«Δεν προσπαθούμε να δημιουργήσουμε συνασπισμούς κρατών, αλλά να ενώσουμε τους ανθρώπους»
Ζαν Μονέ
Η Ευρώπη στη φοινικική κοσμοαντίληψη αναφερόταν στον ήλιο που δύει, αλλά αυτό που φαίνεται να δύει σήμερα στα παράλια της Μεσογείου είναι το όραμα μιας δημοκρατικής Ευρώπης βασισμένης στην κοινωνική δικαιοσύνη και στην αλληλεγγύη μεταξύ των λαών.
Η άγρια λιτότητα και οι κοινωνικές και οικονομικές επιπτώσεις μιας νεοφιλελευθέρης μνημονιακής πολιτικής οδηγούν στην αναίρεση θεμελιωδών κοινωνικών κατακτήσεων (όπως η δημόσια υγεία και οι συλλογικές συμβάσεις εργασίας) και στην περιθωριοποίηση, ανεργία και κοινωνική εξαθλίωση των κοινωνιών του νότου δυναμιτίζοντας τα θεμέλια της κοινωνικής συνοχής και ανατρέποντας την αλληλεγγύη μεταξύ των λαών ως θεμελίου της ευρωπαϊκής ενοποίησης.
Παράλληλα, η παράκαμψη του μόνου δημοκρατικά εκλεγμένου ευρωπαϊκού οργάνου (Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο) και η ανάληψη πρωταγωνιστικού ρόλου στη διαχείριση της οικονομικής κρίσης από ένα διακυβερνητικό όργανο (Ευρωπαϊκό Συμβούλιο) στο οποίο η λήψη αποφάσεων εναπόκειται κυρίως σε ισχυρές οικονομικές δυνάμεις όπως η Γερμανία απειλούν να μετατρέψουν τις κοινωνίες των χωρών του νότου σε αποικίες χρέους έχοντας ένα σαφέστατα ταξικό πρόσημο.
Η φωνή των λαών του ευρωπαϊκού νότου καταπνίγεται στο όνομα μιας πολιτικής διάσωσης η οποία πέρα από τις αναγκαίες διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις προωθεί παράλληλα δομικές αναδιαρθρώσεις υπέρ του κεφαλαίου επιχειρώντας να φέρει τους λαούς των ευρωπαϊκών χωρών ενώπιον τετελεσμένων σε βάρος των πιο ευάλωτων κοινωνικών στρωμάτων και της νέας γενιάς που πλήττονται από την ανεργία, τις ελαστικές εργασιακές σχέσεις, τη μειωμένη κοινωνική ασφάλιση και την υποχρηματοδότηση ή και σε πολλές περιπτώσεις ιδιωτικοποίηση σημαντικών δομών κοινωνικής πρόνοιας.
Το όραμα μιας Ευρώπης της αξιοπρέπειας, της αλληλεγγύης και της δημοκρατίας στην οποία απευθύνονταν ο Μαγκάκης στα γράμματα από τη φυλακή στην περίοδο της δικτατορίας και μαζί του αρκετές γενιές Ελλήνων που τόλμησαν να διαβλέψουν στην Ευρώπη μια πολιτισμική συνάφεια δημοκρατικών αξιών και ανθρώπινης αξιοπρέπειας φαίνεται πως αργοσβήνει στη λήθη της επιδίωξης του βραχυπρόθεσμου κέρδους σε μια σκακιέρα παγκόσμιων οικονομικών ανταγωνισμών.
