Η έξαρση της καταστολής επί κυβερνήσεως Νέας Δημοκρατίας με Υπουργό Προστασίας του Πολίτη κύριο (;) Μιχάλη Χρυσοχοΐδη έχει κάποιους βραχυπρόθεσμους ή μακροπρόθεσμους πολιτικούς στόχους: βραχυπρόθεσμο κοινωνικό έλεγχο βασισμένο στο αφήγημα της παραφροσύνης της ατομικής ευθύνης (που καταλήγει να εκφράζεται ως κοινωνικός κανιβαλισμός μεταξύ των ατόμων), μακροπρόθεσμο κοινωνικό έλεγχο με σκοπό τον ακρωτηριασμό της κοινωνικής αντίδρασης πριν καν αυτός αρχίσει, μέσω της επιβολής του φόβου. Γιατί να αρχίσει; Λόγω της μακράς οικονομικής κρίσης, που είναι αποτέλεσμα της καπιταλιστικής οικονομικής κρίσης του 2008, ενισχυμένη με την υπογραφή των μνημονίων τα χρόνια 2009 έως 2019 με κερασάκι στην τούρτα να αποτελεί η κρίση του κορονοϊού, που θα φέρει μία επιπρόσθετη οικονομική κρίση και μνημόνιο σε όλα τα παραπάνω.
Εάν σε κάποιον ο λόγος περί έξαρσης ακούγεται υπερβολικός, θα κάνω απλά κάποιες αναφορές σε λίγα περιστατικά στα χρονικά της ΝΔ (από τα πολλά): έφοδος σε προβολή της ταινίας “Joker”, κατοχική εισβολή στα νησιά της Χίου και της Λέσβου με σκοπό την τρομοκρατία των τοπικών πληθυσμών έτσι ώστε να προχωρήσουν τα «Κλειστά Κέντρα Κράτησης» που είχε μισθώσει η συντηρητική κυβέρνηση σε ιδιώτες, οι τακτικές που ακολουθήθηκαν εκεί, η καταστολή στην περσινή αλλά και φετινή 10 Νοέμβρη και 6 Δεκέμβρη, η έφοδος των ΜΑΤ στο Οικονομικό Πανεπιστήμιο Αθηνών, η σχεδόν απαγωγή του Δημήτρη Ινδαρέ, ο βασανισμός γυναίκας ΑΜΕΑ στο ΑΤ Ομόνοιας (ένα ΑΤ με βαρύ ιστορικό), το κυνήγι και οι κρότου λάμψης εντός του μετρό προς διαδηλωτές των Φοιτητικών Συλλόγων, το πώς χρησιμοποιούν τις μηχανές οι της «Δράσης», ρίχνοντας τες πάνω σε διαδηλωτές, το φύτεμα των αντικειμένων για δημιουργία ψευδών στοιχείων, ο τραμπουκισμός σε μικρό παιδί, οι μαζικές προσαγωγές και τοποθέτηση των προσαχθέντων σε κλειστούς χώρους την εποχή του κορονοϊού, έφοδος σε καφενεία στην περιοχή των Εξαρχείων, το γδύσιμο των συλληφθέντων, οι σεξιστικές και πατριαρχικές συμπεριφορές κόντρα σε κοπέλες και LGBTQ άτομα, τα σκάνδαλα με τους μπλεγμένους αστυνομικούς, τα περιστατικά έμφυλης βίας που περιλαμβάνουν έναν θύτη αστυνομικό και φίλη του ή σύντροφο του, ο ξυλοδαρμός κάποιου επειδή «τον πέρασαν για Πακιστανό», ο ξυλοδαρμός του Βασίλη Μάγγου στον Βόλο, σκάνδαλο για διακίνηση ναρκωτικών στον Πύργο, οι αναίτιες επιθέσεις σε διαδηλωτές, τα πρόστιμα στα χρονικά του κορονοϊού, αποκλεισμός πολιτικών χώρων, το σκάνδαλο με τα κρούσματα εντός του Σώματος και το ότι συνέχιζαν να τελούν υπηρεσίες και φυσικά, όλο το συνολικό όργιο καταστολής που βιώνει κάθε διαδηλωτής όταν κατεβαίνει στον δρόμο.
