Χιλιάδες φόροι έχουν κατακλύσει τη ζωή μας στην όμορφη μνημονιακή Ελλάδα.Φόροι πάνω στους φόρους και λίγοι ακόμα φόροι. Μια πρωτοφανής επίθεση στα πορτοφόλια και στα λιγοστά πια υπάρχοντα των πολιτών από μια κυβέρνηση που πρώτιστο μέλημά της είναι η αποπληρωμή των ληστρικών δανείων που έχουν συνάψει οι προηγούμενες κυβερνήσεις, τις οποίες ήθελε τόσο να ανατρέψει ούσα αντιπολίτευση, μα τώρα από θέση ισχύος συνεχίζει ακόμα πιο λυσσαλέα το καταστροφικό τους έργο.
Τελευταία πράξη τους δράματος, η προχτεσινή τροπολογία που απελευθερώνει την κατάσχεση πρώτης κατοικίας από τις τράπεζες. Τελικά το «κανένα σπίτι στα χέρια τραπεζίτη», έγινε μετά την μνημονιακή αποκάλυψη του ΣΥΡΙΖΑ, «κανένα σπίτι στα χέρια ιδιοκτήτη».
Και έχοντας πια απομυζήσει τις τελευταίες σταγόνες ρευστού από τα ασφαλιστικά ταμεία και τα αποθεματικά των πανεπιστημίων, μετά το εγκληματικό PSI, και εφόσον ούτε για αστείο πια δεν καταργεί τον ΕΝΦΙΑ και όλα τα υπόλοιπα χαράτσια, στύβει το (λιγοστό) μυαλό της να εφεύρει νέους φόρους και νέα έσοδα.
Δεν θα τα βρεί. Αυτός ο παραλογισμός τελείωσε όταν τελείωσαν και τα τελευταία χρήματα των χαμηλών τάξεων που με τόση λατρεία κατατρέχει. Κόντρα σε οποιαδήποτε προεκλογική της δέσμευση, χέρι-χέρι με τις διαταγές των δανειστών της, αυτή η κυβέρνηση παίζει τα τελευταία χαρτιά της ανοχής μιας πλήρως διαλυμένης κοινωνίας, της οποίας ο ιστός διαρρηγνύεται συστηματικά και αμετάκλητα όλα αυτά τα χρόνια του σωσμού, που δυστυχώς ποτέ δεν θα έρθει.
Εμείς όμως, θέλοντας να βοηθήσουμε την «αριστερή» μας κυβέρνηση στη συλλογή έξτρα φόρων, επισπεύδουμε την κατάρρευση του «κοινωνικού συμβολαίου». Ένα συμβόλαιο κουρέλι πια στα χέρια των αγορών, που τόσο εύκολα κλονίζονται και ταράζονται, έτσι ώστε να γκρεμιστούν τα πάντα επιτέλους και κάτι καινούργιο να γεννηθεί, και να πάψουμε, σύμφωνα πάντα και με τα λόγια του Ιταλού πολιτικού φιλοσόφου Αντόνιο Γκράμσι, να ζούμε στην εποχή των τεράτων.
Βρίσκουμε τρόπους συλλογής μερικών ακόμα φόρων, παίρνοντας ιδέες από την ιστορία και από ηγέτες που χαρακτηρίστηκαν ως «μεγάλοι» από τους αυλοκόλακές τους (ο Βολταίρος ήταν ο μεγαλύτερος και πιο εξωνημένος από αυτούς), ενώ στην πραγματικότητα υπήρξαν τύραννοι και δολοφόνοι λαών, ιδεών και πολιτισμών.
Στο εκπληκτικό βιβλίο του αγωνιστή, δημοσιογράφου και ιστορικού, Κυριάκου Σιμόπουλου (γνωστού ως «Ανταίος»), «Ο Μύθος των Μεγάλων της Ιστορίας» εκδόσεις Πιρόγα, διαβάζουμε για τους ολετήρες της ανθρωπότητας όπως ο Μέγας Αλέξανδρος, ο «Μέγας» Κωνσταντίνος, ο Καρλομάγνος, ο Ναπολέοντας και άλλοι. Με συγκλονιστικά στοιχεία και με την τεράστια βιβλιογραφία που έχει συλλέξει, ανατρέπει αυτά που η ιστορία παρουσιάζει ως δεδομένα και καταδεικνύει τη βαρβαρότητα της εξουσίας και πως αυτή εξοντώνει τον πολιτισμό.
