Το 2010, 800 συνολικά δημόσια δημοτικά σχολεία στην Ελλάδα ξεκίνησαν να λειτουργούν με Ενιαίο Αναμορφωμένο Εκπαιδευτικό Πρόγραμμα.
Από την Μαράια Γαλιατσάτου*
Στα σχολεία αυτά το υποχρεωτικό πρωινό πρόγραμμα διευρύνθηκε μέχρι τις 14:00 μ.μ.,με το ολοήμερο να λειτουργεί έως τις 16:15, ενώ αυξήθηκαν οι διδακτικές ώρες και πραγματοποιήθηκε μια σειρά αναβαθμίσεων:
-Eισήχθησαν τα Αγγλικά στις Α ́ και Β ́ τάξεις και αυξήθηκαν οι ώρες διδασκαλίας τους στις υπόλοιπες τάξεις του δημοτικού, με την προοπτική να πιστοποιείται το επίπεδο σπουδών.
-Αυξήθηκαν οι διδακτικές ώρες των Εικαστικών, της Μουσικής και της Θεατρικής Αγωγής, η οποία, μάλιστα, συμπεριλήφθηκε στο υποχρεωτικό ωράριο, όπως και το μάθημα της Πληροφορικής, που εισήχθη επίσης στην υποχρεωτική ζώνη σε όλες τις τάξεις.
-Οι ώρες του μαθήματος της Φυσικής Αγωγής αυξήθηκαν κατά 2 για τις Α ́, Β ́, Γ ́ και ∆ ́ τάξεις, ενώ η μία από αυτές διετέθη για τη διδασκαλία χορών.
-Παράλληλα, στο μάθημα της Γλώσσας εντάχθηκε ο θεσμός της Φιλαναγνωσίας, ενώ υπήρχε η πρόθεση να προσαρμοστούν οι μέθοδοι της διδασκαλίας στα νέα παιδαγωγικά δεδομένα και να αποκτήσουν μια περισσότερο ομαδοσυνεργατική, βιωματική και διαθεματική διάσταση.Η επέκταση των ήδη υπαρχόντων και η παρουσία των νεοεισαχθέντων εκπαιδευτικών «εργαλείων»είχαν σκοπό να συντείνουν σε αυτό.
Εξειδικευμένοι καθηγητές που απασχολούνταν έως τότε κυρίως στη δευτεροβάθμια εκπαίδευση εκλήθησαν να διδάξουν στα καινούρια αυτά σχολεία. Οι στόχοι της δημιουργίας των σχολείων ΕΑΕΠ, πέρα από την αναβάθμιση της ποιότητας της δημόσιας εκπαίδευσης, ήταν η μείωση της σχολικής διαρροής, αλλά και η εξυπηρέτηση των εργαζόμενων γονέων, αφού οι μαθητές θα παρέμεναν περισσότερο χρόνο στο σχολείο, σ᾽ ένα πλαίσιο όμως πολύπλευρης γνώσης και δημιουργικής μάθησης.
Τα ομολογουμένως εντυπωσιακά αποτελέσματα της εισαγωγής των νέων ειδικοτήτων, το αναμορφωμένο πρόγραμμα και μια σειρά από άλλους παράγοντες οδήγησαν στη συνέχιση και επέκταση του θεσμού: έως το 2013 είχαν δημιουργηθεί 960 δημοτικά σχολεία ΕΑΕΠ σε όλη την Ελλάδα, ενώ το 2013 προσετέθησαν στα ήδη υπάρχοντα 370 επιπλέον σχολεία. Ο θεσμός φαινόταν να εξελίσσεται επιτυχώς, με την πρόθεση, μάλιστα, να επεκταθεί σε όλα τα δημοτικά σχολεία της χώρας.
Ποτέ, ωστόσο, ο βίος των ΕΑΕΠ και ο δικός μας σε αυτά δεν υπήρξε ανθόσπαρτος. Για τα συγκεκριμένα σχολεία, που εισήγαγαν ό,τι πιο καινοτόμο και ελπιδοφόρο στον τομέα της δημόσιας εκπαίδευσης, πέρα από τη στήριξή τους από προγράμματα ΕΣΠΑ, με τα κονδύλια των οποίων χρηματοδοτούνταν οι νέες δράσεις και καλύπτονταν οι μισθοί των αναπληρωτών καθηγητών ειδικοτήτων, δεν υπήρχε απολύτως καμία άλλη πρόβλεψη ουσιαστικής υποστήριξης και διατήρησης του θεσμού.
