Σπούδασε πιάνο, κιθάρα και θεωρητικά στο Εθνικό Ωδείο, με καθηγητές τον Βούρτση και τον Δραγατάκη. Συνέχισε τις σπουδές του στο Πανεπιστήμιο του Ιλλινόις, στο Σικάγο, από το 1974 μέχρι το 1978, ενώ παράλληλα ασχολείται με το ελληνικό τραγούδι. Εκεί γνώρισε και τη γυναίκα του Πέγκυ, την “αιώνια” σύντροφό του.
Μετά το 1980 εγκαταστάθηκε οριστικά στην Ελλάδα. Στην ιδιαίτερη πατρίδα του, τη Ζάκυνθο, οργάνωσε τις “Γιορτές Τέχνης και Λόγου”, δημιούργησε το συγκρότημα “Ασκηταριό”, το “Κάλβειο Κέντρο Μουσικών Μελετών” και το “Κάλβειο Ωδείο”.
«Ηταν το ίνδαλμα των νέων εδώ. Στα 25-28 του συσπείρωσε την καλλιτεχνική Ζάκυνθο γύρω του, ανέδειξε τραγούδια, ποιήματα, μνημεία, που δεν τους έδιναν σημασία και ήταν σκόρπια, έκανε τις γιορτές του “Ασκηταριού”. Είχαμε μια πόρτα να χτυπήσουμε κι έναν άνθρωπο να συνεννοηθούμε. Εφτιαξε το Κάλβειο Ωδείο, έφερε καθηγητές, έχουν βγει τόσα παιδιά, τόσα μαντολίνα, απ’ αυτό»[1]
Από το 1985 θα ενδιαφερθεί για τον Κυπριακό Αγώνα ενεργά, διοργανώνοντας Φεστιβάλ, μουσικές εκδηλώσεις και πορείες. Παράλληλα, θα ιδρύσει το Μουσικό Σχολείο της Μυκόνου, το Μουσικό Σχολείο του Δήμου Αλίμου, ενώ συμμετείχε στη δημιουργία του πρώτου, στην Ελλάδα, Λαϊκού Σχολείου Παραδοσιακής Μουσικής, με τον Αριστείδη Μόσχο. Ίδρυσε το σύνολο “Ραψωδοί” με το οποίο παρουσίασε μουσικές εκδηλώσεις σε αρχαίους χώρους. Θα γράψει χορωδιακά τραγούδια, ενώ θα καταγράψει δισκογραφικά τις εθνομουσικολογικές του έρευνες.
Αυτές οι καταγραφές θα μπορούσαμε να πούμε πως τον οδήγησαν και στο έργο “Σκιές”, σε ποίηση δική του, με το κυπριακό φωνητικό σύνολο “Διάσταση” και τη μεσόφωνο Ηλέκτρα Βάργκα. Το έργο δισκογραφήθηκε το 1987. Σημαντικό έργο του είναι και οι “Ρωγμές”, για ορχήστρα μαντολινάτας. (Κυκλοφόρησε το 1992) Το 1986 γράφει τα έργα “Ολυμπιείον” και “Ουράνιος Μύθος”. Το 1987 θα γράψει το χορόδραμα “Ίνα τι” σε ποίηση δική του και του Δαβίδ, που θα δισκογραφηθεί το 1992.
Θα γράψει, επίσης, φωνητικές ραψωδίες και τραγούδια σε στίχους δικούς του, αλλά και σύγχρονων Ελλήνων ποιητών, αρχίζοντας το 1979 με τον “Ήλιο τον ηλιάτορα”, του Ελύτη, που δισκογραφεί το 1982. Μεγάλη επιτυχία θα γίνει το τραγούδι “Όμορφη και παράξενη πατρίδα”, αλλά και τα “Να κλαις”, “Γεια σου κύριε Μενεξέ”, “Μωβ”. Έχουν κυκλοφορήσει επίσης οι δίσκοι του: “Ο Αη-λαός” (1983), “Εδώ που γεννηθήκαμε” (1983), “Του Σολωμού και της Ζάκυνθος” (1986), “΄Εργα για ορχήστρα νυκτών οργάνων” (1989), “Των Αθανάτων” (1994). Η πιο προσωπική δουλεία του, η “Ερωτική Πρόβα”, είναι ουσιαστικά ένα χορόδραμα όπου αναζητεί τη λύτρωση περιγράφοντας –με μουσική και ποίηση- την πορεία προς το τέλος. Έχοντας επίγνωση του δικού του τέλους που πλησιάζει, βρίσκει την τεράστια καλλιτεχνική δύναμη να γράψει αυτό το έργο, το 1989…Ο δίσκος θα κυκλοφορήσει το 1991.
Στις 11 Απριλίου του 1991, ο Δημήτρης Λάγιος πεθαίνει από καρκίνο. Ήταν μόλις τριάντα οκτώ χρονών. Με το θάνατό του, η ελληνική μουσική χάνει πρόωρα έναν εξαιρετικό συνθέτη και τραγουδοποιό που, σίγουρα, είχε πολλά να προσφέρει ακόμα. Ήταν ένας αγνός και άδολος άνθρωπος, υπόδειγμα καλλιτέχνη αξιόμαχου, με υψηλούς στόχους.
[1] Αφήγηση του Δημήτρη Αβούρη στο άρθρο Ένα πολιτιστικό χωριό, του Γιώργου Βιδάλη από την εφημερίδα Ελευθεροτυπία – 11/08/2001