Τον γύρο του κόσμου κάνει τα τελευταία εικοσιτετράωρα η είδηση σχετικά με την αποτελεσματικότητα του ρωσικού εμβολίου COVID-19, ‘Sputnik V’. Σύμφωνα με δημοσίευμα της βρετανικής ιατρικής επιθεώρησης “Τhe Lancet”: Η αποτελεσματικότητα του εμβολίου, με βάση τον αριθμό των επιβεβαιωμένων περιπτώσεων COVID-19, 21 ημέρες μετά την πρώτη δόση του εμβολίου (δηλαδή την ημέρα που θα λάμβαναν τη δεύτερη δόση), καταγράφηκε ως 91,6% (με διαστήματα εμπιστοσύνης 85.6 –95.2).
Βάσει των τελευταίων εξελίξεων, σημειώνουν οι ειδικοί, αναμένεται με ιδιαίτερο ενδιαφέρον η πορεία του φακέλου του ρωσικού εμβολίου στην ΕΕ, ιδίως σ’ ό, τι αφορά την προστασία που προσφέρει έναντι των μεταλλάξεων του ιού. Μάλιστα, σε μια εποχή που η ΕΕ βρίσκεται αντιμέτωπη με το φιάσκο των εμβολιασμών…
“Η πανδημία δεν θα λήξει αν δεν έρθουν σε πέρας μαζικοί εμβολιασμοί σε όλο τον πλανήτη”, γράφει στα Μέσα Κοινωνικής Δικτύωσης ο καθηγητής Πολιτικής της Υγείας, Ηλίας Μόσιαλος.
Η τοποθέτηση του κυρίου Μόσιαλου έρχεται λίγες μετά την προειδοποίηση του γενικού διευθυντή του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας πως “όσο περισσότερο καθυστερούμε να παρέχουμε εμβόλια, εξετάσεις και θεραπείες σε όλες τις χώρες, τόσο περισσότερο θα αντέξει ο ιός”, αυξάνοντας έτσι τις πιθανότητες “για νέες μεταλλάξεις” και ανεπάρκεια των σημερινών εμβολίων έναντι αυτών.
Βέβαια, το ερώτημα εδώ είναι γιατί υπάρχουν αυτές οι καθυστερήσεις στην παγκόσμια παραγωγή των εμβολίων και τον εφοδιασμό ακόμη και οικονομικά ισχυρών κρατών;
Ίσως γιατί, το κυρίαρχο πλαίσιο οικονομικής πολιτικής δεν αφήνει πολλά περιθώρια εναλλακτικών.
“Από την αρχή, δεν υπήρχε άλλη εναλλακτική για την Ευρώπη”, σχολιάζει στον “Ημεροδρόμο” ο Γρηγόρης Γεροτζιάφας, καθηγητής Αιματολογίας στην Ιατρική Σχολή του Πανεπιστημίου της Σορβόννης και διευθυντής της ερευνητικής ομάδας Καρκίνος και Θρόμβωση, INSERM U-938.
Οι Ευρωπαίοι, αν και γνώριζαν την ύπαρξη εναλλακτικών, προχώρησαν χωρίς “Plan B”, σε περίπτωση που στράβωνε κάτι. Κι αυτό, γιατί, σύμφωνα με τον κύριο Γεροτζιάφα: “Για να κάνεις οτιδήποτε άλλο, απαιτούνται επενδύσεις. Επενδύσεις σε ιατρικό προσωπικό ή στις υπηρεσίες υγείας. Ενώ, στο εμβόλιο, το μόνο που χρειάζεσαι είναι εμβολιαστικά κέντρα”.
Παράλληλα με την προσήλωση στους δημοσιονομικούς “κόφτες”, οι πολιτικοί εκπρόσωποι του μονόδρομου της ελεύθερης αγοράς, έπρεπε να εξασφαλίσουν και την κερδοφορία των “Big Pharma”.
Όπως ανέφεραν στο ΒΒC οι αναλυτές της εταιρείας ανάλυσης επιστημονικών στοιχείων “Airfinity”:
Οι όμιλοι του φαρμάκου δεν έδειξαν καμία βιασύνη αρχικά ώστε να χρηματοδοτήσουν τα προγράμματα έρευνας για τα εμβόλια. Η στάση τους άλλαξε μόνο όταν το κράτος- “πατερούλης” παρενέβη, δεσμευόμενο ότι θα παράσχει τα κατάλληλα χρηματοδοτικά εργαλεία για να ξεκινήσει η έρευνα.
Η Μοderna για παράδειγμα έλαβε 2,5 δισεκατομμύρια δολάρια σε ομόλογα από την παρελθούσα κυβέρνηση των ΗΠΑ, ενώ η Pfizer/BioNTech υποστηρίχθηκε με 443 εκατομμύρια δολάρια από τη γερμανική κυβέρνηση, μαζί με ένα δάνειο 118 εκατομμυρίων δολαρίων που έλαβε από την Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων. Αυτό συνέβη παρά τον ισχυρισμό της Pfizer ότι δεν έλαβε ποτέ ομοσπονδιακά χρήματα, σχολίαζε τον περασμένο Δεκέμβρη ο Joe Attard, αρθρογραφώντας σχετικά στο “In Defence of Marxism”.
