Είναι Παρασκευή 10 Ιουλίου και οι Ευρωπαίοι υπουργοί Οικονομικών φτιάχνουν τις βαλίτσες τους για τις Βρυξέλλες για να παρακολουθήσουν μια ακόμη συνάντηση για την ελληνική κρίση χρέους. Ένα σοκαριστικό email φτάνει τότε από το Βερολίνο στα εισερχόμενα μηνύματα ενός πολύ μικρού αριθμού κορυφαίων αξιωματούχων. Αποστολέας ο σκληρός Βόλφγκανγκ Σόιμπλε, οοποίος και δίνει το εναρκτήριο λάκτισμα για τις τρεις μέρες κατά τις οποίες η Ελλάδα θα ζήσει την διαπραγματευτική «κόλαση του Δάντη», που θα αλλάξει τα πάντα μία και καλή. Λακωνικός δίνει την «προσταγή»: «Η Ελλάδα πρέπει να μπει σε ταχείες διαπραγματεύσεις για μία προσωρινή έξοδο από την ευρωζώνη».
Το δραματικό παρασκήνιο στους διαδρόμους Βρυξελλών, Βερολίνου και Φρανκφούρτης το τριήμερο της Συνόδου Κορυφής της 12/13ης Ιουλίου για την Ελλάδα, όπου το ενδεχόμενο εξόδου από το ευρώ μπήκε στο τραπέζι από τον Βόλφγκανγκ Σόιμπλε για να αποφευχθεί με μία σκληρή συμφωνία, αποκαλύπτει ο βρετανικός Guardian.
Το βάναυσο email σοκάρει τους Ευρωπαίους αξιωματούχους
«Ήταν σαφές. Ήταν σκληρό. Ήταν βάναυσο», είπε ένας από τους αποδέκτες του email στον δημοσιογράφο του Guardian Ίαν Τρέινορ, που περιγράφει σήμερα τις «τρεις μέρες που έσωσαν το ευρώ». To email του Σόιμπλε σήμανε συναγερμό σε Παρίσι, Ρώμη, Φρανκφούρτη και Βρυξέλλες.
Το email του Grexit δεν στάλθηκε φυσικά σε όλους, παρά μόνο σε έναν πολύ μικρό αριθμό ανθρώπων, σημαίνοντας πως από Δευτέρα ξεκινούν οι διαδικασίες για την έξοδο της Ελλάδας από τη ζώνη του ευρώ, περιγράφει στην βρετανική εφημερίδα αξιωματούχος που συμμετείχε στις συνεδριάσεις. Μετά από 5 χρόνια κρίσης κατά τα οποία η Ελλάδα είχε διασωθεί δύο φορές, η χώρα κινδύνευε να γίνει η πρώτη που θα εκδιωχνόταν από την ευρωζώνη. Για να παραμείνει εντός ευρώ, η Ελλάδα θα έπρεπε να συμβιβαστεί με τις γερμανικές απαιτήσεις λιτότητας.
Η απαίτηση Σόιμπλε έσκασε επάνω στις οθόνες των υψηλά ιστάμενων της Κομισιόν στις 18:00 εκείνης της Παρασκευής. Ήταν ένα non-paper μίας σελίδας και είχε σταλεί από τον Thomas Steffen, εκπρόσωπο του γερμανικού ΥΠΟΙΚ. Εκτός από το «διάλειμμα» της Ελλάδας από το ευρώ για τουλάχιστον πέντε έτη, πρότεινε, επίσης, να μεταβιβάσει η Αθήνα περιουσιακά στοιχεία αξίας €50 δισ. – το ένα τέταρτο του εθνικού της πλούτου δηλαδή- σε ένα ειδικό ταμείο που εδρεύει στο Λουξεμβούργο (μέλος του διοικητικού συμβουλίου του οποίου είναι ο Γερμανός υπουργός Οικονομικών) και ελέγχεται από τον Ευρωπαϊκό Μηχανισμό Σταθερότητας.
«Φαινόταν σαν μια πρόταση με σκοπό να εξασφαλιστεί η ελληνική αποχώρηση από το ευρώ», δήλωσε ένας αξιωματούχος από χώρα που συμμετείχε στις διαπραγματεύσεις και ο οποίος έστειλε sms σε έναν συνάδελφό του γράφοντας ότι υπήρχε τώρα 60% πιθανότητα για Grexit και για πρώτη φορά αυτό ήταν ένα ισχυρό ενδεχόμενο.
