Κατά τη διάρκεια της υγειονομικής κρίσης του κορονοϊού, η Ταϊλάνδη πέρα από την πανδημία έχει να αντιμετωπίσει επίσης και μια σοβαρή πολιτική κρίση στο εσωτερικό της. Ειδικότερα, χιλιάδες αντικυβερνητικοί διαδηλωτές βγαίνουν στους δρόμους ενάντια στην στρατιωτική κυβέρνηση του Πραγιούθ Τσαν-ότσα, τη συντηρητική ελίτ και τη μοναρχία, ζητώντας δημοκρατία. Αυτό δεν είναι τυχαίο, αφού οι εκλογές που διεξήχθησαν το 2019 δεν θεωρήθηκαν δίκαιες και αμερόληπτες από μεγάλο μέρος του λαού της χώρας, από επιστήμονες και από τις οργανώσεις των ανθρωπίνων δικαιωμάτων.
- του Phanuwat Lasote,
Πως φτάσαμε στα σημερινά γεγονότα; Στην Ταϊλάνδη, το 2014 έλαβε τα ηνία της χώρας ένα στρατιωτικό καθεστώς μετά από πραξικόπημα υπό τον στρατηγό Πραγιούθ Τσαν-ότσα, διοικητή του Βασιλικού στρατού της χώρας (RTA) και το 2017 προώθησε την δημιουργία ενός Συντάγματος που σχεδιάστηκε για την προστασία των συμφερόντων της συντηρητικής ελίτ και του καθεστώτος. Για παράδειγμα, το Σύνταγμα ορίζει ότι και οι 250 γερουσιαστές θα πρέπει να διοριστούν από το στρατό και όχι να εκλέγονται από το λαό της χώρας.
Τα πραξικοπήματα, όμως, δεν είναι ένα νέο φαινόμενο για τη χώρα. Ιχνηλατώντας τις ιστορικές ρίζες της πολιτικής ιστορίας της Ταϊλάνδης μπορούμε να δούμε ότι από το 1932 μέχρι το 2014 έχουν πραγματοποιηθεί 13 πραξικοπήματα. Αυτό το συνταρακτικό στοιχείο καταδεικνύει προφανώς ότι ο στρατός έχει ουσιαστική επιρροή στην πολιτική σκηνή. Δεν υπάρχουν πολιτικές οργανώσεις της αριστερής πτέρυγας που μπορούν να δημιουργούν νόμιμα κόμματα για να παίξουν πρωταγωνιστικό ρόλο και να εξισορροπήσουν την εξουσία στην πολιτική αρένα. Σ’ αυτό το άρθρο θα επιχειρήσω να περιγράψω την υφιστάμενη πολιτική κρίση της Ταϊλάνδης μέσα από μια ιστορική αναδρομή και να απαντήσω στα εξής ερωτήματα: Ποιοί είναι οι κύριοι πολιτικοί παράγοντες στην ταϊλανδική πολιτική σκηνή; Γιατί οι νέοι και οι φοιτητές γίνονται το κύριο στήριγμα των δημοκρατικών διαδηλωτών σήμερα; Ποιοι είναι οι παράγοντες που οδηγούν στις δημοκρατικές κινητοποιήσεις;
Οι παράγοντες στην πολιτική σκηνή
Ο Duncan McCargo, Βρετανός λόγιος, έχει επιχειρήσει να εξηγήσει τους παράγοντες που έχουν διαδραματίσει σημαντικό ρόλο στην Ταϊλανδική πολιτική και κοινωνική σκηνή από τη δεκαετία του ‘50. Ο πρώτος παράγοντας που αναφέρει στην ανάλυση του είναι ο Βασιλιάς της χώρας και το ιδιωτικό του συμβούλιο. Στην αντίληψη των Ταϊλανδών ανθρώπων ο Βασιλιάς θεωρείται ως ο ανώτερος ηγέτης, ο οποίος έχει δικαίωμα να κυβερνήσει και προστατέψει το έθνος και τον λαό από τους κίνδυνους. Η αντίληψη αυτή βασίζεται στην πιστή του Ινδουισμού που έχει επηρεάσει τους ανθρώπους της Νοτιοανατολικής Ασίας. Ο Βασιλιάς έχει λατρευτεί ως ένας ιερός άνθρωπος και δεν μπορεί να επικριθεί όπως οι κανονικοί άνθρωποι για τυχόν λάθη που κάνει.
