Από την Έφη Παρασκευοπούλου
Στα χέρια του λογοτέχνη, του ποιητή, του ονειροπόλου, η γυναίκα έχει μια σταθερή αξία ως πλανεύτρα, ως ευαίσθητη παρουσία, ως σαγηνευτική σελήνη και μισόγυμνη μούσα.
Χαμένη στον κόσμο της συμπυκνωμένης χλωρίνης και του σφουγγαρόπανου (άραγε θα κατηγορηθώ πως αναπαράγω μισογυνίστικα και υποβιβαστικά στερεότυπα, αν πω πως φορούσα και ποδιά;) είχα αποκοπεί από τον ιντερνετικό κόσμο για ώρες. Επιστρέφοντας στην οθόνη του υπολογιστή, είδα πως κάτι πήγε λάθος όσο έλειπα. Ενα κείμενο-ύμνος στον ερωτισμό κατηγορήθηκε ως βαθιά σεξιστικό. Ο λογοτέχνης ως συντηρητικός κι ανέραστος.
Μπήκα στη διαδικασία να διαβάσω ξανά, γραμμή-γραμμή, το κείμενο που τόσο ενόχλησε τους υπερασπιστές της πολιτικής ορθότητας. Κι έπεσα πάνω στην ατελείωτη μαγεία της περιγραφής ενός γυναικείου σώματος. Ο Γελωτοποιός μιλούσε για γονιμότητα και σκιές που τρέφουν τη σαγήνη, για καμπύλες που σπρώχνουν τη φαντασία και τον πόθο ένα βήμα παραπέρα- σε αυτό το απονενοημένο “Θα κάνω τα πάντα για σένα, για να βγάλεις αυτό το φύλλο συκής.”
Στο λογοτεχνικό κόσμο, η γυναικεία υπόσταση υπήρξε πάντοτε μια τρυφερή πηγή έμπνευσης. Ακόμα και ως παντοδύναμη, παρέμενε πλανεύτρα και αδυσώπητα ερωτική. Ο συγγραφέας προσπαθούσε με συνέπεια να γλιστρήσει στις γραμμές του γυναικείου φύλου.
Ο ποιητής ριχνόταν με δύναμη στις χαραμάδες της γυναικείας ύπαρξης και παλλόταν μέχρι να τον τσακίσουν όσα δεν κατανοούσε.
Ποιος θα κατηγορούσε τον Νερούδα, όταν έλεγε πως θέλει μαζί της να κάνει “αυτό που κάνει κι η Ανοιξη στις κερασιές”; Αυτό που τον κάνει να “πιστεύει έτσι πως αυτός είναι ο κύριος του σύμπαντος όλου”; Ήταν ένας φρικτός σεξιστής; Ο άντρας που υγροποίησε τον έρωτα σε μελάνι και ύμνησε τη σύντροφό του με κάθε τρόπο;
Ποιος θα μπορούσε να σταθεί απτόητος μπροστά σε μια Μαρίνα των βράχων που “μ’ένα τριφύλλι φως στο στήθος της” και μια “πικρή γεύση τρικυμίας στα χείλη” άνοιγε έκπληκτη τα χέρια της και φώναζε τα’όνομά του; Θα βρίσκατε ψήγματα σεξισμού ακόμα και στον άντρα που έλεγε πως είναι κέρμα η αγαπημένη του, κι εκείνος λατρεία που την εξαργυρώνει.
Ο έρωτας, η πρόσκληση σε έρωτα και η λατρευτική θυσία στο βωμό δυο γυμνών ποδιών είναι – όπως ακριβώς και η θρησκευτική πίστη – μια βαθιά προσωπική υπόθεση. Οταν ο άντρας μιλά για το πώς τελετουργικά προσφέρει τον εαυτό του σε μια γυναίκα, η έννοια του σεξισμού εκλείπει. Το μυστήριο του έρωτα είναι υπερβατικό όταν εξομολογείται – κι αυτό γιατί οι αισθήσεις δε χωρούν ποτέ σε λέξεις.
Κι ας έφτασε τόσο κοντά στην αλήθεια της περιγραφής ο Γελωτοποιός.
Οχι, δε θα κάνετε τον ποιητή μας έναν απλό ποετάστρο. Θα συνεχίσουμε όλοι να μιλάμε για την ομορφιά με όποια λόγια θέλουμε. Αλίμονο αν ποινικοποιήσουμε όλα όσα μας διεγείρουν. Αλίμονο, αν κλείσουμε σε στεγανά τη λαγνεία