Διπλωματικές πηγές εκ Βρυξελλών δήλωσαν στον Ίαν Τρέινορ ότι «ήταν απίστευτο. Καμία χώρα δεν θα δεχόταν κάτι τέτοιο». Για τον Ιταλό πρωθυπουργό επρόκειτο για ένα ακόμη γερμανικό γυμνάσιο εξευτελισμού της Ελλάδας και αυτό θα έπρεπε κάποιος να το σταματήσει.
Ανίσχυροι μπροστά σε ένα ενδεχόμενο που δεν ήταν μπλόφα
Υπήρχαν αρκετοί μεταξύ των ηγετών, των κεντρικών τραπεζιτών και των 19 υπουργών Οικονομικών της ευρωζώνης που αναρωτήθηκαν εάν ο Σόιμπλε μιλούσε σοβαρά. Αλλά ανώτερα στελέχη της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, της Ευρωπαϊκής Επιτροπής και του ESM, κατάλαβαν ότι δεν ήταν μπλόφα – στην πραγματικότητα γνώριζαν τα σχέδια του Σόιμπλε πολύ καιρό πριν. Στις αρχές του έτους – ακόμα και πριν ο Τσίπρας εκλεγεί πρωθυπουργός – είχε αποφασίσει ότι η ευρωζώνη έπρεπε να προστατεύεται από τους αδύναμους κρίκους: «H Ελλάδα ήταν ένα βαρίδι και έπρεπε να φύγει».
Ο ελιγμός του Σόιμπλε στις 10 Ιουλίου έκοβε την ανάσα γιατί έσπασε ένα ταμπού: Η ένταξη του ευρώ υποτίθεται ότι είναι αμετάκλητη, και ο Σόιμπλε απέδειξε για πρώτη φορά ότι η Γερμανία πίστευε ότι η ένταξη στο ενιαίο νόμισμα δεν ήταν για πάντα – και ότι ήταν διατεθειμένη να οδηγήσει μία χώρα στην έξοδο. Η αποκάλυψη φόβισε τους πολιτικούς σε όλη την Ευρώπη.
Ο Ζαν Κλοντ Γιούνκερ και ο επικεφαλής του επιτελείου του Μάρτιν Σελμέιερ, αιφνιδιάστηκαν με το email Σόιμπλε και αμέσως ήρθαν σε επαφή με τον Βάλντις Ντομπρόβσκις και τον Πιέρ Μοσκοβισί. Ο επικεφαλής της Κομισιόν κάλεσε επίσης τον Φρανσουά Ολάντ στο Παρίσι: Οι δύο άνδρες ήταν αποφασισμένοι να κρατήσουν την Ελλάδα στο ευρώ, αλλά ανησυχούσαν ότι αν η Μέρκελ συμφωνούσε με την θέση του Σόιμπλε, θα ήταν ανίσχυροι στο να την σταματήσουν. Κανείς βεβαια δεν ήξερε αν θα τα έβρισκαν Μερκελ και Σόιμπλε.
Μεταξύ αυτών που έλαβαν το email Σόιμπλε ήταν ο Πρόεδρος του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου Ντόναλντ Τουσκ, ο Μάριο Ντράγκι, ο Γερούν Ντάισελμπλουμ και ο Τόμας Βίζερ. Ακόμη και η Μέρκελ ενημερώθηκε για την βόμβα Σόιμπλε λίγες ώρες πριν πατηθεί το send στο email.
Παρά το γεγονός ότι η πρόταση δεν συζητήθηκε επίσημα στο Eurogroup του Σαββάτου, οι συμμετέχοντες δήλωσαν ότι συζητήθηκε σιωπηλά κατά τη διάρκεια της συνάντησης. Το κλίμα ήταν τεταμένο και μελαγχολικό.
Οι τρεις μέρες που ακολούθησαν την ανακοίνωση σοκ του Σόιμπλε, θα έβρισκαν υπουργούς Οικονομικών και κεντρικούς τραπεζίτες σε συνεχείς διαπραγματεύσεις μέχρι τα μεσάνυχτα του Σαββάτου. Συνέχισαν τις συζητήσεις το πρωί της Κυριακής, πριν δοθεί η σκυτάλη στους εθνικούς ηγέτες – με τη Σύνοδο Κορυφής να ξεκινά στις 16:00 και να ολοκληρώνεται μετά από 17 ώρες.
