Γιάννης Μπάκος
Η εποχή των social media, μέσα σε τόσα άλλα έχει φέρει και μια τεράστια αλλαγή στην μεταφορά του μηνύματος ενός τραγουδιού από τον δημιουργό στο ακροατήριο. Το ραδιόφωνο ως το βασικότερο μέσο διάδοσης της μουσικής μέχρι και πριν μια δεκαετία, στεκόταν κάπως αμέτοχο μπροστά στην ερμηνεία του στίχου, στην αναζήτηση της πρόθεσης του στιχουργού, αφήνοντας τον ακροατή να ερμηνεύσει κατά το δοκούν, να ακούσει βιωματικά και να φτιάξει ιστορίες.
Ο Σωκράτης Μάλαμας αρνήθηκε να μιλήσει για την έμπνευση του πάνω σε κάποιο τραγούδι, απαντώντας πως όταν ένα μουσικό έργο κυκλοφορεί φεύγει από τον δημιουργό και ανήκει στο κοινό, το οποίο το ερμηνεύει υποκειμενικά κι αυτό έχει την μεγαλύτερη αξία.
Σήμερα όταν φεύγει το τραγούδι από τον δημιουργό που πάει; Πως φτάνει σε μας; Πως ξαναφτάνει σε μας; Πόσο ακέραια αυτούσιο, χωρίς σάλτσες και σχόλια που θα επηρεάσουν την κρίση μας;
Η μουσική αντιμετωπίζεται συχνά ως αντικείμενο, ως κάτι, δηλαδή, που έχει στιγμή δημιουργίας, ανθεκτικά χαρακτηριστικά μέσα στον χρόνο και αποτέλεσμα. Οι κοινωνιολόγοι βλέπουν την μουσική ως αντικείμενο από την σκοπιά της σύνθεσης (institutionalized system of tonality) και του εμπορεύματος. Η πρώτη σκοπιά αφορά στην πρωτόγονη μορφή της μουσικής, ενώ η δεύτερη, την εμπορική της διάσταση που βοηθά στην διάδοση της και στην διείσδυση την κοινωνία.
Από την άλλη πλευρά, οι θεωρητικοί της μουσικής τοποθετούν την μουσική περισσότερο ως μια διαδικασία κι όχι ως αντικείμενο, καθώς θεωρούν πως ποτέ δεν ολοκληρώνεται σε βαθμό που να θεωρηθεί τέτοιο.
Αυτό το χάσμα στις απόψεις κοινωνιολόγων και θεωρητικών της μουσικής αποτελεί και μια κατάσταση που έρχεται να δέσει με τα σημεία των καιρών, στα οποία αναφερθήκαμε στις πρώτες γραμμές αυτού του κειμένου.
Η κοινωνία πριν την τεχνολογική έκρηξη και έξαρση έμοιαζε να ακούει και να αντιλαμβάνεται την μουσική όπως οι θεωρητικοί. Ως μια μορφή τέχνης που δεν είναι ποτέ ίδια, όπως ένα μουσικό έργο είναι διαφορετικό κάθε φορά που το ακούς, καθώς η πνευματική και ψυχική σου κατάσταση το μεταβολίζει. Κι όπως ο ανθρώπινος ψυχισμός δεν είναι ποτέ σταθερός και το πνεύμα εξελίσσεται, έτσι και η μουσική προχωράει και δεν ολοκληρώνεται ποτέ. Για να το πούμε πιο απλά, το ίδιο τραγούδι δεν είναι ίδιο κάθε μέρα, η διάθεση μας το κάνει διαφορετικό γιατί το ζούμε και το ερμηνεύουμε διαφορετικά. Όχι τον στίχο του αλλά αυτό που λέει μέσα μας.
Ως αντικείμενο η μουσική αντιμετωπίζεται σήμερα από την κοινωνία των social media και κάθε πλατφόρμας διακίνησης μουσικής (Υoutube, Spotify κλπ), ως προέκταση του πνευματικού μας κόσμου. Δημοσιεύουμε τραγούδια χωρίς να τα ακούμε γράφοντας λεζάντες, πουλώντας έτοιμα μηνύματα και διαθέσεις. Δεν επιτρέπουμε στα τραγούδια να ταξιδεύουν ανολοκλήρωτα, τα μετατρέπουμε εμείς σε αντικείμενα και τα προωθούμε ως κομμάτια της πνευματικής μας ποιότητας. Κι όταν λέω εμείς, εννοώ και τους απλούς ακροατές, όλοι συνένοχοι. Ακούμε μουσική από προεπιλεγμένες λίστες για χειμωνιάτικη διάθεση, καλοκαίρι, βροχή, νύχτα στην πόλη αντί να τις φτιάξουμε μόνοι μας και τσουβαλιάζουμε τραγούδια όλοι μαζί, τα ίδια όλοι μας για την ίδια διάθεση.
Κι έτσι σκοτώνουμε την μουσική, πουλάμε ποσότητα προσποιούμενοι ποιότητα, ανασφαλείς και μόνοι σε μια κοινωνία της πρώτης, γρήγορης και ως αποτέλεσμα επιφανειακής εντύπωσης.