Άρθρο του Ashoka Mody
Ο τελευταίος γύρος των αντιπαραθέσεων ανάμεσα στην Ελλάδα και τους Ευρωπαίους πιστωτές της έδειξε για άλλη μια φορά ότι χώρες με τόσο διαφορετικές οικονομίες δεν θα έπρεπε ποτέ να έχουν εισέλθει σε νομισματική ένωση. Θα ήταν καλύτερα για όλους τους εμπλεκόμενους, όμως, αν η Γερμανία και όχι η Ελλάδα ήταν η πρώτη που θα έβγαινε απο το ευρώ.
Μετά από μήνες εξαντλητικών διαπραγματεύσεων, αντεγκλήσεων και ανατροπών, είναι δύσκολο να δούμε κάποιον να βγαίνει νικητής. Η συμφωνία που επίτευξε η Ελλάδα με τους πιστωτές της – αν διαρκέσει – επιδιώκει την ίδια οικονομική στρατηγική που έχει αποτύχει επανειλημμένα να θεραπεύσει τη χώρα. Οι Έλληνες θα βρεθούν αντιμέτωποι με ακόμα πιό βάναυση λιτότητα από αυτήν που καταψηφίσαν.στο δημοψήφισμα. Οι πιστωτές επίσης θα λάβουν μετά από αυτά τα μέτρα πιθανώς ακόμη λιγότερα χρήματα από αυτά που θα λάμβαναπό ένα πακέτο μειωμένης λιτότητας και άμεσης ανακούφισης του χρέους.
Τούτου λεχθέντος, η επικεφαλής των πιστωτών, η Γερμανία, προσέφερε στην Ευρώπη μια υπηρεσία: Με την πρότασή της να βγεί η Ελλάδα βγει από το ευρώ έσπασε ένα πολιτικό ταμπού.
Για δεκαετίες, οι πολιτικοί προττάσαν στο κοινό το ενιαίο νόμισμα ως σύμβολο της ευρωπαϊκής εννότητας, παρά τις ατελείς οικονομικά συνθήκες για την επίτευξη ενός τέτοιου σχεδίου που είχε επισημάνει ήδη από το 1971 ο καθηγητής του Cambridge Νικόλαος Kaldor. Αυτό άλλαξε στις 11 Ιουλίου, όταν οι Ευρωπαίοι υπουργοί Οικονομικών συμφώνησαν ότι θα μπορούσε να είναι απολύτως λογικό και πρακτικό για μια χώρα-μέλος να φύγει. “Σε περίπτωση που δεν επιτευχθεί συμφωνία», είπαν, «η Ελλάδα θα πρέπει να μπει σε ταχείες διαπραγματεύσεις για το ενδεχόμενο ενός time-out (χρονικής περιόδου ετών εξόδου από το ευρώ).”
Τώρα που η ιδέα της εξόδου είναι στο τραπέζι, όμως, αξίζει να εξετάσουμε πέρα από την τρέχουσα πολιτική πραγματικότητα και ποιος είναι αυτός που πρέπει να φύγει. Εάν η Ελλάδα φύγει, πιθανώς ακολουθούμενη από την Πορτογαλία και την Ιταλία κατά τα επόμενα έτη, τα νέα νομίσματα των χωρών θα σημειώσουν ραγδαία πτώση της αξίας τους. Αυτό θα τα καθιστά αδύνατα να πληρώσουν τα χρέη σε ευρώ, προκαλώντας κινδύνους υπερχείλισης. Αν και η υποτίμηση του νομίσματος τους θα μπορούσε ενδεχομένως να κάνει τις οικονομίες τους πιο ανταγωνιστικές, οι οικονομικές πληγές θα παραταθούν και θα επεκταθούν απόφευκτα πέρα από τα σύνορά τους.
Εάν, ωστόσο, η Γερμανία εγκατέλειπε τη ζώνη του ευρώ – όπως έχουν προτείνει σημαίνοντες προσωπικότητες, συμπεριλαμβανομένων διακεκριμένων επιστημόνων και αναλυτών σαν τον Κένεθ Γκρίφιν του Πανεπιστήμιου του Σικάγου ή ο οικονομολόγος Anil Kashyap και ο επενδυτής George Soros – πραγματικά κανείς δεν θα έβγαινε χαμένος.
