Του Σίμου Ανδρονίδη
Για την απελευθέρωση της Παλαιστίνιας Άχεντ Ταμίμι
«Μια φορά κι έναν καιρό… η σιωπή του σούρουπου. Χαράματα ξενιτεύτηκε το φεγγάρι μου σε μέρη μακρινά, σ’ εκείνα τα μάτια τα μελιά. Η πόλη έδιωξε όλους τους τραγουδιστές, μαζί τους και τη Ρίτα. Ανάμεσα στη Ρίτα και στα μάτια μου ένα ντουφέκι» (Μαχμούντ Νταρουίς, ‘Η Ρίτα και το Ντουφέκι’).
Η νεαρή Παλαιστίνια Άχεντ Ταμίμι, η οποία κρατούνταν στις Ισραηλινές φυλακές για ένα διάστημα οκτώ μηνών μετά από την χειροδικία της εναντίον δύο Ισραηλινών στρατιωτών, ή, εάν τεθεί διαφορετικά, μετά από την άσκηση μίας εμπρόθετα συμβολικής όσο και ‘φορτισμένης’ βίας εναντίον τους, αφέθηκε ελεύθερη. Επιστρέφοντας στο χωριό της (Νάμπι Σάλεχ), σταμάτησε μπροστά στην οικία ενός κατοίκου που σκοτώθηκε από τα Ισραηλινά πυρά δηλώνοντας ωσάν προσδιορισμός ‘αίματος’, τα εξής: «Από αυτό το σπίτι του μάρτυρα σας δηλώνω: η αντίσταση θα συνεχιστεί μέχρι να τερματιστεί η κατοχή».[1]
Η συγκεκριμένη λογοθετικότητα από πλευράς Άχεντ Ταμίμι, εγγράφει τα χαρακτηριστικά συνάρθρωσης της θρησκευτικής ανα-κατασκευής της πραγματικότητας με την προσίδια σωτηριολογική σκευή της ‘απο-λύτρωσης’ και της δυνατότητας ‘απο-λύτρωσης’, ενταγμένα όμως ενταγμένα όμως σε ένα κατεξοχήν πολιτικό πλαίσιο το οποίο δύναται να αρθρώσει τους ιστορικούς[2] όρους της Ισραηλινής κατοχής και της αναπαραγωγής της, τις κοινωνικές-πολιτικές συνέπειες της, καθώς και τις εκτατικές εκφάνσεις της συγκροτούμενης ‘Παλαιστινιακότητας’: «η αντίσταση θα συνεχιστεί μέχρι να τερματιστεί η κατοχή»[3], δηλώνει η απελευθερωθείσα Άχεντ Ταμίμι[4]
Στα συμφραζόμενα ενός λόγου προς, διαμορφώνονται οι όροι και οι προϋποθέσεις για την συγκρότηση αυτού που ο Max Weber στην εξαιρετικά ‘διεισδυτική’ του ‘Ενδιάμεση Θεώρηση’ (‘Zwischenbetrachtung’), αναφέρει ως δραστήριο «μαχητή της πίστης»[5] που στο συγκεκριμένο λογοθετικό εγχείρημα δεν παύει να αποτελεί και έναν δραστήριο ”μαχητή” της ‘δίκαιης υπόθεσης’ του Παλαιστινιακού λαού σε βάθος ιστορικού χρόνου. Η περίπτωση της Άχεντ Ταμίμι, η κινηματική της δραστηριοποίηση και η παρουσία της στις Ισραηλινές φυλακές, ακόμη και η θετικά αναπαριστάμενη νεότητα της ενώπιον και απέναντι σε μία ‘ισχυρή πολεμική μηχανή’ (Ισραήλ), ενσαρκώνει τις επάλληλες εκφάνσεις στις οποίες προσιδιάζει η ιστορική Ισραηλινο-Παλαιστινιακή σύγκρουση, ανα-καλεί τις προεκτάσεις των αντιθέσεων-αντιφάσεων που ενσκήπτουν και στο εσωτερικό της Παλαιστίνης και εκ-διπλώνονται ως