Χαμηλών τόνων αλλά ουσιαστική είναι η ποίηση του Κώστα Στεργιόπουλου (Αθήνα, 1926), η παρουσία του οποίου στα γράμματα είναι πολυσχιδής: ποιητής, κριτικός, πεζογράφος αλλά και δάσκαλος. Δίδαξε στην Ιδιωτική Μέση Εκπαίδευση και αργότερα, πρώτα ως λέκτωρ Νεοελληνικής Φιλολογίας στο Πανεπιστήμιο Αθηνών (1966-1969), απ’ όπου παύτηκε από τη δικτατορία, και έπειτα ως καθηγητής Νεοελληνικής Φιλολογίας στη Φιλοσοφική Σχολή του Πανεπιστημίου Ιωαννίνων. Το 1986 αναγορεύτηκε ομότιμος kαθηγητής. Οι διδασκαλίες του από το 1974 έως το 1984 άφησαν εποχή. Σαφής και σχολαστικός. Ευαίσθητος και στοχαστικός.
Η πρώτη του εμφάνιση στη λογοτεχνία έγινε το 1943 με την ποιητική συλλογή Χινοπωρινά, αλλά και με δημοσιευμένα ποιήματα στο περιοδικό «Νέα Εστία».
Hδη στα πρώτα του ποιήματα της συλλογής Τα τοπία του φεγγαριού (1955), διακρίνονται οι καταβολές του στον συμβολισμό, από τον οποίο φαίνεται να απομακρύνεται, χωρίς όμως ποτέ να τον εγκαταλείπει τελείως, στην τρίτη του συλλογή Το χάραμα του μύθου (1963). Οι ποιητικές συλλογές του είναι οι ακόλουθες:
Τα τοπία του φεγγαριού (1955)
Η σκιά και το φως (1960)
Το χάραμα του μύθου (1963)
Ο κίνδυνος (1965, β’ έκδοση συμπληρωμένη 1972)
Τα τοπία του ήλιου (1971)
Eκλειψη (1974)
Τα μισά του πλου (1979, β’ έκδοση 1999)
Αλλαγή φωτισμού (1984, β’ έκδοση 1999)
Ο ήλιος του μεσονυκτίου (1991, β’ έκδοση 1999)
και Παλίρροια (1998).
Οι οκτώ πρώτες συλλογές έχουν συγκεντρωθεί σε δύο τόμους: Τα Ποιήματα Α’ 1944-1965 (1988) και Τα Ποιήματα Β’ 1965-1983 (1992). Επίσης συγκεντρώθηκαν σε μία έκδοση οι δύο τελευταίες συλλογές μαζί με την έως τότε ανέκδοτη Oσο είναι ακόμα καιρός καθώς και ένα επίμετρο με μεταφράσεις ποιημάτων, κυρίως από τα γαλλικά, στον τόμο Τα Ποιήματα Γ’ 1983-2005 (2006).
Ο Στεργιόπουλος στις πρώτες συλλογές του συνδυάζει χαρακτηριστικά του αθηναϊκού συμβολισμού και του νεορομαντισμού, καθώς με τις δύο αυτές τάσεις ταιριάζουν οι ποιητικές διαθέσεις του: νοσταλγία για ό,τι χάθηκε ή τείνει να χαθεί, μελαγχολία και θλίψη για το άπιαστο και το ανέφικτο, όπως είναι ο έρωτας. Η συλλογή Τα τοπία του φεγγαριού αποτελούν το μεταίχμιο ανάμεσα στα συμβολιστικά και τα νεωτερικά ποιήματα του Στεργιόπουλου και ιδιαιτέρως αξίζει να αναφερθεί το εξαιρετικό ποίημα “Eνα φεγγάρι στη Ρίβα”. Ο “αφηγητής” εδώ ξεφεύγει από την ασάφεια των προηγούμενων συναισθηματικών καταστάσεων και αναδεικνύει τα προβλήματα που προέκυψαν μετά τη γερμανική Kατοχή αλλά και την περίοδο του Eμφυλίου.
Στη συλλογή Η σκιά και το φως η θεματολογία γίνεται πιο υπαρξιακή, καθώς τονίζονται ζητήματα όπως αυτά της φθοράς, του θανάτου, του γρήγορου περάσματος του χρόνου, ενώ αντιπαρατίθενται τα ανόμοια: φως και σκότος, ζωή και φθορά. Τα θέματα αυτά επανέρχονται στις επόμενες συλλογές Το χάραμα του μύθου και Ο κίνδυνος. Ο ποιητής αναγνωρίζει ότι τα υπαρξιακά ερωτήματα είναι αναπάντητα και γι’ αυτό αναρωτιέται γιατί να ασχολείται κανείς με τόσο άλυτα ζητήματα τη στιγμή που υπάρχει η ομορφιά του εξωτερικού κόσμου: « Γιατί να στρέφουμε αλλού τα μάτια, / μέσα στης ύπαρξής μας τα σκοτάδια, / κι όχι σ’ αυτό το χειμωνιάτικο δρόμο;».
