Του Σίμου Ανδρονίδη
«Μπορεί να μην απομένει κανένα χρώμα πια στο χρόνο-χαμαιλέοντα; Ακόμα ένα τίναγμα και πάλι θα πέσει άκαμπτος, δίχως πνοή»; (Βλαντίμιρ Μαγιακόφσκι, ‘Ο Πόλεμος και η Ειρήνη’).
Σήμερα συμπληρώνονται 92 χρόνια από τον θάνατο του σπουδαίου επαναστάτη και θεωρητικού του μαρξισμού, Βλαντίμιρ ‘Ιλιτς Λένιν. Στο πρόσωπο του συνυφαίνονται αρμονικά η μαρξιστική επιστημονική κοσμοθεωρία και η κατανόηση της, με την αδιάκοπη δράση για τον δομικό-σοσιαλιστικό μετασχηματισμό της κοινωνίας. Το κόμμα των Μπολσεβίκων, με την ίδια τη δράση του, προκάλεσε εγκάρσιες τομές στο πεδίο του κοινωνικού, συγκρότησε κοινωνικοπολιτικές συμμαχίες που, την κρίσιμη στιγμή προσέλαβαν τα χαρακτηριστικά ενός ιστορικού μπλοκ των ‘από κάτω’, το οποίο διάνοιξε, προχώρησε και εμβάθυνε την επαναστατική ρήξη. (διαμέσου και της απάντησης στην αστική βία, με την ίδρυση και τη δράση του επαναστατικού Κόκκινου Στρατού).[1]
Το κόμμα των Μπολσεβίκων ήταν αυτό που συμπύκνωσε ολικά την αντίληψη του Γκράμσι περί κόμματος ‘συλλογικού διανοούμενου’ που, σε μία δεδομένη ιστορική στιγμή, αντανακλά τις προσδοκίες και τα συμφέροντα του λαϊκού-εργατικού μπλοκ, διαχέει την ιδεολογία του, συσχετίζει την πάλη για την κατάκτηση της ιδεολογικής ηγεμονίας με την ταυτόχρονη ενέργεια-κίνηση όχι απλά προς την μετάβαση στο πεδίο της κρατικής-κυβερνητικής εξουσίας, αλλά προς την αναγκαία κατάκτηση-συντριβή των δοσμένων κρατικών δομών. Ο ‘συλλογικός διανοούμενος’ συμπυκνώνει την κίνηση μίας συγκεκριμένης ιστορικής περιόδου, επενεργεί στο πεδίο των αντιφάσεων του κεφαλαιοκρατικού τρόπου παραγωγής, επιδιώκει να μεταβάλλει το πλέγμα των ταξικών σχέσεων εξουσίας.
Τα ‘κατάλληλα αποτελέσματα’ (κατά τον Νίκο Πουλαντζά), της δράσης των ενεργών μπολσεβίκων ήταν ακριβώς η διάνοιξη της επαναστατικής προοπτικής μετάβασης σε ένα άλλο κοινωνικοοικονομικό σύστημα οργάνωσης. Κι ο Λένιν ήταν πάντα εκεί, ακούραστος σκαπανέας της δομικής μεταβολής, ο μαρξιστής θεωρητικός που ανέλυσε αριστοτεχνικά την οργάνωση του κεφαλαιοκρατικού τρόπου παραγωγής στην τσαρική Ρωσία,[2] τις αντιφάσεις του, την περιοδικότητα της ανάπτυξης του, τη προϊούσα διατήρηση φεουδαρχικών δομών εντός του καπιταλιστικού τρόπου παραγωγής, τον ρόλο που δύναται να διαδραματίσει η αναπτυσσόμενη εργατική τάξη, τον ιμπεριαλισμό ως βασικό κρίκο στην αλυσίδα κατίσχυσης του καπιταλισμού, τον ιστορικό ρόλο του κράτους και την αναγκαιότητα της συντριβής της κρατικής μηχανής που παραπέμπει σε δομικές μεταβολές, ήτοι σε αλλαγή τάξης στην εξουσία. Η έννοια του καπιταλιστικού κράτους είναι κεντρική στη σκέψη του Λένιν, ακριβώς διότι συσχετίζει την συντριβή της κρατικής μηχανής με το πέρασμα στη δικτατορία του προλεταριάτου. Ως εκ τούτου, θα σταθούμε λίγο περισσότερο σε αυτό το ζήτημα.