Τα πρώτα χρόνια, μάλιστα, άρχισε να διαφαίνεται και η αδυναμία διαχείρισης των εν λόγω κονδυλίων: το 2010, η πληρωμή των καθηγητών ειδικοτήτων καθυστέρησε τρεις μήνες και, μόνον όταν προχώρησαν τελικά σε επισχέσεις εργασίας, αποκαταστάθηκε το πρόβλημα. Το ίδιο συνέβη και το 2011, όταν και πάλι οι ταλαιπωρημένοι αναπληρωτές καθηγητές –που, ειρήσθω εν παρόδω, βρίσκονται σε εξαιρετικά δυσμενή θέση συγκριτικά με τους μόνιμους συναδέλφους τους, με τους οποίους έχουν μεν τις ίδιες υποχρεώσεις, αλλά επ᾽ουδενί ίσα δικαιώματα– προέβησαν σε επίσχεση εργασίας, γιατί υπήρξε εκ νέου μεγάλη καθυστέρηση στην καταβολή του μισθού τους.
Την 1η του Οκτώβρη του 2015, έκπληκτοι ανακαλύψαμε την εξής ανατροπή: οι τρεις περιφέρειες της Αττικής, της Δυτικής Μακεδονίας και του Νοτίου Αιγαίου, ως περιφέρειες σταδιακής εξόδου από το ΕΣΠΑ, στελεχώθηκαν μόλις κατά το 1/5 με καθηγητές ειδικοτήτων, αφού το ΕΣΠΑ ουσιαστικά τις εξαιρεί από τη χρηματοδότηση, σύμφωνα με ρήτρα εισοδηματικών κριτηρίων – κριτήρια που είχαν, όμως, τεθεί το 2011.
Στις συγκεκριμένες περιφέρειες (και κυρίως στην Αττική, που αριθμεί 500 τέτοια σχολεία, και στο Νότιο Αιγαίο, που αριθμεί 50), στην Α᾽ φάση προσλήψεων, καλύφθηκε μόλις το 22% των ειδικοτήτων στα σχολεία ΕΑΕΠ. Ως εκ τούτου, αναπληρωτές καθηγητές που κάθε χρόνο εργἀζονταν στα σχολεία με Ενιαίο Αναμορφωμένο Εκπαιδευτικό Πρόγραμμα είτε βρέθηκαν σε καθεστώς ανεργίαςδιαρκείας –με ένα επίδομα ανεργίας, όμως, που μόνο διάρκεια δεν έχει· στους περισσότερους συναδέλφους λήγει τον μήνα Νοέμβριο– είτε εκτοπίστηκαν πολύ μακριά από τους τόπους ενδιαφερόντων τους, από τη στιγμή που στις πρώτες τους επιλογές είχαν δηλώσει αυτές τις περιοχές.
Ξεκίνησε μια σειρά κινητοποιήσεων: έξω από το υπουργείο, μέσα στο υπουργείο. Δημοσιεύσεις, διαμαρτυρίες, υπομνήματα, αιτήματα, ερωτήματα. Απάντηση ουσιαστική καμία. Καμία πρόβλεψη, καμία δέσμευση, κανένας προγραμματισμός. Κι όχι μόνον από την παρούσα κυβέρνηση – ήταν γνωστό και στις προηγούμενες κυβερνήσεις πως οι εν λόγω περιφέρειες αποτελούσαν περιφέρειες εξόδου. Και είναι καταφανές ότι ποτέ, κανείς δεν είχε μεριμνήσει να ενταχθούν σταδιακά στον κρατικό προϋπολογισμό ή να εξευρεθούν άλλοι πόροι για τη στήριξή τους.
