Γράφει ο Κώστας Λουλουδάκης
Οι κυβερνήσεις των ΗΠΑ που καυχιόνται για τους «ελεύθερους θεσμούς» έχουν επιλέξει να μην επεμβαίνουν στο έργο της φιλελεύθερης οικονομικής τροχιάς των «ελεύθερων επιχειρήσεων» που συμβάλουν στην πάντα «αναγκαία ανάκαμψη της οικονομίας». Αυτό πιστεύουν οι επενδυτές, σε αυτό πιστεύουν και οι πολιτικοί.
Τα πάντα θυσιάζονται στον θεό την ανταγωνιστικότητας ακόμα και τα ισχνά κρατικά βοηθήματα με αποτέλεσμα οι εργαζόμενοι να βουλιάζουν στη φτώχεια. Τελευταία πετσόκοψαν τα τελευταία ψήγματα βοήθειας όπως τα προγράμματα των δελτίων τροφίμων για να παρακινήσουν τα άτομα να στηρίζονται περισσότερο « στους εαυτούς τους ». Μα την Παναγία σας λέω, αυτήν ήταν η αιτιολογία του νομοσχεδίου.
Στις ΗΠΑ 46,2 εκατομμύρια άνθρωποι ζουν κάτω από το όριο της φτώχειας, χωρίς κατάλυμα, χωρίς γεύμα και περίπου 100 εκατομμύρια, δηλαδή το 1/3 του πληθυσμού, αντιμετωπίζουν σοβαρή οικονομική δυσπραγία.
Η οικογένεια σ Γουόλτον της αλυσίδας πολυκαταστημάτων Walmatt κατέχει τόσο πλούτο όσον έχουν αθροιστικά 100 εκατομμύρια φτωχοί Αμερικανοί, ενώ τα ετήσια έσοδα του Μπιλ Γκέιτς ισούνται με το άθροισμα των εισοδημάτων 1 εκατομμυρίου μέσων νοικοκυριών των ΗΠΑ.
Την ίδια ώρα το 1% των πλουσιότερων Αμερικανών κατέχει το 40% του πλούτου που υπάρχει στην πιο ελεύθερη από κανονιστικούς θεσμούς χώρα του πλανήτη! Επιπλέον το 20% των πλουσιότερων Αμερικανών, κατέχει το 93% του συνολικού πλούτου της χώρας. Ή αντίστροφα, το υπόλοιπο 80% του πληθυσμού κατέχει μόλις το 7% του πλούτου! (Έρευνα που διενήργησε η Οικονομική Σχολή του Πανεπιστημίου του Χάρβαρντ και αναδημοσιεύθηκε από την εφημερίδα «Το Βήμα» )
Στις ΗΠΑ υπάρχει και ένα μικρό προβληματάκι φυλετικών διακρίσεων που δεν είναι ανεξάρτητες από το συνολικό οικονομικό και κοινωνικό κάδρο των ταξικών αντιθέσεων. (Βλέπε και: ΗΠΑ:«Μαύρες ζωές αξίζουν»(;) του Νίκου Μπογιόπουλου)
Όσο για την πολυδιαφημισμένη αμερικανική «δημοκρατία», δεν είναι τίποτα άλλο πέρα από μια αριστοκρατία των μεγιστάνων του χρήματος, οι οποίοι επιβάλουν, λόγω της απουσίας νομοθετικού πλαισίου για τη ρύθμιση των δραστηριοτήτων τούς, την προσωπική θέληση τους ως υπέρτατο νόμο.
Όσο για την ιδιότητα του πολίτη, αυτή καθορίζεται αποκλειστικά από την οικονομική υπόσταση του και όχι από την ενεργό συμμετοχή του στην εκλογική ή συλλογική διαδικασία.
Γι αυτό οι εκλογές δεν είναι υποχρεωτικές. Ένας πολίτης πρέπει με δική του πρωτοβουλία να εγγραφεί στους εκλογικούς καταλόγους αλλά ούτε οι μισοί δεν προσέρχονται να εγγραφούν γεγονός που εξηγεί τα πολύ χαμηλά ποσοστά προσέλευσης στις κάλπες. Μα και όσοι συμμετέχουν συμπεριφέρονται ως πρωταγωνιστές μιας αμερικανικής σαπουνόπερας.
Οι εκλογές για την ανάδειξη των προέδρων αποτελεί μια γιγαντιαία απάτη μεταξύ πολιτικών και ομάδων συμφερόντων που σκορπούν σε κάθε εκλογική διαδικασία ποταμούς δολαρίων σε σημείο να αναρωτιέσαι αν η πολιτική αναμέτρηση γίνεται μεταξύ πολυεθνικών εταιρειών και όχι μεταξύ πολιτικών υποψηφίων.
Στις ΗΠΑ η δωροδοκία γερουσιαστών, πολιτικών, νομοθετών, ή των δυο κομμάτων από ομάδες λόμπι, εταιρείες ή τράπεζες είναι καθόλα νόμιμη.
Το 2010 η εταιρεία Murray Hill έθεσε υποψηφιότητα για το Κογκρέσο στην πολιτεία Μέριλαντ διαφημίζοντας την επιθυμία της να κυβερνήσει με το σποτ αυτό:
(Δείτε και «Άσπρα Μαντίλια στην Plaza de Mayo» σελ 156 εκδόσεις ΚΨΜ)
Η δημοκρατία είναι μια περιορισμένη και συνάμα εξαιρετικά γενική έννοια, μια κούφια έννοια που έχει υποβιβαστεί στην συνείδηση της πλειοψηφίας των πολιτών, χρήσιμη όμως ως ρητορικό τέχνασμα αν απηχεί την μονεταριστική οικονομική θεωρία των «ελεύθερων αγορών».
Οι εκλογές αντιμετωπίζονται απλά σαν μια τεχνική για την εκλογή των διαχειριστών των δημοσίων πραγμάτων στην κατεύθυνση αποδοχής από τους πολίτες του νεοφιλελεύθερου πολιτικού και οικονομικού σχεδίου. Δηλαδή την δημιουργία μιας κοινωνίας όπου οι σχέσεις ανάμεσα στους πολίτες θα διαμεσολαβούνται αποκλειστικά μέσω των ιδιωτικών θεσμών των αγορών.
Θα τους αφήσουμε να δημιουργήσουν έναν κόσμο που θα στηρίζεται στον ανταγωνισμό μεταξύ εμπορικών εταιριών, στις διαταγές και στην υπακοή, ή θα καθορίσουμε εμείς τις ζωές μας;