Ταυτόχρονα έχουν γίνει μαζικές προσλήψεις ατόμων χωρίς κάποια ειδική εκπαίδευση και με αμφίβολο το πόσο «επαγγελματίες» μπορούν να είναι σε «αυτό που κάνουν», με αποτέλεσμα φόβο «ατυχημάτων» και δημιουργίας «νέων Κορκονέων». Αυτά δεν είναι όλα τα περιστατικά του τελευταίου χρόνου. Δεν είναι καν η πλειοψηφία.
Τι γίνεται με την Αστυνομία λοιπόν; Τι ρόλο παίζει η κυβέρνηση σε όλα αυτά;
Θα έχετε ακούσει σίγουρα απόψεις περί «στο εξωτερικό δεν γίνονται αυτά», «εδώ δεν υπάρχει παιδεία στους Αστυνομικούς», «έξω είναι πιο επαγγελματίες και πιο άνθρωποι». Αυτές οι απόψεις δεν θα μπορούσαν να είναι πιο μακριά από την πραγματικότητα, διότι παίρνουν μία στατική στιγμή στον χρόνο και την ανάγουν σε εθνική κανονικότητα της κάθε χώρας. Απόψεις που επίσης δεν βαδίζουν στα πλαίσια της πραγματικότητας, είναι αυτές που μας λένε ότι «η Αστυνομία μπορεί να εκδημοκρατιστεί», δηλαδή, να καταστέλλουν πιο ανθρώπινα. Γιατί όμως;
Πρέπει να σκεφτούμε πρώτα από όλα ποιος είναι ο ρόλος της Αστυνομίας ενός Αστικού Κράτους. Ο ρόλος της είναι να προστατεύει το πολίτευμα (δηλαδή τις κεφάλες του αστικού καπιταλιστικού συστήματος), την Πολιτεία (δηλαδή το κράτος) και τον πολίτη (δηλαδή τον ψηφοφόρο σε αναλογία με τον συσχετισμό δυνάμεων των εκλογών).
Στις Σκουριές, η Αστυνομία προστάτευε την El Dorado, στην Λέσβο, εκτελούσε τις εντολές έτσι ώστε να ξεκινήσουν τα ιδιωτικά έργα, στα γήπεδα, προστατεύει τους μεγάλους επενδυτές και τον πλούτο τους, και ιστορικά, η Αστυνομία έχει προστατέψει βιομηχανίες, εργοστάσια, επενδύσεις. Μπροστά στην μικρή ιδιοκτησία, αυτή του πολίτη, δεν δείχνει και τόσο προστάτης, καθώς στα νησιά έσπαγε αυτοκίνητα. Ταυτόχρονα, προστατεύει το κράτος, την εξουσία, τους θεσμούς της. Αυτό τους μαθαίνουν κιόλας.
Τέλος, το πιο δύσκολο κομμάτι καθώς είναι αρκετά κινητό, είναι η σχέση Αστυνομίας και πολίτη, μία σχέση που περνάει μέσα από την κάλπη και μέσα από τις τσέπες των ίδιων των Αστυνομικών αλλά και από τα συμφέροντα των ανωτέρων τους.
Η κοινωνία διανύει μία περίοδο κρίσης, εναλλακτικές δεν εμφανίζονται ή όταν εμφανίζονται κατηγορούνται ως «ουτοπικές», κάποια άτομα αρχίζουν να παρατάνε τις βλέψεις για αλλαγή, άλλα άτομα δεν τις είχαν ποτέ και κοιτούσαν να διατηρήσουν το ατομικό συμφέρον τους (αποτέλεσμα της τάξης τους), η εγκληματικότητα αυξάνεται (λίγο η κρίση, λίγο η ελεγχόμενη γκετοποίηση), αρχίζουν τα παραπάνω άτομα να ζητάν αστυνομία. Αρχίζει η αστυνομία να νιώθει ότι μπορεί να έχει αναβαθμισμένο ρόλο, η ηγεσία περισσότερο χρήμα, ξεκινάει η αντιπολίτευση για «πάταξη της εγκληματικότητας». Κάπως έτσι φτάνουμε στο «ησυχία, τάξις και ασφάλεια».