Οι κινητοποιήσεις μας κλιμακώθηκαν: την Τετάρτη, 21 Οκτωβρίου, μαζευτήκαμε έξω από το υπουργείο άνθρωποι από όλες τις ειδικότητες, μέλη της Διδασκαλικής Ομοσπονδίας Ελλάδας, εκπρόσωποι των επιστημονικών μας συλλόγων και πρωτοβάθμιων σωματείων, και μία επιτροπή 20 ατόμων μπήκαμε μέσα στο υπουργείο, για να συνομιλήσουμε με συνεργάτες του υπουργού για το ζήτημα της κάλυψης των κενών και της υποστελέχωσης των σχολείων, αλλά και για μία σειρά ακόμη ζητημάτων που εγείρονταν συνεκδοχικά:
-Ποιο θα ήταν το μέλλον των ΕΑΕΠ και των διδακτικών αυτών αντικειμένων;
-Γιατί δεν υποστηρίχθηκαν ποτέ οι συγκεκριμένες περιφέρειες από άλλους πόρους και γιατί δεν εντάχθηκαν στον κρατικό προϋπολογισμό αφού επίκειτο η σταδιακή εξαίρεσή τους από τη χρηματοδότηση του ΕΣΠΑ;
-Γιατί ποτέ, ενώ υπήρχε, απ᾽ ό,τι λεγόταν, η βούληση, δεν συστάθηκαν οι απαραίτητες οργανικές θέσεις στην πρωτοβάθμια εκπαίδευση, από τη στιγμή που οι ανάγκες ήταν πάγιες και στην ουσία δεν αναπληρώναμε κανέναν άλλον παρά μόνον τον εαυτό μας;
Ακουλούθησε ένα δεκάωρο με διαβουλεύσεις και άλλες περιπέτειες: απαιτήσαμε επίμονα τα αυτονόητα, γίναμε ντετέκτιβ ανιχνεύοντας προθέσεις γιατί απαντήσεις δεν παίρναμε, δαιμόνιοι ρεπόρτερ στην προσπάθειά μας να επικοινωνήσουμε το πρόβλημα στα ΜΜΕ, άξιοι ιχνηλάτες στο κατόπι του διευθυντή του γραφείου του υπουργού και, μόνον αφού καταστήσαμε σαφές ότι δεν επρόκειτο να αποχωρήσουμε αν δε λάβουμε, έστω, τη δέσμευση για άμεση συνάντηση με τον υπουργό, μας υποσχέθηκαν ότι ο κ. Φίλης θα μας έβλεπε το επόμενο βράδυ στις 10:00.
Στη συνάντησή μας ο υπουργός έφερε, με μαγικό τρόπο, επιπλέον 218 πιστώσεις από τον κρατικό προϋπολογισμό, οι οποίες θα προσετίθεντο στις ήδη δρομολογούμενες –για τη Β᾽ φάση προσλήψεων–674 από ΕΣΠΑ (που, μαγικά επίσης, μειώθηκαν σε 646). Τονίσαμε στον υπουργό ότι ο αριθμός αυτός δεν επαρκεί να καλύψει τα κενά σε καμία περίπτωση και πιέσαμε να δοθούν επιπλέον πιστώσεις από το Πρόγραμμα Δημοσίων Επενδύσεων ή από οποιονδήποτε άλλο κρατικό πόρο.
Από τις 2.000 πιστώσεις του ΠΔΕ που έχουν ήδη υπογραφεί δεσμεύτηκε ότι θα διοχετευθούν και ορισμένες για τις ειδικότητες αυτές, δίχως όμως να καθορίσει αριθμό και τονίζοντας ότι υπάρχουν προτεραιότητες σε όλες τις δομές. Να σημειώσουμε εδώ πως δεν προκρίναμε ποτέ τις ειδικότητές μας έναντι των άλλων – θεωρούμε όμως αυτονόητη την υποχρέωση ενός υπουργείου Παιδείας να έχει την πρόβλεψη και τον προγραμματισμό να καλύψει όλα τα κενά σύμφωνα με τις ανάγκες και όχι σύμφωνα με τις διαμορφούμενες οικονομικές συνθήκες και τις ρήτρες που θέτουν τα ευρωπαϊκά προγράμματα.
Σε σχέση με τις οργανικές θέσεις και τη σύσταση των κλάδων που δεν έχουν συσταθεί ακόμη στην πρωτοβάθμια εκπαίδευση, η συνεργάτις του υπουργού μας είπε ότι έχουν δρομολογήσει τη σύστασή τους για την επόμενη χρονιά χωρίς να πει, όμως, ακριβώς το πότε. Όσον αφορά τη διατήρηση των ΕΑΕΠ σχολείων, ο κ. Φίλης μάς διαβεβαίωσε ότι δεν υπάρχει πρόθεση κατάργησής τους, τουναντίον μας γνωστοποίησε τη βούληση για επέκταση του θεσμού. Όταν, ωστόσο, ρωτήθηκε εάν υπάρχει περίπτωση να εκτοπιστούν από το πρόγραμμα κάποια από τα εν λόγω διδακτικά αντικείμενα, ισχυρίστηκεπωςγι᾽ αυτό το ζήτημα είναι αρμόδιο το Ινστιτούτο Εκπαιδευτικής Πολιτικής (ΙΕΠ). Είναι σαφές όμως ότι το ΙΕΠ γνωμοδοτεί μεν, αλλά οι αποφάσεις λαμβάνονται από την πολιτική ηγεσία και οι ευθύνες εκεί θα είναι ξεκάθαρες.
