25 Νοεμβρίου 1942. Αντάρτες του ΕΛΑΣ μαζί με μια μικρή δύναμη του ΕΔΕΣ και λίγους Βρετανούς κομάντος ανατινάζουν την μεγάλη γέφυρα του Γοργοπόταμου, που κόβει στα δύο τον ανεφοδιασμό των Ναζί. Πρόκειται για την πιο σημαντική πράξη της Αντίστασης, καθώς διέκοψε την προετοιμασία της Γερμανίας του Χίτλερ για την απόβαση στην Αφρική, ενώ ανύψωσε και το ηθικό του λαού για την συνέχεια του αγώνα.
Η προετοιμασία, ο προγραμματισμός και η καθοδήγηση της επιχείρησης έγινε από τους ηγέτες των δύο μεγαλύτερων αντάρτικων ομάδων, Άρη Βελουχιώτη και Ναπολέοντα Ζέρβα.
Ο Διονύσης Χαριτόπουλος, στο βιβλίο του “Αρης, ο αρχηγός των ατάκτων”, κάνει μια γλαφυρή αποτύπωση των γεγονότων του Γοργοπόταμου. Αν και ο γράφων δεν συμφωνεί με την συνολική θεώρηση του έργου για τον Βελουχιώτη και την αντίληψη του συγγραφέα για τον ΕΛΑΣ, η περιγραφή της επιχείρησης από τον Χαριτόπουλο δίνει ακριβώς την ατμόσφαιρα εκείνης της νύχτας. Αντιγράφουμε εδώ το απόσπασμα:
«Όμως το τόλμημα είναι μεγάλο. Είναι η πρώτη φορά που οι αντάρτες-χωρικοί θα επιχειρήσουν νυχτερινή προσβολή οχυρωμένης τοποθεσίας με αντικειμενικό σκοπό την κατάληψη και τη διατήρησή της για περίπου τέσσερις ώρες- τόσο χρόνο υπολογίζουν οι σαμποτέρ ότι χρειάζονται για την ανατίναξη. Πρόκειται για επιχείρηση η οποία στους σύγχρονους στρατούς απαιτούνται ειδικές δυνάμεις (κομάντο) με ειδική ψυχοσωματική προετοιμασία και ανάλογο οπλισμό· και πάλι θεωρείται εξαιρετικά δύσκολη.
Ο Γούντχαουζ είναι πολύ ανήσυχος:
«Παρατηρούσα με αγωνία τους νεαρούς αντάρτες καθώς γρήγορα προχωρούσαν στις δυο μέρες της εκπαιδεύσεώς τους. Υπήρχε άφθονος ενθουσιασμός, αλλά λίγη εμπειρία για να βασιστεί κανείς σε αυτήν»
[…]
Το σχέδιο για την επίθεση και για την εξουδετέρωση της ιταλικής άμυνας έχει υποστεί αναπροσαρμογές από τους Άρη και Ζέρβα αλλά η τελική του μορφή διατυπώθηκε από τον Άρη στη Διαταγή Επιχείρησης, που υπαγόρευσε ο ίδιος στον υπασπιστή του Κωστούλα λίγες ώρες πριν επιτεθούν.
[…]
Είναι σχεδόν εξωπραγματική η οργάνωση της σκέψης και η ψυχραιμία αυτού του ανθρώπου. Αντί για το σύνηθες σε τέτοιες επιδρομές ατάκτων, όπου κυριαρχούν η ορμητικότητα και ο ενθουσιασμός, να ρίξει όλες του τις δυνάμεις εναντίον των εχθρικών στόχων στον υπέρ πάντων αγώνα, υπολογίζει και προβλέπει μεθοδικά, με φρόνηση έμπειρου επαγγελματία. Από τα τμήματα του ΕΛΑΣ που είναι έτοιμα να ξεκινήσουν, ο αρχηγός δεν κρύβει τη δυσκολία της επιχείρησης και ας του έχει ψιθυρίσει ο Θάνος, «τα παιδιά είναι σκιαγμένα». Όμως ο Άρης ξέρει να ανάβει στον καθένα προσωπικά τη φλόγα·
“- Μπορεί να έχουμε θυσίες, και θυσίες μεγάλες, τους ξεκαθαρίζει ο αρχηγός. Η ανατίναξη όμως είναι για το συμφέρον και του συμμαχικού αγώνα και του ελληνικού. Κι αν ακόμα είναι να ζήσουνε μετά μόνο πέντε άντρες, η επιχείρηση πρέπει να γίνει. Τι λέτε;
– Θα την κάνουμε, του απαντάνε.
