Από τον Άρη Χατζηστεφάνου
Η είδηση ότι η Apple οφείλει 13 δισ. ευρώ σε φόρους αποτέλεσε άλλη μια απόδειξη ότι το δημιούργημα του Στιβ Τζομπς ήταν και παραμένει ένα καινοτόμο «παράσιτο» στο σώμα του δημόσιου τομέα
Η καινοτομία διακρίνει τον ηγέτη από τους ακολούθους του
Στιβ Τζομπς
Ηταν 5 Οκτωβρίου του 2011 όταν ομάδες ανθρώπων άρχισαν να συγκεντρώνονται έξω από καταστήματα της Apple σε όλο τον κόσμο αφήνοντας ένα κεράκι ή μερικά λουλούδια για τον θάνατο του Στιβ Τζομπς, συνιδρυτή της Apple.
Οι σεμνές αυτές τελετές άρχισαν να λαμβάνουν χαρακτηριστικά θρησκευτικής ιεροτελεστίας και, όπως παρατηρούσε ο Νέλσον Τζόουνς στο βρετανικό περιοδικό New Statesment, «αν την ημέρα του θανάτου του πληκτρολογούσες τις λέξεις “Steve Jobs μεσσίας” στο Google θα λάμβανες πάνω από μισό εκατομμύριο αποτελέσματα».
Πίσω από τη σχεδόν θρησκευτική πίστη στο πρόσωπο του Στιβ Τζομπς κρυβόταν η σύγχρονη λατρεία σε έννοιες όπως καινοτομία, ιδιωτική πρωτοβουλία και επιχειρείν.
Για τους πιστούς του νεοφιλελευθερισμού ήταν η απόδειξη ότι η ολοκληρωτική απουσία του κράτους και μερικές καλές ιδέες αρκούν για να νεκραναστήσεις την πεμπτουσία του αμερικανικού ονείρου.
Καθώς όμως σύντομα συμπληρώνονται πέντε χρόνια από τον θάνατο του ανθρώπου που αποτέλεσε σύμβολο της νέας αμερικανικής οικονομίας, οι τρεις αυτές έννοιες κλυδωνίζονται συθέμελα.
Η Apple καλείται να πληρώσει 13 δισεκατομμύρια ευρώ σε φόρους στην Ιρλανδία, απόδειξη ότι οι Ιρλανδοί και οι Ευρωπαίοι φορολογούμενοι επωμίστηκαν τμήμα της επιτυχίας της Apple στην Ευρώπη.
Ορισμένοι μάλιστα υποστηρίζουν ότι αν οι αμερικανικές εταιρείες είχαν πληρώσει τους φόρους στην ώρα τους, ο προϋπολογισμός της Ιρλανδίας δεν θα παρουσίαζε τα ελλείμματα που οδήγησαν τη χώρα στο μνημόνιο και ανάγκασαν εκατοντάδες χιλιάδες νέους ανθρώπους να μεταναστεύσουν.
Το δεύτερο πλήγμα στο καινοτόμο, ιδιωτικό επιχειρείν ήρθε από την απόφαση της Ουάσινγκτον να παρέμβει δυναμικά στην αντιπαράθεση.
Ηταν μια υπενθύμιση ότι από την εποχή της ευρωπαϊκής αποικιοκρατίας μέχρι τις ημέρες μας η μοίρα των ιδιωτικών πολυεθνικών εξαρτάται συνήθως από τη διπλωματική ισχύ (και ενίοτε τις κανονιοφόρους και τα αεροπλανοφόρα) του κράτους στο οποίο έχουν την έδρα τους.
Δυστυχώς, όμως, η πραγματικότητα είναι ακόμη πιο σκληρή για όσους πιστεύουν ότι η Apple ήταν το απόλυτο σύμβολο του «λιγότερου κράτους».
Οπως μας εξηγούσε η Βρετανίδα οικονομολόγος Αν Πέτιφορ, στα γυρίσματα του ντοκιμαντέρ «This is not a coup», ελάχιστες εταιρείες οφείλουν τόσα πολλά στον δημόσιο τομέα όσο το δημιούργημα του Στιβ Τζομπς.