Μιλώντας για το κράτος, ο Λένιν παραπέμπει στον Φρίντριχ Ένγκελς: «Το κράτος», λέει ο Ένγκελς, συνοψίζοντας τα πορίσματα από την ιστορική του ανάλυση, «δεν είναι καθόλου μια δύναμη που επιβλήθηκε στην κοινωνία απέξω. Το κράτος δεν είναι επίσης η ‘’πραγμάτωση της ηθικής ιδέας’’, ΄΄η εικόνα και η πραγμάτωση του ορθού λόγου’’, όπως ισχυρίζεται ο Χέγκελ. Το κράτος είναι προϊόν της κοινωνίας σε μια ορισμένη βαθμίδα εξέλιξης· το κράτος είναι η ομολογία ότι η κοινωνία αυτή μπερδεύτηκε σε μιαν αξεδιάλυτη αντίφαση με τον ίδιο τον εαυτό της, ότι διασπάστηκε σε ασυμφιλίωτες αντιθέσεις, από τις οποίες δεν έχει τη δύναμη να απαλλαγεί. Και για να μη φθείρουν αυτές οι αντιθέσεις, οι τάξεις με τ’ αντιμαχόμενα οικονομικά συμφέροντα, τον εαυτό τους και την κοινωνία σ’ έναν άκαρπο αγώνα, έγινε αναγκαία μια δύναμη, που φαινομενικά στέκει πάνω από την κοινωνία, για να αμβλύνει τη σύγκρουση, για να την κρατά μέσα στα όρια ‘’τάξεως’’. Και η δύναμη αυτή, που προήλθε από την κοινωνία, αλλά τοποθετήθηκε πάνω απ’ αυτήν, που όλο και περισσότερο αποξενώνεται απ’ αυτήν, είναι το κράτος». Εδώ διατυπώνεται με απόλυτη σαφήνεια η βασική ιδέα του μαρξισμού για το ζήτημα του ιστορικού ρόλου και της σημασίας του κράτους. Το κράτος είναι προϊόν και εκδήλωση των ανειρήνευτων ταξικών αντιθέσεων. Το κράτος εμφανίζεται εκεί, τότε και καθόσον, όπου, όταν και εφόσον οι ταξικές αντιθέσεις δεν μπορούν αντικειμενικά να συμβιβαστούν. Και αντίστροφα: η ύπαρξη του κράτους αποδείχνει ότι οι ταξικές αντιθέσεις είναι ανειρήνευτες».[3]
Αποδεικνύεται καίριας σημασίας για την κατανόηση του ρόλου του κράτους το παραπάνω απόσπασμα, καθότι ο Ένγκελς θεωρεί το κράτος, πέρα και πάνω από την επιστημονική φαινομενολογία του Χέγκελ, ως κανονιστικός ‘συγκερασμός’ των αντιθέτων, ως τη δομή που επιτελεί τις λειτουργίες μίας «συγκεντροποίησης» των κοινωνικών διαδικασιών. Και εδώ ακριβώς προκύπτει το ζητούμενο: το κράτος επιδιώκει μέσω της συνταγματικής-κανονιστικής του συγκρότησης να εμφανίζεται ως η πρακτική ενσάρκωση του ‘λαού-έθνους’, ως η προσίδια τυπική αντανάκλαση της «πανταχού παρούσας» λαϊκής κυριαρχίας, η «δύναμη που στέκει» πάνω από την κοινωνία», όπως αναφέρει και ο Ένγκελς, με στόχο ακριβώς να αμβλύνει τις «ανειρήνευτες» ταξικές-κοινωνικές αντιθέσεις και να διασφαλίσει τα μέσο και μακροπρόθεσμα συμφέροντα της άρχουσας τάξης.
Η ‘σχετική αυτονομία’ του κράτους για την οποία μας προσέφερε λαμπρές μαρξιστικές αναλύσεις ο Νίκος Πουλαντζάς συνίσταται στην εμφάνιση και «εξωτερίκευση» του καπιταλιστικού κράτους ως ουσιοκρατικής βούλησης, ως του «δικαικού κανόνα» που στέκει ως φαινομενικός ουδέτερος πάνω από την κοινωνική ολότητα, οργανώνοντας ταυτόχρονα το πλαίσιο συγκρότησης της.
Γράφει ο Νίκος Πουλαντζάς: «Το καπιταλιστικό Κράτος, που δεν βρίσκεται σε άμεση σχέση με τα οικονομικά συμφέροντα των κυρίαρχων τάξεων, με το νόημα ότι η οικονομική πάλη απουσιάζει απ’ τους θεσμούς του και ότι οι δρώντες παράγοντες της παραγωγής, κατανεμημένοι σε τάξεις, παρουσιάζονται με τη μορφή «λαός-πολίτες», βρίσκεται σε σχέση με τα κυρίως πολιτικά τους συμφέροντα, παραμένοντας σχετικά αυτόνομο απ’ αυτές τις τάξεις». [4]
Η «διφυής» σχεσιακή συγκρότηση του κεφαλαιοκρατικού κράτους (προς τάξη-συγκεκριμένο τρόπο παραγωγής), δεν αίρεται από τη λειτουργία και τη διάσταση της ‘σχετικής του αυτονομίας’ όσον αφορά την οργάνωση και ρύθμιση των κανόνων που διέπουν μία κοινωνία και την εγκιβώτιση του στο πεδίο της διασφάλισης (πέρα από την βραχυπρόθεσμη διαδικασία της κεφαλαιακής συσσώρευσης), (μέσο) και μακροπρόθεσμων ταξικών συμφερόντων, όπως και την αναγκαιότητας αδιατάρακτης και ομαλής αναπαραγωγής των ταξικών συσχετισμών.