Η ανατροπή της πολιτικής λιτότητας είναι δυνατή μόνο με τη δημοκρατική κινητοποίηση των ευρωπαϊκών λαών που θα αντιτάξουν στο οικονομικό κέρδος τη δύναμη της αλληλεγγύης και της ανθρωπιάς οικοδομώντας μια συναντίληψη κοινού ευρωπαϊκού συμφέροντος . Είναι όμως η δημοκρατία πραγματικά δυνατή σε ευρωπαϊκό και άρα μεταεθνικό επίπεδο δεδομένης της έλλειψης ενός ευρωπαϊκού λαού ως προϋπάρχουσας συντακτικής δύναμης? Και αν ναι, ποιά πρέπει να είναι τα ποιοτικά χαρακτηριστικά μιας τέτοιας δημοκρατίας δεδομένου ότι η δημοκρατία έχει παραδοσιακά συνδεθεί με το έθνος κράτος?
Η απάντηση στα κρίσιμα αυτά ερωτήματα διέρχεται από την εξέταση της παρούσας βάσης δημοκρατικής νομιμοποίησης της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Σύμφωνα με το άρθρο 10 παρ. 2,3 της Συνθήκης της Ευρωπαϊκής Ένωσης (η οποία μαζί με τη Συνθήκη για τη Λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης απαρτίζουν τη Συνθήκη της Λισαβόνας) η δημοκρατική νομιμοποίηση στηρίζεται στην αντιπροσωπευτική και στη συμμετοχική δημοκρατία. Η πρώτη εκφράζεται κυρίως με τη δημοκρατική ανάδειξη του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου απευθείας από τους ευρωπαίους πολίτες και τη συμμετοχή των εθνικών κυβερνήσεων στο Συμβούλιο, ενώ η δεύτερη στη συμμετοχή των ευρωπαίων πολιτών στη δημοκρατική λειτουργία της Ένωσης (π.χ μέσω της δυνατότητας υποβολής ψηφίσματος διαμαρτυρίας κατά το άρθρο 11 (4)) και στην απαίτηση για διαφάνεια στη λήψη των αποφάσεων από πλευράς ευρωπαϊκών οργάνων.
Οι βάσεις όμως αυτές δημοκρατικής νομιμοποίησης εμφανίζουν ορισμένα θεμελιώδη ελλείμματα, ενώ ταυτόχρονα δεν απαντούν ευθέως στη δυνατότητα ύπαρξης δημοκρατίας σε ένα επίπεδο πέραν αυτού του έθνους κράτους. Αρχικά, αναφορικά με την αντιπροσωπευτική δημοκρατία χρειάζεται να επισημανθεί ότι η διαχείριση της παρούσας οικονομικής κρίσης σε σημαντικό βαθμό ανέδειξε ένα σοβαρό δημοκρατικό έλλειμμα στη διαδικασία λήψης των αποφάσεων. Κι αυτό διότι ο ευρωπαϊκός μηχανισμός διάσωσης έχοντας συναφθεί υπό τη μορφή διεθνούς συνθήκης (άρθρο 218 ΣΛΕΕ) παρακάμπτει τη συνήθη διαδικασία λήψης αποφάσεων αποδίδοντας έναν ενισχυμένο ρόλο στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο σε βάρος του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου (το οποίο έχει απλώς συμβουλευτικό ρόλο και πρέπει να ενημερώνεται, αλλά δεν συναποφασίζει όπως στη συνήθη κατ’ άρθρο 294 ΣΕΕ διαδικασία) και ενισχυμένα δικαιώματα ψήφου (άρθρο 4 παρ. 7 του ευρωπαϊκού μηχανισμού στήριξης) στις οικονομικά ισχυρότερες χώρες όπως η Γερμανία.
Παράλληλα λόγω ακριβώς και του ενισχυμένου ρόλου του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου η σημασία των εθνικών κοινοβουλίων έχει περιοριστεί σε έναν επικυρωτικό ρόλο που συχνά περιλαμβάνει την καταρχήν ψήφιση των συναφών με τις μνημονιακές δεσμεύσεις νομοσχεδιών χωρίς τη συζήτηση και ενδελεχή εξέταση των επιμέρους άρθρων. Ο ρόλος των εθνικών κοινοβουλίων μολονότι θεσμικά κατοχυρωμένος στο άρθρο 12 ΣΕΕ παραμένει θεσμικά υποβαθμισμένος δεδομένου ότι περιορίζεται κυρίως στον έλεγχο της εφαρμογής της αρχής της επικουρικότητας και αναλογικότητας (χωρίς όμως ούτε και σε αυτή την περίπτωση να μπορεί σε περίπτωση ένστασης να οδηγήσει αναγκαία στην εγκατάλειψη της απόφασης που παραβιάζει τις αρχές αυτές από πλευράς ευρωπαϊκών θεσμών.
