Έφη Κουκούτση Έφη, Κοινωνιολόγος
Ας ξεκαθαρίσουμε κάτι. Το έργο των κοινωνικών επιστημών, ερευνητικό, γνωστικό, διδακτικό, ανθρωπιστικό και κάθε άλλο, ούτε στηρίχθηκε, ούτε εξαρτάται από τις Πανελλήνιες εξετάσεις.Ούτε και θα αφήσουμε να συμβεί κάτι τέτοιο σε ένα πεδίο έρευνας και μελέτης,που αλληλεπιδρά με όλο το φάσμα της εφαρμοσμένης γνώσης, από την ιατρική και τη βιολογία, μέχρι την ψυχολογία, τη νομική, την οικονομία,ακόμα και την αρχιτεκτονική και πλήθος άλλων. Το αντίθετο μάλιστα.Όλες αυτές οι θεσμικές παλλινδρομήσεις,τα “μέσα – έξω” της κοινωνιολογίας στη δευτεροβάθμια εκπαίδευση και στις πανελλήνιες, η υποεκπροσώπηση, η επιλεκτική διδασκαλία της από μη- συγγενείς ειδικότητες στις οποίες ανατίθεται περιστασιακά και κατά το δοκούν κάθε φορά,ακολουθούνται πάντοτε από μία ατέρμονη φλυαρία απαξίωσης και ιδεολογικοποίησης του αντικειμένου στο δημόσιο λόγο, από την οποία πρέπει κάποια στιγμή να απαλλαγούμε. Πέρα από τη ματαίωση και την ανασφάλεια δηλαδή, οι κοινωνικοί επιστήμονες προ-καλούνται κάθε τόσο να παράσχουν και “διαπιστευτήρια” της “χρησιμότητάς” τους.
Όσοι θεωρούν ότι η κοινωνιολογική γνώση είναι “άχρηστη”, “περιττή”, ή “αναρμόδια” για το Λύκειο, τις εξετάσεις, το σχολείο γενικά, ας μας απαντήσουν πρώτα στα βασικά.Τι είναι κοινωνία, θεσμός, εξουσία; Πώς μεταβάλλονται οι κοινωνίες μέσα στο χρόνο; Πώς αντιλαμβάνονται τη σχέση μεταξύ ατόμου και κοινωνίας, πολίτη ή υπηκόου, έθνους, κράτους, παγκοσμιοποίησης;
Ας μην κοροϊδευόμαστε όμως. Όπως με το μάθημα της ιστορίας, ο καθένας αποδίδει μία δική του “χρησιμότητα” μέσα από την ανακατασκευή του παρελθόντος, για το μάθημα της κοινωνιολογίας, η επίκληση στη “χρησιμότητά” της αποτελεί την αντίστροφη όψη ενός κοινού νομίσματος, που καθιστά το σχολείο θεσμικό πεδίο επιρροής και πολιτικού ανταγωνισμού.
Το ίδιο και η πολιτική φόρτιση.
“Η κοινωνιολογία κάνει τα παιδιά αριστερά”. Τέτοιες βαρύγδουπες δηλώσεις δεν αποτελούν καινοτομία των ημερών, βαστάνε χρόνια. Η κοινωνική έρευνα για διαδικασίες κοινωνικού μετασχηματισμού, συστήματα παραγωγής, δομές εξουσίας και φυσικά η κοινωνική θεωρία κυρίως του Μαρξ, αλλά όχι μόνο(π.χ. θεωρίες των ελίτ), συνιστούν το κατεξοχήν ιδεολογικό άλλοθι, φοβικών πολιτικών αντεκδίκησης κι αφανισμού απέναντι στο αντικείμενο.
“Η κοινωνιολογία κάνει τα παιδιά δεξιά”. Τίθεται στην υπηρεσία του δυτικού καπιταλισμού, είναι «αντεπαναστατική», χρησιμοποιήθηκε ως στρατηγική συμμόρφωσης και αποικιοκρατικής διείσδυσης. Η θέση αυτή μπορεί να μην ακούγεται πολύ τώρα τελευταία, “άνθιζε” όμως σε αλλοτινούς καιρούς και είναι πάντα έτοιμη να κάνει την εμφάνισή της, με κάθε ευκαιρία.
Τούτων λεχθέντων, μήπως θεωρείται πρόβλημα τελικά, ότι η κοινωνιολογία κάνει τα παιδιά να σκέφτονται; Να σκέφτονται και να ερευνούν μεθοδικά,ζητήματα που οι διχοτομικές υπεραπλουστευτικές αναγνώσεις τους θεωρούν «λυμένα» ή «αυτονόητα; Να διακρίνουν τη μελέτη για τη βαθύτερη γνώση των κοινωνικών σχέσεων, από τους κηρυγματικούς λόγους αγωγής και εξιδανίκευσής τους.
