Από τον Σίμο Ανδρονίδη
«Αν ο δρόμος προς την κόλαση είναι στρωμένος με καλές προθέσεις, οι δρόμοι του Τρίτου Ράιχ είναι στρωμένοι με σύμβολα». Λέων Τρότσκι
Τα σύμβολα (σημαίες & επιγραφές), τα «ιερά τοτέμ» του Τρίτου Ράιχ, του Γερμανικού Εθνικοσοσιαλισμού κατευθύνουν προς το πεδίο της επιβολής και της ισχύος, της όλης διάχυσης της εξουσίας στο πεδίο του κοινωνικού (στο πεδίο δραστηριοποίησης κοινωνικών τάξεων και μερίδων τάξεων). Η ναζιστική εξουσία συμβολοποιείται, μέσω συμβόλων που παραπέμπουν σε ένα «ανόθευτο», «καθάριο» παρελθόν (που δύναται να γίνει ιστορικός χρόνος του ‘τώρα’), «ιεροποιείται» διαμέσου του απόλυτου συμβολισμού: η εξουσία «από & για το έθνος» (πλαίσιο που ‘εργαλειοποιείται ως ιστορική συνέχεια), κατευθύνει προς έναν εσωτερικό και εξωτερικό πόλεμο (βίαιος και θανατηφόρος καπιταλισμός) εξόντωσης των πολύσημων «εχθρών». Πάνω στα «αποκαΐδια» που αφήνει η ιστορία, ο ναζισμός εξελίσσεται.
Μπορούμε να κάνουμε λόγο για τη ναζιστική δικτατορία του απόλυτου τρόμου, για την κωδικοποιημένη, «συμβολοποιημένη», ιδεολογικά ‘κανονικοποιημένη’ εξουσία-εξόντωση, για την κυβερνολογική που διαχωρίζει την ύπαρξη σε άξια και μη-άξια, που συγκροτεί στρατόπεδα συγκέντρωσης (θανάτου), που συνιστούν «χώρους αποβολής (θανάτωσης με φρικτούς τρόπους) περιττών».
Πραγματικά, στο ιδεολογικό περιβάλλον του ναζισμού η «φύση» του «εχθρού» ανακατασκευάζεται διαρκώς, «παίζει» με το δίπολο ΄αποτυχία & αδυναμία’, μετασχηματίζεται σε φυγόκεντρη εξωτερική «ουσία» προς τον ίδιο φυλετικό «εαυτό».
Στα λεξικολογικά και νοηματικά σημαίνοντα του Εθνικοσοσιαλισμού, κάθε προσδιορισμός αποκτά διφυή χαρακτηριστικά: η ταύτιση ταυτόχρονα με την απόκλιση, η συμπερίληψη μαζί με την «εκκαθάριση», την ίδια κρίσιμη στιγμή που ο πόλεμος αποκρυσταλλώνεται ως η ζώσα ιστορία παράθεσης και «εδαφικοποίησης» των συμβόλων του. Είναι η «πολεμική παράδοση» («arditismo»), στην οποία αναφέρεται ο Αντόνιο Γκράμσι, εστιάζοντας στον Ιταλικό φασισμό.
Ο μύθος, συμπυκνωμένος ως προς τα νόηματα που διαχέει η ναζιστική δικτατορία, εμφιλοχωρεί στο πεδίο της κοινωνικοπολιτικής πραγματικότητας. Με τα λόγια του Τρότσκι: «Περιορίζοντας το πρόγραμμα των μικροαστικών αυταπατών σε καθαρά γραφειοκρατικές μασκαράτες, ο Εθνικοσοσιαλισμός ορθώνεται πάνω από το έθνος σαν η χειρότερη μορφή του ιμπεριαλισμού».
Ένας ιδιαίτερος μικροαστισμός που συναντά το μότο «η εργασία απελευθερώνει» («arbeit macht frei»). Η επιγραφή έξω από το στρατόπεδο συγκέντρωσης, που, «απελευθερώνει» ταυτότητες, αναπαράγει συνηχήσεις εντός του μείζονος χώρου. Έτσι, η «εργασία δεν απελευθερώνει», παρά συγκεντρώνει τη δύναμη πυρός του ναζιστικού καθεστώτος, στο μέσα και το εκτός του πολέμου, στο μέσα και το εκτός του στρατοπέδου της «κατασκευής» της «παρένθετης» ύπαρξης. Η εργασία «δομείται» εν συνθέσει. Μπροστά στο εθνικώς ορθόν και δέον, «η εργασία απελευθερώνει», συγκλίνει, αναπαράγει την κοινότητα, το Ράιχ εντός Ευρώπης.
