Από τον Γιάννη Γεράσιμο
«Κάτω από το κείμενο του Συντάγματος βρίσκεται η φλέγουσα κοινωνική και πολιτική προβληματική. Χρέος και ευθύνη της επιστήμης του Συνταγματικού Δικαίου είναι, όχι μόνο να μην την αγνοεί, αλλά και να την αποκαλύπτει». Με αυτά τα λόγια ξεκινούσε κάποτε ο Αριστόβουλος Μάνεσης την εισαγωγή του στην κλασσική πλέον πραγματεία του περί συνταγματικού δικαίου. Ο Αριστόβουλος Μάνεσης υπήρξε ένας από τους θεμελιωτές της επιστήμης του συνταγματικού δικαίου στην Ελλάδα και ένας πνευματικός άνθρωπος και ενεργός πολίτης που με τη ζωή, το έργο και τη διδασκαλία του έβαλε όχι μόνο τα στέρεα θεμέλια της περαιτέρω εξέλιξης του συνταγματικού δικαίου στην Ελλάδα, αλλά κατάφερε να αναδείξει την ίδια τη σημασία της πολιτικής ελευθερίας και της κοινωνικής δικαιοσύνης για την εγγύηση και την εμβάθυνση της δημοκρατίας.
Ο Αριστόβουλος Μάνεσης γεννήθηκε στις 23 Μαρτίου του 1921 στο Αργοστόλι Κεφαλληνίας και σπούδασε νομική στη Θεσσαλονίκη, στο Παρίσι και στη Χαιδελβέργη αναγορευόμενος διδάκτορας του συνταγματικού δικαίου του πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης το 1953. Το 1965 θα εκλεγεί τακτικός καθηγητής στην έδρα του συνταγματικού δικαίου στη νομική της Θεσσαλονίκης, θέση από την οποία θα απολυθεί όμως από τη δικτατορία τρία χρόνια αργότερα λόγω των δημοκρατικών του φρονημάτων, οπότε και θα εκτοπιστεί αρχικά στο Λιδωρίκι Φωκίδας και στη συνέχεια θα καταφέρει να καταφύγει στη Γαλλία, όπου και θα διδάξει δημόσιο δίκαιο στο πανεπιστήμιο της Αμιένης. Μετά την αποκατάσταση της δημοκρατίας θα επιστρέψει στην Ελλάδα και θα διδάξει συνταγματικό δίκαιο στη Νομική σχολή της Θεσσαλονίκης και της Αθήνας και θα διατελέσει μέλος του Ανώτατου Ειδικού Δικαστηρίου και της ειδικής νομοπαρασκευαστικής επιτροπής για την εφαρμογή της συνταγματικής αρχής της ισότητας ανδρών και γυναικών τα έτη 1982- 1983.
Στο επίκεντρο του έργου του Μάνεση θα βρεθεί η προσπάθεια του να συγκεράσει την πιστή εφαρμογή της νομικής μεθόδου και των θεμελιωδών δικαιοκρατικών εγγυήσεων που είναι συνυφασμένες με το συνταγματισμό (όπως αυτές αναπτύσσονται στο έργο του: «Αι εγγυήσεις τηρήσεως του Συντάγματος») με μια οξεία ικανότητα κοινωνιολογικής παρατήρησης και βαθιάς κατανόησης και ανάδειξης των κρίσιμων πολιτικών διακυβευμάτων της εποχής του. Στο πλαίσιο αυτό ο Μάνεσης προτάσσει μια αντίληψη του συνταγματικού δικαίου ως τεχνικής της πολιτικής ελευθερίας στην οποία αποδίδει διττό περιεχόμενο. Κατά πρώτον, το Σύνταγμα λόγω της αυξημένης τυπικής ισχύος του και των δικαιοκρατικών εγγυήσεων που το περιβάλλουν μέσω ιδίως της προσήλωσης στη θεμελιώδη αρχή του κράτους δικαίου θέτει φραγμούς στην εξουσία των κυβερνώντων προστατεύοντας έτσι τις ιστορικές δημοκρατικές κατακτήσεις των πολιτών που αποτυπώνονται στο Σύνταγμα. Κατά δεύτερον μέσω των κοινωνικών διεκδικήσεων και της ενεργού άσκησης των ατομικών και πολιτικών δικαιωμάτων των πολιτών καθίσταται δυνατή η συμμετοχή στο σχηματισμό της βούλησης των πολιτειακών οργάνων και η μεταβολή του συσχετισμού δυνάμεων που αποτύπωνε το Σύνταγμα προς την κατεύθυνση της κοινωνικής δικαιοσύνης και της εμβάθυνσης της δημοκρατίας. Όπως επεσήμαινε κάποτε ο ίδιος ο Μάνεσης: «Η δημοκρατία γίνεται ουσιαστική μόνο όταν η ισότητα και η ελευθερία διευρύνονται και επεκτείνονται, πέρα από το καθαρά νομικο- πολιτικό, και στο οικονομικό και γενικά στο κοινωνικό πεδίο, ώστε να χαρακτηρίζουν την όλη κοινωνική συμβίωση».
