Ο Έντουαρντ Τζέννερ ήταν Άγγλος γιατρός, ο επινοητής του εμβολιασμού και θεωρούμενος ως ο «πατέρας της ανοσολογίας». Η ανακάλυψή του θεωρείται ότι έσωσε περισσότερες ζωές σε σχέση με οποιαδήποτε άλλη ανακάλυψη, καθώς θεωρείται η πρώτη μέθοδος αποτελεσματικής ανοσοποιητικής προφύλαξης.
Βασισμένος στη διαπίστωση, ότι η δαμαλίτιδα προκαλούσε ανοσία κατά της ευλογιάς, ασχολήθηκε για χρόνια με σχετικές μελέτες και πειράματα, που τον έπεισαν για την αξία και τη σταθερότητα του φαινομένου. Αποφάσισε τότε να ενοφθαλμίσει τη δαμαλίτιδα σε ένα παιδί, που αποδείχτηκε ανθεκτικό σε ενοφθαλμισμό ευλογιάς.
Η δημοσίευση του περιστατικού προκάλεσε μεγάλο ενδιαφέρον και ο εμβολιασμός, κατά τη μέθοδό του, διαδόθηκε σε ολόκληρο τον κόσμο. Ο Τζέννερ έγραψε διάφορα επιστημονικά έργα με σπουδαιότερα τις Έρευνες για τα αίτια και τα αποτελέσματα της ευλογιάς.
Βιογραφία
Ο Τζέννερ γεννήθηκε στις 17 Μαΐου του 1749 στη μικρή πόλη Μπέρκλεϊ του Γκλόστερσερ. Γιος κληρικού, από μικρός διδάχθηκε να συντρέχει πάντοτε και να βοηθά τους άλλους. Τα πρώτα γράμματα έμαθε στο Γούτον-άντερ-Ετζ και στο Σάιρονσεστερ. Σε ηλικία 14 ετών ανέλαβε ως μαθητευόμενος του χειρουργού στο νοσοκομείο της περιοχής Ντάνιελ Λάντλοου και αργότερα στάλθηκε στο Λονδίνο και το νοσοκομείο Σαιντ Τζορτζ, ως μαθητευόμενος στην ανατομία υπό το διάσημο, τότε, χειρουργό Τζον Χάντερ. Ολοκληρώνοντας τις σπουδές του επέστρεψε στο Μπέρκλεϊ και άρχισε να εξασκεί το ιατρικό επάγγελμα. Στην πόλη του παρέμεινε μέχρι το θάνατό του στις 26 Ιανουαρίου 1823.
Η ευλογιά
Για αιώνες η ευλογιά είχε ξεκληρίσει οικογένειες σε όλον τον κόσμο. Η θανατηφόρα ασθένεια δεν έκανε διακρίσεις σε πλούσιους και φτωχούς. Τον 18ο αιώνα στην Ευρώπη πέθαιναν 400 χιλιάδες άνθρωποι από ευλογιά ετησίως. Η θνησιμότητα έφτανε το 60% των ασθενών, ενώ για τα παιδιά στο 80-90%. Στο νεκροταφείο του Πάντινγκτον 9 στους 10 τάφους πριν από το 1850 ήταν μικρών παιδιών ηλικίας έως 6 ετών.
Η ασθένεια προκαλούσε αρχικά κόκκινα εξανθήματα, τα οποία στη συνέχεια γίνονταν φουσκάλες γεμάτες υγρό. Την πορεία της ευλογιάς ανέκοψε ο Άγγλος γιατρός Έντουαρντ Τζένερ, ο οποίος θεωρήθηκε ο πατέρας της ανοσολογίας. Παρόλο που είχαν γίνει προσπάθειες για την εξάλειψή της και στο παρελθόν, ο Τζένερ ήταν ο γιατρός που τα κατάφερε. Η ανακάλυψή του έσωσε περισσότερες ζωές από οποιαδήποτε άλλη στην ιστορία.
Ο ρόλος των αγελάδων
Το Μπέρκλεϊ, που έζησε ο Τζέννερ από την ολοκλήρωση των σπουδών του μέχρι το θάνατο του, ήταν αγροτική περιοχή και οι περισσότεροι ασθενείς του ήταν αγρότες και αγελαδοτρόφοι.