προς τις μορφές και το εύρος που δύναται να προσλάβει η εγκλητική ‘Αντίσταση’, αναδεικνύοντας παράλληλα το φορτίο της ασκούμενης βίας επί του χώρου και των σωμάτων, μία βία που θεμελιώνεται όχι πάνω στη μορφολογική διάκριση μεταξύ «μυθικής» και «[6]θεϊκής» βίας που εισαγάγει στη διαλεκτική του ανάλυση ο Walter Benjamin, αλλά πάνω στο έδαφος της νοηματοδοτούσας και νοηματοδοτικής ‘δικαιωματικής’ αξίωσης της: ‘δικαιούται’ και νομιμοποιείται το Ισραήλ[7] να ασκεί μία επιθετική βία, μία Gewalt (και εδώ ο Γερμανικός όρος Gewalt για την βία δεν είναι τυχαίος) η οποία, την ίδια στιγμή, προσλαμβάνει όψεις έκφρασης μίας κρατικής ‘εδαφο-κυριαρχίας’, μετασχηματιζόμενη παράλληλα σε πεδίο πραγματοποίησης ενός ‘ολικού’ πολέμου και, στην ίδια πλαισίωση, η βία διαφορετικής μορφής που ασκείται από Παλαιστινιακής πλευράς ‘καθαγιάζεται’ στο ίδιο το ‘δικαίωμα’ της επιδιωκόμενης ‘αυτοδιάθεσης’, αποτίναξης της κατοχής και της ευρύτερα ‘σκοπολογικής’ συγκρότησης ενός ανεξάρτητου Παλαιστινιακού κράτους;.
Η Άχεντ Ταμίμι, ως κρατούμενη αλλά και ως απελευθερωθείσα πλέον, ισορροπεί μεταξύ των εκφάνσεων της βίας, σημασιοδοτεί τις παροντικές μεταβάσεις μίας ιστορικο-πολιτικής κατάστασης, αναδεικνύει το σώμα (το σώμα ως ‘φορτίο’) εν χρόνω και εν κινήσει, συν-διαλεγόμενη οντολογικά και πραξεολογικά με μία αντίληψη που απαντάται και στο έργο και στη θεώρηση της βίας από τον Γάλλο φιλόσοφο Georges Labica: «Όσο κι αν η κυρίαρχη βία παριστάνει την πληττόμενη, μιλώντας για «αντίποινα», στην πραγματικότητα η βία των κυριαρχούμενων είναι απλώς απάντηση και ποτέ πρωτοβουλία».[8]
Μία «απάντηση» που, παραπέμποντας στην πράξη[9] της Άχεντ Ταμίμι, εκφράζει τον ‘ειδικά’ δικό της και διαμέσου αυτής της ‘ειδικότητας’ την πληθυντικότητα του ορίου: στην επιθετικά και δυσανάλογα ασκούμενη Ισραηλινή κρατική-στρατιωτική βία ενσκήπτει στο κοινωνιο-πολιτικό γίγνεσθαι το ‘ράπισμα’ των δύο Ισραηλινών στρατιωτών, ‘ράπισμα’ θηλυκό όσο και προτρεπτικό (για την παρουσία επί της Παλαιστινιακής γης), συμβολικό όσο και σωματικό.. Ένα ‘ράπισμα’ συνδηλώσεων ‘απόκρισης’ στις εκφάνσεις της Ισραηλινής κατοχής επί των Παλαιστινιακών εδαφών..
Παραπέμποντας και πάλι στον Georges Labica, για την νεαρή Παλαιστίνια «η δική της τεχνολογία είναι το σώμα της»[10] ως ασκούμενη πολιτική (εναντίον του υπερ-τεχνολογικού όπλου) και εκθετικότητα μίας ‘τοξικής’ κατάστασης όπου στην ουσία της, προσεγγίζουν την μεταιχμιακότητα της ιστορίας, οι δύο λαοί..
