Στις 22 Ιανουαρίου 1987 ο Μπαντ Ντουάιερ προγραμμάτισε συνέντευξη τύπου στην πρωτεύουσα της Πενσυλβάνια. Οι δημοσιογράφοι υπέθεσαν ότι θα τους ανακοίνωνε την παραίτηση του από την υπηρεσία, καθώς την επομένη έπρεπε να παρουσιαστεί στη φυλακή για να εκτίσει την ποινή του, αφού κρίθηκε ένοχος παθητικής δωροδοκίας και καταδικάστηκε σε ποινή φυλάκισης 55 ετών.
Αφού υποστήριξε για μια ακόμη φορά πως είναι αθώος, δήλωσε ότι δεν σκόπευε να παραιτηθεί. Στη συνέχεια διάβασε ένα προετοιμασμένο κείμενο, αυτοχαρακτηριζόμενος ως «σύγχρονος Ιώβ», κατηγορώντας τον δικαστή πως εξόντωσε έναν αθώο πολιτικό που έπεσε θύμα πολιτικής πλεκτάνης. Ολοκληρώνοντας, τόνισε ότι θα αναλάβει σταυροφορία για την καλυτέρευση της απονομής της δικαιοσύνης στις ΗΠΑ. Μόλις τελείωσε την ομιλία του και χωρίς να δεχθεί ερωτήσεις από τους παριστάμενους δημοσιογράφους τράβηξε ένα Μάγκνουμ 357 και χωρίς να χάσει την ψυχραιμία του, τους είπε: «Όσοι δεν αντέχετε τη θέα του όπλου να βγείτε από την αίθουσα». Κάποιοι που κατάλαβαν το τι επρόκειτο να συμβεί κινήθηκαν μάταια για να τον μεταπείσουν. Ο Ντουάιερ έβαλε την κάννη του Μάγκνουμ στο στόμα του και πυροβόλησε μπροστά σε πέντε τηλεοπτικές κάμερες που κάλυπταν «ζωντανά» τη συνέντευξή.
Στις αρχές της δεκαετίας του ’80, ο Μπαντ Ντουάιερ ήταν ένας αξιοσέβαστος πολιτικός της πολιτείας της Πενσυλβάνια. Σε ηλικία 40 ετών είχε διατελέσει πολιτειακός βουλευτής και γερουσιαστής με τη σημαία του ρεπουμπλικανικού κόμματος και ετοιμαζόταν να ξεκινήσει μια νέα καριέρα στο Υπουργείο Οικονομικών της πολιτείας αυτής των ΗΠΑ.
Το 1986 η ζωή του άλλαξε δραματικά, όταν βρέθηκε αναμεμιγμένος σε ένα μεγάλο οικονομικό σκάνδαλο, που συντάραξε την πολιτεία της Πενσυλβάνια. Ο Ντουάιερ κατηγορήθηκε πως έλαβε 300.000 δολάρια, προκειμένου να διευκολύνει ένα τοπικό επιχειρηματία έτσι ώστε να αναλάβει μια εργολαβία της πολιτείας.
Η περιπέτειά του ξεκίνησε από μια ανώνυμη επιστολή που έφθασε στον ρεπουμπλικάνο κυβερνήτη της Πενσυλβάνια Ντικ Θόρνμπεργκ, μετέπειτα Υπουργό Δικαιοσύνης των ΗΠΑ. Ο Μπαντ Ντουάιερ από την πρώτη στιγμή διατυμπάνιζε την αθωότητά του και θεωρούσε πολιτική τη δίωξή του από ανταγωνιστές του στο κόμμα. Ο τοπικός εισαγγελέας, στο πλαίσιο των δικονομικών παζαριών (plea bargains) που προβλέπονται στο αμερικανικό νομικό σύστημα, του πρότεινε ποινή φυλάκισης πέντε ετών, αν παραδεχόταν ότι δωροδοκήθηκε και συνέβαλε με τη συνεργασία του στην αποκάλυψη όλων των πτυχών του σκανδάλου. Εκείνος αρνήθηκε επειδή πίστευε στην αθωότητά του, με αποτέλεσμα να δικαστεί και να κριθεί ένοχος παθητικής δωροδοκίας, με το δικαστήριο να τον καταδικάζει σε φυλάκιση 55 ετών και χρηματική ποινή 300.000 δολαρίων, το ποσό δηλαδή που φέρεται να ενθυλάκωσε.
Όσον αφορά στα επακόλουθα της αυτοκτονίας Ντουάιερ, οι τρεις φάκελοι που άφησε ο αυτόχειρας πολιτικός προορίζονταν ο ένας για την οικογένειά του, όπου ανέφερε και τους λόγους της αυτοκτονίας του, ο δεύτερος περιείχε μία κάρτα δωρητή σώματος και ο τρίτος ένα γράμμα για τον νεοεκλεγέντα κυβερνήτη της πολιτείας. Αργότερα, ένας φίλος του Ντουάιερ αποκάλυψε ότι ο λόγος της αυτοκτονίας του ήταν η δυνατότητα που θα έδινε στην οικογένειά του να ευεργετηθεί από το συνταξιοδοτικό του πρόγραμμα και να ανταπεξέλθει στα υπέρογκα δικηγορικά έξοδα της δικαστικής του περιπέτειας.
Το σχετικό βίντεο συγκλονίζει ακόμα και σήμερα, που η ιστορία έχει περάσει στη λήθη. Ο κρότος του Μάγκνουμ 357 αφήνει παγωμένο κάθε θεατή που παρακολουθεί τη σκηνή, που τότε είχε προκαλέσει σάλο όχι μόνο στην Πενσυλβάνια αλλά σε ολόκληρες ΗΠΑ αλλά και τον υπόλοιπο κόσμο. Παράλληλα, είχε δημιουργήσει τεράστιο ηθικό και δεοντολογικό δίλημμα στους δημοσιογράφους και στα κανάλια της εποχής για το αν έπρεπε ή δεν έπρεπε να μεταδώσουν τη σκηνή ως είχε, χωρίς λογοκρισίες.
Η ιστορία του Ντουάιερ έμεινε έκτοτε στη μνήμη ως αυτή ενός έντιμου ανθρώπου, που αδικήθηκε από το σύστημα και που μέχρι το τέλος σκεφτόταν την οικογένειά του.
Ηχητικά αποσπάσματα της αυτοκτονίας Ντουάιερ χρησιμοποίησαν οι Αμερικανοί Faith No More στο κομμάτι τους “The World is yours”, υπογραμμίζοντας το σοκ που προκάλεσε το γεγονός, κυρίως στην Αμερικανική κοινωνία.