Συνέντευξη του Καθηγητή Φιλοσοφίας Duncan Pritchard στον Θωμά Γιούργα
Ο καθηγητής Duncan Pritchard είναι Καθηγητής Φιλοσοφίας στο Πανεπιστήμιο του Εδιμβούργου από το 2007 και διευθυντής του ερευνητικού κέντρου Eidyn.
Η έρευνα του επικεντρώνεται στον τομέα της Επιστημολογίας, και στα βιβλία του περιλαμβάνονται το Epistemic Luck (Oxford UP, 2005), The Nature and Value of Knowledge (Oxford UP, 2010), Epistemological Disjunctivism (Oxford UP, 2012), and Epistemic Angst (Princeton UP, 2015).
Θωμάς Γιούργας: Πώς μπορεί η ακαδημαϊκή φιλοσοφία να είναι πολύτιμη για την κοινωνία;
Duncan Pritchard: Δεν είναι όλη η ακαδημαϊκή φιλοσοφία πολύτιμη για την κοινωνία γενικά, και πιστεύω ότι αυτό δεν είναι πρόβλημα. Ορισμένα ερωτήματα αξίζουν να διερευνώνται ανεξάρτητα από τη χρησιμότητά τους. Αλλά υπάρχουν πολλά φιλοσοφικά θέματα που είναι σχετικά με την κοινωνία. Να σας δώσω δύο αλληλένδετα παραδείγματα. Και τα δύο αφορούν φιλοσοφικά ζητήματα που είναι ξεχωριστά για μένα.
Μια πολύ σημαντική ερώτηση που οι επιστημολόγοι εξετάζουν αφορά τους επιστημονικούς λόγους της εκπαίδευσης. Ένα βασικό στοιχείο της εκπαίδευσης πρέπει να είναι η επιστημική ανάπτυξη ενός φοιτητή. Τι σημαίνει αυτό; Νομίζω πως πολλοί θεωρούν ότι η εκπαίδευση έχει να κάνει με την εισαγωγή γεγονότων και δεξιοτήτων σε φοιτητές αλλά αν συλλογιστούμε για μια στιγμή θα δούμε ότι δεν είναι αυτό το οποίο στοχεύουμε. Συγκεκριμένα, υποστηρίζω ότι αυτό που πραγματικά θέλουμε να αναπτύξουμε στους μαθητές είναι οι πνευματικές τους αρετές, τα εκλεπτυσμένα γνωρίσματα του χαρακτήρα που θα τους επιτρέψουν να γίνουν καλοί ερωτώντες. Αυτό περιλαμβάνει χαρακτηριστικά, όπως το να είναι κανείς ανοιχτόμυαλος, να αντιλαμβάνεται τις αποδείξεις (συμπεριλαμβανομένων και των αποδείξεων που είναι ενάντια σε αυτά που πιστεύουν), να είναι προσεκτικοί στο πώς αξιολογούν τις αποδείξεις, να είναι πνευματικά ταπεινοί (αντί να είναι δογματικοί) κτλ. Ένας μαθητής που αποκτά αυτά τα γνωρίσματα θα είναι μακράν καλύτερος από κάποιον που απλά αναπτύσσει τη μνήμη του σε μια σειρά γεγονότων.
Το δεύτερο θέμα αφορά τις επιστημολογικές προεκτάσεις της σύγχρονης γνωστικής επιστήμης για την κοινωνία γενικά. Για παράδειγμα, θεωρώ ότι ο τρόπος με τον οποίο είμαστε όλο και πιο τεχνολογικά ενσωματωμένοι εντός του περιβάλλοντός μας υπονοεί ότι βρισκόμαστε τώρα σε μια κατάσταση στην οποία οι γνωστικές μας διαδικασίες επεκτείνονται πέρα από τις πηγές που ήδη διαθέτουμε (η μνήμη μας κτλ.) ώστε να ενσωματωθεί η ίδια η τεχνολογία. Δηλαδή θεωρώ ότι βρισκόμαστε αποτελεσματικά σε μια γνωστική εκφόρτωση πολλών γνωστικών εργασιών που θα εκτελούσαμε με τις πηγές που διαθέτουμε εφαρμόζοντας την τεχνολογία. (Για τους αναγνώστες που βρίσκονται στην ηλικία μου, σκεφτείτε πόσους αριθμούς τηλεφώνου γνωρίζατε και συγκρίνετέ τους με το πόσους γνωρίζετε τώρα). Θεωρώ ότι η καθώς τεχνολογική επανάσταση κερδίζει έδαφος, θα ανακαλύψουμε ότι οι γνωστικές διαδικασίες μας επεκτείνονται μ’ αυτόν τον τρόπο και ότι θα χρειαστεί να σκεφτούμε, ως κοινωνία, ποια είναι τα επιστημικά διαπιστευτήρια αυτών των νέων τρόπων επεξεργασίας των πληροφοριών.