Αυτές οι αντιλήψεις βοηθούν τα στελέχη της δεξιάς πτέρυγας να οικοδομήσουν έναν λόγο υπέρ της μοναρχίας στη χώρα. Όταν κάποιος επικρίνει τον Βασιλιά θα κατηγορηθεί αμέσως ότι δεν έχει αφοσίωση στη μοναρχία και το έθνος. Ωστόσο, η εξουσία της μοναρχίας είχε μειωθεί μεταξύ της δεκαετίας του 1920 και του 1930 γιατί η Ταϊλάνδη (πρώην Σιάμ) αντιμετώπισε την οικονομική κρίση που επηρεάστηκε από την παγκόσμια οικονομική ύφεση και το έλλειμμα του εθνικού προϋπολογισμού. Ο βασιλιάς Πραχάντχιποκ (Prajadhipok) και η κυβέρνησή του δεν κατάφεραν να λύσουν το οικονομικό πρόβλημα, με αποτέλεσμα να υπάρχει αμφισβήτηση προς τον θεσμό της μοναρχίας. Έτσι, ο στρατός και ο λαός ζήτησαν ένα νέο δημοκρατικό σύνταγμα και τελικά καταργήθηκε η απόλυτη μοναρχία και μετατράπηκε σε συνταγματική μοναρχία. Εκείνο το γεγονός ονομάζεται Σιαμέζικη Επανάσταση του 1932.
Ο δεύτερος παράγοντας της χώρας είναι ο στρατός. Έχει διαδραματίσει σημαντικό ρόλο στην ταϊλανδέζικη πολιτική σκηνή και θεωρείται ως μια εθνικιστική πτέρυγα. Κάθε φορά που προχωράει σε πραξικόπημα ισχυρίζεται ότι πρέπει να σώσει και να προστατεύσει το έθνος και τη μοναρχία για να μην υπάρξει αποσταθεροποίηση. Ο Thongchai Winichakul, Ταϊλανδέζος λόγιος από τον Πανεπιστήμιο του Ουισκόνσιν Μάντισον, εξήγησε ότι η σημερινή κρίση έχει τις ρίζες της στην ιδεολογία του βασιλικού εθνικισμού που ξεκίνησε τη δεκαετία του 1950. Ο Βασιλιάς θεωρείται από τον στρατό ως ένας ηθικός ηγέτης που μεσολαβεί ώστε να σταματήσουν οι πολιτικές και κοινωνικές συγκρούσεις στη χώρα. Η θέση του Βασιλιά έχει καθιερωθεί μέσα από το εθνικό σύμβολο ως η κεφαλή της χώρας, πάνω από κάθε άλλον παράγοντα και ο στρατός τον προστατεύει.
Ο τρίτος παράγοντας είναι οι τεχνοκράτες και οι υψηλόβαθμοι δημόσιοι υπάλληλοι, οι όποιοι έχουν την εξουσία να αποφασίζουν για κάθε εθνική οικονομική πολιτική, ενώ ο τέταρτος παράγοντας είναι οι κεφαλαιοκράτες και οι επιχειρηματίες που έχουν επιρροή στην οικονομική σφαίρα της Ταϊλάνδης. Έχουν καλή σχέση και συνεργασία με τη συντηρητική πτέρυγα, τον στρατό, καθώς και τη μοναρχία.
Κοινωνικά μέσα και διαδηλώσεις του 21ου αιώνα
Τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης χρησιμοποιούνται σήμερα ως βασικά εργαλεία για να επικοινωνήσουν οι άνθρωποι μεταξύ τους στην Ταϊλάνδη, όπως συμβαίνει στις περισσότερες χώρες του κόσμου. Οι πληροφορίες της πολιτικής, οικονομικής και κοινωνικής ζωής απλώνονται μέσω του διαδικτυακού κόσμου, ενώ συχνά παίζουν καίριο ρόλο στην αμφισβήτηση καθεστώτων και στον εκδημοκρατισμό.
Η Αραβική Άνοιξη, ένα κύμα διαδηλώσεων και διαμαρτυριών για τα δικτατορικά καθεστώτα της Μέσης Ανατολής και της Βόρειας Αφρικής το 2010, θεωρείται από τους πολιτικούς μελετητές ότι είναι το πρώτο φαινόμενο που δείχνει τον τρόπο με τον οποίο τα κοινωνικά δίκτυα επηρεάζουν την πολιτική ζωή. Οι διαδηλωτές χρησιμοποίησαν τα κοινωνικά δίκτυα όπως το Facebook, το Twitter και το YouTube για την οργάνωση, την επικοινωνία και την ενημέρωση των υπόλοιπων λαών για την καταπίεση και την λογοκρισία που βίωναν. Μετά την Αραβική Άνοιξη, οι διαμαρτυρίες και οι εξεγέρσεις που έχουν παρόμοια χαρακτηριστικά και αναπτύσσονται μέσα από τα κοινωνικά δίκτυα είναι πολλά, όπως το κίνημα των «κίτρινων γιλέκων» στην Γαλλία το 2019, η διαδήλωση για το θάνατο του Τζορτζ Φλόιντ στις ΗΠΑ το 2020, η διαδήλωση στο Χονγκ Κονγκ το 2019, κ.λπ.