Όλα τα παραπάνω δεν υπήρξαν παρά μόνο ένα βήμα, που έδειξε πως η πίεση και η επιμονή μπορούν τελικά να φέρουν κάποιο αποτέλεσμα. Αρκετοί από εμάς βρεθήκαμε εντός της Β᾽ φάσης προσλήψεων που πραγματοποιήθηκε την αμέσως επόμενη μέρα και σύντομα θα τοποθετηθούμε σε σχολεία. Πώς όμως μπορεί να χαρεί κανείς όταν ξέρει ότι τα κενά εξακολουθούν να υπάρχουν, ότι πολλά παιδιά δε θα έχουν τη δυνατότητα να απολαύσουν τα διδακτικά αυτά αντικείμενα, ότι πολύ μεγάλος αριθμός συναδέλφων μας βρίσκονται ακόμη εκτός, και μάλιστα σε εξαιρετικά δυσμενή οικονομικά θέση; Δίχως προοπτική και με περιορισμένες τις πιθανότητες να εργαστούν εντέλει;
Αποφασίσαμε ομόφωνα ότι ο αγώνας μας δεν πρόκειται να σταματήσει εδώ. Άλλωστε, το ζήτημα των ΕΑΕΠ σχολείων είναι μόνο η μία νόσος από τις πολλές που πάσχει η εκπαίδευση στην Ελλάδα. Έρχεται να προστεθεί στο πρόβλημα της πολύπαθης, πράγματι, ειδικής αγωγής, στην ανάγκη για κάλυψη όλων των κενών σε όλες τις δομές της εκπαίδευσης (δάσκαλοι, νηπιαγωγοί, εκπαιδευτικοί δευτεροβάθμιας, Μουσικά και Καλλιτεχνικά σχολεία), στην παντελή απουσία μόνιμων διορισμών–με τη μονότονη πλέον δικαιολογία των δεινής οικονομικής θέσης στην οποία βρίσκεται η χώρα–, στην απουσία ενός δίκαιου και αξιοκρατικού συστήματος προσλήψεων, στην άνιση μεταχείριση των αναπληρωτών καθηγητών.
Επιστήμονες όλων των ειδικοτήτων, χρόνια τώρα, αντί να κατέχουν μια μόνιμη και σταθερή θέση εκπαιδευτικού από τη στιγμή που οι ανάγκες είναι τόσο μεγάλες, καλούνται να υπογράφουν συμβάσεις 8, 7, 6 μηνών ή και λιγότερο, να βρίσκονται πολύ μακριά από τους τόπους κατοικίας τους, με ό,τι αυτό συνεπάγεται, δεδομένου του προοδευτικά μειούμενου μισθού τους, να συμπληρώνουν παρουσιολόγια (καθημερινώς πλέον σύμφωνα με τους νέους οδηγούς υλοποίησης των προγραμμάτων), να βιώνουν μιαν εντελώς διαφορετική πραγματικότητα στον τρόπο χορήγησης αδειών –συμπεριλαμβανομένων των αναρρωτικών και της άδειας λοχείας.
Κάθε χρόνο, αυτοί, μόνον αυτοί, οι αναπληρωτές, γιατί οι μόνιμοι συνάδελφοι δεν υπόκεινται, ευτυχώς, ανάλογο εξευτελισμό, αναγκάζονται να προσκομίζουν πιστοποιητικά υγείας και να υποβάλλονται σε ακτινογραφίες, ενώ, από την άλλη, βλέπουν τους τίτλους σπουδών τους να εξαϋλώνονται: αλήθεια, το γνωρίζατε πως οι μεταπτυχιακοί και διδακτορικοί τίτλοι σπουδών δεν προσμετρώνται για τη μισθολογική εξέλιξη των αναπληρωτών, όπως ισχύει και για τους μόνιμους συναδέλφους μας;
Οι αναπληρωτές εκπαιδευτικοί,των οποίων οι προσπάθειες και τα προσόντα απαξιώνονται, βλέπουν και την προϋπηρεσία τους να συρρικνούται εντός των πινάκων κατάταξης, διότι ο κ. Λοβέρδος, κατά τη διάρκεια της θητείας του, αποφάσισε να «ανοίξουν» οι πίνακες μονομερώς, ενώ δύο έτη προϋπηρεσίας, από το 2010 έως το 2012, παραμένουν εν κρυπτώ έως ότου διενεργηθεί επόμενος ΑΣΕΠ! Άλλοι δε συνάδελφοι, με ονομαστικό ΦΕΚ διορισμού από τον ΑΣΕΠ του 2008, αναγκάστηκαν να προσφύγουν στο Συμβούλιο της Επικρατείας διεκδικώντας δικαστικά πλέον το διορισμό τους, επειδή το κράτος, τόσα χρόνια, φρόντισε να μην τους διορίσει, ως όφειλε.