Όπως το θέτει ο Λένιν: «το κράτος είναι προϊόν και εκδήλωση των ανειρήνευτων ταξικών αντιθέσεων», συγκροτείται ως «τέτοιο» σε μία φάση-περίοδο της ιστορικής εξέλιξης, καταλαμβάνει συγκεκριμένο ‘χώρο’ (χωροχρονική μήτρα ανάπτυξης και διεύρυνσης του καπιταλιστικού τρόπου παραγωγής), αναπτύσσει τις λειτουργίες εντός του περιβάλλοντος εμφάνισης αντιτιθέμενων τάξεων-συμφερόντων (αστική-εργατική τάξη) και όξυνσης των ταξικών αντιθέσεων, προβάλλει το δεσπόζον στοιχείο της κανονιστικής-δικαιικής «αυτονομίας», μετουσιώνοντας την αρχή της λαϊκής κυριαρχίας σε «πλοηγό» μίας κοινωνίας, με στόχο να αμβλύνει και να καταλαγιάσει τις ανειρήνευτες ταξικές-κοινωνικές αντιθέσεις.
Το κράτος-αποτέλεσμα των ανειρήνευτων ταξικών αντιθέσεων, αναπαράγει και «εξωτερικεύει» τη βούληση-θέληση του «κυρίαρχου» λαού», επιδιώκοντας να αποκρύψει την σχεσιακή του διάσταση, μετασχηματίζοντας την ανειρήνευτη ταξική πάλη-σύγκρουση σε αέναη εξέλιξη-μετεξέλιξη της κοινωνίας-λαού στη διαχρονία τους. Το καπιταλιστικό κράτος ανακύπτει ως αποτέλεσμα ιστορικών-ταξικών αντιθέσεων και συσχετισμού δυνάμεων. Όπως τονίζει με εξαιρετική ενάργεια ο Λένιν: το κράτος και η σχεσιακή του διάσταση εμφανίζονται ακριβώς εκεί που οι ταξικές αντιθέσεις, σε φάση και πορείας διαρκούς όξυνσης, δεν μπορούν να αποκρυπτούν, ήτοι να αναπαράγονται ως σχέση κυρίαρχων πολιτών, στοιχείο υπερπροσδιοριστικό ενός κράτους που θέλει να αναχθεί στο όλον.
Η έννοια της ‘σχετικής αυτονομίας’ αποφεύγει να πέσει στην παγίδα του «εργαλειακού μαρξισμού», (Νίκος Πουλαντζάς) ο οποίος θεωρούσε και θεωρεί το κράτος ως απλό «λάφυρο» της κυρίαρχης τάξης, «απρόσβλητο» από την εκάστοτε κοινωνική μεταβλητότητα. Η ‘σχετική αυτονομία’ προσδιορίζει την αναπαραγωγή του κεφαλαιοκρατικού τρόπου παραγωγής, ανάγεται στο χώρο της παραγωγής και στο χρόνο της κοινωνικής παρουσίας-δράσης, ενσωματώνει ιδεολογικές διαστάσεις-όψεις του προτσές της παραγωγής, διαμεσολαβεί την ίδια την τομή μεταξύ κεφαλαίου-εργασίας, την ίδια στιγμή που «αυτονομείται» από ότι ορίζεται ως άμεση πολιτική εξουσία της κυρίαρχης τάξης, με στόχευση ακριβώς τη διασφάλιση της αναπαραγωγής των δοσμένων ταξικών συσχετισμών. Το περίκλειστο κράτος-λάφυρο της αστικής τάξης, ά-χρονο και ιστορικά αμετάβλητο και «κεκαλυμμένο» δεν αντιλαμβάνεται το καπιταλιστικό κράτος ως «στοιχείου» που κινεί και κινείται, που επηρεάζει και επηρεάζεται από την εκάστοτε πάλη των τάξεων και τις μορφές που αυτή προσλαμβάνει στην ιστορική-οικονομική-πολιτική συγκυρία.
