Σχόλιο του Νόστιμον ήμαρ
Στην Γαλλία η κυβέρνηση Μακρόν δοκιμάζει τις ίδιες της τις αντοχές. Εν μέσω της διαχείρισης μιας πολύ δύσκολης κατάστασης, όπως είναι η πανδημία, ο Μακρόν αποφάσισε να περάσει νομοθεσία που καταργεί την ελευθερία του τύπου. Η ΕΕ μέσω της Κομισιόν σχολίασε πως ο τύπος πως πρέπει να λειτουργεί ελεύθερα.
Στις 5 Νοεμβρίου το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο αποφάσισε την θέσπιση ενός μηχανισμού που θα επιτρέπει την αναστολή της χορήγησης κονδυλίων στα κράτη μέλη που παραβιάζουν το κράτος δικαίου. Η απόφαση αυτή ήταν φωτογραφική και αφορούσε την περίπτωση της Ουγγαρίας κατά κύριο λόγο αλλά και της Πολωνίας.
Μια από τις βασικές αρχές του κράτους δικαίου είναι η ελευθερία της έκφρασης και ως συνέχεια αυτού η ελευθερία του τύπου. Κρίνοντας, λοιπόν, από την στάση της Ευρωπαϊκής Ένωσης απέναντι στον Όρμπαν και την Ουγγαρία σχετικά με αυτό το ζήτημα, η ΕΕ για να είναι συνεπής απέναντι στις δικές της αρχές και αποφάσεις, θα πρέπει να λάβει την ανάλογη απόφαση και για την Γαλλία, αποκλείοντας την από τους Ευρωπαϊκούς πόρους αν ολοκληρωθεί η ψήφιση του επίμαχου νόμου.
Οφείλει, δηλαδή, απέναντι στις αξίες και τους πολίτες της να φροντίσει τα κονδύλια του μακροπρόθεσμου προϋπολογισμού και του σχεδίου ανάκαμψης, να μην βρεθούν στα χέρια όσων εργάζονται κατά της δημοκρατίας και των θεμελιωδών δικαιωμάτων στην Ευρώπη.
Μια βίαιη αστυνομική επιχείρηση εναντίον προσφύγων προκάλεσε οργή. Οι εικόνες έγιναν viral. Στο μέλλον αντίστοιχες λήψεις θα τιμωρούνται. Πολλοί βλέπουν την ελευθερία του Tύπου σε κίνδυνο.
Κατά τη διάρκεια αστυνομικής επιχείρησης εναντίον αυτοσχέδιου προσφυγικού καταυλισμού στην πλατεία της Δημοκρατίας, η χρήση βίας ξεπέρασε κάθε όριο. Μια ομάδα προσφύγων είχε εγκατασταθεί εκεί ως ένδειξη διαμαρτυρίας. Ωστόσο η γαλλική αστυνομία επενέβη με γκλομπ, έκανε χρήση δακρυγόνων και άσκησε βία εναντίον ειρηνικών διαδηλωτών. Την ίδια ώρα εκεί βρισκόταν τουλάχιστον ένας δημοσιογράφος. Οι φωτογραφίες ξυλοδαρμένων διαδηλωτών έγιναν αμέσως viral στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης και προβλήθηκαν από γαλλικά ΜΜΕ.
Η δράση διοργανώθηκε στην καρδιά του Παρισιού από ΜΚΟ για τα δικαιώματα προσφύγων. Περίπου 500 Αφγανοί είχαν κατασκηνώσει στην πλατεία της Δημοκρατίας για να διαμαρτυρηθούν για την εκκένωση του προσφυγικού καταυλισμού στο Σεν Ντενί. Ολοένα συχνότερα πλέον η γαλλική αστυνομία εκκενώνει διά της βίας προσφυγικούς καταυλισμούς επειδή οι γαλλικές αρχές δεν μπορούν να δημιουργήσουν νέες δομές φιλοξενίας. Η χρήση βίας πάντως ήταν «δυσανάλογη», όπως έγραψε σε επιστολή της προς τον υπ. Εσωτερικών Ζεράρ Νταρμανέν και η δήμαρχος Παρισίων Αν Ινταλγκό.
Ο αμφιλεγόμενος νέος νόμος
Το περιστατικό θέτει υπό πίεση τον Γάλλο υπ. Εσωτερικών. Στον τελευταίο κυβερνητικό ανασχηματισμό ο πρόεδρος Μακρόν παρουσίασε τον Νταρμανέν ως άνδρα της «τάξης και της ασφάλειας» προκειμένου να εκπληρώσει την επιθυμία συντηρητικών κυρίως κύκλων για περισσότερη ασφάλεια. Ωστόσο ο ίδιος ο υπ. Εσωτερικών πήρε αποστάσεις από όσα συνέβησαν στην πλατεία της Δημοκρατίας, χαρακτήρισε την αστυνομική επιχείρηση «σοκαριστική» και ξεκίνησε έρευνα για τα περιστατικά από την Εποπτική Αρχή της Αστυνομίας.
