του Νικήτα Φεσσά
Κινηματογραφική μεταφορά του σίκουελ του βιβλίου του Στίβεν Κινγκ, το οποίο έκανε ταινία ο Στάνλεϊ Κιούμπρικ με τίτλο Η Λάμψη.
Το φιλμ του 1980 σήμερα θεωρείται αριστούργημα. Ωστόσο, στον Κινγκ δεν άρεσε καθόλου αυτό που ο Κιούμπρικ έκανε με το υλικό του πρώτου. Κι έτσι είχαμε την πιο πιστή, πλην πολύ, πολύ κατώτερη τηλεοπτική μεταφορά του ίδιου βιβλίου, το 1997.
Και φτάνουμε στη λογοτεχνική συνέχεια του αρχικού μυθιστορήματος, η οποία ήρθε το 2013 με τίτλο Δόκτωρ Ύπνος, η οποία αφηγείται τι συνέβη στο παιδάκι της Λάμψης, και στη μαμά του.
Ο σκηνοθέτης του Δόκτωρ Ύπνος, Mike Flanagan, έχει εμπειρία στο είδος του τρόμου. Προσωπικό αγαπημένο είναι η ταινία του με τίτλο Oculus, που αντλεί εμφανώς από τη Λάμψη του Κιούμπρικ.
Το Δόκτωρ Ύπνος έρχεται σε μια φάση που τα βιβλία του Κινγκ έχουν επιστρέψει δυναμικά στη μεγάλη οθόνη, με άνισα αποτελέσματα, από τον Σκοτεινό Πύργο, μέχρι το πιο πετυχημένο It, κεφάλαια ένα και δύο.
Ο ίδιος ο Flanagan έχει σκηνοθετήσει κι άλλο βιβλίο του Κινγκ — βλ. την ταινία του Νέτφλιξ με τίτλο To Παιχνίδι του Τζέραλντ (2017).
Με το Δόκτωρ Ύπνος προσπαθεί να μείνει πιστός στον συγγραφέα, αλλά ταυτόχρονα διανθίζει την ταινία του με ένα σωρό αναφορές στο φιλμ του Κιούμπρικ. Σοφά μεν αποφεύγει να κοπιάρει το χαρακτηριστικό τρόπο κινηματογράφησης του μεγάλου δασκάλου, αλλά παράλληλα χρησιμοποιεί αμέτρητα οπτικά (και μουσικά) στοιχεία που παραπέμπουν ευθέως στην παλιά ταινία, από τα κουστούμια και τις φάτσες ή τις εκφράσεις των ηθοποιών του, μέχρι, φυσικά, το διάσημο ξενοδοχείο, το οποίο ‘‘ανασταίνεται’’ εδώ με αξιοθαύμαστη λεπτομέρεια.
Ένα βασικό ερώτημα που προκύπτει σε αυτές τις περιπτώσεις είναι: υπάρχει πειστικός, δραματουργικός, πολιτικός ή άλλος λόγος, πέραν του προφανούς (εύκολα λεφτά για το στούντιο), για να επιστρέψει κανείς με νοσταλγία σε πολιτισμικά κείμενα του παρελθόντος ;
Όσον αφορά τον αρχέγονο τρόμο που προκαλεί η ταινία του Κιούμπρικ, η οποία κατά βάση απεικονίζει, με ανυπέρβλητο τρόπο (η ερμηνεία του Τζακ Νίκολσον στον ρόλο του Τζακ Τόρανς είναι μνημειώδης), την κάθοδο ενός ανθρώπου, και δη του Πατέρα, στην τρέλα, το Δόκτωρ Ύπνος είναι εμφανώς κατώτερο, δεν τίθεται θέμα σύγκρισης.
Στη νέα ταινία, το παιδάκι από τη Λάμψη είναι ένας αλκοολικός ενήλικας. Η αφήγηση αρχικά επικεντρώνει στη δική του ιστορία, στο τι έγινε μετά τα γεγονότα στο ξενοδοχείο, και στο πώς κατέληξε σήμερα.