Στην προκειμένη περίπτωση δεν ενυπάρχει η τυπολογία του υποδείγματος ‘καταδικάζουμε την βία από όπου κι αν προέρχεται’ αλλά η ‘εδαφοποίηση’ των υποκειμενικών σωμάτων και της σήμανσης μίας βίας με όρους αναπαράστασης των προφανών επιτελέσεων που επισυμβαίνουν στα Παλαιστινιακά εδάφη: δεν καθίσταται βία θανατηφόρα, αλλά περισσότερο προσιδιάζει στη συμβολική ανάδειξη των όρων και των ορίων βίαιης επιτέλεσης της Ισραηλινής κατοχής ως συστηματοποιημένη κυβερνολογική επί του Παλαιστινιακού ‘πλήθους’, όπως επίσης και στους εννοιολογικούς προσδιορισμούς της μετατόπισης ή της εναλλαγής μεταξύ της ‘τραγωδίας’ και της ‘φάρσας’ στα Παλαιστινιακά εδάφη.
Εντός και πέραν των συγκεκριμένων, ‘πλουραλιστικών’ σημάνσεων, η κίνηση και η όλη παρουσία της Άχεντ Ταμίμι συνιστά πλαίσιο μίας αξιο-γένεσης στη βάση της ‘φαντασμαγορίας’ της εικόνας και του φαντασιακού που δύναται να επι-φέρει η ορμή της και δη η ορμή της ‘όμορφης νεότητας΄, εκεί όπου καταλήγουν οι προϋποθετικές αξιώσεις ‘γέννησης’ μίας νέας ‘Πασιονάριας’ της Παλαιστινιακής ‘Αντίστασης’ με το κλασικό Παλαιστινιακό μαντήλι στο λαιμό..
Στο κοινωνιο-περιβάλλον των Ισραηλινών υφαρπαγών και κατατμήσεων γης, της συγκρότησης και της επέκτασης των εποικισμών επί Παλαιστινιακών εδαφών, των επιλεκτικών δολοφονιών και των μαζικών συλλήψεων, της περιχαράκωσης των Παλαιστίνιων σε μία στενή λωρίδα γης, της ασκούμενης βίας υπό το πρίσμα διεξαγωγής ενός ‘ολικού’ πολέμου από πλευράς Ισραήλ στα Παλαιστινιακά εδάφη που επιφέρει όχι ‘παράπλευρες απώλειες’ αλλά την απώλεια του ‘φορτίου’ της ανθρώπινης ζωής στο παρόν και στο άμεσο μέλλον, στις διαστάσεις των πολιτικών εμπρόθετου διαχωρισμού που ακολουθούνται από την κυβέρνηση της χώρας (βλέπε την απάλειψη της Αραβικής γλώσσας ως επίσημης γλώσσας του κράτους του Ισραήλ)[11], αλλά και στους ‘τόπους’ των ενδο-Παλαιστινιακών αντιθέσεων, η κίνηση της Άχεντ Ταμίμι αποτελεί την ‘εξωκόσμια’ κίνηση συσχέτισης με την ως άνω ιστορική συνθήκη, άρθρωσης του δι-υποκειμενικού ενσώματου παράγοντα και ‘ρηγμάτωσης’ των Παλαιστινιακών[12] ‘καθεστώτων πατριαρχικής εμφυλοποίησης’ του κοινωνικού πεδίου.
[13]Η ‘απαντητική’ βία καθίσταται ‘οικεία’ ως απόκλιση, συγ-κείμενο μίας νεωτερικής εποχής με και δίχως όνομα, ‘τόπος’ ανάδυσης των ανακολουθιών και των επάλληλων πραγματικοτήτων στα Παλαιστινιακά εδάφη.. Η ΄Αντίσταση’ ως πραγμολογική έννοια σημασιοδοτείται στην ίδια την διάρκεια της.