Εξάλλου, αναφορικά με τη συμμετοχική δημοκρατία η πρόβλεψη δυνατότητας ευρωπαϊκής πρωτοβουλίας πολιτών (άρθρο 11 παρ. 4) μολονότι συνιστά θεσμική καινοτομία ανοίγοντας ένα δίαυλο έκφρασης και κοινωνικών αιτημάτων δε δεσμεύει την Επιτροπή, η οποία έχει διακριτική ευχέρεια για το αν θα κινήσει τη σχετική νομοθετική διαδικασία. Συνεπώς, η διεκδίκηση μιας δημοκρατικής επαναθεμελίωσης της Ευρώπης θα έπρεπε να προτάξει την ενίσχυση του ρόλου του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και των εθνικών κοινοβουλίων (πρόταξη αιτήματος θεσμικής αναβάθμισης) στην αντιμετώπιση της οικονομικής κρίσης ενισχύοντας τη φωνή των ευρωπαίων πολιτών.
Η διεκδίκηση μιας διαφανούς και δημοκρατικής λήψης των αποφάσεων επί τη βάση της ισοτιμίας των ευρωπαίων εταίρων είναι η μόνη βάση για τη θεσμική κατοχύρωση της δημοκρατικής έκφρασης των κοινωνικών προταγμάτων και ανησυχιών των ευρωπαϊκών λαών. Επιπροσθέτως, η πρωτοβουλία ευρωπαίων πολιτών είναι αναγκαίο να αποκτήσει δεσμευτικό χαρακτήρα για την Ευρωπαϊκή Επιτροπή ούτως ώστε τα αιτήματα των ευρωπαίων πολιτών να αποκτήσουν διαύλους ουσιαστικής έκφρασης μετατοπίζοντας το θεσμικό κέντρο βάρους και το συσχετισμό δυνάμεων προς την πλευρά των ευρωπαίων πολιτών.
Τέλος, πέρα από την κατοχύρωση της αντιπροσωπευτικής και συμμετοχικής δημοκρατίας στην πράξη η οποία μπορεί να πραγματοποιηθεί μόνο με την ενεργή δημοκρατική κινητοποίηση των ευρωπαϊκών λαών και ιδιαίτερα των λαών του νότου που πλήττονται από τις νεοφιλελεύθερες πολιτικές της λιτότητας η δημοκρατία σε ευρωπαϊκό επίπεδο είναι αναγκαστικά ποιοτικά διαφορετική από τη δημοκρατία σε εθνικό επίπεδο λόγω της έλλειψης ενός ευρωπαϊκού λαού. Παραμένει ωστόσο δυνητικά δυνατή, δεδομένου ότι η δημοκρατική νομιμοποίηση στο έργο σημαντικών διανοητών όπως ο Χάμπερμας και ο Ρωλς είναι σε σημαντικό βαθμό συνδεδεμένη με τη δημοκρατική διαβούλευση και τη διάδραση μεταξύ των επίσημων δημοκρατικών θεσμών που έχουν δυνατότητα λήψης αποφάσεων και ανεπίσημων κέντρων διαβούλευσης (όπως π.χ κοινωνικά κινήματα) που μολονότι στερούνται άμεσης πρόσβασης σε επίσημες δομές λήψης πολιτικών και διοικητικών αποφάσεων ασκούν σημαντική ηθική και πολιτική επιρροή.
