Δικαιωση
Προσωπικές ιστορίες γεμάτες πόνο, αγώνα και παραβιάσεις δικαιωμάτων. Κοπέλες που με δύναμη ψυχής και σώματος, βγήκαν ξανά στη ζωή. Άλλες, τέσσερις στον αριθμό, δεν είναι πια ανάμεσά μας. Και οι έντεκα διαπομπευμένες από την εκτελεστική εξουσία, αλλά από σήμερα δικαιωμένες, ύστερα από την απόφαση του Τριμελούς Πλημμελειοδικείου της Αθήνας, με την οποία κηρύχθηκαν ομόφωνα αθώες.
Η ιστορία των γυναικών, οι φωτογραφίες και τα στοιχεία των οποίων παραμένουν αναρτημένα στο διαδίκτυο, έλαβε το ποινικό της τέλος. Οι πολιτικές ευθύνες που προέκυψαν από τη διαπόμπευση τους από το 2012 μέχρι σήμερα, αποτελεί ένα ξεχωριστό κεφάλαιο, για το οποίο η ελληνική Δικαιοσύνη είναι αναρμόδια.
Το δικαστήριο εξέδωσε την ομόφωνη ετυμηγορία του, προκαλώντας τα χειροκροτήματα του ακροατηρίου αλλά και τα δάκρυα χαράς από την πλευρά των αθωωθέντων. Αντίστοιχη ήταν η εισήγηση του εισαγγελέα της έδρας, με την οποία ζητήθηκε η αθώωση των γυναικών από την κατηγορία της βαριάς σωματικής βλάβης κατά συρροή. “Δεν θα αναφερθώ στα όσα προέκυψαν, κατά την ακροαματική διαδικασία, αλλά σε όσα δεν προέκυψαν” ανέφερε ο εισαγγελικός λειτουργός και συνέχισε: “δεν προέκυψε ουδόλως ότι εκδίδονταν, ουδόλως ότι ερχόντουσαν σε σαρκική επαφή χωρίς χρήση προφυλακτικού με άλλα άτομα, ουδόλως -εκτός της πρώτης κατηγορουμένης- ότι γνώριζαν την οροθετικότητά τους. Προϋπόθεση για πρόκληση βαριάς σωματικής βλάβης είναι ο δόλος, η μη χρήση προφύλαξης. Δεν χρειάζεται να επεκταθώ περαιτέρω. Ζητώ να παύσει η ποινική δίωξη για όσες έχουν αποβιώσει και να αθωωθούν οι υπόλοιπες κατηγορούμενες”.
Εκτός από την απαλλαγή τους, το δικαστήριο έκανε την αρχή της αποκατάστασης των εν ζωή γυναικών. Μετά από αίτημα σύσσωμης της υπεράσπισης, έκρινε ότι πλέον καταργεί την εισαγγελική διάταξη με την οποία δημοσιοποιήθηκαν τα προσωπικά στοιχεία των κοριτσιών. Όσο για τα ήδη αναρτημένα δημοσιεύματα, οι συνήγοροι υπεράσπισης έχουν ήδη προσφύγει στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων.
Άλλωστε αυτό ήταν το καθολικό αίτημα όλων των κοριτσιών που απολογήθηκαν το πρωί ενώπιον του Τριμελούς Πλημμελειοδικείου, να αποκατασταθεί το όνομά τους. “Προσπαθώ να κάνω μια καινούργια αρχή να τα αφήσω όλα πίσω. Είμαι καθαρή, έχω βρει μια εθελοντική δουλειά, το ανοσοποιητικό μου είναι δυνατό. Και εργασία επεχείρησα να βρω, αλλά όλα σταμάτησαν λόγω της ιστορίας αυτής. Οποιαδήποτε υγιής σχέση προσπαθώ να κάνω, πάντα φοβάμαι ότι θα μπουν στο ίντερνετ, θα δουν τις φωτογραφίες και θα πρέπει να εξηγώ στον καθένα τί έχει συμβεί” εξήγησε χαρακτηριστικά μία εκ των γυναικών και πρόσθεσε: “Περάσαμε δύσκολα όχι μόνο από αυτή την ιστορία, αλλά για τον τρόπο που έμαθα την οροθετικότητά μου”.
Απολογούμενες οι τέσσερις από τις κατηγορούμενες περιέγραψαν τα δύσκολα χρόνια της εξάρτησής τους από ναρκωτικές ουσίες, αλλά και την ημέρα που προσήχθησαν από την αστυνομία. Όλες τους υποστήριξαν ότι βρέθηκαν χωρίς να το καταλάβουν στο Μεταγωγών, ενώ τους είχαν πει ότι επρόκειτο για εξακρίβωση στοιχείων. Μόνο μία γνώριζε ήδη την οροθετικότητά της. Οι υπόλοιπες το έμαθαν κλεισμένες σε ένα δωμάτιο, εν μέσω στερητικού συνδρόμου.
Εισαγγελέας: Γιατί πιστεύετε ότι σας προσήγαγαν;
Κατηγορούμενη: γιατί αυτή ήταν η εντολή τους τη συγκεκριμένη ημέρα. Να μαζέψουν όλες τις γυναίκες γύρω από την Ομόνοια. Μάζεψαν 90 – 100 γυναίκες. Άδειασαν οι δρόμοι εκείνο το βράδυ. Η αστυνομία συνέλαβε όλες τις γνωστές της φυσιογνωμίες εκείνο το βράδυ και όλες ήταν χρήστες.
Η ίδια κοπέλα υπογράμμισε αμέσως μετά: “Μιλάμε εδώ για συναίνεση προκειμένου να γίνει η εξέταση οροθετικότητας. Όταν είσαι χρήστης αυτές οι λέξεις δεν υπάρχουν τις αντιλαμβάνεται ο κόσμος. Ως χρήστρια θα υπέγραφα ό τι μου έδιναν για να φύγω, να κάνω τη δόση μου. Όταν γινόταν η εξέταση, κατάλαβα ότι πρέπει να ανοίξω το στόμα μου, αλλά δεν ήξερα γιατί. Η ίδια είχα καταπατήσει τα δικαιώματά μου. Αυτό όμως δεν κάνει εκείνους νόμιμους”.