Η περιοδικότητα μίας κρίσης του κεφαλαιοκρατικού τρόπου παραγωγής, κρίση συσσώρευσης, προϊόν δομικών αντιφάσεων, τοποθετεί το κράτος στο περίγραμμα της αναγκαίας οργάνωσης, πολιτικής οργάνωσης του άρχοντος μπλοκ εξουσίας, καθότι σε περιόδους κρίσης η πολιτική ρύθμιση των σχέσεων εξουσίας παρεμβαίνει στο αμιγώς οικονομικό στοιχείο του καπιταλιστικού τρόπου παραγωγής.
Το κράτος «παίζει» με τις λεπτές κοινωνικές ισορροπίες, τη δομική αστάθεια των μεταιχμιακών-κομβικών στιγμών, κανοναρχεί τη δράση στο πεδίο του κοινωνικού, υπερπροσδιορίζει και υποπροσδιορίζει αντίστοιχα τους παράγοντες που θέτουν σε κίνηση τον καπιταλιστικό τρόπο παραγωγής, παραγωγής που αντιστοιχεί όχι απλά σε μία δεδομένη και σημασιοδοτημένη τυπολογία κράτους (δημοκρατικό κράτος), αλλά και σε επάλληλες πολώσεις που αντιστοιχούν και συσσωρεύονται σε μία μορφή κράτους, στη διάταξη του διοικητικού του μηχανισμού, στο ρόλο της γραφειοκρατίας, στις επάλληλες μεταβολές στη μορφή που προσλαμβάνει. Αυτές ακριβώς οι μεταβολές στη μορφή του προσδιορίζουν τον σύγχρονο καπιταλιστικό τρόπο παραγωγής. Το κράτος είναι ο «μύθος» του λαού που μετασχηματίζεται στην «ιερή ουσία» του, ο παράλληλος και συμπληρωματικός κρίκος στην αλυσίδα της παραγωγής.
Οι θεωρητικές επεξεργασίες του Λένιν έθεσαν τις βάσεις για τη σταδιακή οικοδόμηση του σοσιαλισμού σε μία μόνο χώρα. (τα Σοβιέτ ως εμβρυουλκοί της νέου τύπου οργάνωσης της οικονομίας και της κοινωνίας). Και πάντα, ιδιαίτερα στις μέρες μας, οφείλουμε να θυμόμαστε τα λόγια του: ‘ο μαρξισμός δεν είναι δόγμα, αλλά καθοδήγηση για δράση’. Ο Λένιν συμπύκνωσε την έννοια ενός επιστημονικού μαρξισμού της καθημερινής δράσης. Σήμερα, πιο επίκαιρος από ποτέ, δεν πρέπει να στέκει στο βάθρο της «ιερής» μυθολογίας του μαρξισμού, αλλά στους χώρους όπου αναπαράγεται και διαπλέκεται ο κεφαλαιοκρατικός τρόπος παραγωγής, στο πεδίο της μαχόμενης υποκειμενικότητας που ενσωματώνει τον μαρξισμό-λενινισμό ως βασικό εγχειρίδιο ανάλυσης της συγκεκριμένης κατάστασης και ανατροπής της.
[1] Στην ίδρυση και την δραστηριοποίηση του επαναστατικού Κόκκινου Στρατού σημαντικό ρόλο διαδραμάτισε ο Λέον Τρότσκι.
[2] «Η επιστημονική ανάλυση του οικονομικοκοινωνικού συστήματος και της ταξικής διάρθρωσης της Ρωσίας, που έκανε ο Λένιν, κατοπινά αποτέλεσε τη βάση για την επεξεργασία της στρατηγικής και τακτικής των μπολσεβίκων στην πρώτη ρωσική επανάσταση», βλέπε σχετικά, Λένιν, Βιογραφία, Ινστιτούτο Μαρξισμού-Λενινισμού Κεντρικής Επιτροπής του ΚΚΣΕ, Εκδόσεις Αρδηττός, 1970, σελ.90.
[3] Βλ. σχετικά, Λένιν Β.Ι, ‘Κράτος και Επανάσταση’, Εκδόσεις Σύγχρονη Εποχή, Αθήνα, 2007, σελ. 12-13, όπου και το παραπάνω απόσπασμα από το έργο του Ένγκελς ‘Η καταγωγή της οικογένειας, της ατομικής ιδιοκτησίας και του κράτους.
[4] Βλ. σχετικά, Πουλαντζάς Νίκος, ‘Πολιτική Εξουσία και κοινωνικές τάξεις’, τόμος Β’, Γ’ έκδοση, Μετάφραση: Χατζηπροδρομίδης Λ., Εκδόσεις Θεμέλιο, Αθήνα, 1982, σελ. 146.