Η επιστροφή της Γερμανίας στο γερμανικό μάρκο θα προκαλούσε την άμεση πτώση της αξίας του ευρώ, δίνοντας στις υπόλοιπες χώρες στην περιφέρεια της Ευρώπης μια ιδιαίτερα αναγκαία ώθηση στον τομέα της ανταγωνιστικότητας. Η Ιταλία και η Πορτογαλία έχουν περίπου το ίδιο ακαθάριστο εγχώριο προϊόν σήμερα, όπως όταν εισήχθησαν στο ευρώ, και η ελληνική οικονομία, η οποία καταρρέει, τώρα κινδυνεύει να πέσει κάτω από το σημείο εκκίνησης. Το αδύναμο ευρώ θα δώσει την ευκαιρία στα κράτη αυτά για δυναμική έναρξη της ανάπτυξης. Εάν, όπως είναι πιθανό, η Ολλανδία, το Βέλγιο, η Αυστρία και η Φινλανδία ακολούθησαν το παράδειγμά της Γερμανίας, ίσως για να σχηματίσουν ένα νέο ενιαίο μεταξύ νόμισμα, το ευρώ θα υποτιμηθεί ακόμη περισσότερο.
Η αναστάτωση από μια γερμανική έξοδο θα ήταν ήσσονος σημασίας. Επειδή ένα γερμανικό μάρκο θα αγοράζει περισσότερα αγαθά και υπηρεσίες στην Ευρώπη (και στον υπόλοιπο κόσμο) από ό, τι κάνει σήμερα το ευρώ, οι Γερμανοί θα γίνουν ραγδαία πλουσιότεροι . Τα περιουσιακά στοιχεία της Γερμανίας στο εξωτερικό θα άξιζουν βέβαια λιγότερο λόγω της πολύ μεγαλύτερης αξίας του γερμανικού μάρκου, αλλά έτσι τα γερμανικά χρέη θα είναι ευκολότερο να αποπληρωθούν.
Κάποιοι Γερμανοί ανησυχούν ότι ένας πανίσχυρο σε αξία γερμανικό μάρκο θα καθιστούσε τις εξαγωγές τους λιγότερο ανταγωνιστικές στο εξωτερικό. Αυτό είναι πραγματικά ένα επιθυμητό αποτέλεσμα για τον υπόλοιπο κόσμο – αλλά ακόμα και για τη Γερμανία. Για χρόνια, η Γερμανία έχει τρέξει ένα μεγάλο πλεόνασμα στο ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών, πράγμα που σημαίνει ότι πουλάει πολύ περισσότερο από ό, τι αγοράζει. Το χάσμα έχει αυξηθεί μόνο από την αρχή της κρίσης, φθάνοντας σε νέο ρεκόρ των € 215 300 000 000 ($ 244 δισεκατομμύρια) το 2014. Οι εν λόγω ανεπαρκής γερμανική ζήτηση εξασθενεί την παγκόσμια ανάπτυξη, η οποία είναι ο λόγος που το αμερικανικό υπουργείο Οικονομικών και το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο έχουν από καιρό ωθήσει τη χώρα να κάνει περισσότερες εισαγωγές. Ακόμη και η Ευρωπαϊκή Επιτροπή κατέληξε στο συμπέρασμα ότι η τρέχουσα λογιστική ανισορροπία της Γερμανίας είναι «υπερβολική».
Οι Γερμανοί ξέρουν πώς να ζήσουν με μια ισχυρότερη συναλλαγματική ισοτιμία. Πριν από την εισαγωγή του ευρώ, το γερμανικό μάρκο συνεχώς αποκτούσε και μεγαλύτερη αξία. Οι Γερμανικές εταιρείες προσαρμόστηκαν στο φαινόμενο αυτό με την παραγωγή προϊόντων υψηλότερης ποιότητας. Αν επαναφέρουν το νόμισμά τους τώρα, θα τους δώσει ένα νέο κίνητρο για τη βελτίωση της παραγωγικότητας που έμεινε πιο στάσιμη όσον αφορά την ποιότητα των υπηρεσιών μετά την είσοδο τους στο ευρώ.
Ίσως το μεγαλύτερο κέρδος θα είναι πολιτικό. Η Γερμανία απολαμβάνει το ρόλο του ηγεμόνα στην Ευρώπη, αλλά έχει αποδειχθεί απρόθυμη να αναλάβει το κόστος. Παίζοντας το ρόλο να ασκεί ένα ανήθικο “bullying” δημιουργόντας κλίμα φόβου στα υπόλοιπα κράτη, έχει δημιουργήσει αρνητικό κλίμα στην Ευρωπαική Κοινότητα. Αντί να δημιουργείται έμπρακτα μια διαρκώς στενότερη ένωση στην Ευρώπη, οι Γερμανοί θέτουν σε κίνδυνο τον ευαίσθητο ιστό της. Για να μείνουν “δεμένα”, τα έθνη της Ευρώπης μπορεί να χρειαστεί να χαλαρώσουν τους δεσμούς που τους συνδέουν τόσο σφιχτά.