Καπιταλισμός, κράτος, ψηφοθηρία. Αυτά είναι τα χαρακτηριστικά της Αστυνομίας στην Αστική Δημοκρατία.
Η επόμενη ερώτηση είναι «γιατί υπάρχει καταστολή;». Η καταστολή ξεκινάει όταν τα δύο πρώτα κινδυνεύουν (καπιταλισμός και κράτος), είναι αναλογική του πόσο κινδυνεύουν και ταυτόχρονα περνάει μέσα από τις τηλεοπτικές αντιπαραθέσεις, το αποτέλεσμα των οποίων δεν έχει να κάνει με το «πόση καταστολή θα υπάρχει», αλλά με το «πως θα γίνεται αυτή».
Το πόση καταστολή θα υπάρχει, δεν εξαρτάται από τις κυβερνήσεις, αλλά από το πόσο κινδυνεύει η ολική δομή του συστήματος που αυτές διαχειρίζονται. Ο κίνδυνος φυσικά, ξεκινά από τις οικονομικές κρίσεις είτε είναι άμεσα προκαλούμενες από τον καπιταλισμό, είτε έμμεσα προκαλούμενες από τον καπιταλισμό, πακέτο με κάτι άλλο (πόλεμος, πανδημία, εμπάργκο, λιτότητα) – διότι οι οικονομικές κρίσεις φέρνουν τις κοινωνικές κρίσεις και αυτές με την σειρά τους τις κοινωνικές συγκρούσεις και τις πολιτικές ανατροπές.
Η ιστορία έχει δείξει πως η καταστολή εντείνεται, όταν οι κρίσεις βαθαίνουν, ακόμα και υπό σοσιαλδημοκρατικές ή «προοδευτικές» κυβερνήσεις, και στο εξωτερικό, αλλά και εδώ («ΜΠΑΤΣΟΚ», πλειστηριασμοί επί ΣΥΡΙΖΑ, Λευκίμμη). Αυτό απαντάει και στο αφήγημα περί «εξανθρωπισμένης ευρωπαϊκής αστυνομίας»: οι αναπτυγμένες χώρες στο ευρωπαϊκό πεδίο, κατάφεραν να δημιουργήσουν καλές συνθήκες ζωής (όσο γίνεται) για τους εργαζόμενους εκεί (το πώς δεν είναι της παρούσης, αλλά ας πούμε πως «Ιμπεριαλισμός», συσσώρευση πλούτου και εκμετάλλευση μετανάστευσης) και άρα οι κρίσεις που προκύπταν δεν είχαν τόσο τρανταχτές επιπτώσεις έτσι ώστε να προκαλέσουν μεγάλες αναταραχές.
Προσωπικά είμαι σίγουρος πως κάθε σύστημα που κινδυνεύει όταν το επίπεδο διαβίωσης των πολιτών του κινδυνεύει, δεν θα διστάσει να δείξει τα δόντια του. Το ποσό της καταστολής άρα, μπορούμε να πούμε πως είναι αποτέλεσμα των υλικών συνθηκών, οι οποίες είναι ένα σύνολο των οικονομικών κρίσεων, του επιπέδου ευκολίας πρόσβασης σε αγαθά, του πως το κράτος προσπαθεί να διαχωρίσει τους πολίτες, να αυξήσει τον ανταγωνισμό μεταξύ των εργαζομένων και να γκετοποιήσει περιοχές, της ανατροφοδότησης της εγκληματικότητας μέσω του συστήματος του σωφρονισμού έτσι όπως αυτό είναι δομημένο, των επιπέδων διαβίωσης, της παγκόσμιας ιεραρχίας στην ιμπεριαλιστική πυραμίδα, των διακρατικών ανταγωνισμών, του επιπέδου των εξεγερσιακών συνθηκών και της ανάγκης του κράτους να ελέγξει το κοινωνικό σύνολο με κύριο δέκτη αυτού του ελέγχου να είναι η εργατική τάξη και κάποια μικροαστικά στρώματα (εφόσον η όλη κρατική δομή εξυπηρετεί συγκεκριμένα συμφέροντα κεφαλαιούχων ή αλλιώς, αστών).