Η Παλαιστινιακή[14] δια-πάλη[15] αλλά και οι συλλογικότητες αλληλεγγύης εκτός Παλαιστίνης (και στο Ισραήλ που δεν συνιστά ‘μονολιθικό τέρμα’), με σταθερό μέτωπο εναντίον και των εκφάνσεων του αντισημιτισμού[16] δέον είναι να διεθνοποιούν διαρκώς το διακύβευμα της Παλαιστινιακής διεκδίκησης.. Και όπως αναφέρει ο Παλαιστίνιος ποιητής Μαχμούντ Νταρουίς: «Εσείς που περνάτε μέσα από λόγια εφήμερα, ρίξτε τις αυταπάτες σας σε λάκκο έρημο και φύγετε. Γυρίστε τα ρολόγια στην εποχή του νόμου του ιερού μόσχου και της μουσικής των όπλων!».[17]
Στα Παλαιστινιακά εδάφη δύναται να προσδιοριστεί το υπόδειγμα που θέτει ο Ελίας Κανέτι περί της επιβίωσης που «δεν είναι στην ουσία παρά επαναλαμβανόμενη άσκηση πάνω στο θάνατο»[18] καθώς και πάνω στην αναπαραγωγή συμβολισμών δράσης.. Η Νιτσεϊκή ‘προοπτική’ ‘επιφυλάσσεται’ ενώπιον των υποκειμένων. Η Άχεντ Ταμίμι αναφέρει τους ίδιους όρους της δράσης της, ‘ομιλεί’ δι-ιστορικά στο παρόν και για το παρελθόν.
[1] Βλέπε σχετικά, ‘Ελεύθερη η Άχεντ Ταμίμι!’, Ενημερωτική-Ειδησεογραφική Ιστοσελίδα ‘ΤVXS’, 29/07/2018, https://tvxs.gr/news/kosmos/eleytheri-i-axent-tamimi. Το θαυμαστικό στο τέλος της πρότασης, διαμεσολαβεί όχι την έκπληξη, αλλά περισσότερο την θετικότητα της στάσης προς έτσι όπως εκφράζεται διαμέσου της γλωσσικής δομής, τείνοντας παράλληλα προς την, με θετικούς-‘ανακουφιστικούς’ όρους, κοινοποίηση στη δημόσια σφαίρα και σε έναν, αριστερών -κινηματικών καταβολών, φιλο-Παλαιστινιακό ακτιβισμό: ‘Ελεύθερη η Άχεντ Ταμίμι!.
[2] Η Ιστορία, αναφέρει ο Νικολάι Τσερνισέφσκι «όπως μια γιαγιά, αγαπά περισσότερο τα εγγόνια της παρά τα παιδιά της: στους επιγόνους δεν δίνει τα κόκκαλα αλλά το μεδούλι». Η παρομοίωση της ιστορίας ως «γιαγιάς» που «αγαπά περισσότερο τα εγγόνια της» απαντά και στο αίτημα ενός κριτικού αναστοχασμού του ευρύτερου ιστορικού πράττειν, ένας αναστοχασμός που αναζητεί ισοδύναμα δράσης. Αναφέρεται στο: Γκιούρας Θανάσης, ‘Ελευθερία και Ιστορία. Με βασική αναφορά τις θέσεις Για την έννοια της ιστορίας του Walter Benjamin, Εκδόσεις ΚΨΜ, Αθήνα, 2012, σελ. 191.
[3] Στο ίδιο.
