Του Άρη Τόλιου
Για να είσαι ρατσιστής, πρέπει απαραιτήτως να διακατέχεσαι από βλακεία ή/και άγνοια.
Από αυτή είχε μπόλικη η ελληνική κοινωνία, όπως και οι περισσότερες σύγχρονες κοινωνίες για δεκαετίες ολόκληρες. Φρόντιζε να τη συντηρεί πάντα ελεγχόμενα ο σύγχρονος καταναλωτισμός, αλλά την ξεσκέπασε η οικονομική κρίση και της έδωσε φωνή η Χρυσή Αυγή. Και δυστυχώς, υπάρχει από ότι φαίνεται, μεγάλο απόθεμα…
Βλέπετε, η ελληνική κοινωνία μέχρι το ’90 χαρακτηριζόταν από τρομερή ομοιογένεια: οι λευκοί, ελληνόφωνοι που δήλωναν «Χριστιανοί Ορθόδοξοι» (είτε επειδή πίστευαν είτε επειδή δεν τους ένοιαζε) ήταν γύρω στο 99% του πληθυσμού. Μετά, με τα πρώτα κύματα εισερχόμενης μετανάστευσης, άρχισε το συλλογικό μας λογισμικό να μπερδεύεται.
Αποτέλεσμα; Μπαίνεις σήμερα στο λεωφορείο, 25 χρόνια αφότου άρχισαν να έρχονται μετανάστες στη χώρα μας και εκπλήσσεσαι αν ο τύπος με τη μαύρη επιδερμίδα που κάθεται δίπλα σου μιλήσει ελληνικά. Και άπταιστα κιόλας!
Ή αν ο πρώτος Έλληνας που θα παίξει στο All-Star Game του ΝΒΑ, ο Γιάννης Αντετοκούνμπο είναι μαύρος. Να όπως ο Έλληνας αθλητικογράφος εδώ (ο δεύτερος, όχι ο πρώτος):
Ο Steve Kerr, προπονητής της ομάδας της Δύσης, αιφνιδιάζεται, γιατί, ακόμα και στις ΗΠΑ που έβγαλαν πρόεδρο τον Trump, αυτή την ερώτηση δεν θα την έκαναν. Όχι μόνο επειδή δεν θα τολμούσαν από τις αγκυλώσεις της political correctness (κάτι που ελπίζω πως δεν θα έρθει ποτέ στα μέρη μας, ώστε να φτάσουμε να θεωρούμε το «λευκός» ή το «μαύρος» βρισιά), αλλά και επειδή είναι μια ηλίθια ερώτηση.
Ζήτημα πρώτο λοιπόν: γιατί μας φαίνεται αξιοσημείωτο ότι ο πρώτος Έλληνας All–Star είναι μαύρος; Γιατί έχει τόση σημασία αυτό;
Ποιος ξέρει. Όπως πολλά φαντασιακά σχήματα (εθνικισμός, ρατσισμός, σεξισμός, θρησκευτικό δόγμα), όλα βασίζονται σε μια άυλη υποκειμενική και προφανώς, ψευδή πρόσληψη της πραγματικότητας – μια «μη πραγματικότητα» δηλαδή. Γιατί η πραγματικότητα, η υλική πραγματικότητα θα εξηγούσε πως όσοι γεννήθηκαν σε άλλη χώρα άλλα έμειναν, για καλή ή κακή τους τύχη, στη χώρα μας, μοιραία θα γίνουν, στον έναν ή άλλο βαθμό, κοινωνοί του εκάστοτε παρόντος πολιτισμού της. Αυτός ο απλός συλλογισμός προσκρούει πάνω στη βλακεία – δεν χρειάζεται να έχεις διαβάσει ούτε μισό βιβλίο, για να το καταλάβεις.
Ζήτημα δεύτερο: Γιατί να είναι οξύμωρο; Γιατί να φαίνεται σε έναν Αμερικάνο οξύμωρο; Για την ακρίβεια, γιατί να ζητήσεις την άποψη ενός προπονητή μπάσκετ για κάτι που σίγουρα δεν απασχολεί ούτε έναν εκτός Ελλάδας;
Η επιστήμη σηκώνει τα χέρια ψηλά. Χρειάζονται τεράστιες δόσεις άγνοιας για να νομίζεις πως ο κόσμος γυρνάει γύρω από σένα ή γύρω από αυτό που θεωρείς εσύ σημαντικό, χωρίς να καταλαβαίνεις ότι τελικά, στην πραγματικότητα απλώς την έχεις ψωνίσει. Κι αυτό, διότι αν κάποιος ρωτούσε και ταυτόχρονα εξηγούσε την ερώτηση στον Kerr (κάτι του στιλ: «είναι οξύμωρο για εσάς να βλέπετε έναν μαύρο να είναι Έλληνας, μια και που εμάς τουλάχιστον, μετά από τόσα χρόνια, μας φαίνεται ακόμα περίεργο, επειδή κάποτε δεν είχαμε μαύρους στα μέρη μας;») ο Kerr μάλλον θα έδινε την ίδια απάντηση με τώρα: «δε μας παρατάς άνθρωπε μου, εγώ θα λύσω τα υπαρξιακά σου;».
