Από τους Αλέξανδρο Νίκα και Νίκο Παπανικολάου
Οι God Is An Astronaut είναι από εκείνες τις περιπτώσεις συγκροτημάτων που έχουν επιτύχει τεράστια επίδραση στο ελληνικό κοινό, αναπτύσσοντας μία σχέση αγάπης με αυτό· μία σχέση που κρατάει χρόνια και που δε δείχνει να φθίνει με το πέρας του χρόνου αλλά αντιθέτως ενισχύεται ολοένα και περισσότερο. Δύο χρόνια μετά την τελευταία τους εμφάνιση στο Gagarin, η επιστροφή τους στην Αθήνα προκάλεσε ενθουσιασμό και ανυπομονησία για ένα από τα live που πολλοί προσδοκούσαν νωρίτερα και που άνοιξε την αυλαία ενός καυτού post rock Οκτωβρίου.
Φωτογραφίες: Ιωάννα Κίτρου / IoannaKitrou Photography
Έχοντας κυκλοφορήσει πέρυσι το Helios | Erebus, οι Ιρλανδοί επέστρεψαν σε έναν σαφώς μεγαλύτερο χώρο, με ένα διαφορετικό σόου βασισμένο στα φώτα (αν και εκ των πραγμάτων θα θέλαμε να είναι πιο ενισχυμένο σε αυτήν τη διάσταση) και με ένα κοινό που, αναμενόμενα, γέμισε ασφυκτικά το Fuzz Club. Οι Blame The Trees ήταν αυτοί που ανέλαβαν να προθερμάνουν το κοινό που είχε σπεύσει από νωρίς στο venue και το έκαναν με τον καλύτερο δυνατό τρόπο. Με ατμόσφαιρες και δυνατές μελωδίες και με ένα μόλις album στο ενεργητικό τους, το Synapses που κυκλοφόρησε πριν από τρία χρόνια, δημιούργησαν μία setlist βασισμένη προφανώς σε αυτόν τον ένα και μοναδικό δίσκο, δείχνοντας ωστόσο πως ως μπάντα έχουν να δώσουν αρκετά στο είδος, αφού μελωδικά είχαν ουκ ολίγες ενδιαφέρουσες στιγμές—δεν είναι τυχαία η προσήλωση με την οποία τους απολάμβαναν όλοι όσοι ήταν το Σάββατο το βράδυ στο Fuzz. Άλλωστε, δεν είναι αμελητέο επίτευγμα να καταφέρνεις να κερδίζεις το ειλικρινές ενδιαφέρον ενός κοινού που παρευρέθηκε στον χώρο για να δει τους God Is An Astronaut. Μπορεί οι Blame The Trees να έδειξαν αρχικά κάπως αγχωμένοι που έπαιξαν μπροστά σε έναν ασφυκτικά γεμάτο χώρο, εμφανιζόμενοι εμφανώς μουδιασμένοι κατά την εκτέλεση του πρώτου τους κομματιού, όμως κατάφεραν να διώξουν γρήγορα το άγχος από πάνω τους και να εκμεταλλευτούν τη μοναδική αυτή ευκαιρία, κάνοντας πολλούς από εμάς να αναζητήσουμε εκ των υστέρων πληροφορίες για το σχήμα με τη χαρισματική frontwoman, που δείχνει να έχει εξαιρετικά στοιχεία στη μουσική της· και άλλους, δυστυχώς, να εμμένουν στην περιστασιακά δυσδιάκριτη σύνθεση και σύγχυση στον ήχο τους, κάτι που εμείς επιλέγουμε να αποδώσουμε ως γοητευτικό στοιχείο της ερμηνείας τους.
Οι God Is An Astronaut, από την άλλη, οι οποίοι εμφανίστηκαν στη σκηνή του Fuzz περί τις 22.30, δημιούγησαν από τις πρώτες κιόλας νότες την επιβλητική ατμόσφαιρα που οι ίδιοι επιθυμούσαν. Πρόκειται για μία μπάντα η μουσική της οποίας είναι άρρηκτα συνδεδεμένη με την ψυχολογία του κοινού, σε ένα σόου που μοιάζει περισσότερο με τελετουργικό παρά με συναυλία. Οι post rock συνθέσεις τους είναι κατάλληλες για κάθε περίσταση, κι όμως μοιάζουν κομμένες και ραμμένες για ζωντανές εμφανίσεις, με τους ίδιους να αφήνουν τα συναισθήματα που εξωτερικεύουν κατά την εκτέλεση να κατακλύζουν το venue που έχουν κάνει ήδη δικό τους από το ξεκίνημα. Παράλληλα, με την εμπειρία που έχουν, πλέον μπορούν και μετράνε την ψυχολογία του κοινού τους, ξέροντας πότε είναι η ιδανική στιγμή να ρίξουν τους τόνους και να το παρασύρουν σε ένα ταξίδι στο μελαγχολικό σκοτάδι και πότε να ερμηνεύσουν δυνατότερες μελωδίες και να ρίξουν αχτίδες φωτός μέσα σε αυτό. Ο Jamie Dean με τον Torsten Kinsella έκλεψαν—δικαίως—την παράσταση με τις μουσικές τους κόντρες επί σκηνής, καθώς και με την ευκολία με την οποία ξεσήκωναν το κοινό (και δη το θηλυκό), με κάθε ευκαιρία.
Από την setlist τους μπορεί να έλειψαν δύο-τρία κομμάτια που το ελληνικό κοινό καρτερικά περίμενε, ωστόσο κανένας εξ όσων αποχωρούσαν από το Fuzz Club δεν την θεώρησε ελλιπή ή άνιση. Περιλαμβάνοντας κομμάτια όπως τα Echoes, Snowfall, Worlds Inn Collision, Red Moon Lagoon, και βυθίζοντας το κοινό σε στιγμές απόλυτης ελευθερίας και έκστασης με τις πιο λαμπρές, δυνατές συνθέσεις τους όπως τα All Is Violent All Is Bright, Helios | Erebus και Suicide By Star με το οποίο έκλεισαν τη μεγαλειώδη εμφάνισή τους, καθώς και το highlight της βραδιάς που δεν ήταν άλλο από το Forever Lost, οι God Is An Astronaut απέδειξαν για άλλη μια φορά γιατί μοιράζονται την κορυφή του post rock genre με άλλα σπουδαία ονόματα. Το βασισμένο στα φώτα και τις εναλλαγές αυτών σόου μοιάζει να αποτελεί τους χτύπους της καρδιάς των μελωδιών και των εκρήξεων συναισθηματισμού που καταφέρνει να γεμίσει σκοτάδι τα εσώψυχά σου λίγο πριν τα γιατρέψει με το εκτυφλωτικό φως. Άλλωστε, τα πάντα βασίζονται στις αντιθέσεις. Το φως και το σκοτάδι. Τόσο διαφορετικά, τόσο αλληλένδετα, τόσο απαραίτητα.