Έτσι, η ίδια η ζωή, το έργο και η ακαδημαϊκή διδασκαλία του Αριστόβουλου Μάνεση υπήρξαν συνυφασμένες με την ανάδειξη της καθοριστικής σημασίας της πολιτικής ελευθερίας και του ενεργού ρόλου των πολιτών στην ομαλή λειτουργία του δημοκρατικού πολιτεύματος. Είναι άλλωστε χαρακτηριστικός της βαθιάς του πίστης στην πολιτική ελευθερία ως αναπόσπαστου στοιχείου και θεμελιώδους προϋπόθεσης της ίδιας της δημοκρατίας ο τρόπος με τον οποίο έκλεινε το λόγο του προς τους φοιτητές του το 1968 λίγο πριν την απόλυση του με απόφαση της δικτατορίας λόγω των δημοκρατικών του φρονημάτων. «Όσο μπορώ να διδάσκω το μάθημα του Συνταγματικού Δικαίου θα το διδάσκω ως μάθημα της πολιτικής ελευθερίας. Αν δε το αποψινό μου μάθημα συμβεί να είναι το τελευταίο, θα ήθελα να σας παρακαλέσω να κρατήσετε από τη διδασκαλία μου την ουσία της: τη σημασία της πολιτικής ελευθερίας ως ιστορικής κατάκτησης για την παραπέρα εξέλιξη του κοινωνικού βίου και ως προϋπόθεση για τη γενικότερη απελευθέρωση και καταξίωση του ανθρώπου. Και επειδή θεωρία και πράξη είναι αλληλένδετες, το ουσιώδες είναι να μείνει κανείς ελεύθερος, όρθιος και αλύγιστος απέναντι στους καταναγκαστικούς και ιδεολογικούς μηχανισμούς των κρατούντων. Μην επιτρέψετε να σας εξανδραποδίσουν. Και αν η εξουσία- που τη συμφέρει να έχει παθητικούς και πολιτικά αδιάφορους υπηκόους- σας πει ότι έτσι κάνοντας δεν είστε φρόνιμοι και νοματαγείς πολίτες, αποδείξτε της ότι καλός πολίτης είναι μόνον ο ελεύθερος πολίτης, ο συνειδητός, ενεργός και υπεύθυνος πολίτης». Η ομιλία του αυτή επρόκειτο να αποτελέσει μία από τις πρώτες σημαντικές αντιδικτατορικές εκδηλώσεις και να βάλει τους σπόρους της αφύπνισης των συνειδήσεων της νέας γενιάς που επρόκειτο να αναλάβει το ιστορικό φορτίο του αγώνα κατά της δικτατορίας.
Το κείμενο δημοσιεύθηκε στο ένθετο του Νόστιμον Ήμαρ στον Δρόμο της Αριστεράς, το Σάββατο 4.2.2017
Κάθε Σάββατο κυκλοφορεί στα περίπτερα το έντυπο Νόστιμον Ήμαρ ένθετο στον Δρόμο της Αριστεράς.