Επιπλέον, η βρετανική κυβέρνηση, δηλαδή οι Βρετανοί φορολογούμενοι συνέβαλαν στη μάχη κατά του Covid-19 , προσφέροντας 84 εκατ. λίρες στην ανάπτυξη του εμβολίου Oxford/ AstraZeneca [gov.uk/government/news/funding-and-manufacturing-boost-for-uk-vaccine-programme ].
Συνολικά, από τα κρατικά ταμεία διαφόρων χωρών δαπανήθηκαν περί τα 6,5 δισ. λίρες για την παρασκευή του εμβολίου κατά της πανδημίας του κορονοϊού , ενώ άλλα 1,5 δισ. λίρες προήλθαν από “μη κερδοσκοπικές οργανώσεις”.
Ωστόσο, εκτός της απευθείας χρηματοδότησης, το “θαύμα” του ιδιωτικού τομέα οφείλεται εν πολλοίς και σε έρευνες που χρηματοδοτήθηκαν από το κράτος και διενεργήθηκαν στα πανεπιστήμια. Η τεχνολογία mRNA, φερειπείν, που βρίσκεται πίσω από τα εμβόλια της Pfizer και της Moderna ήταν το καταληκτικό στάδιο των ερευνών που είχαν διενεργηθεί σε εργαστήρια του δημόσιου τομέα στις ΗΠΑ και τη Γερμανία, σύμφωνα με το Bloomberg.
Δεδομένου, λοιπόν, ότι η σωτηρία μας βρίσκεται στα εμβολιαστικά φιαλίδια, τα οποία χρηματοδοτήθηκαν σε ένα μεγάλο κομμάτι από τους φορολογουμένους, άμεσα ή έμμεσα, μήπως θα έπρεπε να διατίθενται στο κοινό χωρίς επιπλέον κόστος;
Μπα…
Τότε, τι θα κάνουν τύποι σαν τον κύριο Ρίσι Σούνακ, τον Βρετανό Καγκελάριο του Θησαυροφυλακίου που μαζί με τα δημόσια καθήκοντά του εξασκεί τις επενδυτικές του δεξιότητες, ποντάροντας μέσω της εταιρείας Theleme Partners στη Moderna;
Τι θα γίνουν οι φαρμακοβιομήχανοι που καθορίζουν τις τιμές των εμβολίων ανάλογα με την προσφορά και την ζήτηση, έχοντας τη δυνατότητα να αυγατίσουν τα κέρδη τους, λόγω της σημερινής έλλειψης των εμβολίων;
Tι θα γίνουν στην τελική και οι μέτοχοι των μεγάλων “παιχτών”, όπως της Pfizer που υπολογίζεται ότι θα τσεπώσουν έως και 15 δισ. δολάρια, μόνο το 2021, χάρις τα έσοδα από το εμβόλιο κατά του Covid-19;
Tι θα γίνουν όλοι αυτοί, κλέφτες;
Όχι, βέβαια. Θα ήταν ανεπανόρθωτη η ηθική ζημία που θα προκαλούνταν στο ψηφιδωτό του διαχρονικού παρασιτισμού του κεφαλαίου. Μια παρέκκλιση απ’ την διεθνή κανονικότητα.
Την κανονικότητα που κατέγραψε σε Έκθεσή της, το 2017, η Εθνική Ακαδημία Επιστημών των ΗΠΑ, βάσει της οποίας από τα 210 νέα φάρμακα που εγκρίθηκαν μεταξύ 2010 και 2016, το κράτος, μέσω του Εθνικού Ινστιτούτου Υγείας, συμμετείχε, δαπανώντας συνολικά 100 δισεκατομμύρια δολάρια. Κανένα όμως από αυτά τα ποσά δεν κατέληξε πίσω, στο δημόσιο ταμείο προς ενίσχυση νέων ερευνητικών προγραμμάτων. Αντ’ αυτού, καταχωνιάστηκε σε καλοραμμένες τσέπες CEO της βιομηχανίας του φαρμάκου, έχοντας προηγουμένως εξασφαλίσει το δίπλωμα ευρεσυτεχνίας.
Αυτό το “back to reality” εφαρμόστηκε από τις “Big Pharma” και τους πολιτικούς διεκπεραιωτές των συμφερόντων τους, στην περίπτωση των εμβολίων. Κι αυτό δεν το λέμε εμείς, μόνο.
