Δεν είναι θέμα πίστης. Είναι απλά θέμα ποίησης.
Δεν είναι θέμα πίστης. Όχι δικής μου τουλάχιστον. Δεν έχει να κάνει με γονυκλισίες και φωταγωγημένες προσευχές. Δεν είναι η εκπλήρωση έρπειν κάποιου τάματος σε άγιο που καρτερεί. Δε μιλάμε για ιερείς ενδεδυμένους τα χρυσά προς ικανοποίηση κάποια θείας ματαιοδοξίας. Δεν είναι τα φιλιά στις εικόνες και τα κομματάκια του άγιου ξύλου κάτω απʼ το προσκεφάλι. Δεν είναι οι περιφερόμενοι (κερματοδέκτες) δίσκοι με χίλιες αφορμές που στο βάθος υπόσχονται το αιώνιο. Δεν είναι οι εκδρομές στα μοναστήρια και το πηχτό σκοτάδι των κατηχητικών. Είναι απλά θέμα ποίησης.
Η πίστη είναι θέμα τόσο προσωπικό που δε χωράει σε καμιά συζήτηση. Δεν έχεις να πείσεις, δεν έχεις να προσηλυτίσεις, δεν έχεις να νικήσεις κανέναν. Άσε τους όλους να λένε, να κράζουν, να ουρλιάζουν, να χλευάζουν. Πιστεύεις μόνο για σένα, σε χίλιους δυο μικρούς ή σε έναν μεγάλο θεό, πιστεύεις με τον τρόπο σου, για τους λόγους, τις σκέψεις, τα αισθήματά σου. Η πίστη σου είναι τα μέσα γράμματα του δαχτυλιδιού που κουβαλάς πάνω σου, είναι οι εσώκλειστες λέξεις σε ένα συρτάρι που δε θα στείλεις ποτέ στον εκδότη. Η πίστη κινεί βουνά γιατί είναι το αντιγύρισμα του θαύματος ως προσωπική ικανότητα και δύναμη.
Οι ημέρες της σαρακοστής προετοιμάζουν τον χριστιανό, το σώμα και το πνεύμα του, για τη θλίψη της Μεγάλης Εβδομάδας και τη μετέπειτα χαρά της Ανάστασης. Σε αυτό το διάστημα, κάθε Παρασκευή, ακούγονται οι ύμνοι των Χαιρετισμών προς την Παναγία. Είναι οι ευχαριστίες των Βυζαντινών προς τη θηλυκή θεία παρουσία του Χριστιανισμού για τη σωτηρία της Πόλης από την πολιορκία των Περσών και των Αβάρων. Είναι το προοίμιο του Ακάθιστου Ύμνου και οι 24 οίκοι (τροπάρια) που το ακολουθούν. Είναι ίσως το ομορφότερο κείμενο μιας θρησκείας που προσείλκυσε μέσα στους αιώνες μερικές από τις λυρικότερες πένες της ανθρωπότητας. Οι Χαιρετισμοί και η αποδοχή του κάλλους τους δεν είναι θέμα πίστης. Είναι απλά θέμα ποίησης!
Χαίρε, ύψος δυσανάβατον ανθρωπίνοις λογισμοίς
χαίρε, βάθος δυσθεώρητον και Αγγέλων οφθαλμοίς.
(Χαίρε, ύψος δύσκολο στο να φτάσουν οι ανθρώπινοι λογισμοί
χαίρε, βάθος που αδυνατούν να δουν ακόμη και των Αγγέλων τα μάτια.)
Κοιτάζω ψηλά και το μυαλό μου δεν το χωράει. Παιχνίδι για πιτσιρίκια το Humble δεν έχει τρόπο να φτάσει εκεί που η γυναίκα κάνει τους περιπάτους της. Είναι αυτής η χάρη που δικαιολογεί και επιβάλλει το άνω-θρόσκω του ονόματός μας. Και το εσώτερο βάθος της, τα συναισθήματά της, ποιων αγγέλων μάτια μπορούν να το προσεγγίσουν; Δυσθεώρητο ακόμη και για τους αρπιστές των ουρανών.
Χαίρε, διʼ ής νεουργείται η κτίσης
χαίρε, διʼ ής βρεφουργείται ο Κτίσης.
(Χαίρε, εσύ που εξαιτίας σου ξαναγεννιέται η κτίση
χαίρε, εσύ που εξαιτίας σου γίνεται πάλι μωρό ο Κτίστης.)