Η εκπαίδευση λαμβάνει χώρα πλέον σε τεχνολογικά προσαρμοσμένα περιβάλλοντα και έτσι η επεκταμένη γνωστική λειτουργία έχει γίνει κομμάτι των σύγχρονων εκπαιδευτικών πρακτικών (και αυτό μόνο θα αυξάνεται στο μέλλον). Αν πιστεύαμε ότι ο επιστημικός στόχος της εκπαίδευσης είναι να συγκεντρώνει τα γεγονότα και τις βασικές γνωστικές δεξιότητες, τότε το μέλλον της εκπαίδευσης θα ήταν μυστήριο. Δεν είμαστε τόσο μακριά από ένα τεχνολογικό σημείο- neuromedia, όπως είναι γνωστό, όπου τα γεγονότα (υποθετικά γεγονότα) θα είναι άμεσα προσβάσιμα, και πολλές δεξιότητες (πχ. η οδήγηση ενός αυτοκινήτου, η διεξαγωγή υπολογισμών, η εκμάθηση μιας ξένης γλώσσας) θα έχουν γνωστικά εκφορτωθεί στην τεχνολογία. Θεωρώ ότι σε έναν τέτοιο κόσμο, θα είναι ακόμη σημαντικότερο οι μαθητές να αναπτύξουν τις πνευματικές αρετές τους, έτσι ώστε να κάνουν την καλύτερη δυνατή χρήση της μαζικής αύξησης των πληροφοριών που θα είναι εύκολα προσβάσιμες σ’ αυτούς. Συγκριτικά, ο μαθητής Α1 του παρελθόντος, που είχε μονάχα εξαιρετική μνήμη, δε θα ευημερούσε σε ένα τέτοιο εκπαιδευτικό περιβάλλον.
Θ.Γ.: Έχει ένας φιλόσοφος, ως επαγγελματίας διανοητής, την ηθική υποχρέωση να αναλύει ή τουλάχιστον να εκφράζει δημόσια τις σκέψεις του για μια μεγάλη (παγκόσμια) κρίση; Για παράδειγμα, η προσφυγική κρίση ή το δημοψήφισμα για το «Brexit». Και ποια είναι η γνώμη σας για την προσφυγική κρίση και το πώς χειρίζεται η Ευρώπη το θέμα;
D.P.: Θεωρώ ότι θα ήταν επικίνδυνο να επιμείνουμε ότι κάθε φιλόσοφος έχει τέτοιο χρέος, για πολλούς λόγους. Αφήστε με να σας δώσω ένα παράδειγμα. Διδάσκω συχνά τη φιλοσοφία της θρησκείας, αλλά θεωρώ ότι είναι πολύ σημαντικό να μη γνωρίζουν οι μαθητές την προσωπική μου άποψη πάνω στο θέμα, καθώς αυτό είναι εκτός της πνευματικής άσκησης που κάνουμε. (Πράγματι, θεωρώ ότι θα έβλαπτε την πνευματική άσκηση αν οι μαθητές γνώριζαν την προσωπική μου άποψη, κάτι που δε θα έπρεπε να έχει σημασία ούτως ή άλλως). Αυτό δε σημαίνει ότι οι φιλόσοφοι πρέπει να κρύβουν τις πεποιθήσεις τους, αλλά πιστεύω ότι η αποκάλυψή τους είναι κάτι που πρέπει να γίνεται με φροντίδα, καθώς μπορεί να υπονομεύσει τους εκπαιδευτικούς σκοπούς που έχουν θέσει. Επίσης, θα πρέπει πάντα να θυμόμαστε ότι μερικές ομάδες αντιμετωπίζονται σκληρά λόγω των απόψεών τους. Αν είμαστε ειλικρινείς, είναι μακράν ευκολότερο για έναν επαγγελματία ακαδημαϊκό να παραδεχθεί ότι είναι αγνωστικιστής/ άθεος από το να πει ότι είναι μουσουλμάνος ή καθολικός. Αλλά όλα αυτά είναι συναφή με