Ας σοβαρευτούμε όσο είναι καιρός. Δεν είναι δυνατόν η παιδεία να γίνεται άθυρμα στα χέρια του εκάστοτε υπουργού ούτε να αποδομείται με τόσο γοργά βήματα.
Δεν είναι δυνατόν να επαφίεται μονίμως σε ευρωπαϊκά κονδύλια και να εκπίπτει όταν αυτά στερεύουν.
Δεν είναι δυνατόν να σέρνεται στα δικαστήρια επειδή παραβιάζονται διαρκώς νόμοι και καταστρατηγούνται εργασιακά δικαιώματα.
Δεν είναι δυνατόν η απειλή της ανεργίας να επικρέμαται μονίμως πάνω από το κεφάλι των εκπαιδευτικών.
Δεν είναι δυνατόν να μιλάμε για πρωτεύοντα και δευτερεύοντα διδακτικά αντικείμενα, όταν ο παιδαγωγικός τους ρόλος είναι δεδομένος και εξίσου σημαντικός.
Και, εν πάση περιπτώσει, πέρα από τα εργασιακά δικαιώματα των εκπαιδευτικών, δεν γίνεται κάποιοι να παραγνωρίζουν τα εκπαιδευτικά και κοινωνικά δικαιώματα των παιδιών. Γιατί ένα σχολείο στο οποίο συνυπάρχουν αρμονικά με τα άλλα μαθήματα οι νέες τεχνολογίες, η τέχνη, οι ξένες γλώσσες, ο αθλητισμός δεν μπορεί παρά να είναι, πέρα απο ένα σχολείο της επιστήμης, και ένα σχολείο με κοινωνικό και ανθρωπιστικό προσανατολισμό, ένα σχολείο που προοδεύει και καρποφορεί.
Οι πρωτοβουλίες που έχουν αναλάβει οι εκπαιδευτικοί ειδικοτήτων, σε συνεργασία πολλές φορές με υπέροχους δασκάλους, έχουν καταφέρει να αναδείξουν ό,τι πιο φωτεινό υπάρχει στα παιδιά μας: με βιωματικές δράσεις, παρεμβάσεις, παρουσιάσεις, αναλόγια, αθλητικές δραστηριότητες, ομαδικά πρότζεκτ, παραστάσεις, τα παιδιά κατάφεραν να κατανοήσουν το προσφυγικό ζήτημα, τη διαφορετικότητα, την αποδοχή, την ανάγκη για κοινωνική αλληλεγγύη και την προαγωγή των ανθρωπίνων δικαιωμάτων· να αμβλύνουν τις εντάσεις μεταξύ τους, να βελτιώσουν την επικοινωνία, να συσφίγξουν τους δεσμούς τους· να δυναμώσουν συναισθηματικά, να ενισχύσουν την αυτοεκτίμησή τους, να πιστέψουν στις δυνατότητές τους και στις δυνατότητες των άλλων· να μάθουν να προχωρούν μαζί και όχι απέναντι.
Σε ένα τέτοιο σύστημα εκπαίδευσης έχουν δικαίωμα όλα τα παιδιά. Σε μια παιδεία της επιστήμης και του ανθρωπισμού, που κάθε κράτος οφείλει να στηρίζει και να χρηματοδοτεί, σε όλες τις δομές της, δίχως να περιμένει την «καλοσύνη των ξένων». Αυτήν την παιδεία αξιώνουμε και τίποτε λιγότερο δεν μας αξίζει.
*Η Μαράια Γαλιατσάτου είναι Θεατρολόγος – Εκπαιδευτικός.