Ο Τζένερ είχε παρατηρήσει ότι όσοι κολλούσαν ευλογιά αλλά επιβίωναν, δεν κολλούσαν ποτέ ξανά. Διαπίστωσε επίσης, ότι οι γεωργοί που άρμεγαν τις αγελάδες δεν κολλούσαν ευλογιά. Έτσι, υπέθεσε ότι αυτό συνέβαινε γιατί στο παρελθόν ο οργανισμός τους είχε εκτεθεί σε μια πιο ήπια αλλά παρόμοια ασθένεια, τη δαμαλίτιδα η οποία προσβάλει κατά κύριο λόγο τα βοοειδή. Ο Τζένερ παρουσίασε την παρατήρησή του στην ιατρική κοινότητα, αλλά κανένας δεν τον πίστεψε και του είπαν ότι ήταν απλή σύμπτωση.
Η καταπολέμηση της ευλογιάς του έγινε εμμονή. Ήθελε να βρει μια απτή απόδειξη της θεωρίας του.
Σταδιακά κατάλαβε ότι η δαμαλίτιδα μπορούσε να μεταδοθεί από άνθρωπο σε άνθρωπο μέσω της διαδικασίας του εμβολιασμού, όρος που μέχρι τότε δεν είχε χρησιμοποιηθεί. Και αυτή η παρατήρησή του τον πήγε ένα βήμα παραπέρα. Σκέφτηκε ότι αν ο κόσμος μολυνόταν με δαμαλίτιδα, δεν θα νοσούσε ποτέ με ευλογιά. Όμως, κανένας δεν δεχόταν να γίνει το «πειραματόζωό» του και να εφαρμόσει πάνω του αυτή τη θεωρία.
Η ευκαιρία του δόθηκε τον Απρίλιο του 1796, όταν μια νεαρή αγρότισσα η Σάρα Νέλμς κόλλησε δαμαλίτιδα από μια αγελάδα και επισκέφτηκε το ιατρείο του. Ο Τζέννερ πήρε πύον από ένα εξάνθημα που είχε βγάλει η κοπέλα στο χέρι της και αποφάσισε να το μεταγγίσει σε ένα υγιές άτομο.
Μερικές μέρες αργότερα, βρήκε το ιδανικό «θύμα» του. Ήταν ο οκτάχρονος γιος του κηπουρού του Τζέιμς Φιπς. Ο Τζέννερ έκανε δυο μικρές τομές στο χέρι του παιδιού και πάνω τους έβαλε το υγρό από τα εξανθήματα της αγρότισσας. Ο μικρός προσβλήθηκε από ήπια μορφή δαμαλίτιδας. Ανέβασε λίγο πυρετό, αλλά δεν έπαθε κάτι σοβαρό. Στη συνέχεια, όταν το αγοράκι έγινε καλά, το μόλυνε με ευλογιά. Ο γιατρός έθεσε σε κίνδυνο τη ζωή του αγοριού, αλλά και τη δική του. Αν η θεωρία του ήταν λάθος και ο μικρός Φιπς πέθαινε, ο Τζέννερ θα κατηγορούνταν για δολοφονία.
Όμως, για καλή του τύχη, αλλά και για το καλό της ανθρωπότητας, ο μικρός Φιπς δεν νόσησε ποτέ. Ο Τζέννερ είχε βρει τη λύση για την καταπολέμηση της θανατηφόρας ασθένειας. Αποφάσισε να επαναλάβει το πείραμά του και σε άλλα 23 παιδιά, μεταξύ των οποίων ήταν ο 11 μηνών γιος του.
Τα εμπόδια και η τελική αναγνώριση
Το 1797 Τζέννερ κατέφυγε στη Βασιλική Εταιρία, όπου παρουσίασε τα αποτελέσματα της θεωρίας του, η οποία τελικά απορρίφθηκε. Την επόμενη χρονιά ξαναπήγε και τελικά η Εταιρία δέχτηκε να δημοσιεύσει την ιδέα του με τίτλο «Έρευνα επί των αιτίων και των αποτελεσμάτων της ευλογιάς».
Ο Τζένερ ήταν ο πρώτος που χρησιμοποίησε τον όρο «vaccination» που σημαίνει εμβολιασμός. Ο όρος προέκυψε από τον ιό variolae vaccinae, δηλαδή ευλογιά από αγελάδα.
Στην αρχή η θεωρία του κατακρίθηκε από τον Τύπο της εποχής. Ο Τζέννερ παρομοιαζόταν με τσαρλατάνο. Η Εκκλησία διακήρυσσε ότι ο εμβολιασμός ήταν απεχθής πράξη και ενάντια στη θεϊκή θέληση.