Ζωοδότρα μου, είσαι η διάμεσος ώστε ό,τι έχει καεί, ό,τι έχει σαπίσει, ό,τι το φτάσαμε στα όρια του τέλους του, να ξαναγεννηθεί. Ο άνθρωπος είναι η ευχή αλλά και η κατάρα αυτού του τόπου. Εσύ, κυρία μου, θα του δώσεις ξανά μια ευκαιρία. Θα φτιάξεις ό,τι χάλασε, θα λάμψεις ό,τι ξεθώριασε, θα φωτίσεις ό,τι σκοτείνιασε. Εσύ θα γίνεις και μητέρα και γεννήτρα αυτού που κάποτε έφτιαξε τα πάντα. Και δεν είναι παράδοξο. Εσύ, δίπλα στον καθένα αλλάζεις τη ροή των χρόνων, κάνεις καρδιές να τρέχουν πιο γρήγορα, αντοχές να μεγαλώνουν τα όριά τους. Ο Κτίστης είναι πάλι παιδί, είναι πάλι βρέφος, είναι πάλι τα πρώτα βήματα στη γη, στην άδεια γη. Αλλά ξανά έχει εκείνη τη φλόγα μέσα του για να δημιουργήσει, να φτιάξει ακόμη πιο όμορφα, με περισσότερο μπλε, με πιο έντονο πράσινο, ακόμη πιο ευωδιαστά.
Χαίρε, κλίμαξ επουράνιε, διʼ ής κατέβη ο Θεός
χαίρε, γέφυρα μετάγουσα τους εκ γης προς Ουρανόν.
(Χαίρε, σκάλα επουράνια που από σένα κατέβηκε ο Θεός
χαίρε, γέφυρα που πηγαίνεις όσους είναι στη γη στον ουρανό.)
Κι αν ας πούμε ότι ο Θεός είναι εκεί πάνω, ποιον θα διαλέξει κορίτσι μου για να κατέβει, αν όχι εσένα; Αν ας πούμε ένας μεγαλοδύναμος, παντοδύναμος και πάνσοφος κατοικεί κάπου ψηλά, με τι θα καταδεχτεί να έρθει στη γη αν όχι με το κορμί σου; Πες μου, ποιος ποτέ είπε κάτι διαφορετικό, ποιος ισχυρίστηκε το αντίθετο και πού διάολο περιφέρει την αθλιότητά του τώρα; Όσο για εμάς, για το ελάχιστο της ύπαρξής μας, το λίγο της ανάσας και τη γοητείας μας, περπατώντας στις καμπύλες σου, σερνάμενοι στους δρόμους σου επιζητούμε την εξύψωση. Τη ρεαλιστική μεταφορά μας στον ουρανό. Μόνο εσύ μπορείς να υπάρξεις η γέφυρα που θα δώσει την ευκαιρία στα μυρμήγκια να ξεχειμωνιάσουν στα σύννεφα.
Χαίρε, ότι λειμώνα της τρυφής αναθάλλεις
χαίρε, ότι λιμένα των ψυχών ετοιμάζεις.
(Χαίρε, γιατί της απόλαυσης λιβάδι κάνεις να ανθίσει
χαίρε, γιατί των ψυχών λιμάνι ετοιμάζεις.)
Αισθήματα που κοιμόνταν αιώνες, πνευματικές απολαύσεις που θεωρούσαμε για πάντα χαμένες, τρέμουλα που παρέπεμπαν σε εφηβικές ανατριχίλες, ονειρώξεις που νομίζαμε ότι τις έχει κάψει η πάχνη, όλα μα όλα ανθίζουν ξανά. Στους λειμώνες σου φυτρώνει ζωή που ξέρει να υπάρχει εν σπασμώ, που διεκδικεί το βιώνειν ερωτικώς σε διάρκεια. Κι όσοι εκδιωχθούν, όσοι δεν είναι κατανοητοί, όσοι ζητήσουν σε κλίνες άσυλο, σε κόρφους μαξιλάρια, σε χείλη δροσιά και δε γίνουν δεκτοί, το λιμάνι σου θα είναι το απάγγιο τους, το απόγονο στις πνευματικές αγκυλώσεις, στην ερωτική μισαλλοδοξία, στον δυνάμει ευνουχισμό τους.
*Οι χαιρετισμοί στη Γυναίκα, στη Θεά, στη Δέσποινα, στην Παναγία συνεχίζονται. Από τους 144 τέτοιους ερανίστηκα μόνον 8, απλά για να δώσω ένα δείγμα αυτών των στίχων, μια ιδέα της λατρείας του στιχουργού, του πάθους του να της γίνει αρεστός.
*Φωτογραφία: Η ”Πιετά” του Μιχαήλ Άγγελου