Η καταστολή
Ένα κομμάτι των παραπάνω, απαντάει στο «γιατί η καταστολή με την ΝΔ είναι τόσο αυξημένη». Η καταστολή με ΝΔ είναι τόσο αυξημένη, ακριβώς γιατί ξέραμε ότι έρχεται ύφεση και οικονομική κρίση (ακόμα και πριν τον κορονοϊό, ενώ η προηγούμενη κρίση ουσιαστικά δεν τελείωσε), λόγω της κοινωνικής κρίσης που έφερε ο κορονοϊός, λόγω των συνδυασμό αυτών των δύο, λόγω της κοινωνικής δυσφορίας, λόγω των πολλών κοινωνικών προβλημάτων που έχουν συσσωρευθεί στην χώρα από το 2007 έως σήμερα, χωρίς να έχει δοθεί ουσιαστική λύση σε κανένα από αυτά.
Ο 2ος παράγοντας φυσικά είναι το «πως γίνεται αυτή η καταστολή» και είναι ο μοναδικός παράγοντας στον οποίο μπορούν να έχουν λόγο οι κυβερνήσεις. Η ΝΔ επιλέγει τον δρόμο της παλιάς ορθόδοξης δεξιάς με πίεση πριν σκάσει η βόμβα, ο ΣΥΡΙΖΑ επέλεξε τον δρόμο μιας προσπάθειας «δημοκρατικής ανανέωσης» της Αστυνομίας, προσπαθώντας να ακροβατήσει μεταξύ αστικών συμφερόντων και λαϊκών αιτημάτων μέσα σε μία κατάσταση διαχείριση της μνημονικής και καπιταλιστικής χώρας (δρόμο που ο ίδιος επέλεξε). Όποιος πατάει σε δύο βάρκες βέβαια, πνίγεται.
Οδηγηθήκαμε στην ΝΔ μέσω μιας περίτεχνης αντιπολίτευσης και μιας διφασικής κυβέρνησης, κατάσταση η οποία κατάφερε να καλύψει τα όσα παράγει το σύστημα, να νομιμοποιήσει τα μνημόνια, να δείξει μέσω έξυπνης αντιπολίτευσης ότι «ο ουτοπικός δρόμος της Αριστεράς είναι αποτυχία», να επιφέρει μια γενική κοινωνική κατάθλιψη, να προάγει την ιδέα ότι «τίποτα δεν αλλάζει, έτσι είναι φυσικά τα πράγματα» και εν τέλει, κατάφερε να ωθήσει ένα μεγάλο ποσοστό της εκλογικής βάσης (όσο χρειαζόταν για να βγει κυρίαρχη κυβέρνηση), μέσω της νομιμοποίησης όλων των παραπάνω, σε κατάσταση μερικού κοινωνικού κανιβαλισμού.
Το αποτέλεσμα; Η ψήφος σε διαχείριση της σαπίλας και η θέληση για καταστολή και «πάταξη της ανομίας» (με ότι αυτό έφερε: κατάργηση Ασύλου, φόβοι για διαγραφές φοιτητών, έφοδοι σε σπίτια, καταστολή του δικαιώματος στην διαδήλωση, απαγόρευση συναθροίσεων, ταξικό κυνηγητό σε πλατείες ενώ άλλοι κάνουν μοτοκρός και πάρτι, ξυλοδαρμοί, βασανισμοί), κάτι που προφανώς πρόκειται για τέχνασμα, έτσι ώστε να στρωθεί η βάση του κοινωνικού εκφοβισμού και να μπει καλά στο μυαλό μας πως «έτσι είναι το σύστημα, δεν αλλάζει». Φυσικά μακροπρόθεσμα, αυτό σημαίνει αύξηση του κοινοβουλευτικού διπολισμού και μεγαλύτερος εγκλωβισμός μας μέσα σε αυτή την κατάσταση διαρκούς κρίσης.