την ιδέα ότι ορισμένοι φιλόσοφοι έχουν τέτοιου είδους καθήκοντα (ή ότι όλοι οι φιλόσοφοι έχουν κάποιο είδος γενικού, prima facie καθήκοντος). Πράγματι, θα ήταν περίεργο αν η φιλοσοφία ως σύνολο δεν συμπεριλάμβανε ποτέ την πολιτική σύνδεση που οραματιζόμαστε. Αν έχει κάποια σημασία, εγώ ψήφισα ενάντια στο Brexit και ήμουν δύσπιστος για το ό,τι συνέβη (πιστεύω ότι η πλειονότητα του κόσμου που ψήφισαν υπέρ ήταν εξίσου έκπληκτοι). Πραγματικά πιστεύω ότι δε θα εφαρμοστεί και ότι θα ανακτήσουμε τις αισθήσεις μας. Ζούμε σε έναν αυξανόμενα συνδεδεμένο κόσμο και αυτές οι εκκλήσεις για απομόνωση μου φαίνονται αναχρονιστικές και καταθλιπτικές. Όσον αφορά την προσφυγική κρίση, πιστεύω ότι πρέπει να θυμηθούμε ότι πολλά από αυτά τα προβλήματα έχουν προκληθεί από την παρέμβαση των δυτικών δυνάμεων στη Μέση Ανατολή και στη βόρεια Αφρική με αδέξιους τρόπους, κάτι που σημαίνει ότι έχουμε ηθική υποχρέωση απέναντι στους πρόσφυγες που είναι το αποτέλεσμα αυτών των πράξεων.
Θ.Γ.: Θεωρείτε ότι οι μηχανές θα γνωρίσουν ή θα κατανοήσουν ποτέ τον κόσμο κατά παρόμοιο τρόπο με την αθρώπινη νοημοσύνη; Είναι τα σενάρια επιστημονικής φαντασίας –τα όποία παρουσιάζουν ρομπότ με ανθρώπινα συναισθήματα (‘’I the robot’’, ‘’Space Odyssey’’ κ.λπ.)- καθόλου ρεαλιστικά ή ακόμα και πιθανά να πραγματοποιηθούν στο μέλλον;
D.P.: Θεωρώ ότι είμαστε απίστευτα κοντά στην ύπαρξη νοημοσύνης των μηχανών που θα αντικαταστήσει την ανθρώπινη νοημοσύνη. Ένα θέμα που πρέπει να λάβουμε υπόψη εδώ είναι ότι συγκρίνουμε δύο εντελώς διαφορετικά είδη νοημοσύνης και, συνεπώς, είναι δύσκολο να προβούμε σε συγκριτικές αξιολογήσεις (στον βαθμό που η η νοημοσύνη των μηχανών ίσως να έχει ήδη πάρει τη θέση της ανθρώπινης νοημοσύνης, ανάλογα με το πώς εκτιμούμε τις δύο). Σε κάθε περίπτωση, θεωρώ ότι είμαστε στα πρόθυρα μιας απίστευτα συναραστικής, κι ίσως επικίνδυνης, εποχής. Για να πω την αλήθεια, είμαι περισσότερο μπερδεμένος που υπάρχει ελάχιστη δημόσια ανησυχία σχετικά με αυτό. Η γενική άποψη φαντάζει να είναι ότι θα εστιάσουμε σε αυτό το ζήτημα, αφού περάσουμε το κατώφλι. Και παρόλα αυτά εγώ βλέπω ξεκάθαρα ότι έχουμε περάσει τον Ρουβίκωνα σε αυτόν τον τομέα (ή τουλάχιστον τα σχετικά γρανάζια είναι εν κινήσει)! Δεν υπάρχει γυρισμός τώρα. Ό,τι είναι να γίνει, θα γίνει.
Το κείμενο δημοσιεύθηκε στο ένθετο του Νόστιμον Ήμαρ στον Δρόμο της Αριστεράς, την Παρασκευή 28.10.2016
Κάθε Σάββατο κυκλοφορεί στα περίπτερα το έντυπο Νόστιμον Ήμαρ ένθετο στον Δρόμο της Αριστεράς.