Από την άλλη, προσπάθησε δημοσίως να κρατήσει ισορροπίες. Σε συνέντευξη του στον τηλεοπτικό σταθμό France 2 δήλωσε ότι αστυνομικοί που εμπλέκονται σε αντίστοιχα συμβάντα θα τιμωρούνται. Εξέφρασε όμως παράλληλα την εμπιστοσύνη του στον Ντιντιέ Λαλεμάν, επικεφαλής της αστυνομίας στο Παρίσι δηλώνοντας: «Δεν κατηγορώ ούτε όλους τους αστυνομικούς που βρέθηκαν εκεί ούτε την ηγεσία της αστυνομίας για τις ενέργειες κάποιων».
Το θέμα της αστυνομικής βίας δεν είναι νέο στη Γαλλία, όπου οι διαμαρτυρίες για δυσανάλογη βία εκ μέρους αστυνομικών είναι συχνές. Στην κορύφωσή τους έφτασαν το 2018, όταν το κίνημα των κίτρινων γιλέκων βρισκόταν στο απόγειό του. Τότε βέβαια είχαν παρατηρηθεί φαινόμενα βίας και από τις δύο πλευρές, σε αντίθεση με την διαμαρτυρία της Δευτέρας, η οποία ήταν καθόλα ειρηνική. Ο επικεφαλής της αστυνομίας προσπάθησε να δικαιολογήσει την επιχείρηση, λέγοντας ότι επρόκειτο για «κατάληψη δημόσιου χώρου».
H επίμαχη αστυνομική επιχείρηση έγινε λίγο πριν τη συζήτηση του αμφιλεγόμενου νόμου περί ασφάλειας στο γαλλικό κοινοβούλιο. Σύμφωνα με τον νέο νόμο, η φωτογράφιση ή βιντεοσκόπηση αστυνομικών θεωρείται ποινικό αδίκημα διότι θέτει σε κίνδυνο τη σωματική και ψυχική ακεραιότητά τους. Το νέο αδίκημα επισείει ποινή φυλάκισης ενός έτους ή χρηματική ποινή ύψους 45.000 ευρώ. Η επίμαχη παράγραφος συμπεριλήφθηκε στον νέο νόμο μετά από πιέσεις αστυνομικών ενώσεων. Ωστόσο από την άλλη πλευρά, ενώσεις φωτογράφων και δημοσιογράφων επικρίνουν τον νέο νόμο ως «δυσανάλογη παρέμβαση στην ελευθερία της πληροφόρησης». Η Κομισιόν μάλιστα προειδοποίησε τη Δευτέρα ότι «ο Τύπος πρέπει να συνεχίσει να λειτουργεί ελεύθερα».
Ζητήματα συνταγματικότητας και τεστ για την κυβέρνηση
Καλούμενος να πάρει θέση στο ζήτημα, ο πρωθυπουργός της Γαλλίας Ζαν Καστέξ υποσχέθηκε ότι η επίμαχη διάταξη θα ελεγχθεί ως προς την συνταγματικότητά της και αν κριθεί αναγκαίο θα αναθεωρηθεί. Παραμένει ωστόσο το ερώτημα αν στο μέλλον είναι εφικτή η λήψη παρόμοιων εικόνων. Σύμφωνα με άλλη διάταξη, οι δημοσιογράφοι θα πρέπει να περνούν από διαπίστευση εάν θέλουν να καλύψουν διαδηλώσεις, κάτι που έχει προκαλέσει επίσης έντονες αντιδράσεις. Ένας τέτοιος περιορισμός της ελευθερίας του Τύπου όμως δεν θα είχε νομικά ερείσματα.
Παρά τις αντιδράσεις ο νέος νόμος πέρασε με μεγάλη πλειοψηφία στην πρώτη ανάγνωση. Για πολλούς βουλευτές η υπερψήφιση του συγκεκριμένου νόμου ισοδυναμεί με ψήφο εμπιστοσύνης προς την κυβέρνηση. Δέκα βουλευτές του κόμματος του Μακρόν (LREM) καταψήφισαν τον νόμο, ενώ 30 απείχαν. Πολιτικοί της αντιπολίτευσης ζητούν από τον Μακρόν να αποσύρει το νέο νόμο, ο οποίος στη συνέχεια θα πρέπει να περάσει από τη Γερουσία και μετά να επιστρέψει στο κοινοβούλιο για επικύρωση.
Ένα είναι σίγουρο: με τον αμφιλεγόμενο νόμο, ο Εμμανουέλ Μακρόν χάνει την όποια στήριξη είχε από κύκλους της φιλελεύθερης αριστεράς. Επίσης 33 δημόσια πρόσωπα, μεταξύ των οποίων ο σκηνοθέτης Κώστας Γαβράς, γνωστοί καθηγητές πανεπιστημίου και δικηγόροι εκφράζουν την ανοιχτή δυσαρέσκειά τους. Σύμφωνα με νομικούς, ο νέος νόμος αποτελεί κίνδυνο για τη συνοχή της γαλλικής κυβέρνησης. Η εφαρμογή των επίμαχων νέων διατάξεων θα μπορούσε να φέρει τον νέο νόμο μέχρι το ΔΕΕ στο Λουξεμβούργο.