[4] Η ιδιαίτερη πτυχή της κράτησης και της απελευθέρωσης της Άχεντ Ταμίμι, ανα-πλαισιώνεται και διαμέσου της αναφοράς του διευθυντή του Παρατηρητηρίου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων στο Ισραήλ Όμαρ Σακίρ, για την «ενδημική κακομεταχείριση» ανηλίκων στο ισραηλινό σύστημα». Στο ίδιο. Οι ρωγμές της κράτησης τους παραμένουν έντονες, όπως και η αποστέρηση δικαιωμάτων, που εδραιώνονται πάνω στο ‘νομικό κατάλοιπο’ της Ισραηλινής ‘αίσθησης του επείγοντος’.
[5] Βλέπε σχετικά, Weber Max, ‘Ενδιάμεση Θεώρηση’, (‘Zwischenbetrachtung’), Μετάφραση-Εισαγωγή: Γκιούρας Θανάσης, Εκδόσεις Σαββάλας, Αθήνα, 2002, σελ. 70. Στην Βεμπεριανή επιστημολογία ο «μαχητής της πίστης» μάχεται για λογαριασμό του ‘άμεμπτου’ Θεού και για την επιβολή μίας δικαιοσύνης σωτηριολογικών αποχρώσεων.. Στο σπαθί του εγγράφεται η ‘θεία χάρη’, η αξίωση της ίδιας σωτηρίας και η αντικειμενικοποιημένη θρησκευτικότητα-‘πολιτειότητα’ του «δίκαιου πολέμου».
[6] Για την Μπενγιαμινική οριοθέτηση μεταξύ «μυθικής» και «θεϊκής» βίας, βλέπε το κατατοπιστικό πόνημα του Θανάση Γκιούρα με τίτλο ‘Ελευθερία και Ιστορία. Με βασική αναφορά στις θέσεις Για την έννοια της ιστορίας του Walter Benjamin’, Εκδόσεις ΚΨΜ, Αθήνα, 2012, ιδίως σελίδες, 437-454.
[7] Μία ‘διεισδυτική’ ανάλυση των όρων δόμησης του εμπρόθετου αντισημιτισμού-αντιεβραϊσμού συγκεκριμένων ιστορικών περιόδων, των όψεων της σύγχρονης Ισραηλινής ταυτότητας, των εκφάνσεων του οντολογικού αυτοπροσδιορισμού του Εβραϊκού λαού και των πλαισιώσεων διεξαγωγής της Ισραηλινο-Παλαιστινιακής σύγκρουσης προσφέρει ο Ισραηλινός συγγραφέας David Grossman. Βλέπε σχετικά, Grossman David, ‘Γράφοντας μες στο σκοτάδι’, Μετάφραση από τα Εβραϊκά: Κοέν Μάγκυ, Εκδόσεις Scripta, Αθήνα, Αθήνα, 2011.
[8] Βλέπε σχετικά, Labica Georges, ‘Η βία; Ποια βία;’ Μετάφραση: Βαλλιάνος Χρήστος-Μπέτζελος Τάσος, Πρόλογος-Επίμετρο: Κουβελάκης Στάθης, Εκδόσεις Εκτός Γραμμής, Αθήνα, 2014, σελ. 176.
[9] Η ίδια η πράξη της Άχεντ Ταμίμι, ως «απόκριση» και ως ιστορία, εγκολπώνεται, με τις δικές της αναλογίες βέβαια, τις λογοθετικές αναφορές του Ισραηλινού συγγραφέα David Grossman: «Κι όμως, κάθε χώρα που κατακτά και καταπιέζει έναν άλλο λαό, θα ‘πρέπε να περιμένει τέτοια βίαια ξεσπάσματα. Το Ισραήλ όμως ήταν απροετοίμαστο, επειδή αγνοούσε πως είναι ο κατακτητής, ο καταπιεστής, επειδή δεν σκέφτηκε καν πως υπάρχει εκεί ένας λαός». Βλέπε σχετικά, Grossman David, ‘Γράφοντας μες στο σκοτάδι…ό.π., σελ. 30.