– Όποιος θέλει, επιμένει ο Άρης, μπορεί να βγει από τη γραμμή άφοβα. Τον αποδεσμεύω από τον όρκο του.”
Κανένας δεν κουνήθηκε και εκείνος άρχισε ως συνήθως τα καλαμπούρια· πολύ είχε κρατηθεί σοβαρός. Ανέλυε την αποστολή της κάθε ομάδας κάνοντας εύθυμα σχόλια.
«Τ ι περίεργο μ’ αυτόν τον άνθρωπο. Οι οδηγίες του, σαν να έκοβαν ένα ένα όλα τα εμπόδια και τη
θεωρούσες έτοιμη, τελειωμένη τη δουλειά. Τον άκουγες κι αισθανόσουν να σε πλημμυρίζει άνεση κι ευγνωμοσύνη, πού τις βρίσκει και σου τις ξυπνάει μέσα σου τόσες πηγές δύναμης και ετοιμότητας». (Δημητρίου, Αντάρτης)
Τελειώνοντας, φώναξε:
“- Συναγωνιστές!
Έγινε ησυχία.
– Θέλω το πρωί, που θ’ ανηφορίζουμε ξανά αυτή την πλαγιά, να ’χουμε όλοι το κεφάλι ψηλά. Μου δίνετε το λόγο σας; Μια κραυγή από δεκάδες στόματα του απάντησε. Και λίγο αργότερα οι αντάρτες φιλιούνται και αποχαιρετιούνται πριν ακολουθήσουν στο σκοτάδι τους ντόπιους οδηγούς τους.”
Πρώτος ξεκινάει ο Διαμαντής με την ομάδα του· έχει να διανύσει τη μεγαλύτερη απόσταση για να είναι στις 11 στη θέση του, ένα χιλιόμετρο μπροστά από το νότιο βάθρο της γέφυρας. Οι άλλες ομάδες τον ακολουθούν για λίγο και μία μία αποκόπτονται, κατευθυνόμενες προς τις δικές τους θέσεις. Στον Σταθμό Διοίκησης όλων τα μάτια είναι καρφωμένα στα ρολόγια. Ελάχιστα λεπτά, πέντε ή έξι, μετά τις 11 αντιβουίζει ο τόπος από τα πρώτα πυρά το^ν ανταρτών και τα απαντητικά των Ιταλών.
Μετά από ένα τέταρτο περίπου, από το νότιο βάθρο, που επιτίθεται ο Κωστούλας, εκτινάσσεται η φωτοβολίδα-σινιάλο ότι το δυσκολότερο επετεύχθη. Και σε λίγο το επιβεβαιώνει ο λαχανιασμένος Θάνος, που τους είχε ακολουθήσει και επέστρεψε στον Σταθμό Διοίκησης.
Στο βόρειο βάθρο η αντάρτικη επίθεση εκδηλώθηκε με ένα δυο λεπτά καθυστέρηση· η αποτυχία αιφνιδιασμού είναι σημαντικότατο στοιχείο υπέρ των αμυνομένων. Η ανταλλαγή πυρών διαρκεί πάνω από 30 λεπτά και, όταν σιγά σιγά αραιώνουν και σταματάνε, καμιά φωτοβολίδα δεν αναγγέλλει την κατάληψη του φυλακίου. Στον Σταθμό Διοίκησης φτάνει ασθμαίνων ο διοικητής του τμήματος ανθυπολοχαγός Παπαχρήστου να αναφέρει στον στρατηγό την αποτυχία. Η προσωπική του γενναιότητα, όσο και του ανθυπολοχαγού Πετροπουλάκη, είναι πέρα από κάθε αμφισβήτηση όμως οι επιστρατευθέντες από τον ΕΔΕΣ χωρικοί τρόμαξαν με τα πρώτα ιταλικά πυρά και οπισθοχώρησαν εκτός του παπα-Σπύρου Ζαφείρη, που, ταμπουρωμένος στη θέση του, συνεχίζει να μάχεται.
Ο Άρης αναλαμβάνει πρωτοβουλία.