Με λίγα λόγια: η ποσότητα της καταστολής εξαρτάται από τις συνθήκες, το πώς θα γίνει αυτή εξαρτάται από την κυβέρνηση και την φαντασία της. Ουσιαστικά μία εκλεγμένη κυβέρνηση ενός αστικού κοινοβουλίου, κρατάει απλά το λουρί, και πολλές φορές, αν σφίξει πολύ το λουρί, το σκυλί δαγκώνει τον ιδιοκτήτη (π.χ. ανταρσία των Αστυνομικών στον Μοράλες και η βοήθεια που έδωσαν στο πραξικόπημα πριν ένα έτος).
Πλέον, έχουμε μία κυβέρνηση που έχει χαλαρώσει τελείως το λουρί, που κάνει τα στραβά μάτια σε όλα τα περιστατικά βίας των Οργάνων Καταστολής και Τρομοκρατίας και μάλιστα χαϊδεύει τα αυτιά αυτών, αλλά ίσως και αρκετών μεγαλοστελεχών της ΕΛ.ΑΣ., με αποτέλεσμα, τα λάθη της στην διαχείριση της πανδημίας να επικαλύπτονται με ξύλο, πρόστιμα, καταστολή και ταυτόχρονα να σκορπά τον φόβο μέσα σε όσους τους είχε απομείνει μία ελπίδα για ρήξη και αγώνα για κάτι καλύτερο. Μ’ ένα σμπάρο, δυο τρυγόνια.
Το τελικό ερώτημα λοιπόν που μας προβληματίζει όλους, είναι πως αντιδράει κάποιος σε όλα αυτά; Εδώ, θα προσπαθήσω να μην κάνω λόγο για ανατροπή του συστήματος από την ρίζα (αν και αυτό ήταν και θα είναι ο μονόδρομος για όποιον θέλει πλήρη και ουσιαστική αλλαγή, ή έστω μια προσπάθεια για αυτή), αλλά να δούμε τι μπορεί να γίνει, τώρα που βγαίνουν λίγοι στον δρόμο, ελπίζοντας να βγουν περισσότεροι και κάποτε να ανατρέψουν αυτή την δομή που παράγει μιζέρια.
Η δύναμη της εικόνας, αρχικά, είναι ένα κεκτημένο που δεν πρέπει να χαθεί για κανέναν λόγο. Οι μαζικές διαδηλώσεις στην Γαλλία και οι συγκρούσεις πρέπει να μας το θυμίζουν αυτό, διότι οδήγησαν στην ανατροπή του νομοσχεδίου. Η εικόνα σε συνδυασμό με τα social media, είναι από τα πιο δυνατά όπλα του 21ου αιώνα κόντρα στην κρατική αυθαιρεσία και τα σκάνδαλα κάθε λογής. Αυτό μας οδηγεί στο παρακάτω.
Από μόνη της η εικόνα δεν είναι αρκετή για να ανατρέψει την αυθαιρεσία των οργάνων καταστολής, το πολύ πολύ να οδηγήσει σε κανέναν έλεγχο, καμία ΕΔΕ και μία μετάθεση. Το ίδιο το δικαστικό και νομοθετικό σύστημα, έχει σταθεί κατώτερο των περιστάσεων όταν πρόκειται για τέτοια περιστατικά (εξάλλου ποιοι νομοθετούν;), π.χ. ο Κορκονέας, είναι ελεύθερος.
Η δίκη της Χρυσής Αυγής (εκτός αλλά κι εντός της αίθουσας, με την υπερπροσπάθεια των δικηγόρων της οικογένειας του θύματος) , οι νίκες των Γάλλων, η υπόθεση της Ηριάννας, η απόσυρση του νόμου για τις εκτρώσεις στην Πολωνία, το σπάσιμο πλειστηριασμών όπου βρέθηκε κόσμος για αντιπαράθεση, μας δείχνουν πως μοναδική και αληθινή αντιπολίτευση μπορεί μονάχα να είναι «ο δρόμος», δηλαδή οι πορείες, οι διαδηλώσεις, οι απεργίες, η αντιπαράθεση με τις δυνάμεις καταστολής όταν αυτές προσπαθούν να στείλουν τον κόσμο σπίτι του, το σπάσιμο της κρατικής τρομοκρατίας.