[10] Βλέπε σχετικά, Labica Georges, ‘Η βία; Ποια βία…ό.π., σελ. 176. Το ίδιο μοτίβο περί του σώματος ως ‘τεχνολογίας αντίστασης’ και ‘δίκαιης αξιο-θεμελίωσης’, με αναφορά στα επιγενόμενα στα Παλαιστινιακά εδάφη απαντάται και στο έργο του Παλαιστίνιου ποιητή Μαχμούντ Νταρουίς. «Εσείς που περνάτε μέσα από λόγια εφήμερα, εσείς το ξίφος, εμείς το αίμα, εσείς ατσάλι και φωτιά, εμείς τη σάρκα μας…». Μία αντίληψη που προτάσσει την δυναμολογία του εγκλητικού σώματος, του ελάσσονος και συνάμα μείζονος ενώπιον και απέναντι στην Ισραηλινή στρατιωτική τεχνολογία και υπεροπλία, με το αίμα να συνιστά ίδιο πλαίσιο του σώματος: ‘χύνεται’ για να μείνει, για μία ιδανική ‘σκοπολογία’, μαρτυρικής χροιάς.
[11] Η ψήφιση του νομοσχεδίου για την απάλειψη της Αραβικής ως επίσημης γλώσσας του κράτους του Ισραήλ φέρει ως πρόταγμα την ανάδειξη και την παράλληλη ενίσχυση της ‘Εβραϊκότητας’ του κράτους και των δομών του, επανεπινοεί τυπολογίες ‘διάκρισης’, προσομοιάζοντας προς την δόμηση μίας ρατσίζουσας κυβερνολογικής συναρμογής στο εσωτερικό της χώρας, δεικνύοντας την ‘Παλαιστινιακή Αραβικότητα’ ως απλά ‘φιλοξενούμενη’, διακρίνοντας μεταξύ ιστορικού-κρατικού ‘Εβραϊσμού’ και Παλαιστινιακής ‘ανεστιότητας’ και εντός Ισραήλ.
[12] Η Παλαιστινιακή κοινωνικότητα δεν καθίσταται στατική και μονολιθική, άθροισμα ενός ‘μοναδικού βιό-κοσμου’, παρά συγκροτεί και εκ-φέρει τις δικές της ετερογένειες και αντιφάσεις, τις διαφορετικές πολιτικές αντιλήψεις, τις επιτελέσεις και τις μετατοπίσεις των μορφών δια-πάλης που υιοθετούνται και τις ευρύτερες προεκτάσεις που αποκτούν, ενώπιον των Ισραηλινών πολιτικών κανονικοποίησης της υφαρπαγής γης, επικοινωνώντας και με διεθνείς τάσεις προσέγγισης του πολιτικού.
[13] Η «απάντηση» δια του ‘ραπίσματος’ των δύο Ισραηλινών στρατιωτών από την νεαρή Παλαιστίνια, δεν εκφράζεται στατικά και μηχανικά, αλλά αποδίδει την εμμένεια της γενεαλογικής συνέπειας που δια-κρατεί ‘ρίζες’ στην αντίληψη της ΄Παλαιστινιακότητας’ και της Παλαιστινιακής δια-πάλης, καθώς και της οικογενειακής γλώσσας, δομώντας εκ νέου την έννοια της «απάντησης», της βίαιης «απάντησης» ως ‘Αντίσταση’.
[14] Η Αθηνά Αθανασίου προσεγγίζει το ζήτημα της κυριότητας και της Ισραηλινής κατοχής των Παλαιστινιακών εδαφών υπό το πρίσμα της άσκησης μίας δυνάμεις «αποικιοκρατικής βίας», η οποία κατά την ίδια προσλαμβάνει διφυή χαρακτηριστικά: «στερώντας από έναν ιθαγενικό πληθυσμό τη γη του, και περιορίζοντας, από την άλλη, την κινητικότητα του ίδιου πληθυσμού σε αυτή ακριβώς τη γη που δεν κατέχει πλέον». Βλέπε σχετικά, Αθανασίου Αθηνά & Μπάτλερ Τζούντιθ, ‘Απ-αλλοτρίωση. Η επιτελεστικότητα στο πολιτικό’, Μετάφραση: Κιουπκιολής Αλέξανδρος, Εκδόσεις Τόπος, Αθήνα, 2016, σελ. 44.