Στη σελίδα 385, διαβάζουμε για την εξοντωτική φορολογία που επέβαλε ο Τσάρος της Ρωσίας, Πέτρος ο Α’, στους υπηκόους του προκειμένου να συντηρήσει τους παράλογους πολέμους και να μπορεί ο ίδιος και η βασιλική του κουστωδία να ζει μέσα στον εξωφρενικό πλούτο και τη χλιδή, ενώ ο λαός υποφέρει και πεθαίνει κατά χιλιάδες.
«Αποκλειστική ενασχόληση του τσάρου, ο πόλεμος, η στρατολογία, η απάνθρωπη οικονομική καταπίεση του ρωσικού λαού. Άπληστος και ανελέητος αναζητεί νέες πηγές εσόδων. Το 1708 συγκροτεί ειδική υπηρεσία με αποστολή την επινόηση πρόσθετων πόρων από απροσδόκητες πηγές. Επιβάλλει φόρους στις γεννήσεις, στους γάμους, στους ενταφιασμούς των νεκρών. Φόρος στο στάρι, στο ξίγκι, στα άλογα, στα χαλινάρια και στις λαιμαριές τους. Φόρος και στα καπέλα. Οι παλαιοί φόροι για τις γενειάδες επεκτείνονται και πολλαπλασιάζονται. Τώρα καθιερώνεται και ειδικός φόρος και στα μουστάκια! Φόρος 10% στο αγώι των αμαξιών, φόρος στα σπίτια των πόλεων, φόρος και στις κυψέλες. Κι’ ακόμα φόρος για τα κρεβάτια, για τα λουτρά, για τα τζάκια και τα ξύλα που καταναλώνονταν. Φόρος για τα καρύδια, για τα πεπόνια και τα αγγούρια. Φόρος και για το πόσιμο νερό!»
Στην σελίδα 492, διαβάζουμε για άλλον έναν «Μέγα» της ιστορίας. Τον Ναπολέοντα Βοναπάρτη, που αιματοκύλησε την Ευρώπη και κατέστρεψε τα ιδεώδη της Γαλλικής επανάστασης. Για να συντηρήσει και αυτός τους τυχοδιωκτικούς πολέμους, καταλήστεψε τους ήδη εξαθλιωμένους υπηκόους, οι οποίοι σταμάτησαν επί των ημερών του Ναπολέοντα να είναι πολίτες.
«Για να καλύψει τους κολοσσιαίους στρατιωτικούς προϋπολογισμούς αλλά και τις αστρονομικές δαπάνες της Αυλής και του αστυνομικού μηχανισμού καταφεύγει σε βάναυση φορολογία επιβαρύνοντας τις λαϊκές κυρίως τάξεις. Από την μια μεριά τα κρατικά μονοπώλια με τις αυθαίρετες τιμές, από την άλλοι οι μόνιμες και έκτακτες εισφορές, άδικες και εξοντωτικές για την πλειοψηφία του γαλλικού λαού. Ολόκληρη η χώρα αντιμετώπισε ένα κύμα σαρωτικής λεηλασίας. Φόροι απάνθρωποι και παράλογοι που αυξάνονταν διαρκώς. Οι άρρωστοι, οι φτωχοί, οι ανάπηροι έπρεπε να πληρώνουν ειδική εισφορά στον αυτοκράτορα. Φορολογούσε την παιδεία, την τέχνη, ακόμα και τον θάνατο».
«Κεντρικό και αποκλειστικό μέλημα του παρανοϊκού δικτάτορα, ο πόλεμος, οι κατακτήσεις, η απόλυτη εξουσία. Ο πατέρας που είχε ένα ανάπηρο παιδί, ανίκανο για στράτευση, έπρεπε να πληρώσει 1500 φράγκα στο ανακτορικό ταμείο. Ο φτωχός που ήθελε να σπουδάσει το παιδί του έπρεπε να προπληρώσει ειδικό φόρο. Οι διανοούμενοι, που μνημονεύουν στα έργα τους αρχαίους συγγραφείς και παραθέτουν αποσπάσματα, υποχρεώνονται να καταβάλουν ένα ποσό στο θησαυροφυλάκιο του Βοναπάρτη, ιδιοκτήτη όλων των πηγών του πολιτισμού! Επέβαλε και φόρο στις κηδείες, αυτός ο δήμιος που έστρωσε την Ευρώπη με πτώματα».