Φυσικά, κορονοϊό έχουμε, αποστάσεις κρατάμε, προστατεύουμε τις ευπαθείς ομάδες γύρω μας και τον συνάνθρωπο μας. Τα τελευταία χρόνια, προσπαθούν να περάσουν την αντίληψη πως «οι πορείες κλείνουν δρόμους», «δεν πετυχαίνει κάτι μία διαδήλωση, καλύτερα από το Ίντερνετ», «παλιομοδίτικα μέσα, η Ελλάδα πρέπει να πάει μπροστά». Δεν πρέπει να αφήσουμε αυτή την αντίληψη να ριζώσει και να πέσουν οι ευθύνες πάνω στο δικαίωμα της διαδήλωσης (το οποίο ουσιαστικά έχει καταργηθεί, όχι λόγω του κορονοϊού, αλλά με προηγούμενο νομοσχέδιο), πρέπει να ερχόμαστε σε αντιπαράθεση με τέτοιες απόψεις σε κάθε πεδίο πολιτικής πάλης (αυτά είναι παντού, όχι μόνο στην Βουλή – άλλη μία σαχλή άποψη των καιρών). Οι διαδηλώσεις δουλεύουν. Οι απεργίες δουλεύουν. Η μαζικότητα τις ενισχύει. Και η οργάνωση και ο μακροχρόνιος αγώνας στον δρόμο, τις ενισχύουν ακόμα περισσότερο.
Αλληλεγγύη
Βάσει αυτών, έρχομαι στο επόμενο «μέτρο προστασίας από τον ιό της καταστολής». Αλληλεγγύη. Είτε χρηματική αλληλεγγύη, είτε φυσική αλληλεγγύη, κάθε άτομο σε μία πορεία ή διαδήλωση (εκτός από τους ασφαλίτες), αποτελεί σύμμαχο και συνάνθρωπο μας. Σε μία δύσκολη στιγμή, δεν πρέπει να αφήνεται κανείς μόνος. Και όχι μόνο σε μία διαδήλωση ή σε έξοδα αλληλεγγύης, γενικά. Ο γείτονας, ο διπλανός μας, ο άπορος, ο γονιός, ο φίλος. Σημείο των καιρών αποτελεί το να ξαναβρούμε ο ένας τον άλλο. Η αλληλεγγύη σώζει.
Υπάρχουν διάφοροι μηχανισμοί αλληλεγγύης, όπως αλληλέγγυοι δικηγόροι και ιατρικό προσωπικό, συλλογές χρηματικών ποσών, μέσα εναλλακτικής πληροφόρησης (είτε σάϊτ, ραδιόφωνα, είτε social media), οδηγοί προστασίας σε μία διαδήλωση, τρόποι συλλογικής δράσης, συλλογή πρώτων ειδών.
Η οργάνωση
Τέλος, η οργάνωση. Είτε είναι σε δομές αλληλεγγύης, είτε σε οργανώσεις, συλλογικότητες, σωματεία ή εργατικές λέσχες, η συμμετοχή στις φοιτητικές συνελεύσεις ή τις συνελεύσεις των εργαζομένων, η οργανωμένη δράση αποτελεί κλειδί ενάντια στους μηχανισμούς του αστικού κράτους. Τα οργανωμένα και μαζικά λαϊκά κινήματα, με διάρκεια και στόχους, έχουν πετύχει τεράστιες νίκες, και στο εξωτερικό αλλά και στην Ελλάδα. Αν το αυθόρμητο ή/και σοκαριστικό κάνει το μήνυμα ενός καταπιεσμένου να ακουστεί σαν κραυγή μέσα στα αυτιά μιας κοινωνίας που κοιμάται, τότε η οργανωμένη δράση είναι αυτή που μπορεί να πάρει αυτό το μήνυμα και να το κάνει πραγματικότητα.
Του Κωνσταντίνου Π.