Επιστήμη

Φύλο. Μία εύκολη και άβολη εξουσία

By N.

November 12, 2017

Από την Έφη Κουκούτση*

ΑΝΑΜΕΣΑ ΣΕ ΚΡΟΤΟΥΣ ΚΑΙ ΣΙΩΠΕΣ

(Συνεργασία του Νόστιμον Ήμαρ με το Σωματείο των Εργαζομένων στα Κέντρα Πρόληψης)

«Ο πιο άξεστος ασκεί, ή πρόκειται να ασκήσει, το μερίδιό του για εξουσία, το ίδιο με τον πιο ανώτερο ευγενή», Mill (1).

Όταν ο Μιλ αναζητούσε τις βαθύτερες ρίζες της καταπίεσης των γυναικών σε μία βάρβαρη καταγωγή πρωτόγονης δουλείας, εξέθετε αυτό το αναφαίρετο «κληρονομικό»  δικαίωμα εξουσίας που κατείχε το μισό της ανθρωπότητας, επειδή της «έλαχε» να γεννηθεί «αγόρι».  Και κάθε φορά που του επισήμαιναν ότι συγκρίνει ανόμοια πράγματα, καθόσον η σχέση άνδρα και γυναίκας είναι «φυσικά» δοσμένη, όχι όπως άλλες, εκείνος απαντούσε.  «Μα, υπήρξε  ποτέ κυριαρχία που δε φαινόταν “φυσική” σε αυτόν που την κατείχε»; (2)  Τα  πράγματα άλλαξαν από τότε και σε ένα δυτικό, φιλελεύθερο πεδίο λόγου και δημόσιου χώρου, η ισότητα αυτών των φύλων εμφανίζεται, αν όχι να επετεύχθη, τουλάχιστον να εξελίχθηκε σημαντικά. Μήπως όμως δεν αντιλαμβανόμαστε επαρκώς αυτές τις υπόρρητες μεταμορφώσεις εξουσίας, που στηρίζονται σε κληρονομημένες, εξ αρχής δοσμένες  δικαιοπρακτικές ηγεμονίες; H μήπως αυτή η κληρονομημένη «ευκολία» την καθιστά τελικώς γοητευτική;

Η ανάγνωση του κόσμου με βάση τη διχοτόμηση των έμφυλων σωμάτων, προφανώς δεν προκαλεί εντύπωση στις «στιγμές» της ιστορίας, που η καθαυτή ιδιότητα του ανθρώπου αποτελούσε πολυτέλεια, ή αποδίδονταν μέσα σε εναγώνιες διαδρομές διεκδίκησης και πόνου. Πόσο μάλλον, η ταυτότητα του φύλου. Τώρα όμως γιατί; Γιατί αυτές οι «απόλυτες φυσιολογίες» φύλου ξεδιπλώθηκαν μπροστά μας σαν τις πιο «άξεστες» παραστάσεις εξουσίας; Ακόμα και στις πιο «ευγενείς» διατυπώσεις μίας επιστημονικής τους αυθεντίας. Τι συντηρεί την επίμονη ορατότητα του σώματος ως συσκευή βιολογίας, που μάλιστα, μόνο μία γεννημένη «φύση», διαμελισμένη ανάμεσα στην «αρσενική» και «θηλυκή» της εκδοχή μπορεί  να την ορίζει και να την εκφράζει;

Ας μιλήσουμε στη γλώσσα της λοιπόν. Αυτή η πρωταρχική «φύση», που εννοείται ως νοείται, αρχίζει και τελειώνει στα γεννητικά της όργανα; Η βιολογική κανονικότητα του φύλου, για όσους την επικαλούνται διαρκώς, εξαντλείται στα αναπαραγωγικά της «εργαλεία»;  Το μυαλό, η καρδιά, η επιθυμία, η ηδονή; Δε βρίσκονται στο σώμα του ανθρώπου; Περιφέρονται έξω από αυτό; Σε ένα μεταφυσικά ψυχολογιοποιημένο «άβατο» ας πούμε, που μόνο «ειδικοί» εξερευνητές το εντοπίζουν;