«Ο κύριος Apple», μας έλεγε, «χρειαζόταν τις επενδύσεις της αμερικανικής κυβέρνησης προκειμένου να κατασκευάσει το iPhone. Ο ίδιος δεν είχε την απαιτούμενη επιχειρηματικότητα για να ανακαλύψει το Ιντερνετ ή όλα τα άλλα στοιχεία που αποτελούν το iPhone».
Η οικονομολόγος Μαριάνα Ματσουκάτο είχε αναλάβει μερικά χρόνια νωρίτερα να αναλύσει ένα προς ένα τα στοιχεία που αποτελούν κάθε συσκευή της Apple.
Και μέσα στο φαγωμένο μήλο της εταιρείας εντόπιζε πάντα αυτό που οι νεοφιλελεύθεροι θα αποκαλούσαν «το σκουλήκι του κράτους».
Στο βιβλίο της «The Entrepreneurial State» («Το κράτος του επιχειρείν») πραγματοποίησε μια εξαντλητική έρευνα για το πώς όλες σχεδόν οι μικροσυσκευές που χρησιμοποιούμε σήμερα οφείλουν την ύπαρξή τους σε ερευνητικά προγράμματα του Δημοσίου – είτε πρόκειται για πανεπιστήμια είτε για ερευνητικά κέντρα των ενόπλων δυνάμεων.
Το τηλέφωνο της Apple, παραδείγματος χάριν, οφείλει την οθόνη του σε παλαιότερες έρευνες του Πανεπιστήμιο του Ντέλαγουερ (το οποίο έχει δημόσια χρηματοδότηση) αλλά και σε εργασίες της… CIA.
Η ίδια συσκευή δεν θα είχε GPS εάν δεν είχαν ξενυχτήσει επιστήμονες του βρετανικού πολεμικού ναυτικού αλλά και του υπουργείου Αμυνας των ΗΠΑ.
Οσο για την μπαταρία του, στηρίζεται σε τεχνολογία που αναπτύχθηκε από το αμερικανικό υπουργείο Ενέργειας και το εθνικό Ιδρυμα Ερευνών των Ηνωμένων Πολιτειών.
Ολα τα στοιχεία, λοιπόν, που συγκέντρωσε σε μία συσκευή ο καινοτόμος Στιβ Τζομπς είχαν πληρωθεί πολλά χρόνια νωρίτερα από φορολογούμενους σε όλο τον κόσμο και στη συνέχεια, αντί να γίνουν κτήμα όλων, ιδιωτικοποιήθηκαν και πέρασαν στα χέρια μεγάλων εταιρειών.
Ακόμη όμως και τα επενδυτικά προγράμματα, στα οποία εταιρείες όπως η Apple στήριξαν τις δραστηριότητές τους (δηλαδή την «απαλλοτρίωση» ξένων εφευρέσεων), δεν θα υπήρχαν χωρίς τις παρεμβάσεις της αμερικανικής ομοσπονδιακής κυβέρνησης.
«Σε περιόδους κρίσης», μας εξηγούσε η Αν Πέτιφορ, «οι ιδιώτες είναι σαν τα ποντίκια και οι κυβερνήσεις είναι σαν τα λιοντάρια, που είναι διατεθειμένα να αναλάβουν δράση παρά το ρίσκο. Ουσιαστικά τα κράτη γίνονται πολύ πιο επιχειρηματικά. Αντίθετα, είναι απίστευτο πόσο νευρικός και μη επιχειρηματικός γίνεται ο ιδιωτικός τομέας όταν οι συνθήκες δεν είναι ιδανικές».
Είτε σαν ποντίκι, απέναντι στο λιοντάρι του κράτους, είτε σαν σκουλήκι μέσα στο μήλο της, η Apple ίσως αποτελεί ένα από τα πλέον κρατικοδίαιτα δημιουργήματα του τελευταίου μισού αιώνα.
Μια όχι και τόσο ευχάριστη παρακαταθήκη για τον… Μεσσία της νέας οικονομίας.
Διαβάστε
«The Entrepreneurial State»
Η καθηγήτρια Οικονομικών Μαριάνα Ματσουκάτο κατάφερε να εξοργίσει τους «φιλελέ» ολόκληρου του πλανήτη αποδεικνύοντας τα κρατικοδίαιτα χαρακτηριστικά των πατέρων τού επιχειρείν και της «καινοτομίας»
info-war.gr / efsyn.gr