Από τον Αντώνη Καββαδία
Δεν ξεχνιέται εκείνη η Κυριακή, την επόμενη της δολοφονίας. Δεν ξεχνιέται εκείνη η τρομακτική σιγή των χιλιάδων στην προσυγκέντρωση της Πατησίων. Εκείνο το συναίσθημα του “πού θα πάμε τώρα;”. Δεν ξεχνιέται η μετατροπή του φόβου σε οργή, όταν αντικρίσαμε την Αλεξάνδρας. Εκείνο το “θα φτάσουμε ΓΑΔΑ” πάση θυσία. Εκείνη η απόλυτη πεποίθηση χρέους να μην υποχωρήσουμε κι ας πνιγόμασταν κυριολεκτικά απ’ τα χημικά.
Δεν ξεχνιέται εκείνος ο Δεκέμβρης του 2008. Ο μήνας που διαμόρφωσε συνειδήσεις μιας ολόκληρης γενιάς. Για άλλους πρόσκαιρες, για τους περισσότερους ζωής. Δεν ξεχνιέται πόσο πολύ περισσότερο αγάπησα τη μάνα μου (όλες αυτές τις μανάδες), που κάθε μέρα αγόραζε ρούχα γιατί τα προηγούμενα έζεχναν χημικό, όσο κι αν πλένονταν. Που ήξερα ότι έτρεμε, αλλά όταν κουράστηκα από το δουλειά-κέντρο-σπίτι κ είπα “δεν πάω σήμερα”, με πήρε κ με σήκωσε.
Εκείνα τα κορίτσια, που δεν τα ξαναείδαμε ποτέ, που μας έσυραν λιπόθυμους απ’ την Βουκουρεστίου ή την Αμερικής (δε θυμάμαι καλά) όταν μας εγκλώβισαν τα ΜΑΤ κ δεν έφευγαν αν δεν βεβαιώνονταν ότι πέσαμε.
Που αυτό το “μας” ήταν 9 στις 10 και ο πατέρας μου, που εκείνες τις εποχές τον ψιλοδούλευα για συμβιβασμό, γραφειοκρατία, κλπ, αλλά από τότε δεν ξανατόλμησα.
Δεν ξεχνιέται εκείνος ο τύπος, πελάτης στο κατάστημα της Πατησίων του ΤΤ, που δεν τον έπαιρνε το μάτι σου. Ο καθόλα νοικοκυραίος οπτικά, που έβαλε τις φωνές σε έναν Ζητά, που πήρε τη σειρά των άλλων, γιατί “αυτές τις μέρες θα έπρεπε να είναι πιο σεμνός και να μην προκαλεί” και το μάτι του γυάλιζε απο θυμό κ μετά ήρθε στο ταμείο και σχεδόν συνομωτικά ανταλάξαμε χειραψίες.
Αυτές οι μέρες θα είναι για πάντα συναισθηματικά φορτισμένες. Γιατί ένας ολόκληρος κόσμος κοίταξε το θηρίο κατάματα, αλλά δεν υποχώρησε. Γιατί ήξερε ότι ανά πάσα στιγμή θα μπορούσε να “εξοστρακισθεί” και μια δεύτερη σφαίρα, αλλά δεν το διαπραγματεύτηκε.
Τον Αλέξη δεν τον ξέραμε. Αυτές θα είναι πάντα οι μέρες του. Αλλιώτικες, διαφορετικές, αλλά δικές του.