Παράλληλα η ταινία αφορά την ιστορία μιας συμμορίας τύπου Μάνσον, η οποία αποτελείται όμως από ένα είδος ζόμπι-βαμπίρ, για τα οποία δεν θα αποκαλύψω περισσότερα εδώ. Θα αρκεστώ να πω ότι το ‘‘κλίμα’’ και ο τόνος (βλ. και τα εφέ) αυτής της ιστορίας την τοποθετεί πιο κοντά στο σύμπαν του Κινγκ, και ταυτόχρονα σε αρκετά διαφορετικό κινηματογραφικό είδος από αυτό του Κιούμπρικ, όπου ο τρόμος παραμένει για μεγάλο μέρος της ταινίας, υποδόριος.
Το πρώτο και το μεσαίο μέρος της ταινίας κυλούν σχετικά αργά, με αισθητική τηλεταινίας, και η πλοκή θυμίζει κάτι από Stranger Things.
Είναι στο τρίτο μέρος, με την οιδιπόδεια διάσταση της ιστορίας να γίνεται πολύ πιο προφανής, και την επιστροφή του ήρωα στο μέρος που τον σημάδεψε, και που είναι γεμάτη από ανοίκειες συναντήσεις , όπου μπορεί κανείς να ισχυριστεί ότι το σίκουελ είχε εδώ νόημα.
Ειδάλλως, μπορεί κανείς να δει το πολύ καλό ντοκιμαντέρ Room 237, που καλύπτει εξαντλητικά τις συνωμοσιολογικές θεωρίες γύρω από την ταινία του Κιούμπρικ, και αναλύει ενδελεχώς συγκεκριμένες σκηνές και πλάνα.
Η δε ‘‘αναστήλωση’’ του, άμεσα αναγνωρίσιμου στη λαϊκή μας κουλτούρα, ξενοδοχείου της πρώτης ταινίας έχει ξαναγίνει στην ταινία του Σπίλμπεργκ Ready Player One, όπου πρωταγωνιστεί η εικονική πραγματικότητα.
Έτσι, αυτή η αναπαραγωγή της αναπαραγωγής έχει ως αποτέλεσμα η/ο θεατής του Δόκτωρ Ύπνος να έχει τη διαρκή αίσθηση ότι παρακολουθεί το αντίγραφο του αντιγράφου ενός άλλου αντίγραφου, μια προσομοίωση, ένα simulacrum, για να χρησιμοποιήσω τον διάσημο όρο του Γάλλου φιλοσόφου Jean Baudrilliard.
Το σώζει η ενθουσιώδης ερμηνεία της Ρεμπέκα Φέργκιουσον, που τα μάτια της έχουν ενίοτε κάτι από τη λάμψη αυτών του Νίκολσον αλλά και του Μάλκομ ΜακΝτάουελ του Κουρδιστού Πορτοκαλιού (πάλι του Κιούμπρικ), ενώ ο Γιούαν ΜακΓκρέγκορ προσεγγίζει ζεστά τον χαρακτήρα του Ντάνι Τόρανς. Χωρίς να μιμείται (θα ήταν μάλλον αδύνατο) την ερμηνεία του Νίκολσον, αφήνει εδώ κι εκεί μικρά στοιχεία, π.χ. στον αργόσυρτο, αμυδρώς απειλητικό τρόπο που μιλάει στη σκηνή στο μπαρ, που παραπέμπουν στο ότι θα μπορούσε να είναι γιος του Τζακ.
Μου λείπει, ωστόσο, π.χ., το ανάλογο του αξέχαστου ανατριχιαστικού πλάνου με το πρόσωπο του Νίκολσον μέσα στην παλιά φωτογραφία, στο τέλος της ταινίας του Κιούμπρικ. Είναι αυτά τα ‘‘μικρά’’ πράγματα που την κάνουν μια μεγάλη ταινία.
Να δούμε λοιπόν το Δόκτωρ Ύπνος ;
Απάντηση: Ναι. Παρά τα ελαττώματα, έχει το ενδιαφέρον του.
Βαθμολογία 3,5/5
Ευχαριστούμε τον κινηματογράφο Τρία Αστέρια για τη φιλοξενία
πρώτη δημοσίευση: topontiki