[15] Η Αθηνά Αθανασίου αναφέρει την περίπτωση των ‘αγωνιστικών συνεργειών’ που προκύπτουν μεταξύ Παλαιστίνιων, Ισραηλινών και Παλαιστίνιων του Ισραήλ, εστιάζοντας την ανάλυση της και στην οργάνωση ‘Παλαιστίνιοι/ες Queer για το μποϊκοτάζ (PQBDS), υποκείμενα «που ενδιαφέρονται ιδιαίτερα για τη οργανική σύνδεση της αντι-αποικιοκρατικής αντίστασης με τους αγώνες που αφορούν και αντιμάχονται στην έμφυλη και σεξουαλική κανονιστικότητα», με την Judith Butler να συμπληρώνει πως τα μέλη της συγκεκριμένης οργάνωσης «δεν ζουν μια αντίφαση», αλλά κινητοποιούν, αντιθέτως, έναν ανταγωνισμό για να αρθρώσουν ένα ευρύτερο σύνολο αλληλένδετων σχέσεων», με ιδιαίτερη δι-ιστορική έμφαση στα «δικαιώματα των εκτοπισμένων προσφύγων», στην «παλαιότερη και συνεχιζόμενη υφαρπαγή γης», και στον «περιορισμό των δικαιωμάτων των Παλαιστινίων που αναγνωρίζονται εν μέρει μόνον ως πολίτες του Ισραήλ». Βλέπε σχετικά, Αθανασίου Αθηνά & Μπάτλερ Τζούντιθ, ‘Απ-αλλοτρίωση…ό.π., σελ. 259-260 & 261-262.
[16] Σε μία ιστορική περίοδο αύξησης των μορφών του αντισημιτισμού ανά την Ευρώπη, δεν θα ήταν ‘γόνιμο’ θεωρητικά και αναλυτικά να μην γίνει αναφορά στην περιεχομενικότητα ενός λανθάνοντος και μη-αντισημιτισμού στην Παλαιστίνη, με τους γνωσιο-ακτιβιστικούς όρους που δύναται να θέσει η οργάνωση της Χαμάς, όσον αφορά την ‘πλήρη καταστροφή’ του κράτους του Ισραήλ, ένας αντισημιτισμός της ‘Εβραϊκής ιστορικής αδικίας’ που ‘ενσαρκώνεται’ στο κράτος του Ισραήλ, η ‘καταστροφή’ (το ‘ανήκουστο’ της ύπαρξης του ‘άλλου’), του οποίου συνιστά δεσπόζουσα πτυχή του Παλαιστινιακού ‘αγώνα’. Η ‘καταστροφή’ του Ισραηλινού κράτους καθίσταται το ‘άλλο’ συνώνυμο της πολιτικής-ψυχικής ‘συμπύκνωσης’ της Παλαιστινιακής, ιστορικών διαστάσεων-εκφάνσεων, δια-πάλης.
[17] Βλέπε σχετικά, Νταρουίς Μαχμούντ, ‘Εκείνοι που περνάνε μέσα απ’ τα εφήμερα λόγια’, Ποιητική συλλογή, ‘Να σκέφτεσαι τους άλλους’, Απόδοση στα Ελληνικά: Καραβίτη Τζένη, Εκδόσεις Νήσος, Αθήνα, 2009, σελ. 41. Τα ‘τραύματα’ είναι έντονα και στις δύο πλευρές.
[18] Αναφέρεται στο: Grossman David, ‘Γράφοντας μες στο σκοτάδι…ό.π., σελ. 67.