Η σύγχρονη κοινωνική θεωρία του φύλου, που τόσο «κακοποιήθηκε» αυτές τις μέρες, δεν «εξαΰλωσε» το σώμα και τις λειτουργίες του. Αποκαθήλωσε την αναπαραγωγική ανατομία, ως αποκλειστικό κριτήριο διάγνωσης του φύλου. Δεν υποτίμησε το βίωμα του σώματος, αντίθετα μάλιστα, αποφόρτισε το νοητικό και λεκτικό περιεχόμενο που το επικαθορίζει (3). Είτε συμφωνεί, είτε διαφωνεί κανείς, πρόκειται για ένα «εργαλείο» κοινωνικής ανάλυσης, ανάμεσα σε πολλά άλλα που αχρηστεύονται από υπεραπλουστευτικές γενικεύσεις.

Τι καταλαβαίνουμε όμως από αυτό το θεσμικό «παιχνίδι» ισχύος γύρω από την ταυτότητα του φύλου;

Μάλλον τίποτα από το μέτωπο της θρησκείας. Ο έμπρακτος σεβασμός της απέναντι στο σώμα του ανθρώπου, μοιάζει να εγκλωβίζεται διαρκώς σε ένα αμαρτωλό του παρελθόν ως «ακάθαρτο δοχείο της ψυχής». Όσο και η ίδια να ισχυρίζεται επίσημα το αντίθετο (4), αυτοαναιρείται μέσα στα δημόσια θεάματα του πολιτικού παροξυσμού της.

Αλλά και η «σοσιαλιστική» δεξαμενή λόγου μας μπερδεύει λίγο. Υπάρχει κάποιο σημείο, όπου η χειραφέτηση του σώματος από τα αναπαραγωγικά δεσμά της βιολογικής του «εργασίας» εμποδίζει την κοινωνική χειραφέτηση της παραγωγικής εργασίας από τα εκμεταλλευτικά δεσμά της; Ας μην απαντήσουμε γλαφυρά, ότι θα εμποδίσει τη συνέχεια της ζωής εν γένει. Καθώς όσοι τη διεκδικούν με διαφορετικούς όρους αγάπης για την οικογένεια, από ετεροφυλοφιλικές αναμονές γαμηλιότητας,  ματαιώνονται και σε αυτό τους το αίτημα.

Ο Μπερνστάιν προφανώς δεν είχε υπόψη του την τρανσεξουαλική υποκειμενικότητα πάνω από έναν αιώνα πριν, έθιγε όμως μία υποκρισία στην οριοθέτηση της μη κανονικής σεξουαλικής πράξης και της «εμπλεκόμενης ανατομίας της». Ο σοδομισμός ποινικοποιούνταν μεν σε δύο άντρες, ενώ ελεύθερα εξασκούνταν στις γυναίκες.  Η άνιση αυτή μεταχείριση των έμφυλων σωμάτων,  δεν ακτινοβόλησε μόνο στο ποινικό καθρέφτισμα  του Όσκαρ Ουάιλντ, αλλά και στην «καταναλωτική ευχέρεια» που επέδειχναν οι δια-ταξικοί «πελάτες» στα σώματα των εκδιδομένων γυναικών (5). Διαταξικοί εξακολουθούν να είναι και οι «πελάτες» σήμερα. Και των «γυναικείων» και των «διεμφυλικών» σωμάτων. Για αυτό είναι και πολλοί. Αν στην επιλεκτική αναγνώριση της ατομικής ελευθερίας όμως, υποβόσκει η φιλελεύθερη γοητεία μίας εύκολης εξουσίας, ο εκλεκτικισμός στην «επαναστατική» της εκδοχή ανασύρει την άβολη πλευρά της.