Κάθε προσπάθεια να αντιμετωπίσουμε κάθε επίσημη διαπόμπευση του αντικειμένου μας, προδιαγράφει την έκβαση μίας αυτoεκπληρούμενης προφητείας, γιατί συνήθως το επίδικο είναι άλλο. Δεν αφορά την ποιότητα του σχολικού προγράμματος, ούτε τον εκπαιδευτικό ρόλο του σχολείουαπαραίτητα. Πόσο μάλλον τώρα, που η φερόμενη διαβούλευση, εν μέσω καραντίνας, απευθύνεται στις κοινωνικές επιστήμες με όρους ιδεολογικού εχθρού. Χωρίς να έχει κλείσεικαν ένας στοιχειώδης διδακτικός κύκλος του μαθήματος,πριν τη διενέργεια εξετάσεων, μόλιςμε λίγους, πρώτους μήνες προετοιμασίας του για τις πανελλήνιες, που με χαρά καλωσορίσαμε. Η εκάστοτε πολιτική ηγεσίαμπορεί να ανακατανέμει πεδία, μαθήματα, ή να αποκλείει την κοινωνιολογία για χίλιους λόγους,που πολλές φορές δεν πηγάζουν από αμιγώς “εκπαιδευτικά” κίνητρα .
Ίσως έλκει το ενδιαφέρον της,για παράδειγμα,από μία μεγαλύτερη δεξαμενή δυνητικών ψηφοφόρων,θεωρώντας ότι αυξάνει την εκλογική της επιρροή σε πολυπληθέστερους κλάδους αποφοίτων και διδασκόντων. Εδώ τα κίνητρα θα ήταν εκλογικά.
Ίσως πάλι να θεωρεί ότι μία τέτοια κίνηση είναι ανέξοδη, καθώς ήδη υπάρχει διαθέσιμο διδακτικό προσωπικό που θα συμπληρώσει τα κενά, χωρίς καμία νέα πρόσληψη αφενός,αφετέρου αποδέσμευση αναπληρωτών. Εδώ το κίνητρο θα ήταν οικονομικό.
Ίσως πράγματι να θεωρεί ότι οι κοινωνικές και πολιτικές θεωρίες είναι πηγή διαφθοράς της“μαθητιώσας νεολαίας”, ή κυριαρχούν στελέχη της που το πρεσβεύουν. Ενδεχομένως γιατί τα μόνα βιβλία που άνοιξαν ποτέ τους, ήταν κάποιων φωστήρων στις θεωρίες συνωμοσίας και στιςτηλε- πωλήσεις. Εδώ τα κίνητρα θα ήταν ανορθολογικά, οπότε κάθε επιστήμη θα σήκωνε τα χέρια. Ευελπιστούμε μόνο,να μην αντιλαμβάνονται και τα γενικότερα κριτήρια αξιολόγησης των εκπαιδευτικών με τον ίδιο τρόπο.
Αξίζει όμως να αναρωτηθούμε. Πώς γίνεται μία ολόκληρη κατεύθυνση, πεδίο, δέσμη, ή όπως αλλιώς αποκαλείται κατά καιρούς, να μονοπωλείται από τα αξιολογικά κριτήρια μίας και μόνης ειδικότητας; Πια λογική τεκμηριώνει, ότι οι φιλολογικές προδιαγραφές ανάλυσης λόγου θα αποτελούν μοναδική προϋπόθεση εισαγωγής των μαθητών και των μαθητριών σε ένα εκτεταμένο κι ετερόκλητο φάσμα Ανώτατων Εκπαιδευτικών Ιδρυμάτων, νομικών, επικοινωνίας,ψυχολογίας, ιστορικών, θεατρικών, παιδαγωγικών,κοινωνικών σπουδών κ.α.;
Πώς εξασφαλίζεται, ότι νέοι άνθρωποι με διαφορετικές προτιμήσεις και ανησυχίες, όπως είναι η κοινωνική έρευνα, η πολιτική ανάλυση, η εγκληματολογία, οι διεθνείς σχέσεις, η ψυχολογία, εκφράζονται και διαγωνίζονται στοιχειωδώς ισότιμα,όταν υποχρεούνται να μελετούν μόνο αρχαία Ελληνικά, Λατινικά, Νεοελληνική Γλώσσα και Ιστορία;Πιθανότατα θα στραφούν σε πιο“πολυσυλλεκτικές” κατευθύνσεις, με τις κοινωνικές επιστήμες να υποβιβάζονται σε έσχατη ή τυχαία λύση απλώς για όσους και όσες δεν κατόρθωσαν να περάσουν σε Φιλολογικές σχολές ή Νομική.