Όπως ανέφερε σε πρόσφατο άρθρο του στους “Financial Times” ο έμπειρος οικονομικός συντάκτης David Allen Green, ήδη από τον περασμένο Ιούνιο που χαράχθηκε η στρατηγική της ΕΕ για τα εμβόλια, υπήρχε ρητή αναφορά στην εξάλειψη από την πλευρά της ΕΕ των “κινδύνων” που δεν θα επέτρεπαν στις εταιρείες να προχωρήσουν στις κλινικές δοκιμές και τη διαδικασία παραγωγής των εμβολίων. Όπου… όπου κίνδυνος, εσείς μπορείτε κάλλιστα να βάλετε τις λέξεις: Επιχειρηματικό ρίσκο…
Αλλά και στο άρθρο 11.1 της συμφωνίας της Ευρωπαϊκής Επιτροπής με την AstraZeneca αναφέρεται ότι:
“Η Επιτροπή αναγνωρίζει και συμφωνεί ότι τα Μέρη, (i) η AstraZeneca θα είναι μοναδικός κύριος του συνόλου των δικαιωμάτων διανοητικής ιδιοκτησίας που δημιουργούνται κατά την ανάπτυξη, παραγωγή και προμήθεια του Εμβολίου, συμπεριλαμβανομένης όλης της Τεχνογνωσίας (συλλογικά καλούμενα, “Τα Δικαιώματα Διανοητικής Ιδιοκτησίας του Εμβολίου”), και (ii) η AstraZeneca διατηρεί το δικαίωμα να εκμεταλλεύεται αποκλειστικά οποιοδήποτε από αυτά τα δικαιώματα” !
Βέβαια, ας είμαστε δίκαιοι: Οι άνθρωποι είχαν φανερώσει την προσήλωσή τους στο “δικαίωμα” των φαρμακοβιομηχανιών στην πατέντα και την καπιταλιστική ιδιοκτησία της επιστημονικής έρευνας ήδη από τον περασμένο Νοέμβριο, όταν στη συνεδρίαση του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας αντιστάθηκαν σθεναρά στο αίτημα της Νότιας Αφρικής και της Ινδίας για αναστολή της πατέντας σε κάποιες χώρες, προκειμένου να αυξηθεί η παραγωγή θεραπειών, τεστ και εμβολίων για να μετριαστεί η σφοδρότητα των πανδημικών κυμάτων.
Στάση που δεν την λες και παράλογη, λαμβάνοντας υπόψη ότι μόνο στην ΕΕ δραστηριοποιούνται πάνω από 170 λομπίστες της φαρμακευτικής βιομηχανίας. Όπως λέει στον “Ημεροδρόμο” ο διδάκτωρ Ευρωπαϊκών Σπουδών του Πανεπιστημίου του Στρασβούργου, κ. Γιώργος Βασσάλος “πρόκειται για στελέχη υψηλά καταρτισμένα όσον αφορά τις διαδικασίες λήψης αποφάσεων στην ΕΕ και τις μεθόδους επηρεασμού τους”. Στελέχη που είναι έως και “δεκαπέντε φορές περισσότερα από τα στελέχη που δουλεύουν για οργανώσεις υπεράσπισης του δικαιώματος στην υγεία (ενώσεις ασθενών, συνδικάτα υγειονομικών κ.λπ.)”.
Τα ποσά που δαπανώνται σε ετήσια βάση για την άσκηση πιέσεων στους διαδρόμους των Βρυξελλών αγγίζουν τουλάχιστον τα σαράντα εκατομμύρια ευρώ. “Tόσο η AstraZeneca όσο και η Pfizer, με τις οποίες η Κομισιόν υπέγραψε συμβόλαια προμήθειας εμβολίων, είναι ανάμεσα στις έξι πρώτες φαρμακευτικές σε έξοδα λόμπινγκ στην ΕΕ”, αναφέρει ο Έλληνας ακαδημαϊκός.
Παράλληλα, υπογραμμίζει την αδιαφανή ατμόσφαιρα που επικράτησε εξαρχής στη διαδικασία διαπραγμάτευσης της ανάπτυξης και προαγοράς των εμβολίων από την πλευρά της Κομισιόν, θυμίζοντας μας ότι ακόμα και η σύνθεση της διαπραγματευτικής ομάδας της Κομισιόν παρέμεινε μυστική. “Το μόνο από τα επτά μέλη της του οποίου το όνομα δημοσιεύτηκε (Richard Bergström), ήταν πρώην διευθυντής της ευρωπαϊκής ένωσης φαρμακοβιομηχάνων (EFPIA)”.
Αυτές οι σχέσεις αλληλεξάρτησης της ΕΕ με το λόμπινγκ της φαρμακοβιομηχανίας έφτασαν την Κομισιόν στο σημείο να πανηγυρίζει που η AstraZeneca θα παρέχει λιγότερα μεν εμβόλια από αυτά που αρχικά ανακοινώθηκε, αλλά μόλις λίγα παραπάνω από όσα ήθελε τελικά η ίδια να παραδώσει. Bλέπεις, το ζήτημα εξαρχής δεν ήταν η δημιουργία τείχους προστασίας από τον Covid 19, αλλά η αποκλειστική εξυπηρέτηση των συμφερόντων των κολοσσών της φαρμακοβιομηχανίας.
“Μπροστά σ’ αυτό το χάος”, λέει ο κ. Βασσάλος, “η κατάργηση των διπλωμάτων ευρεσιτεχνίας και η ανακήρυξη του εμβολίου σε δημόσιο αγαθό είναι αυτή τη στιγμή κυριολεκτικά ζήτημα ζωής και θανάτου”.
Εγώ απλώς προσυπογράφω.