Αν το πρόβλημα είναι τώρα, οι ευκαιρίες αγοράς και κέρδους που παρέχονται σε βιοτεχνολογικές διαδικασίες αλλαγής φύλου, παρόμοια ανησυχία θα έπρεπε να εγείρονταν και νωρίτερα για τις ψυχιατρικές συμπεριλήψεις των «διαταραχών» και των «θεραπειών της».  Άλλωστε, πολλές άλλες βιοτεχνολογίες διαπερνούν το σώμα αδιαμαρτύρητα. Έστω όμως και σε αυτή την περίπτωση, η αυστηρότητα του ετεροφυλοφιλικού πλαισίου ευνοεί επεμβατικές τεχνικές φυλομετάβασης, υπό την «πίεση» ενός ξεκάθαρου, «ανδρικού» ή «γυναικείου» φαίνεσθαι.

Αν συνεχώς φοβόμαστε για την «ετεροφυλόφιλη ταυτότητά μας», μάλλον δεν την εμπιστευόμαστε και πολύ ως επιλογή, για αυτό και τη μετατρέπουμε σε κυριαρχία. Κι αν  το πρόβλημα είναι «πώς θα μεγαλώσουν τα παιδιά μας», ας ξεκινήσουμε να διαγράφουμε το «μας» και το «μου» όταν μιλάμε για παιδιά.

Η θεσμική «υπεργολαβία» της ηθικής και της κανονικότητας, μάλλον δεν πείθει και πολύ. Κυρίως όμως, δεν διακρίνουμε τα πραγματικά μεγέθη στη θεσμική προστασία των συμπολιτών μας, μέσα σε αυτό το συνονθύλευμα πανικού, κηρυγματικού λόγου και δραματοποίησης. Όπου μία συναινετική διαχείριση, υπερτιμάται σε θεσμική ανατροπή. Εύσχημος τρόπος για μία κοινωνία να συντηρεί την ατολμία της.

Δεδομένου δε, ότι ο ρατσισμός και ο φασισμός έχουν πολλά ύπουλα πρόσωπα, που επαναφέρουν ανύποπτα δημοφιλείς τους γλώσσες στην επικαιρότητα, αξίζει ίσως να αναρωτηθούμε. Πέρα από άμεσα εμπλεκόμενους, ποιους απασχολεί τόσο και γιατί, πόσο απειλεί πια στην πράξη, η δυνατότητα ενός ανθρώπου, το δικαίωμά του να ορίζει το σώμα και την ταυτότητα του φύλου του; Αν όχι, όσους περισσότερο ενδιαφέρονται για μία ισχύουσα εξουσία, αυτή που εξασφαλίζεται χωρίς καμία προσπάθεια, από μία εκ γενετής, «ανώτερη» και αόριστα «φυσική» προέλευση «έμφυλων διπόλων»;

*Κοινωνιολόγος, Μεταπτυχιακές Σπουδές, Κοινωνικός Αποκλεισμός & Μειονότητες, Πολιτική Κοινωνιολογία

Παραπομπές:

(1) John Stuart Mill, The Subjection of Women (1878 ed.) [1869], σ. 19

(2) Ο.π. Mill, σ. 21

(3) Βλ. ενδ. Μπάτλερ Τ., Σώματα με σημασία. Οριοθετήσεις του «φύλου» στο λόγο, Εκκρεμές, Αθήνα, 1993, σσ. 7-26, 351-438.

(4) Μπέγζος Μ. &  Παπαθανασίου Α.,  Θέματα Χριστιανικής Ηθικής, Γ ́ ΓΕΝΙΚΟΥ ΛΥΚΕΙΟΥ, ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΠΑΙΔΕΙΑΣ, ΕΡΕΥΝΑΣ ΚΑΙ ΘΡΗΣΚΕΥΜΑΤΩΝ ΙΝΣΤΙΤΟΥΤΟ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΗΣ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ, σ.  80 – 84

(5) Bernstein Ε. The judgment of abnormal sexual intercourse, Die Neue Zeit, 1894/95, 13th Year, Vol. 2, σσ. 228–233. Διαθέσιμο στο: https://www.marxists.org/reference/archive/bernstein/works/1895/wilde/homosexual.htm