Προφανώς και ο προβληματισμός δεν αμφισβητεί τη “χρησιμότητα” των φιλολογικών μαθημάτων, ούτε αφορά“συντεχνιακές” διαφορές και ψευτοδιλήμματα. Αναφέρεται σε μία οφθαλμοφανή στρέβλωση που θα επισημαίνονταν ακόμη κι αν σε μία ολόκληρη κατεύθυνση δίδασκαν μόνο κοινωνιολόγοι, ή οικονομολόγοι, και κάθε υποψήφιος/α έπρεπε να διέλθει αποκλειστικά τις δικές τους μεθόδους μελέτης και αξιολόγησης. Μπορούμε να φανταστούμε για παράδειγμα να “παίρνουν πάνω τους” οι μαθηματικοί όλο το πεδίο των θετικών επιστημών; Εκεί γιατί όχι; Μήπως καθρεφτίζεται μία γενικότερη νοοτροπία υποτίμησης των κοινωνικών και ανθρωπιστικών σπουδών σε όλο αυτό;
Η υποεκπροσώπηση των τεχνών στη μαθησιακή διαδικασία,με τις ανεπαρκείς δυνατότητες πρόσβασης σε ένα διευρυμένο πλαίσιο ανώτατης εκπαίδευσης για όλες τις μορφές της τέχνης, είναι ίσως η μεγαλύτερη στρέβλωση του εκπαιδευτικού συστήματος που “κακοφορμίζει”, χωρίς προτάσεις επίλυσης.
Ας μην αναφερθούμε στα υποχρεωτικά“κόντρα” μαθήματα, που μοιάζουν με καψόνι κόντρα στις προτιμήσεις και προσδοκίες εφήβων, τελειόφοιτων Λυκείου, από την επιλογή μίας κατεύθυνσης. Πόσο μάλλον, σε κάθε πρόταση για πολύπλευρες δυνατότητες επιλογής εξεταζόμενων μαθημάτων και από τους μαθητές και τις μαθήτριες,που μοιάζει με σενάριο επιστημονικής φαντασίας.
Γιατί αν κοντά 40 χρόνια τώρα συζητάμε, αν η κοινωνιολογία είναι “χρήσιμη”,“δεξιά”,“αριστερά”, ή “εξωγήινη”,μπλέκουμε την επινόηση με τη γνώση της ιστορίας,και τον κοινωνικοποιητικό ρόλο του σχολείου με τη “διαγωγή”, τότε μάλλον τα ιδεολογικά και πολιτικά συμπλέγματα που συσσωρεύονται γύρω από το σχολικό πρόγραμμα μαθημάτων είναι πιο βαθιά από ότι νομίζουμε και έχουν πολύ δρόμο ακόμη να ξεπεραστούν, δυστυχώς.
Ενδεικτικές αναφορές,
Ασημακόπουλος Β. “Η πρόταση κατάργησης της Κοινωνιολογίας δείχνει την καθυστέρηση της ελληνικής Δεξιάς” διαθέσιμο στο https://www.antapocrisis.gr/%ce%b7-%cf%80%cf%81%cf%8c%cf%84%ce%b1%cf%83%ce%b7-%ce%ba%ce%b1%cf%84%ce%ac%cf%81%ce%b3%ce%b7%cf%83%ce%b7%cf%82-%cf%84%ce%b7%cf%82-%ce%ba%ce%bf%ce%b9%ce%bd%cf%89%ce%bd%ce%b9%ce%bf%ce%bb%ce%bf%ce%b3/
Ελληνική Κοινωνιολογική Εταιρεία, “Πρακτικά Α ́Πανελληνίου Συνεδρίου”, επιμ. Ν. Τάτσης, διαθέσιμο στο https://www.hellenicsociology.gr/sites/default/files/proceedings_of_the_1st_national_conference_of_hss.pdf
Θεριανός Κ. “H διαδρομή της κοινωνιολογίας στη δευτεροβάθμια εκπαίδευση” διαθέσιμο στο https://criticeduc.blogspot.com/2019/03/h.html
Λαμπίρη – Δημάκη, Ι.(2002) “Η Κοινωνιολογία στην Ελλάδα σήμερα’, συλλογικός τόμος Αθήνα: Παπαζήσης.
Υπουργείο Παιδείας και Θρησκευμάτων, Δικτυακός Τόπος Διαβουλεύσεων, Αναβάθμιση του Σχολείου και άλλες διατάξεις, https://www.opengov.gr/ypepth/?p=5133