Στη σελίδα 493, συνεχίζει.
«Συνέπεια αυτού του ληστρικού φορολογικού κατατρεγμού ήταν η αποθηρίωση των κερδοσκόπων. Όλοι επιδιώκουν τον εύκολο και άνομο πλουτισμό. Δικαστές, συμβολαιογράφοι, διοικητικοί αξιωματούχοι αποκτούν περιουσίες με τον εκβιασμό, τη δωροδοκία και την απάτη. Οι έμποροι πλουτίζουν ταχύτατα με αρπακτικές και παράνομες συναλλαγές. Αλλά στις κερδοσκοπικές αχρειότητες πρωτοστατεί ο ίδιος ο Ναπολέων».
«Εναποθηκεύει για λογαριασμό του την παραγωγή σιτηρών και φροντίζει ύστερα για την ανταλλαγή τους με αποικιακά προϊόντα που μεταπωλεί σε εξωφρενικές τιμές. Αρχιληστής, αρχιαπατεώνας και αρχιβάρβαρος. Ιδού η κατανομή των κρατικών δαπανών μεταξύ του 1804 και 1813. Για τη διακόσμηση του παλατιού 102 εκατομμύρια και για τις ανάγκες ολόκληρης της Γαλλίας 150! Στη διετία 1811 και 1813, οι στρατιωτικές δαπάνες έφτασαν τα 2 δισεκατομμύρια 238 εκατομμύρια».
Το «τέλος της ιστορίας» του Φουκουγιάμα, είναι πιο ανεπίκαιρο από ποτέ.Διαβάζουμε για αυτή τη θεωρία που κυριάρχησε τα προηγούμενα χρόνια, στο εξαιρετικό βιβλίο του Κρίς Χάρμαν, «Λαϊκή Ιστορία του κόσμου», εκδόσεις Τόπος, στη σελίδα 15:
«Σύμβουλος στο υπουργείο Εξωτερικών των ΗΠΑ, ο Φράνσις Φουκουγιάμα επευφημήθηκε διεθνώς όταν διατύπωσε αυτό το μήνυμα το 1990. Είμαστε μάρτυρες του «τέλους της ιστορίας», διακήρυξε ο σερ σε ένα άρθρο που αναδημοσιεύτηκε μεταφρασμένο σε εφημερίδες σε όλο τον κόσμο. Οι μεγάλες κοινωνικές συγκρούσεις και οι μεγάλοι ιδεολογικοί αγώνες ανήκουν στο παρελθόν – και χιλιάδες συντάκτες εφημερίδων και παρουσιαστές της τηλεόρασης συμφώνησαν».
Ο Άντονι Γκίντενς, διευθυντής του LSE (London School of Economics) και κοινωνιολόγος στην Αυλή του Βρετανού πρωθυπουργού και ηγέτης του Νέου Εργατικού Κόμματος, επανέλαβε το ίδιο μήνυμα το 1998 στο βιβλίο του Ο τρίτος δρόμος, που πολυδιαφημίστηκε, αλλά διαβάστηκε από λίγους. Ζούμε σε έναν κόσμο, έγραφε, «όπου δεν υπάρχει εναλλακτική λύση πέρα από τον καπιταλισμό». Ο Γκίντενς αποδεχόταν και επαναλάμβανε μια ευρέως διαδεδομένη παραδοχή. Όμως αυτή η παραδοχή είναι αβάσιμη.
Ο Χάρμαν, συνεχίζει να αμφισβητεί το οικονομικό μοντέλο του καιρού μας:
«Ο καπιταλισμός ως τρόπος οργάνωσης ολόκληρης της παραγωγής μια χώρας εμφανίστηκε μόλις πριν από τρείς ή τέσσερις αιώνες. Ως τρόπος οργάνωσης ολόκληρης της παραγωγής του κόσμου έχει ηλικία το πολύ 150 χρόνια. Ο βιομηχανικός καπιταλισμός με τα τεράστια αστικά κέντρα, τα υψηλά ποσοστά εγγραμμάτων και την καθολική εξάρτηση από τις αγορές κυριάρχησε σε μεγάλες εκτάσεις της υδρογείου τα τελευταία 50 χρόνια. Εντούτοις άνθρωποι του ενός ή του άλλου είδους υπάρχουν στη Γη για πάνω από 1.000.000 χρόνια, ενώ οι σύγχρονοι άνθρωποι υπάρχουν για περισσότερο από 100.000 χρόνια. Αν ένας τρόπος διαχείρισης των πραγμάτων, που ισχύει για λιγότερο από το 0,5% του χρόνου ζωής τους είδους μας, μπορούσε να διατηρηθεί απαράλλαχτος για όλο το υπόλοιπο χρόνο ζωής του ανθρώπινου είδους, αυτό στα αλήθεια θα ήταν αξιοσημείωτο – εκτός και αν αυτός ο χρόνος πρόκειται να είναι πολύ σύντομος. Όλα όσα γράφουν ο Φουκουγιάμα και ο Γκίντενς επιβεβαιώνουν ότι ο Μάρξ είχε δίκιο τουλάχιστον σε ένα πράγμα: “Για την αστική τάξη η Ιστορία υπήρξε και δεν θα υπάρξει πια”».
