Του Δημήτρη Βεργίνη
“Και τώρα, πρέπει να βρω δυο λόγια να σου πω”… Σε μια βδομάδα που τα γεγονότα πήραν το καθεμέρα μου και το σκούρυναν, το σκοτάδιασαν, το έκαναν απροσπέλαστο για όσα νόμιζα ότι πια αντέχω, ήρθα για λίγο κρασί και να σας δω στο σαλόνι σας. Βολεύτηκα στην καρέκλα και σε είδα να βγαίνεις και να τακτοποιείς τα μαξιλάρια. Ήξερες ότι θα ‘χες παρέα, είχες αφήσει την πόρτα ανοιχτή και το φως στην αυλή αναμμένο. Αγκάλιασες τα παιδιά που ήρθαν πρώτα, αγκάλιασες τον Θέμη κι έβαλες τις κασέτες να παίζουν. Χαμογέλασα. Πριν καν σηκωθείς και πιάσεις το μικρόφωνο, μετά από μέρες χαμογέλασα.
“Και τώρα, πρέπει να βρω δυο λόγια να σου πω”… Ξεκίνησες με Άλκηστη. Όλα μου άρεσαν, η σειρά τους μου άρεσε, ο τρόπος που τα είπες μου άρεσε, τα χέρια σου κι ο τρόπος που τα άγγιξες μου άρεσε, αλλά… ξεκίνησες με Άλκηστη. Αυτό είχε σημασία για ‘μένα ερχόμενος εκεί. Οδηγούσα και σκεφτόμουν: “εντάξει, δε θα πει δικά της, κανένα, το δέχομαι, αλλά αφού φτιάχνει κασέτες, ας είναι να διαλέξει και μια Άλκηστη”. Κι εσύ ξεκίνησες έτσι. Πώς να μην είναι όμορφη η βραδιά;
“Και τώρα, πρέπει να βρω δυο λόγια να σου πω“… Τι να σου πω; Δεν τα είδες; Στο σαλόνι σας, χίλια άτομα κρέμονταν από λέξεις, ρυθμό και κίνηση. Δεν είδα έναν να δυσανασχετεί, έναν να κάνει κάτι έξω απ’ το να συμμετέχει στη μέθεξη που τον κερνούσατε. Και πίστεψέ με, παρατηρώ τους ανθρώπους σε όλη μου τη ζωή. Δε μου ξεφεύγουν αυτά. Και γι’ άλλο να ‘ρθαν, και από φίλο που να τους έφερε να ‘ρθαν, ήταν εκεί, απ’ το καλωσόρισμα και το πρώτο ποτό ήταν εκεί. Δικοί σας σαν κολλητοί που ακούν τις ιστορίες σας Κυριακή μεσημέρι στον καναπέ. Ξέρεις; Ξέρετε; Δεν είναι εύκολο να είστε εσείς και να μη λέτε ούτε ένα δικό σας τραγούδι σε 2,5 ώρες πρόγραμμα. Πώς να το κάνουμε; Πρέπει να είστε εσείς για να το καταφέρνετε τόσο όμορφα, τόσο ελκυστικά.
Και τώρα, πρέπει να βρω δυο λόγια να σου πω… Νατάσσα, στα δύσκολά μας, παίρνουμε τους πιο δικούς μας ανθρώπους και πάμε στο σαλόνι των πιο δικών μας ανθρώπων. Ή καλούμε στο σαλόνι μας τους πιο δικούς μας ανθρώπους. Δε σε κάλεσα. Το Σάββατο το βράδυ ήρθα στο δικό σας, βάλατε κάτι παλιές κασέτες με ελληνικά διάφορα κι αλλάξατε το κακοφέγγισμα του ουρανού μου τελευταία. Έτσι όμως, δεν κάνουν οι δικοί μας άνθρωποι; Τραγουδάν μαζί μας, μας αγγίζουν, είναι πάντα εκεί, σε δύσκολα και εύκολα.