Η επιγραφή η «εργασία απελευθερώνει» συνιστά το κατοπτρικό είδωλο της διαλείπουσας μνήμης: μνήμη που δεν συναρθρώνεται με το συμφέρον, «εκφεύγει», «χάνεται». Πρακτικά, «η εργασία δεν απελευθερώνει» παρά προσδιορίζει, φέρει ατομικές & συλλογικές ιστορίες, διαμορφώνει κοινωνικές συμμαχίες, ενέχει την ταξικότητα του οικονομικά κυρίαρχου. Θα μπορούσαμε να αναφέρουμε πως, σε αυτό το πλαίσιο, η εργασία φορτίζεται και «τεχνοκρατικοποιείται»: αυτός που την προσφέρει την «απελευθερώνει» για να την καρπωθεί. Την εγκλωβίζει για να την μετασχηματίσει σε τρόπο αποσύνθεσης, διάβρωσης & καταδίκης, θανατικής & στρατοπεδικής.
Τώρα, με τα σύμβολα της ιδεολογικής της εκφοράς προχωρούσε πολιτικά και το νεοναζιστικό μόρφωμα της Χρυσής Αυγής. Το μείζων σύμβολο δύναται να είναι αυτό: η αφήγηση περί ενός «πλήθους» «μοναδικού», «αληθινού», «απρόσβλητου» από τις προσμείξεις. Οι σημάνσεις και οι εναλλαγές μεταξύ της λεκτικής & σωματικής βίας είναι διαρκείς.
H λεκτική βία (και ένα είδος δυνητικής σωματικής) πολώνεται και εντός Κοινοβουλίου, εκεί όπου το νεοναζιστικό μόρφωμα της Χρυσής Αυγής, ‘τμηματοποιώντας’ και συγκεντροποιώντας τον λόγο του, προσδιορίζει έναν (σύγχρονης κοπής) κοινοβουλευτικό ‘κρετινισμό’, δείγματα του οποίου παρακολουθήσαμε μεσοβδόμαδα. Με αυτόν τον τρόπο, η λεκτική βία σημαίνεται, προσδιορίζεται κοινοβουλευτικά στρεφόμενη εναντίον ιδεολογικών ‘εχθρών’.
Τώρα, όπως πάλι επισημαίνει ο Λέων Τρότσκι: «Για να υψώσουν το έθνος πάνω από την ιστορία, του δίνουν το υποστήριγμα της φυλής. Η ιστορία εκπορεύεται από την φυλή». Με αυτόν τον τρόπο η ρατσιστική βία, η νεοναζιστική βία, έρχεται να συμπληρώσει και να «εξαγνίσει» τον χώρο, τη γη, το πεδίο των σταθερών παραγόντων: η νεοναζιστική βία για την κυριαρχία, για την «πλοήγηση» του σημείου εγκοπής: ο αλλότριος «ξένος» αν δεν φύγει οικειοθελώς για να σωθεί, δύναται να υποστεί την δυνητικά όσο και πραγματικά θανατηφόρα βία.
Στο σημείο συνάρθρωσης συγκεκριμένου τρόπου παραγωγής και ιδεολογίας, ο κεφαλαιοκρατικός τρόπος παραγωγής, (ο χρόνος έγκλησης και ο τρόπος άρθρωσης), επιδιώκει να αναπαραχθεί ως το κοινωνικό «είναι» της ιδεολογίας: ως «εθνικός», «εργοδοτικά» καθαρός προς Έλληνες (χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελούν τα γραφεία ευρέσεως εργασίας «μόνο για Έλληνες», και τι καλύτερο πράγμα από την απόδειξη απτής «Ελληνικότητας» μέσω της επίδειξης αστυνομικής ταυτότητας, του εγγράφου πιστοποίησης;).
Η μάχη ενάντια στο νεοναζιστικό μόρφωμα της Χρυσής Αυγής οφείλει να είναι συνεχής, ποιοτικά «εντατική», μάχη που θα την αποκόπτει από την κοινωνική δομή, από την απεύθυνση της στην εργατική τάξη, ευρύτερα στο μπλοκ των λαϊκών-υποτελών τάξεων.
*Το κείμενο δημοσιεύθηκε στο ένθετο του Νόστιμον Ήμαρ στον Δρόμο της Αριστεράς, το Σάββατο 1.10.2016
Κάθε Σάββατο κυκλοφορεί στα περίπτερα το έντυπο Νόστιμον Ήμαρ ως ένθετο στον Δρόμο της Αριστεράς.