Να, ξέρετε τι συμβαίνει μ΄αυτούς που γράφουν βιβλία; Τα γράφουν καλά καμιά φορά και νομίζεις ότι φτιάχνεσαι. ..κι αυτοί το ίδιο. Όμως ένα καλογραμμένο βιβλίο ξεχωρίζει από την ψυχή που έχει και τα βιωματικά αποτυπώματα, που άφησε στο φτηνό χαρτί εκείνου του πρόχειρου τετραδίου ο γράφοντας βγαίνοντας λιώμα από το μπαρ της προηγούμενης γωνίας και κάνοντας ολόκληρα ψαλιδωτά οχτάρια, έως ότου βρεθεί, καθισμένος πια και μόνος, εκείνο το ίδιο βράδυ, στο παγκάκι της πλατείας όπου ύστερα θ’αρχίσει να ξερνάει λέξεις. Χύνοντάς τες με μελανί χρώμα στα κενά ανάμεσα στις γραμμές, θ’ αποτυπώσει την αλήθεια του γεμίζοντας μουτζουρωμένες σελίδες: Τις σελίδες αυτές που ποτέ δεν είχε σκεφτεί ή πίστευε πως κάποτε θα γίνονταν βιβλίο. Φυσικά κι είναι όλα τύχη.
Αυτά τα βιωματικά αποτυπώματα που μιλάνε για αληθινούς, ευτυχείς, λυπημένους και πότες τ΄ αγαπώ λίγο παραπάνω, γιατί “δε νομίζω ότι φτιάχνομαι”, Φτιάχνομαι το ίδιο- ίσως και παραπάνω- από αυτούς που το γράψανε.
Η Χ. είναι στα μάτια κάποιων, πολλών – και στα δικά μου φυσικά – το ωραιότερο κορίτσι της πόλης. Μισή καρτούν, με μάτια που του ταιριάζουν και τα μαλλιά της είναι μαύρα, μακριά και μεταξένια, με αέρα δικό τους, όπως και το κορμί της.
Η Χ. είναι σα να λέμε ένα κορίτσι -“τανκ” και συγχρόνως μια κινούμενη υγρή φωτιά: ή έχει πολλά κέφια ή καθόλου. Δεν υπάρχει μέσος όρος. Από όταν ήταν πολύ νεαρή στην ηλικία, την έλεγαν περίεργη. ‘Αλλωστε, όλοι είμαστε περίεργοι.Οι ”κάτι βλάκες” το έλεγαν αυτό, γιατί οι ”κάτι βλάκες” ποτέ δεν θα καταλάβαιναν την Χ.
Οι άντρες την έβλεπαν απλά, σαν μια περίεργη μηχανή του σεξ και καθόλου δεν είχαν προσέξει αν ήταν περίεργη ή όχι. Κι η Χ. στην άκρη του μπαρ, καθισμένη στο σκαμπό και πίνοντας το μοχίτο της, τις νύχτες διάβαζε τους καταραμένους ποιητές.
«Να κεράσω κάτι;»
«Πίνω»
«Πώς σε λένε;»
«Πλήττω»
Έπληττε. ‘Ηταν ένα φως φυλακισμένο σε ένα λυχνάρι, που δεν ήξερε πώς να το κρατήσει.
Είχαμε ραντεβού, εγώ με το ωραιότερο κορίτσι της πόλης, κι ήταν στις οκτώμισι, στο μπαρ Λουκούμι, για την παρουσίαση του βιβλίου ΑΝΘΡΩΠΩΝ ΣΚΙΕΣ του Σπύρου Σμυρνή.
Η Χ. το είχε διαβασμένο ήδη κι εγώ πήγα πρώτος, μπήκα περνώντας την ανοιχτή πόρτα κι ανέβηκα τις σκάλες να δω πως είναι κι ήταν όλα καλά. Στο μεταξύ η Χ. είχε βρει τρόπο να ξεγλιστρήσει, σχεδόν το είχε σκάσει από το γραφείο, κι ήρθε στην ώρα της.
«Γειά» μου είπε και με σίγουρη φωνή συνέχισε: «Αυτό είναι ένα βιβλίο που σου μιλάει, έχει ιστορίες για ευτυχείς, λυπημένους και πότες. γι ‘αυτούς που έζησαν την εφηβεία και μεγαλώνοντας έγιναν Τομ Γουέιτς κι ύστερα έβαλαν φωτιά στα βινύλιά τους μαζί κι σ ‘ό,τι τους έτρωγε την ψυχή κι ύστερα σφίναραν τις στάχτες τους».