Η εξουσία είναι ένα ληστρικό τέρας που μοναδικό σκοπό έχει την επιβίωσή της εις βάρος των ευπαθών κοινωνικών ομάδων που απομυζά. Μοναδικός της αιμοδότης, η ανοχή που δείχνει η κοινωνία στην ίδια της την εξαθλίωση. Είναι οι ληστρικές κυβερνήσεις που μεθοδεύουν την κοινωνική αποσάθρωση, ώστε οι ίδιες να επιβιώνουν καταστρέφοντας τα καλύτερα χαρακτηριστικά μιας υγιούς κοινωνίας που μάταια αποζητά τη βελτίωση του συνόλου. Οι ίδιες οι κυβερνήσεις που καταστρέφουν είναι αυτές που, με ένα σκούντηγμα από μια ενωμένη και υπό ταξική συνείδηση αλληλέγγυα κοινωνία, τόσο εύκολα μπορούν να γκρεμιστούν.
Και λίγοι στίχοι του Μπέρτολτ Μπρέχτ στις «Ερωτήσεις ενός εργάτη που διαβάζει»:
«Ποιος έχτισε τη Θήβα την εφτάπυλη;
Στα βιβλία δεν βρίσκεις παρά των βασιλιάδων τα ονόματα.
Οι βασιλιάδες κουβάλησαν τ’ αγκωνάρια;
Και τη χιλιοκαταστραμμένη Βαβυλώνα,
ποιος την ξανάχτισε τόσες φορές; Σε τι χαμόσπιτα
της Λίμας της χρυσόλαμπρης ζούσαν οι οικοδόμοι;
Τη νύχτα που το Σινικό τείχος αποτέλειωσαν
που πήγανε οι χτίστες; Η μεγάλη Ρώμη
είναι γεμάτη αψίδες θριάμβου. Ποιος τις έστησε; Πάνω σε ποιους
θριαμβεύσανε οι Καίσαρες; Το Βυζάντιο το χιλιοτραγουδισμένο
μόνο παλάτια είχε για τους κατοίκους του;
Ακόμη και στη μυθική Ατλαντίδα,
τη νύχτα που την ρούφηξε η θάλασσα,
τ’ αφεντικά βουλιάζοντας, με ουρλιαχτά τους σκλάβους τους καλούσαν.
Ο νεαρός Αλέξανδρος υπόταξε τις Ινδίες.
Μοναχός του;
Ο Καίσαρας νίκησε τους Γαλάτες.
Δεν είχε ούτε ένα μάγειρα μαζί του;
Ο Φίλιππος της Ισπανίας έκλαψε όταν η Αρμάδα του
βυθίστηκε. Δεν έκλαψε, τάχα, άλλος κανένας;
Ο Μέγας Φρειδερίκος κέρδισε τον Εφτάχρονο τον Πόλεμο.
Ποιος άλλος τόνε κέρδισε;
Κάθε σελίδα και μια νίκη.
Ποιος μαγείρεψε τα νικητήρια συμπόσια;
Κάθε δέκα χρόνια κι ένας μεγάλος άνδρας.
Ποιος πλήρωσε τα έξοδα;
Πόσες και πόσες ιστορίες.
Πόσες και πόσες απορίες».
*Η συνέχεια στα βιβλία από τα οποία αντλήσαμε τα αποσπάσματα:
– «Ο Μύθος των Μεγάλων της Ιστορίας» του Κυριάκου Σιμόπουλου, εκδόσεις Πιρόγα,
– «Λαϊκή Ιστορία του Κόσμου» του Κρίς Χάρμαν, εκδόσεις Τόπος.