Στην περίπτωση της Ταϊλάνδης, η συντηρητική πτέρυγα συνήθως εκμεταλλεύεται τα μέσα μαζικής ενημέρωσης, όπως, τηλεόραση, ραδιόφωνο, εφημερίδες, συμπεριλαμβανομένων σχολικών εκπαιδευτικών προγραμμάτων, για να ενισχύσει τη δύναμή της και να προπαγανδίσει τις απόψεις της. Τα κρατικά μέσα ενημέρωσης χρησίμευαν επίσης ως μέσο με το οποίο υπερασπίζονταν τα συμφέροντα των ελίτ. Ωστόσο, η νέα γενιά και οι φοιτητές εκμεταλλεύτηκαν τα κοινωνικά δίκτυα για να επικοινωνήσουν το δημοκρατικό τους μήνυμα ενάντια στο στρατιωτικό καθεστώς και τη μοναρχία. Μέσα από την νέα τεχνολογία οι νέοι φαίνεται ότι βρήκαν τον τρόπο να γκρεμίσουν τα τείχη των παραδοσιακών μέσων που προπαγανδίζουν τις απόψεις τους και προστατεύουν τις ελίτ.
Επιπλέον, στα κοινωνικά δίκτυα εμφανίζεται πλέον ξεκάθαρα και ο τρόπος ζωής του νέου Βασιλιά που είναι προκλητικός. Συγκεκριμένα, από τον Μάρτιο 2020 έως σήμερα η υγειονομική κρίση επηρέασε την οικονομική κατάσταση του λαού και της χώρας. Πολλές επιχειρήσεις έχουν καταρρεύσει, πολλοί άνθρωποι είναι άνεργοι και βρίκονται μπροστά σε ένα δύσκολο δίλημμα. Ωστόσο, ο πλούσιος τρόπος ζωής του νέου Βασιλιά, η διαμονή του στο εξωτερικό και η εμφανής αδιαφορία για τις οικονομικές δυσκολίες του λαού του γίνονται κεντρικό θέμα στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, οδηγώντας σε κοινωνική δυσαρέσκεια. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα τα επικριτικά σχόλια χιλιάδων χρηστών του διαδικτύου για τον προκλητικό τρόπο ζωής του Βασιλιά.
Αυτή η κριτική μεταφέρθηκε σταδιακά από τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης στις διαμαρτυρίες στους δρόμους. Τον Αυγούστο 2020 ασκείται για πρώτη φορά δημόσια κριτική στο Βασιλιά στο δρόμο. Η ομάδα των φοιτητών «Khana Ratsadon» είναι η βασική πλατφόρμα που συμμετέχει στις διαμαρτυρίες. Μέχρι σήμερα η συντηρητική ελίτ έχει αντικρίσει τις διαδηλώσεις που έχουν παρόμοια χαρακτηριστικά με το μοντέλο των διαδηλώσεων στο Χονγκ Κονγκ. Είναι το λεγόμενο «Flash Mob: Αιφνίδιος Όχλος». Δηλαδή, είναι η ξαφνική συγκέντρωση ενός μεγάλου αριθμού ατόμων σε μία προκαθορισμένη τοποθεσία και χρόνο. Οι διαμαρτυρίες δεν διεξάγονται στον ίδιο χώρο κάθε φορά και δεν έχουν συγκεκριμένους ηγέτες. Οι διαδηλωτές θα επικοινωνήσουν μεταξύ τους μέσω των κοινωνικών μέσων όπως το Facebook, το Twitter, το Line 3 ώρες πριν τη συγκέντρωση. Συνήθως θα οργανωθούν κοντά στο μετρό γιατί είναι εύκολα για να κινηθούν στη συνέχεια. Οι διαδηλωτές χρησιμοποιούν σύμβολα για την πορεία τους, όπως οι κίτρινες πάπιες, οι ομπρέλες, τα κράνη και η ανύψωση των τριών δακτύλων του δεξιού χεριούγια να δείξουν ότι θέλουν να επιτεθούν στη χούντα κ.λπ. Οι κρατικοί αξιωματούχοι δεν μπορούν να προετοιμάσουν στρατεύματα για να τους καταστείλουν γιατί δεν γνωρίζουν εκ των προτέρων τον τόπο. Παρ ‘όλα αυτά προσπαθούν να χρησιμοποιήσουν το μαζικό κίνημα των βασιλοφρωνών ως πληρεξούσιο να συναντήσει τους διαδηλωτές.