Η Σύνοδος της Κυριακής ήταν η πιο έντονη και η πιο επεισοδιακή που πραγματοποιήθηκε ποτέ, είπαν όσοι συμμετείχαν σε αυτή. κανείς δεν γνώριζε πως θα καταλήξει μέχρι το τελευταίο λεπτό.
Οι άνθρωποι των αγορών βρίσκονταν σε επιφυλακή για το τι θα ξημερώσει μαζί με την Δευτέρα, καθώς ένα Grexit θα έδινε το τρομακτικό μήνυμα και στις άλλες αδύναμες χώρες της ευρωζώνης ότι αν δεν υπακούν στην Γερμανία θα γίνουν η επόμενη… Ελλάδα. Η παραμονή της Ελλάδας στο ευρώ δεν θα ήταν ευκολότερη.
Το εμπόδιο Βαρουφάκης
Οι προηγούμενοι έξι μήνες διαπραγματεύσεων με την κυβέρνηση του Αλέξη Τσίπρα είχαν πάει από το κακό στο χειρότερο. Από την έναρξη της θητείας του τον Ιανουάριο, ο Τσίπρας δεν είχε δείξει ιδιαίτερη διάθεση να έρθει σε συμφωνία με τους όρους των πιστωτών, αλλά για τους Ευρωπαίους το μεγαλύτερο εμπόδιο ήταν ο Γιάνης Βαρουφάκης. Οι συνάδελφοί του στην ευρωζώνη δεν άργησαν να εκνευριστούν μαζί του και από τις μεγαλειώδεις εμφανίσεις του στα Eurogroup. Στην προσπάθειά του να διχάσει τους υπουργούς, κατάφερε να τους στρέψει εναντίον του. Σε ένα Eurogoup τον Φεβρουάριο πιάστηκε σχεδόν στα χέρια με τον Ντάισελμπλουμ, χρειάστηκε να επέμβει ο Μοσχοβισί.
Όποιες προσπάθειες και αν είχαν γίνει από την πλευρά της Ευρωζώνης, με την Μέρκελ να φτάνει στο σημείο να συγκαλεί μίνι-σύνοδο στις αρχές Ιουνίου με Τσίπρα, Γιούνκερ, Ντράγκι και Λαγκάρντ όπου και παραδόθηκε πρόταση 5 σελίδων προς την Ελλάδα, δεν είχε επιτευχθεί καμία πρόοδος.
Η αθόρυβη φυγή Τσίπρα και το δημοψήφισμα
Με τις διαπραγματεύσεις να μην καταλήγουν σε ευτυχές αποτέλεσμα, στις 26 Ιουνίου ο Τσίπρας έφυγε ησύχως από μία ακόμη Συνοδο στις Βρυξέλλες και μετά από ένα ακόμη τετ-α-τετ με την Μέρκελ. Χωρίς να ενημερώσει κανέναν Ευρωπαίο, επέστρεψε στην Αθήνα και μεσάνυχτα ανακοίνωσε την διεξαγωγή δημοψηφίσματος, σε ένα διάγγελμα όπου έκανε λόγο για εκβιασμό και εξευτελισμό. Η Μέρκελ σοκαρίστηκε από αυτήν την κίνηση, όπως δηλώνουν άνθρωποι του περιβάλλοντός του. Ο Τσίπρας ήλπιζε ότι το δημοψήφισμα θα έστελνε ένα ηχηρό μήνυμα στις άλλες χώρες της ευρωζώνης. Ο Παναγιώτης Λαφαζάνης δήλωνε : Αν ο ελληνικός λαός πει ένα μεγάλο όχι, θα είναι αδύνατο οι ισχυροί της Ευρώπης να το αγνοήσουν, εκτός αν δεν υφίσταται πλέον δημοκρατία στην Ευρώπη.