“- Νικηφόρε, Θάνο, Περικλή, Πελοπίδα!, φωνάζει. Πάρτε την εφεδρεία και σε είκοσι λεπτά να έχετε τελειώσει με το γεφύρι, αλλιώς μη γυρίσετε. Όποιος κάνει πίσω, εκτέλεση επιτόπου. Φύγετε!
Καθησυχάζει και τον φαρμακωμένο Ζέρβα:
– Μην ανησυχείς, στρατηγέ… Ο παλαβός θα τα καταφέρει, του λέει δείχνοντας τον ασυγκράτητο Νικηφόρο. Με την ελασίτικη εφεδρεία ξαναρίχνονται στη μάχη οι δύο εδεσίτες ανθυπολοχαγοί Παπαχρήστου και Πετροπουλάκης και μερικοί από τους οπισθοχωρήσαντες εδεσίτες* μαζί τους και ο Πυρομάγλου. Το βόρειο βάθρο σε λίγο θα πέσει στα χέρια τους και αμέσως μετά ο Νικηφόρος θα στρέψει το τμήμα του εναντίον των ιταλικών ενισχύσεων που έρχονται με τρένο από το Λειανοκλάδι. Ο Άρης στον Σταθμό Διοίκησης, βέβαιος για την κατάληψη και του νότιου βάθρου, λέει στα συνεργεία των σαμποτέρ να κατέβουν στη χαράδρα:– Μη δίνετε σημασία στις ντουφεκιές, τραβάτε τον κατήφορο και κάντε τη δουλειά σας. Μην περιμένετε τη φωτοβολίδα.”
Δεν χρειάζεται να τους το ξαναπεί.
«Αψηφώντας και αυτήν ακόμη την έκβαση της μάχης που εξελίσσεται στο σημείο αυτό, κολλάνε τις μαγνητικές χελώνες στη βάση της γέφυρας ατάραχοι και ανεπηρέαστοι, δείχνοντας -πρέπει να το πού με- πραγματικό ηρωισμό, με πρώτο και καλύτερο από όλους τον Έντι», διηγείται ο Κωστούλας για τους Βρετανούς κομάντο.
Οι δύο εκρήξεις που γκρέμισαν τη γέφυρα του Γοργοπόταμου ακούστηκαν πολύ μακριά. Τις άκουσε όλη η Λαμία και ο ειδοποιημένος Γιαταγάνας, που ξενύχταγε με τα μάτια καρφωμένα στο ρολόι του. Τις άκουσαν στο Κάιρο. και ο ραδιοφωνικός σταθμός του Λονδίνου εκθείαζε τους Βρετανούς σαμποτέρ και τις «δυνάμεις Ελλήνων ανταρτών υπό τον στρατηγόν Ζέρβα».
Τις άκουσαν οι κατακτητές στην Αθήνα και, ενημερωμένοι από τις ειδήσεις του BBC, επικήρυξαν «αντί 100 εκατομμυρίων δραχμών τον αρχιλήσταρχο πρώην στρατηγό του διαλυθέντος Ελληνικού Στρατού Ναπολέοντα Ζέρβα».
Για τον ασυγκράτητο Καραλίβανο, που μπήκε στο αγριεμένο ποτάμι βαλλόμενος κατευθείαν από ένα ιταλικό πολυβόλο, δεν ακούστηκε τίποτα. Ούτε για τον χεροδύναμο Νικηταρά, που δεν περίμενε τις βρετανικές ψαλίδες, αλλά όρθιος, χρησιμοποιώντας σαν μοχλό το τουφέκι του, κόντεψε να ξεπατο^σει τα συρματοπλέγματα των Ιταλών για να εισχωρήσουν. Ούτε για τον Κεραυνό, που όρμησε μέσα στο ιταλικό φυλάκιο και του έσπασαν με μια κοντακιά τα δόντια, αλλά δεν άφησε κανέναν ζωντανό, ακούστηκε τίποτα. Ούτε για τον Θεοχάρη και τον Φυσέκη, που περάσανε τρέχοντας σαν ακροβάτες πάνω στις βρεγμένες ράγες της γέφυρας με το βάραθρο να χαίνει απο κάτω και τους Ιταλούς να γαζώνουν τρελαμένοι τους δαίμονες που χύνονταν άτρωτοι καταπάνω τους.
Όπως παραδέχτηκε αργότερα ο Γούντχαουζ, «το BBC είχε εντολές, και από την ελληνική κυβέρνηση, να αναφέρει μονάχα τον Ζέρβα». (Μαθιόπουλος, Αντίσταση)»