Δυο ποτήρια μπροστά μας κι ένα γνωμικό του Ιάκωβου Ντάνιελς μας νουθετούσε και μας προέτρεπε κάθε μέρα κι εμάς που τα βγάζουμε πέρα, να τα βγάζουμε πέρα όσο καλύτερα μπορούμε.
– Ο χρόνος καταστρέφει τα πάντα, θα πει
– Εκτός από το ουίσκι μωρό μου!.
– Σωστά, θα πει.
– Κανείς δεν μπορεί να ξεγελάσει το θάνατο, θα πω
– Μόνο η ζωή γλυκέ μου! θα μου πει.
Σηκώσαμε τα μάτια μαζί με τα ποτήρια μας και μέσα από τα χοντροκομμένο γυαλί τους κοιταχτήκαμε. Και τα μάτια δε λένε ποτέ ψέματα. Καταραμένα να κρύβουν στο υγρό του κερατοειδή τους την αλήθεια μας.Η παρουσίαση είχε αρχίσει (σελίδα 63, σημείο μηδέν):
-Θυμάσαι εκείνο το βράδυ στου Ψυρρή, που είχαμε κάτσει σ’ένα μικρό μαγαζάκι λίγο πριν την πλατεία των Αγ. Αναργύρων, το “VERVE;”
– Ναι θυμάμαι.
– Έβαλε ένα τραγούδι των Stooges και σε πήρα και φύγαμε.
– Ναι, το ” I wanna be your dog “. Λες και σε χτύπησε ρεύμα έκανες.
– Δεν το έκανες θέμα όμως, ούτε με ρώτησες ποτέ.
– Σκέφτηκα ότι αν ήθελες, θα μου μιλούσες γι ΄αυτό.
– Αυτό το τραγούδι είναι το σημείο μηδέν μου. Δεν ξέρω αν έχεις βρεθεί ποτέ στο σημείο μηδέν. Τι λέω; Σίγουρα θα έχεις βρεθεί. Ειδικά εσύ. Το σημείο μηδέν έρχεται όταν δεν έχεις τίποτα, Το σημείο μηδέν έρχεται όταν η ζωή γδέρνει το τομάρι σου, όταν το προστάζει να στάξει κάθε του στιγμή και να μείνεις μόνος, με καθρέφτη κι όσα φωλιάζουν μέσα σου.
Το σημείο μηδέν έρχεται όταν δεν έχεις τίποτα πια να κερδίσεις.
Το σημείο μηδέν είναι η κοιλιά του τέρατος. Το σημείο μηδέν είναι το κολλώδες γαστρικό υγρό που σε προφυλάσσει από τα μολυσμένα κύτταρα που φτύνουν οι βρώμικες αναπνοές των ανθρώπων πάνω σου. Το σημείο μηδέν είναι οι ενοχές , οι φόβοι. τα μικρόβια, ο θάνατος που πλησιάζει, το αίμα που τρέχει, τα κορμιά που κάνουν σεξ χωρίς προφύλαξη, οι εφιάλτες. Γυμνά χωρίς την προβιά των λέξεων να τα προστατεύει. Το σημείο μηδέν είναι τα ψυχοφάρμακα, τα ντρόγκια,τα ηρεμιστικά, η μεθαδόνη, οι ακτινοβολίες, τα υγρά μπαταρίας σε ενέσιμη μορφή.
Γυμνά, χωρίς την προβιά των ονείρων να τα προστατεύει.
Το σημείο μηδέν είναι το τέλος του πολιτισμού, ο φόνος, ο εμπρησμός, ο βιασμός, τα κτηνώδη ένστικτα. Γυμνά χωρίς την προβιά της παιδικής ηλικίας νατα προστατεύει. Το σημείο μηδέν είναι τα ρολόγια που σπάνε και ξερνάνε τους δείκτες τους, παιδιά που χαρακώνονται γιατί δε μπορούν να κοιμηθούν, δαίμονες που πίνουν αίμα για να μείνουν πάντα νέοι, άγγελοι έκπτωτοι που πούλησαν για λίγη ελευθερία τον παράδεισο. Το σημείο μηδέν είναι η μυρωδιά σου. Το σημείο μηδέν είμαι εγώ κι εσύ, χίλια μίλια από το κέντρο της γης» .Τον φίλησε.
…….. ….. … . ….. . ……. . …… . …… …. .. …..
Καλή ανάγνωση.