Οι συλλογές Τα τοπία του ήλιου και η Eκλειψη αναδεικνύουν τις δυσκολίες της εποχής, κι έτσι αναδιατυπώνεται η συνομιλία του ποιητή με τη φύση, τις αναμνήσεις, το παρελθόν. Τα υπαρξιακά θέματα και ιδιαιτέρως εκείνο του χρόνου θα επανέλθουν στις συλλογές Τα μισά του πλου, στην οποία η φθορά των πραγμάτων επηρεάζει το ποιητικό εγώ, στον Hλιο του μεσονυχτίου και στην Παλίρροια.
Στον τρίτο τόμο των συγκεντρωτικών ποιημάτων του, ο οποίος περιλαμβάνει συλλογές από το 1983 έως το 2005, διαφαίνονται διαθέσεις αλλά και στάσεις που αφήνουν ευχάριστη αίσθηση στον αναγνώστη ακόμα κι όταν αυτές υπαινίσσονται δυσάρεστες καταστάσεις. Οι εικόνες ρέουν με τον κομψό λόγο να γίνεται πότε λυρικός και πότε διεισδυτικά νοσταλγικός εφόσον τα θέματα αφορούν στο γρήγορο πέρασμα της ζωής, στη φθορά, στο θάνατο, που ωστόσο αντιμετωπίζονται με παιγνιώδη ενίοτε εκφορά, χωρίς να καταφεύγει ο ποιητής στη χρήση δύστροπων συνθέσεων. Στην ποίηση του Στεργιόπουλου άλλωστε δεν έχουν θέση οι κραυγές και οι υπερβολές είτε είναι αυτές συναισθηματικές είτε εγκεφαλικές κατασκευές. Oλα προσεγγίζονται απλά, με μέτρο και ηρεμία ενώ ακόμη και ο “τρόμος του κενού” δεν πανικοβάλλει, αντίθετα ορίζεται σε τόνους αυθεντικούς γιατί η φύση, με την αρχή και το τέλος των πραγμάτων, κρύβει αθωότητα έστω κι αν σ’ αυτήν συνυπάρχουν το φως και το σκοτάδι, η γαλήνια ομορφιά και η ταραγμένη όσο και επικίνδυνη έκφραση των στοιχείων της. Ο καθρέφτης με τις δύο όψεις του, στίχος που επανέρχεται, συμβολίζει τη ζωή και την ανυπαρξία, η θάλασσα αλλά και ο άνεμος επίσης, αγαπημένες σταθερές του ποιητή, πότε συντροφεύουν τις μνήμες και πότε ξυπνούν τον συγκρατημένο φόβο για το άγνωστο. Εσωτερική κυρίως ποίηση, ένας εμβριθής περίπλους στη ζωή, σπουδή στη φθορά, στο χρόνο και στη μνήμη, γίνεται κοινωνός με το άλλο, με το σύνολο, σε ποιήματα που περιλαμβάνονται στη συλλογή Παλίρροια (1991-1996), όπως στο “Ξάνθη 1949” και το “Sine sole sileo”. Kαι όπως ο κύκλος της ζωής -αξίζει να αναφερθεί ο στίχος του Eλιοτ “In my beginning is my end”, το μότο στο εξαιρετικό ποίημα Ουροβόρος όφις– έτσι και ο Γ’ τόμος των ποιημάτων του Κώστα Στεργιόπουλου κλείνει μ’ ένα ποίημα που θυμίζει την αρχή της δημιουργικής πράξης: “Hταν ωραία στην αοριστία της / αυτή που με κρατούσε / ανάμεσα στο σκοτάδι και στο φως, / εκεί που ισορροπούν η μέρα με τη νύχτα, / με μισό πρόσωπο στο φως και το άλλο στο σκοτάδι. / Ωραία, με προεκτάσεις απροσδιόριστες. / Oπως όταν χαράζει με το χειμώνα / μέρα λαμπρή στα μέσα του Γενάρη, / κι άλλοτε, σαν “από την άλλη / μεριά αγελτηρίων θανάτου”. / Πράξις λαθραία, / που κάποτε κι αυτή τελειώνει / σαν τη ζωή.” (Πράξις λαθραία, σ.169)