Από την Βασιλική Μαμαλούκου
Πολυμεταφρασμένος και πολυδιαβασμένος στην Ελλάδα, ένας από δημοφιλέστερους συγγραφείς στον κόσμο, ο Αυστριακός Στέφαν Τσβάιχ, έζησε την άνοδο των ναζί αυτοεξόριστος για πολλά χρόνια, μέχρι την αυτοκτονία του στη Βραζιλία το 1942 μαζί με τη γυναίκα του, Λότε, απελπισμένοι για το μέλλον της Ευρώπης και του πολιτισμού της.
«Χαιρετώ όλους τους φίλους μου. Εύχομαι να δουν και πάλι τις αυγές που θα ξημερώσουν μετά τη μακριά νύχτα! Εγώ, που ήμουν πάντα μου ανυπόμονος, προπορεύομαι».
Πετρόπολη, 22-2-1942 » έγραψε στο σημείωμα – διαθήκη που άφησε.
Από το Μπουένος Άιρες στη Ν.Υόρκη μέχρι και τη Βραζιλία, οι καινούριες χώρες υποδοχής, παρότι υπήρξαν ειρηνικό καταφύγιο από τον πόλεμο, δεν μπόρεσαν να καλύψουν το κενό από το πραγματικό του σπίτι, με αποτέλεσμα να μη βρει ποτέ ξανά την ειρήνη μέσα του.
Η εσωτερική πάλη με τον αριστερό του εαυτό, αλλά και η αναζήτηση του για ένα σπίτι στον νέο κόσμο, που διέγραφε ο Β` Παγκόσμιος Πόλεμος έφεραν το τραγικό γεγονός του 1942.
Η ταινία Αποχαιρετισμός στην Ευρώπη,της Γερμανίδας Maria Schrader, που υπήρξε και η ίδια πρόσφυγας από τη Δυτική Γερμανία, είναι μια αποχαιρετιστήρια επιστολή στην Ευρώπη που άλλαξε ριζικά μετά την πτώση του τείχους το 1989, με την αυξανόμενη Ostalgie (συνδυασμός του Ost-Ανατολή και της λέξης νοσταλγία) από πρώην Ανατολικογερμανούς και τη σκληρή συνειδητοποίηση που κατέγραψε ο Τσβάιχ
(πάντα τασσόμενος υπέρ της ενοποίησης της Ευρώπης):
“Οι μάζες εξεγείρονταν, κι εμείς γράφαμε και σχολιάζαμε ποιήματα. Δεν βλέπαμε τα πύρινα σημάδια στον τοίχο κι απολαμβάναμε αμέριμνοι τα ακριβά εδέσματα της τέχνης, όπως άλλοτε ο βασιλιάς Βαλτάσαρ, χωρίς να φοβόμαστε να κοιτάξουμε το μέλλον. Και μοναχά δεκαετίες αργότερα, όταν γκρεμίστηκαν στα κεφάλια μας στέγες και τείχη, συνειδητοποιήσαμε πως τα θεμέλια είχαν υποσκαπτεί από καιρό και πως η έλευση του νέου αιώνα, είχε σηματοδοτήσει την αρχή του τέλους της ατομικής ελευθερίας στην Ευρώπη.”
(“Ο κόσμος του χθες”)
Η ταινία χωρίζεται σε έξι επεισόδια από διαφορετικά στιγμιότυπα της ζωής του Τσβάιχ στην Βραζιλία, Αργεντινή και Αμερική, ταλαντεύοντας μεταξύ ελπίδας και απόγνωσης, ευγνώμων για την έλευση του νέου,αλλά απαρηγόρητος για την απώλεια του παλιού.
Η Σράντερ ομολογεί πως θέλησε να δείξει έναν Τσβάιχ, στοιχειωμένο από τον πόλεμο, ποτέ ξανά ελεύθερο, όπως οι Σύροι πρόσφυγες στη χώρα μας, αποδρώντας από μια Ευρώπη που διασκορπίζεται. Η φρίκη από την απώλεια της πατρίδας (του) βασάνιζε τον Τσβάιχ (όπως και κάθε πρόσφυγα) για το υπόλοιπο της ζωής του…
Η ταινία είναι η επίσημη υποψηφιότητα της Αυστρίας για το Oscar Καλύτερης Ξενόγλωσσης Ταινίας και θα κυκλοφορήσει προσεχώς στην Ελλάδα από την Weird Wave.
Το κείμενο δημοσιεύθηκε στο ένθετο του Νόστιμον Ήμαρ στον Δρόμο της Αριστεράς, το Σάββατο 5.11.2016
Κάθε Σάββατο κυκλοφορεί στα περίπτερα το έντυπο Νόστιμον Ήμαρ ένθετο στον Δρόμο της Αριστεράς.