να μην το φτάσουν τα παιδιά του και θα φύγει. Έχουμε εδώ αμφίσημη σκηνή που μας δείχνει έναν άνθρωπο που δεν μπορεί να ξεκολλήσει από τα όπλα, ή το κλείσιμο του ματιού πως όταν το όπλο είναι στο καλό χέρι δεν υπάρχει κανένα πρόβλημα και το πρόβλημα βρίσκεται μόνο στο ποιος έχει τα όπλα;

Η ταινία ξεκινάει υπό την ηχητική συνοδεία των Αλλάχου Άκμπαρ. Αυτό πόσο ουδέτερο μπορεί να είναι; Εάν οι τελικές σκηνές με την υπέροχη μουσική του Μορικόνε να τις συνοδεύει (μουσική που γράφτηκε για ένα γουέστερν με τον Ρίνγκο, αλλά ταιριάζει τόσο καπάκι εδώ) είναι ουδέτερες, ειρωνικές ή αμφίσημες, αν είναι κάποιου είδος σχόλιο για τις ΗΠΑ, αν δεν είναι ευθέως ηρωικές, αποθεωτικές και συγκινητικές, τότε διαβάζω την ταινία εντελώς ανάποδα και αναρωτιέμαι πώς αλλιώς θα μπορούσαν να είχαν κινηματογραφηθεί.

Ακόμη και το προοδευτικό τμήμα της αμερικάνικης κοινωνίας, έκανε πάντα τη διάκριση ανάμεσα στην ηγεσία που αποφασίζει τους πολέμους και τους απλούς στρατιώτες. Ωστόσο εδώ δεν μιλάμε για έναν απλό στρατιώτη, μιλάμε για έναν άνθρωπο που έχει σκοτώσει πάνω από 160 διαφορετικές φορές. Πόσο ηρωικό είναι να έχεις σκοτώσει τόσους ανθρώπους; Στην αρχή της ταινίας ο Κάιλ καλείται να πάρει την πρώτη του απόφαση. Σκοτώνει ένα αγοράκι. Υπάρχει διαφορά ανάμεσα στο «είναι μια βρώμικη δουλειά αλλά κάποιος πρέπει να την κάνει» και στο δεν είναι βρώμικη αλλά ένδοξη δουλειά, είναι ένδοξη γιατί παίρνει επ’ ώμου και τη βρώμα. Πόση αντιστροφή των νοημάτων μπορεί να γίνει;

Μπορεί, όταν όπως μαθαίνει ο μικρός Κάιλ από τον πατέρα του, υπάρχουν τρεις κατηγορίες ανθρώπων: οι λύκοι, τα τσοπανόσκυλα και τα πρόβατα. Τα πρόβατα είναι εκείνοι που δεν πιστεύουν ότι υπάρχει κακό στον κόσμο. Και λόγω της αφέλειάς τους, έρχεται ο λύκος να τα φάει.  Όλα είναι θέμα ορισμού λοιπόν. Ο Κάιλ είναι τσοπανόσκυλο, όχι λύκος. Ακόμη κι όταν εκτελεί παιδάκια, λύκοι είναι αυτοί που έβαλαν τις χειροβομβίδες στα χέρια των παιδιών. Ο πόλεμος στο Ιράκ είναι ένας πόλεμος ήδη καταδικασμένος από την Ιστορία, ένας πόλεμος ήδη αποδομημένος και μέσα στις ίδιες τις ΗΠΑ, αλλά στο Ιράκ του «Ελεύθερου Σκοπευτή» είναι ένας πόλεμος όπου τσοπανόσκυλα αντιμετωπίζουν επιτυχώς λύκους.

Μπορεί ένας ψυχρός εκτελεστής μικρών παιδιών να είναι ένας Αμερικάνος ήρωας; Ναι, μπορεί. Και ναι, τελικά είναι. Γιατί είναι τσοπανόσκυλο. Και τα πλήθη που συρρέουν να δουν την ταινία, δεν συρρέουν για να δουν κάτι αμφίσημο, ούτε κάτι κριτικό για την Αμερική. Συρρέουν για να δουν έναν αληθινό Αμερικάνο ήρωα.

Απαντήσαμε στο πρώτο ερώτημα, στο τι νομίζω πως θέλει να πει ο ποιητής, ας έρθω στο δεύτερο: μπορεί παρά ταύτα η ταινία να μου αρέσει; Η τρυφερότητα με την οποία φιλμάρεται το πρόσωπο του εξαιρετικού Μπράντλεϊ Κούπερ, θα μπορούσε να με κάνει να το σκεφτώ. Αλλά για πολύ λίγο.

Η ταινία πολυλογεί, τρώει πάρα πολύ ώρα για πράγματα χωρίς ουσία, αποφεύγει να καταναλώσει την ώρα της για πράγματα που θα είχαν πάρα πολύ ζουμί, αποφεύγει ουσιαστικά να μιλήσει για όσα αληθινά θέματα βάζει στο τραπέζι η ζωή του Κρις Κάιλ. Το “Αmerican Sniper” φυσικά δεν γίνεται να επισκιάσει το συνολικό έργο του Ίστγουντ, αλλά αυτοτελώς κρινόμενο, πρόκειται για μια ταινία πισωγύρισμα τόσο για τον ίδιο, όσο και για την ιστορία του σοβαρού αμερικάνικου κινηματογράφου.

elculture