Αιτήματα των Φοιτητικών και των Φιλοδημοκρατικών διαδηλωτών
Στις 10 Αυγούστου 2020 η Panusya «Rung» Sithijirawattanakul, φοιτήτρια κοινωνιολογίας, ηγέτης του Ενωμένου Μετώπου του Ταμασάτ και της Διαδήλωσης «UFTD» και μέλος της ομάδας Khana Ratsadon παρουσίασε 10 αιτήματα, ζητώντας τη μεταρρύθμιση της μοναρχίας η οποία ξεπέρασε όλα τα όρια της πολιτικής ζωής. Τα αιτήματα είναι τα εξής:
- Κατάργηση του άρθρου 6 του Συντάγματος, το οποίο υπαγορεύει ότι κανείς δεν μπορεί να υποβάλει νομικές καταγγελίες ενάντια στον Βασιλιά. Ψήφιση ενός άρθρου για την ενίσχυση του κοινοβουλίου, παρόμοιο με το σύνταγμα της Σιαμέζικης Επανάστασης του 1932.
- Κατάργηση του άρθρου 112 «νόμος του Lèse-majesté» που ορίζει ότι όποιος «δυσφημίζει, προσβάλλει ή απειλεί τον βασιλιά, τη βασίλισσα, τον κληρονόμο ή τον αντιβασιλέα» θα τιμωρηθεί με ποινή φυλάκισης μεταξύ 3 και 15 ετών.
- Διαχωρισμός της προσωπικής περιουσίας του βασιλιά από τον προϋπολογισμό του θεσμού της μοναρχίας, ο οποίος προέρχεται από τα χρήματα των φορολογουμένων. Επίσης, ο προϋπολογισμός του θεσμού της μοναρχίας πρέπει να εποπτεύετει από το Υπουργείο Οικονομικών.
- Μείωση του προϋπολογισμού για τον θεσμό της μοναρχίας ανάλογα με την οικονομική κατάσταση της χώρας.
- Κατάργηση περιττών οργάνων, όπως το ιδιωτικό συμβούλιο του Βασιλιά. Αφαίρεση της στρατιωτικής δύναμης του Βασιλιά.
- Κατάργηση κάθε δωρεάς από επιχειρηματίες, καπιταλιστές και ιδρύματα προς την μοναρχία. Δημιουργία ενός συστήματος ελέγχων και ισορροπιών για τις δαπάνες της μοναρχίας.
- Ο Βασιλιάς δεν μπορεί να εκφράσει την πολιτική του άποψη.
- Κατάργηση της προπαγάνδας και των εκπαιδευτικών προγραμμάτων που προωθούν την μοναρχία.
- Θα πρέπει να διερευνηθεί η δολοφονία αμάχων-επικριτών του καθεστώτος.
- Ο βασιλιάς δεν θα εγκρίνει στρατιωτικά πραξικοπήματα.
Συμπεράσματα
Συμπερασματικά, αν και η απόλυτη μοναρχία έχει καταργηθεί από το 1932, ο εκδημοκρατισμός της Ταϊλάνδης δεν έχει ακόμη πετύχει πλήρως. Οι ηγέτες της συντηρητικής πτέρυγας διαδραματίζουν ακόμη σημαντικό ρόλο στην ταϊλανδική πολιτική σκηνή, την οικονομία και την κοινωνία. Έχουν χρησιμοποιήσει την τηλεόραση, το ραδιόφωνο και τις εφημερίδες για να προπαγανδίσουν και να υπερασπιστούν τα συμφέροντα τους. Ωστόσο, σήμερα τα κοινωνικά δίκτυα έχουν γίνει τα κυριότερα μέσα ενημέρωσης που αποκαλύπτουν τα γεγονότα και τη δράση του καθεστώτος. Έτσι, καταρρέει η ισχυρή δύναμη των παραδοσιακών μέσων που υπερασπίζεται τη μοναρχία. Η νέα γενιά έχει μετατραπεί σε ακρογωνιαίο λίθο των διαμαρτυριών που τολμούν να συζητήσουν την κρίσιμη πολιτική κατάσταση και να επικρίνουν τη μοναρχία. Το φαινόμενο των διαδηλώσεων στην Ταϊλάνδη δείχνει ότι η μοναρχία και οι συντηρητικές ελίτ αμφισβητούνται πλέον ανοιχτά από τους νέους με τη βοήθεια ενός νέου εργαλείου, των μέσων κοινωνικής δικτύωσης. Ένα ερώτημα που προκύπτει είναι εάν η μοναρχία και το στρατιωτικό καθεστώς τελικά θα επηρεαστεί από τις διαδηλώσεις και θα προχωρήσει σε μεταρρυθμίσεις στη χώρα.