Το φθινόπωρο του 1980 ήταν μια πολύ περίεργη εποχή για τον Γιόχαν Κρόιφ.
Έχοντας κατακτήσει σχεδόν τα πάντα με τον Άγιαξ και την Μπαρτσελόνα και με μια τεράστια φήμη να τον ακολουθεί χάρη και στα κατορθώματα του με την (τελικά άτιτλη) εθνική Ολλανδίας, ο “Ιπτάμενος Ολλανδός” επέστρεψε από ένα διετές πέρασμα από τις Η.Π.Α. ψάχνοντας για νέες προκλήσεις. Έχοντας χάσει την αρχή της σεζόν και την μεταγραφική περίοδο ο 34χρονος πλέον Κρόιφ αποδέχτηκε στις 24 Νοεμβρίου την πρόταση του Άγιαξ να γίνει “τεχνικός σύμβουλος” του προπονητή τότε, Λίο Μπενάκερ σε μια προσπάθεια να ξεφύγει η ομάδα από την μετριότητα στην οποία βρισκόταν τους πρώτους μήνες της χρονιάς και η οποία αποτυπωνόταν από την 8η θέση της στην βαθμολογία.
Έξι μέρες μετά την ανακοίνωση της συμφωνίας, στις 30 Νοεμβρίου 1980, ο Άγιαξ υποδεχόταν στο Άμστερνταμ την Τβέντε. Οι γηπεδούχοι άνοιξαν νωρίς το σκορ με απ” ευθείας εκτέλεση φάουλ αλλά πριν καν ολοκληρωθεί το ημίχρονο η Τβέντε όχι μόνο είχε γυρίσει το παιχνίδι αλλά είχε αποκτήσει και διαφορά δυο τερμάτων. 1-3. Ο Γιόχαν Κρόιφ βρισκόταν στις κερκίδες του γηπέδου παρακολουθώντας την ομάδα του να απειλείται με νέα αποτυχία όταν αποφάσισε ότι δεν μπορούσε να μένει άλλο αμέτοχος σ” αυτό που συνέβαινε. Ορμώμενος από την ποδοσφαιρική αυτοπεποίθηση που πάντα τον διακατείχε κι από μια αίσθηση ποδοσφαιρικής αυθεντίας την οποία αρκετές φορές και στο μέλλον εξέφρασε με τρόπους που προκαλούσαν, άφησε την θέση του, κατέβηκε στον αγωνιστικό χώρο και πήγε και κάθισε δίπλα στον Μπενάκερ, που ως εκείνο το σημείο έδειχνε ανίκανος να διαχειριστεί σωστά το παιχνίδι.
Το τι ακριβώς ειπώθηκε μεταξύ τους (σύμφωνα με μια εκδοχή μια από τις πρώτες ατάκες του Κρόιφ στον προπονητή του ήταν «Το κέντρο μας έχει ένα κενό μεγαλύτερο κι από χώρο στάθμευσης») δεν μαθεύτηκε ποτέ, ούτε και ποιες ήταν ακριβώς οι οδηγίες που έδωσε ο Κρόιφ στους παίκτες και το κατά πόσο ακολουθήθηκαν απ” αυτούς. Το σίγουρο είναι ότι η κάμερα τον έπιασε αμέτρητες φορές να δίνει εντολές προς τον αγωνιστικό χώρο με την άνεση και την σιγουριά που μόνο ένας έμπειρος προπονητής θα είχε.
Ο Άγιαξ γύρισε το παιχνίδι και θριάμβευσε με 5-3. Ο αγώνας έμεινε στην ιστορία του Ολλανδικού ποδοσφαίρου όχι τόσο για την εντυπωσιακή εξέλιξη του αλλά κυρίως γιατί ήταν η πρώτη ένδειξη ότι ο Γιόχαν Κρόιφ, ένας από τους μεγαλύτερους ποδοσφαιριστές που είχε (και έχει) δει αυτός ο πλανήτης, ήταν εξίσου καλός και στο να καθοδηγεί από τον πάγκο, ένας συνδυασμός ικανοτήτων τον οποίο πολύ σπάνια συναντάς στην ιστορία του παιχνιδιού σε τόσο υψηλό επίπεδο.
Από εκείνο το απόγευμα όμως μέχρι την επόμενη φορά που ο Κρόιφ θα έδειχνε τις προπονητικές του ικανότητες πέρασαν μερικά χρόνια. Γιατί εκτός από χαρισματικός, ευφυής και (κάποιες φορές) αλαζόνας ο Ολλανδός ήταν και εγωιστής. Έτσι, όταν τον Μάιο του 1983 η διοίκηση του Άγιαξ τον ενημέρωσε πως δεν θα του ανανεώσει το συμβόλαιο καθώς θεωρούσε ότι τα λεφτά που ζητούσε ήταν πολλά για έναν παίκτη που είχε ξεπεράσει τα 36 του χρόνια ο Κρόιφ πήγε και συμφώνησε με την μισητή αντίπαλο, την Φέγενορντ, αποφασισμένος να αποδείξει ότι είναι τόσο μεγάλος παίκτης που ακόμα και σε τέτοια ηλικία μπορεί να κάνει τη διαφορά. Και το απέδειξε.
Με τη βοήθεια του Ρουντ Γκούλιτ και του Πίτερ Χούτμαν, οδήγησε τη Φέγενορντ στην κατάκτηση του πρωταθλήματος (το πρώτο της μετά από δέκα χρόνια) αλλά και του κυπέλλου Ολλανδίας, παίζοντας σχεδόν σε όλα τα παιχνίδια της σεζόν παρά την ηλικία του και σκοράροντας και 13 φορές. Στο τέλος της χρονιάς ανακοίνωσε την οριστική αποχώρηση του από την ενεργό δράση. Δεν είχε πλέον τίποτα άλλο να αποδείξει σε κανέναν, τουλάχιστον ως ποδοσφαιριστής.