Το «όχι» που τελικά είπε ο ελληνικός λαός κατέστρεψε και τα τελευταία ψήγματα εμπιστοσύνης που υπήρχαν μεταξύ Ευρώπης κι Ελλάδας και ανέβασαν το ενδεχόμενο του Grexit ψηλά στην πολιτική ατζέντα. Η ΕΚΤ πάγωσε την χρηματοδότηση των ελληνικών τραπεζών κι επιβλήθηκαν capital controls. Οι τράπεζες έκλεισαν.
Το αποτέλεσμα του δημοψηφίσματος όμως έδειξε στην Μέρκελ ότι ο Ελληνας πρωθυπουργός ήταν μία υπολογίσιμη δύναμη. Παράλληλα όμως ήταν ένα αρνητικό στοιχείο στις διαπραγματεύσεις. Πλέον οι ελπίδες για συμφωνία ήταν ελάχιστες.
Ένα πολύ σκληρό Eurogroup
Αλλά τα δημοσιονομικά «γεράκια» της ευρωζώνης δεν θα άφηναν την Ελλάδα να ορίσει το πρόγραμμα. Αυτό έγινε πολύ πιο σαφές όταν ο Σόιμπλε και ο Ντάισελμπλουμ έφτασαν στο Eurogroup της 11ης Ιουλίου. «Πώς μπορούμε να περιμένουμε να εφαρμόσει η Ελλάδα ό,τι υπόσχεται;» δήλωσε στους δημοσιογράφους ο Ντάισελμπλουμ. Ο Σόιμπλε είχε ύφος γεμάτο περιφρόνηση: «Οι διαπραγματεύσεις θα είναι εξαιρετικά δύσκολες».
Το email Σόιμπλε έγραφε: «Στις προτάσεις της Ελλάδας λείπει μία σειρά σημαντικών μεταρρυθμίσεων για τον εκσυγχρονισμό της χώρας. Η μεταρρύθμιση της αγοράς εργασίας, η μεταρρύθμιση του δημόσιου τομέα, οι ιδιωτικοποιήσεις, ο τραπεζικός τομέας, οι διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις, δεν επαρκούν. Αυτός είναι ο λόγος που οι προτάσεις αυτές δεν μπορούν να χτίσουν τις βάσεις για ένα νέο, τριετές πρόγραμμα».
Η ατμόσφαιρα στο Eurogroup ήταν επιθετική απέναντι στην Ελλάδα, με εξαίρεση τους Γάλλους, τους Ιταλούς και τους Κύπριους. Ο Σόιμπλε ήταν σιωπηλός και μετρημένος, αλλά οι άλλοι ήταν φοβερά επιθετικοί και θυμωμένοι. Ο μόνος που αντιμετώπισε ευθέως τον Σόιμπλε για την πρότασή του για έξοδο της Ελλάδας από το ευρώ, ήταν ο Μισέλ Σαπέν. Του είπε ότι η πρότασή του δεν αποτελούσε επιλογή γιατί δεν ήταν κάτι νόμιμο. Όσο προχωρούσε η συνεδρίαση, το κλίμα γινόταν ολοένα και αρνητικό, φέρνοντας την Ελλάδα πιο κοντά στην έξοδο από το ευρώ. Ο Σόιμπλε δεν είπε πολλά αλλά μετά από λίγη ώρα ήρθε με μία άλλη σοκαριστική πρόταση: Όλοι οι Ελληνες που εργάζονται στην ευρωζώνη να γυρίσουν στα σπίτια τους και να φτιάξουν την χώρα τους.
Ο Μάριο Ντράγκι ήταν κάθετα αντίθετος στο Grexit. Oι Γάλλοι και οι Ιταλοί ήταν έκπληκτοι από το πόσο πολύ οι υπόλοιπες χώρες σοβαρολογούσαν σχετικά με την έξοδο της Ελλάδας από το ευρώ. Ο Ντάισελμπλουμ με δεξιότητα κατηύθυνε την συζήτηση μακριά από την πρόταση Σόιμπλε και συνέταξε μια δήλωση νωρίς το απόγευμα. Απορρίφθηκε από τους σκληροπυρηνικούς – συμπεριλαμβανομένων των Γερμανών, των Σλοβάκων, των Φινλανδών και των Ολλανδών.