Μια εύρωστη δημοκρατία σε ευρωπαϊκό επίπεδο μπορεί να έχει ως σημείο αναφοράς τη θεωρία περί δημόσιας σφαίρας που διατύπωσε ο Χάμπερμας στο γνωστό έργο του «Η μετατροπή της δημόσιας σφαίρας» και η οποία ορίζεται ως η σφαίρα εκείνη η οποία μεσολαβεί μεταξύ της κοινωνίας και του κράτους και στην οποία οι άμεσα πληττόμενοι από τις πολιτικές αποφάσεις συμμετέχουν στη λήψη των αποφάσεων διαμορφώνοντας μια κοινή γνώμη βασισμένη σε έναν ορθολογικό διάλογο που αναδεικνύει μια συναντίληψη κοινού συμφέροντος. Μολονότι πολλές από τις διαδικαστικές προϋποθέσεις για την ανάδειξη της δημόσιας σφαίρας υπήρξαν ιστορικά συνδεδεμένες με την ανάδειξη και κατοχύρωση του έθνους κράτους η παγκοσμιοποίηση και η δημιουργία διεθνικών κέντρων λήψης αποφάσεων διαμορφώνουν προϋποθέσεις για την ανάδειξη μιας διεθνικής δημόσιας σφαίρας η οποία μπορεί να δημιουργήσει διεθνικούς δεσμούς αλληλεγγύης μεταξύ των ευρωπαϊκών λαών και η οποία μπορεί να αποβεί καθοριστική για τη δημοκρατική νομιμοποίηση των αποφάσεων που λαμβάνονται σε ευρωπαϊκό επίπεδο.
Σε αυτή την κατεύθυνση τα πρόσφατα μεγαλειώδη κοινωνικά κινήματα αντίστασης κατά της λιτότητας σε ευρωπαϊκό επίπεδο δεν απευθύνονται μόνο στις εθνικές κυβερνήσεις, αλλά διαπερνούν μέσω της επικοινωνιακής και πολιτικής τους δύναμης τα στενά εθνικά όρια δημιουργώντας (έστω και υβριδικά) μια ευρωπαϊκή δημόσια κοινή γνώμη (παραγωγό μιας συναντίληψης κοινού ευρωπαικού συμφέροντος βασισμένου στην αντίσταση κατά της λιτότητας και δημιουργό και φορέα κοινών δημοκρατικών πολιτισμικών αξιών και ιστορικών εμπειριών) που επιχειρεί μέσω της διάδρασης της με τα ευρωπαικά διεθνικά κέντρα λήψης αποφάσεων να ανατρέψει την επιχειρούμενη κατάλυση της ευρωπαϊκής κοινωνικής πολιτικής και πολιτιστικής ταυτότητας.
Σε μια Ευρώπη που φαίνεται να λησμονεί την αξία της κοινωνικής δικαιοσύνης και της δημοκρατίας η ενεργή κινητοποίηση των ευρωπαϊκών λαών αποτελεί τη μόνη ελπίδα για μια δημοκρατική επαναθεμελίωση των ευρωπαικών θεσμών και για ανατροπή των εφαρμοζόμενων πολιτικών λιτότητας. Η επαναθεμελίωση αυτή βασικοί άξονες της οποίας μπορεί και πρέπει να είναι η θεσμική αναβάθμιση των εθνικών κοινοβουλίων (Ευρώπη των λαών) και ο αποφασιστικότερος ρόλος του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου στη διαχείριση της οικονομικής κρίσης από κοινού με τη δημιουργία μιας ευρωπαϊκής κοινής γνώμης και δημόσιας σφαίρας που θα παράγει το απαραίτητο πολιτισμικό και δημοκρατικό υπόστρωμα αλληλεγγύης μεταξύ των ευρωπαϊκών λαών διαδραματίζοντας καταλυτικό ρόλο στην ανατροπή της πολιτικής λιτότητας.