Ο Τζέννερ πίστευε πολύ στη θεωρία του και έπρεπε να γίνει αποδεκτή από το ευρύ κοινό. Έτσι, άρχισε να εμβολιάζει τον κόσμο δωρεάν σε έναν μικρό χώρο δίπλα στο ιατρείο του. Μέχρι το 1807, 300 άτομα την ημέρα επισκέπτονταν τον Τζέννερ για να δοκιμάσουν το νέο εμβόλιο. Η ασθένεια προκαλούσε αρχικά κόκκινα εξανθήματα, τα οποία στη συνέχεια γίνονταν φουσκάλες γεμάτες υγρό.
Οι εμβολιασμοί γίνονταν με δικά του έξοδα, με αποτέλεσμα μετά από μια περίοδο να αντιμετωπίζει οικονομικά προβλήματα. Ο Τζέννερ μετά από πολλές προσπάθειες κατάφερε να εξασφαλίσει κρατική επιχορήγηση της τάξης των 20.000 λιρών.
Περίπου έναν χρόνο μετά η ευλογιά στην Αγγλία είχε μειωθεί κατά 75%. Το εμβόλιό του νομιμοποιήθηκε και παρεχόταν δωρεάν σε όποιον το επιθυμούσε. Ο εμβολιασμός άρχισε να εφαρμόζεται στο βρετανικό στρατό και ναυτικό και διαδόθηκε σιγά σιγά στις Ηνωμένες Πολιτείες και στην Ευρώπη.
Το εμβόλιο έγινε υποχρεωτικό για όλους το 1873.
Ο Τζέννερ έλαβε πολλές τιμές. Μεταξύ των άλλων ανακηρύχθηκε επίτιμος διδάκτωρ της Ιατρικής Σχολής του Πανεπιστημίου της Οξφόρδης.
Αποφάσισε να αποσυρθεί από τις έρευνές του το 1809. Μετά τον θάνατο της γυναίκας του το 1815, αποσύρθηκε στην ιδιωτική ζωή, ευχαριστημένος να είναι γιατρός στην επαρχία. Από το επάγγελμά του αποσύρθηκε το 1822. Απεβίωσε στις 24 Ιανουαρίου του 1823 στο Μπέρκλεϊ. Εκατόν ογδόντα χρόνια αργότερα, η Παγκόσμια Οργάνωση Υγείας ανακοίνωσε επίσημα ότι το όραμα που ο Τζέννερ είχε το 1801, την ολοσχερή εξάλειψη της ευλογιάς, είχε επιτέλους γίνει πραγματικότητα: «Η ευλογιά είναι νεκρή»
Ο εμβολιασμός στην Ελλάδα
Ο πρώτος «εμβολιαστικός» νόμος στην χώρα μας ήρθε στις 11 Μαΐου 1835, όταν και δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως το σχετικό Διάταγμα της Αντιβασιλείας του Οθωνα, που αφορούσε το εμβόλιο της ευλογιάς. Στο άρθρο 1 του νόμου οριζόταν ρητά ότι όποιος δεν είχε εμβολιαστεί ή δεν είχε νοσήσει έπρεπε να εμβολιαστεί. Τα δε νεογέννητα παιδιά έπρεπε, υποχρεωτικά, να εμβολιαστούν, κατά το πρώτο έτος της γέννησής τους.
Η διαδικασία του εμβολιασμού ακόμα και οι πιθανές παρενέργειες του εμβολίου (πρήξιμο του μπράτσου, πυρετός) καταγράφονταν, αναλυτικά, σε παράρτημα με τίτλο «Παραγγέλματα προς τους εμβολιαστάς», που συνόδευε το Διάταγμα. Ακόμα, προβλεπόταν ότι κάθε εμβολιαζόμενος έπαιρνε βεβαίωση, κάτι σαν «υγειονομικό διαβατήριο» -μιλώντας με σημερινούς όρους- και πως ο εμβολιασμός θα γινόταν από γιατρούς, που θα εισέπρατταν μόνο από εύπορους δύο δραχμές για το πρώτο εμβόλιο αλλά, εάν χρειαζόταν και δεύτερο, θα ήταν δωρεάν.
- με πληροφορίες από την Μηχανή του χρόνου, ΕΦΣΥΝ και την Βικιπαίδεια