To μεσημέρι της Κυριακής 12 Ιουλίου, οι ΥΠΟΙΚ της ευρωζώνης πήραν ένα έγγραφο τεσσάρων σελίδων από τον Ντάισελμπλουμ και την ομάδα του. Ο επικεφαλής του Eurogroup μαζί με τον Τόμας Βίζερ είχαν αποφασίσει να βάλουν τα πάντα στο έγγραφο, τους όρους του σημειώματος Σόιμπλε, μεταξύ των οποίων τα δύο βασικά αιτήματα του – του πενταετούς Grexit και του ταμείου του Λουξεμβούργου στο οποίο θα μεταφερθούν περιουσιακά στοιχεία του ελληνικού κράτος – παρά το γεγονός ότι αρκετοί αξιωματούχοι διαμαρτυρήθηκαν ότι δεν είχε συζητηθεί επισήμως την προηγούμενη ημέρα. Τα επίμαχα σημεία τέθηκαν σε αγκύλες, που σημαίνει ότι δεν είχαν συμφωνηθεί. Παρ ‘όλα αυτά, η συμπερίληψή τους υποδήλωνε έντονα ότι το σχέδιο Σόιμπλε είχε ευρεία υποστήριξη. Στην πραγματικότητα, εκείνο το πρωί, πριν η Μέρκελ αναχωρήσει για τις Βρυξέλλες, ο Σόιμπλε πραγματοποίησε τηλεδιάσκεψη μαζί της και με τον Γκάμπριελ και ήταν αρκετά βέβαιος για την υποστήριξή τους στο σχέδιό του.
Σύνοδος με τους ηγέτες «απλούς παριστάμενους»
Η τελευταία Σύνοδος Κορυφής που ακολούθησε μπορεί να έγινε με παρόντες 28 ηγέτες, «η συνάντηση όμως ουσιαστικά περιστράφηκε γύρω από διαπραγμάτευση μεταξύ της Μέρκελ και του Τσίπρα, υπό τη διαμεσολάβηση του Τουσκ και του Ολάντ» γράφει η βρετανική εφημερίδα. «Οι περισσότεροι άλλοι ηγέτες ήταν απλώς παριστάμενοι ενώ γραφόταν ιστορία, έτρωγαν και έβγαιναν για ξεκούραση και σύντομο ύπνο ή μιλούσαν μεταξύ τους», σημειώνει ο Ίαν Τρέινορ.
Η πρόταση για προσωρινό Grexit αφαιρέθηκε απλά και μόνο γιατί «κρίθηκε πλεονασμός»: Ή θα υπήρχε συμφωνία και η Ελλάδα θα έμενε στο ευρώ, ή η Σύνοδος θα αποτύγχανε και η χώρα θα έβγαινε, γράφει.
Σύμφωνα με τις πηγές του Guardian, οι κόκκινες γραμμές του Τσίπρα ήταν ξεκάθαρες από την αρχή: «Δεν ήθελε το ΔΝΤ, δεν ήθελε υποχώρηση από μέτρα που είχε ήδη νομοθετήσει και κυρίως δεν μπορούσε να δεχθεί το ταμείο με έδρα το Λουξεμβούργο» γράφει.
Ενδιάμεσος για την συμβιβαστική λύση εμφανίστηκε η επικεφαλής του ΔΝΤ Κριστίν Λαγκάρντ καταθέτοντας πρόταση για την ακύρωση νόμων που είχαν ψηφιστεί, κι αφήνοντας παράθυρο να μείνουν κάποιες προβλέψεις με την επίκληση της ανθρωπιστικής κρίσης. Ωστόσο, «μέχρι τις τρεις τα ξημερώματα τα πράγματα ήταν άσχημα, και η όποια προθυμία να γίνουν παραχωρήσεις στην Αθήνα είχε εξαφανιστεί», σημειώνει η εφημερίδα.
Στις τρεις το πρωί, τα πράγματα φαίνονταν δυσοίωνα. Οι Έλληνες και οι Γερμανοί ήταν αμετακίνητοι. Οι Γάλλοι και οι Ιταλοί ανησυχούσαν. Και οι υπόλοιποι από τις χώρες της ευρωζώνης – συμπεριλαμβανομένης της Πορτογαλίας, της Ιρλανδίας, και της Ισπανίας – ήταν όλο και πιο απρόθυμοι να κάνουν παραχωρήσεις προς την Ελλάδα.
