Από τον Υάκινθο Κασσαδίνη
Πρέπει να είχαν περάσει τουλάχιστον δεκαπέντε λεπτά. Καθόταν μπροστά από τον πάγκο με τα ζαρζαβατικά. Κοιτούσε μια τη ρόκα, μια το τζίντζερ. Ένιωθε κενός. Κάθε μέρα σηκωνόταν αργά από το κρεβάτι. Βαριεστημένος. Έβαζε μια κάψουλα στη μηχανή του εσπρέσο που είχε βάλει με δόσεις στην πιστωτική του αδερφού του. Έπινε τον καφέ. Έμπαινε στο ασανσέρ και έβγαινε στους δρόμους της Νέας Σμύρνης. Καλή γειτονιά. Δεν λέω. Οικογενειακή. Με λιγότερους στρατιωτικούς απ΄ότι στου Παπάγου. Περισσότερους εμπόρους από το Χαλάνδρι. Και λιγότερα συνεργεία από το Νέο Κόσμο.
Τα μεσημέρια μαγείρευε. Την τελευταία περίοδο προσπαθούσε να διευρύνει τους γαστρονομικούς του ορίζοντες. Κάτι οι εκπομπές μαγειρικής στην τηλεόραση. Κάτι που είχε κάνει follow τον Άρη Πετρετζίκη στο facebook. Προσπαθούσε. Σήμερα θα έφτιαχνε κοτόπουλο πίρι πίρι. Τέσσερα μπούτια κοτόπουλο, μείγμα μπαχαρικών πίρι πίρι, πράσινες, κόκκινες, κίτρινες πιπεριές. Να ‘σου και το ρύζι το μπασμάτι. Αυτό, το ανατολίτικο.
Βγήκε από το μπακαλικάκι φορτωμένος. Δεν τα ακουμπούσε στα Super Market. Προτιμούσε το μπακάλικο της γειτονιάς. Και ας τον χρέωνε 25% πάνω σε όλα τα προϊόντα. Κατάλοιπα από την εξωκοινοβουλευτική Αριστερά βλέπετε. Αυτά του τα είχε μάθει μια γκόμενα που είχε παλιά. Χώρισαν όταν της αποκάλυψε ότι ψήφισε Τσίπρα τον Σεπτέμβριο του 2015. Εκείνη είχε μόλις γυρίσει από τη γιόγκα. Τους άκουσε όλη η Νέα Σμύρνη. Αλλά αυτός ανένδοτος. Τον πίστευε και τον πιστεύει τον Αλέξη. Γιατί ποιά είναι η εναλλακτική δηλαδή; Να έρθει ο Κυριάκος, με τον Άδωνι, τον Δένδια και τον Βορίδη; Χωρίσανε λοιπόν και εκείνος έμεινε μόνος στο τριάρι που είχε κληρονομήσει από τον παππού του, τον εφοριακό. Όχι τον άλλο τον αντάρτη που πέθανε στη ψάθα.
Περπατούσε χαμένος στις σκέψεις του. Δεν είναι εύκολο πράγμα η μοναξιά βλέπετε. Τα Σάββατα έβγαινε ξημερώματα από το σπίτι, αφού τα έπινε μόνος του στο σαλόνι ακούγοντας βινύλια. Πήγαινε σε γνωστό αφτεράδικο της πόλης και συζητούσε με εναλλακτικά γκομενάκια, πρώην μπουζουκόβιες, που η κρίση τις έριξε στο alternative. «Μαρία, Γιώτα, Κλεοπάτρα, Εύη». «Με τι ασχολείσαι;». «Πού μένεις;». «Πού έκανες μεταπτυχιακό;». Υποκριτικό ενδιαφέρον, διαδικαστικές ερωτήσεις, διαδικαστικά χαμόγελα σε διαδικαστικά χρόνια. Ξημερώματα έπαιρνε τον δρόμο για το σπίτι. Έτρωγε και μια ζεστή τυρόπιτα με σφολιάτα από τον φούρνο της γειτονιάς. Ξάπλωνε στο κρεβάτι και κοιτούσε το ταβάνι. Μέτραγε τις ανάσες του μέχρι να τον πάρει στην αγκαλιά του ο Μορφέας.
Πότε πέρασαν τα χρόνια; Τι έκανα τόσο καιρό; Ποιος είμαι και πού πάω; Ερωτήματα. Σταμάτησε στο περίπτερο να πάρει τσιγάρα. «Απεταξάμην τον Καλογρίτσα». «Βατερλώ για Μαξίμου». «Μπαμ με Ιβάν». «Με το ΚΚΕ στην Αντεπίθεση». «Νίκος Αλέφαντος στο ΦΩΣ: Θα είναι αμαρτία αν χάσει ο Ολυμπιακός το πρωτάθλημα από τα χοντρά λάθη που κάνει αυτός ο προπονητής». Μια χώρα σε καθεστώς σύγχυσης. Τηλεοπτικές άδειες, χωρισμός Μπράντ Πιτ και Ατζελίνας, Ντόρτμουντ – Ρεάλ θα το παίξω κόντρα».
Φορτωμένος με τις σακούλες και το τσιγάρο να καίει στο στόμα του έφτασε μπροστά στην πενταώροφη πολυκατοικία. Ασανσέρ. Κλειδί στην πόρτα. Κουζίνα. Κατσαρόλα στο μάτι και ένα κουτάλι της σούπας ελαιόλαδο από τη Μεσσηνία. Έβαλε το ραδιόφωνο, μόνιμα «στο Κόκκινο», «αντιπαράθεση πριν τη ψηφοφορία για τα προαπαιτούμενα – Τι λένε οι Οικολόγοι Πράσινοι για ΕΥΔΑΠ, ΕΥΑΘ».
Άνοιξε τη βρύση να πλύνει τα λαχανικά. Το νερό έτρεχε πάνω στα χέρια του. Κοίταξε έξω από το παράθυρο τη τσιμεντούπολη. Νερό, ιδιωτικοποιήσεις, αριστερά, κανάλια, θατσερισμός και πίρι πίρι.
Ένα δάκρυ κύλησε στο μάγουλο του.
Ξέχασε να πάρει το ματσάκι με τον μαϊντανό.
Υάκινθος Κασσαδίνης, για το Νόστιμον ήμαρ