Βεβαίως, δεν είναι ότι οι Αμερικάνοι είναι τέρατα προόδου – ίσα ίσα. Εξίσου ρατσιστικό ήταν πως ο Barack Obama ανήλθε στην προεδρία των ΗΠΑ, εξοπλισμένος, όχι με προεκλογικές δεσμεύσεις, αλλά με την ιδιότητα του «πρώτου μαύρου Προέδρου», καθώς και πως απήλθε από την προεδρία ως ένας καλός, κουλ και ευγενής πρόεδρος, παρότι έβαλε το χεράκι του στο μπάχαλο της Συρίας, του Λιβάνου και της Ουκρανίας και άνοιξε – πολιτικά πάντα – το δρόμο για τον Trump.
Βεβαίως, θα μου πείτε, δεν πρέπει να ξεχνάμε πως οι Έλληνες ήταν αυτοί που κόντεψαν να «λαγκάρουν» το ίντερνετ για βδομάδες ολόκληρες, πατώντας μανιωδώς #NBAVote όπου έβρισκαν για να κάνουν τον Αντετοκούνμπο τον πρώτο Έλληνα All-Star. Ισχύει, ότι κι αν σημαίνει αυτό.
Μόνο που συμπτωματικά, μέσα στη φρενίτιδα των ημερών εκείνων, ο Αντετοκούνμπο αρνήθηκε να υπογράψει αυτόγραφο πάνω στη ελληνική σημαία που, μάλλον καλοπροαίρετα, του ζήτησε να υπογράψει ένας Ελληνοαμερικάνος.
Και να σου πάλι εθνική πλειοδοσία: «Μπράβο στον Γιάννη, που δεν λερώνει την σημαία, που άλλοι καίνε». (Για να είμαι δίκαιος, ιδού ο – εξαιρετικός – αντίλογος σε ένα από τα αθλητικά site που έπαιξαν αυτή τη γραμμή).
Έσπευσε και ο ακροδεξιός Άδωνης Γεωργιάδης να συγχαρεί τον Αντετοκούνμπο – εδώ, στα σαραντατόσα του στη Νέα Δημοκρατία έμαθε για το Ολοκαύτωμα, το οποίο απαρνιόταν για τα μάτια του Κωνσταντίνου Πλεύρη όταν ήταν στο ΛΑΟΣ, στον μαύρο διεθνή θα σταματούσε η γελοιότητα του;
Μόνο που κανείς δεν ξέρει γιατί δεν υπέγραψε τη «γαλανόλευκη» ο Αντετοκούνμπο, μια και που ο ίδιος δεν δήλωσε τίποτα παραπάνω. Σαφώς και θα τον ήθελα πιο πολιτικό και πιο ριζοσπαστικό. Όμως, δεν έχει σημασία τι περιμένει ο καθένας από τον Γιάννη – καλά έκανε και δεν υπέγραψε, μπορώ να πω. Όχι μόνο επειδή κατάφερε να μην γκρεμοτσακιστεί περπατώντας πάνω σε ένα πολύ λεπτό σχοινί, αλλά επειδή αντιμετώπισε τη σημαία υλιστικά, ως κάτι στο οποίο είτε υπογράψει είτε όχι, δεν θα τον κάνει περισσότερο ή λιγότερο πατριώτη, περισσότερο ή λιγότερο πολιτικό, περισσότερο ή λιγότερο ευαισθητοποιημένο. Δεν θα κριθεί εκεί ο Γιάννης, σίγουρα ως αθλητής αλλά ούτε και ως άνθρωπος.
ΥΓ: δεν θα ασχοληθώ καν με την έννοια του πατριωτισμού. Θεωρώ τον εαυτό μου πατριώτη, με την ευρεία έννοια. Είτε πήγαινε ο Γιάννης στο All-Star Game είτε όχι, δεν θα άλλαζε κάτι στην κατάσταση που βρισκόμαστε ως χώρα ή «πατρίδα». Εκτός αν το επίδικο είναι να έχει δικαίωμα στην ελληνική υπηκοότητα ένας νεαρός μαύρος μετανάστης δεύτερης γενιάς.
Κατά τα άλλα, καλύπτομαι απόλυτα από αυτό εδώ το παλιό άρθρο, όταν ξεκίνησε να ψευτολάμπει το άστρο του Γιάννη…