Τότε, ο Ολάντ πήρε την αντιπροσωπεία του και πήγε στο γραφείο των Ιταλών, όπου μετά από μισή ώρα συζήτησης με τον Ρέντσι κατέληξαν στο ότι «η Ελλάδα έπρεπε να μείνει πάση θυσία στο ευρώ». Ο ιταλός πρωθυπουργός πήγε σε Μέρκελ και Τσίπρα, τους κάλεσε να τα βρουν και είπε «Άνγκελα, τώρα πρέπει εσύ να αποφασίσεις».
Στις 4 το πρωί, ο Τουσκ ήταν αρκετά βέβαιος ότι μια συμφωνία ήταν κοντά και συγκάλεσε εκ νέου τη Συνοδο Κορυφής. Ο Τσίπρας τότε εξαφανίστηκε για μισή ώρα για να κάνει τηλεφωνήματα στην Αθήνα. «Όταν επέστρεψε στις 5 π.μ., ήταν χλωμός και αδιάλλακτος. Καμία συμφωνία. Ο Ολάντ και ο Τουσκ δεν θα ανεχόντουσαν όμως την αποτυχία. Ο Τσίπρας τους είπε το ταμείο ήταν αδύνατο και απαράδεκτο», γράφει ο Guardian.
Στις έξι και κάτι, ο Τσίπρας ρώτησε αν ένα άλλο μέλος της ομάδας του θα μπορούσε να ενταχθεί στην Σύνοδο για να βοηθήσει στη σύνταξη της συμβιβαστικής συμφωνίας. Τότε είναι που μπήκε ο Γκλεν Κιμ στην αίθουσα, τραπεζίτης από την Νότια Κορέα τον οποίο είχε προσλάβει ο Βαρουφάκης στο ΥΠΟΙΚ σαν σύμβουλο. «Ήταν ο μόνος από τους Ελληνες διαπραγματευτές που φορούσε γραβάτα», σχολιάζει ο Guardian.
Τότε, ο Τουσκ κάλεσε Μέρκελ, Ολάντ και Τσίπρα και μέχρι τις 6:30 «είχε παραδοθεί στο ενδεχόμενο ήττας, πιστεύοντας πως Μέρκελ και Τσίπρας ενδιαφέρονταν περισσότερο να μην εμφανιστούν ηττημένοι στις χώρες τους και επιδίωκαν να μην υπάρξει συμφωνία».
Η Μέρκελ επέμενε στο Ταμείο με φόντο τους «σκληρούς βουλευτές» στο Βερολίνο, ο Τσίπρας θεωρούσε το ταμείο ντροπιαστικό αλλά και το στόχο για 50 δισ. ευρώ ανεδαφικό -όπως και οι υπόλοιποι. Αν «όμως έπρεπε να το καταπιεί, επέμεινε η έδρα του να μην είναι στο Λουξεμβούργο αλλά στην Ελλάδα, κάτι που δέχτηκε η Μέρκελ» -αλλά εκεί άρχισαν οι διαφωνίες για το πώς θα χρησιμοποιύνταν τα έσοδα του Ταμείου.
Τελικά, ο Τουσκ έκανε έκκληση στο αίσθημα ιστορικής ευθύνης της καγκελαρίου, λέγοντας πως δεν μπορούσε «να υπάρξει αποτυχία για 2,5 δισ. ευρώ».
Τα συμπεράσματα μίας συνθηκολόγησης
«Στο τέλος, ο Τσίπρας συνθηκολόγησε σε ένα σενάριο που είχε γράψει το Βερολίνο, αλλά το μεγάλο ερώτημα είναι τι επιπτώσεις είχε αυτή η σκληρή εμπειρία για την Γερμανία και την Ευρώπη, με την στάση του Σόιμπλε να επαναφέρει την εικόνα του “γερμανού νταή”», καταλήγει ο Ίαν Τρέινορ.
«Η Μέρκελ είχε ακούσει τον Σόμπλε, διάλεξε να μην τον σταματήσει και στο τέλος τον παρέκαμψε, ίσως για να μην θεωρηθεί υπεύθυνη για τις απρόβλεπτες συνέπειες. Και στο τέλος, η αναφορά της ήταν ενδεικτική του πραγματισμού της, λέγοντας πως τα πλεονεκτήματα της συμφωνίας ήταν περισσότερα από τα μειονεκτήματά της», συμπεραίνει.
tvxs.gr