Ο Χέγκελ και η επιστήμη της συνείδησης
Δημήτριος Δημητριάδης
Φεβρουάριος 1790. Στο ευαγγελικό Πανεπιστήμιο του Τύμπιγκεν Γερμανίας συγκατοικούν στην ίδια φοιτητική εστία τρεις ασυνήθιστοι φοιτητές: Γκέοργκ Βίλχελμ Φρήντριχ Χέγκελ, Φρήντριχ Βίλχελμ Γιόζεφ φον Σέλλινγκ, και Φρήντριχ Χοελντερλίνγκ. Έκαστος θα αναγνωριστεί αργότερα ως κορυφή της ευρωπαϊκής διανόησης και της παγκόσμιας φιλοσοφίας.
Οι τρεις φίλοι συζητάνε ένθερμα μεταξύ τους για επίκαιρα θέματα της εποχής τους όπως η γαλλική επανάσταση και προπάντων για τη φιλοσοφία του Καντ από την οποία περιμένουν να λειτουργήσει ως σπίθα μιας πνευματικής επανάστασης στην Γερμανία ενάντια των κρατουσών θρησκειολογικών αντιλήψεων της εποχής και την πανίσχυρη θέση της εκκλησίας.
Στην ανατροπή αυτών των αντιλήψεων προσανατολίζεται πρωτίστως ο Χέγκελ που αυτοπροσδιορίζεται ακόμα ως θεολόγος κι όχι ως φιλόσοφος. Κύριο μέλημα του είναι να μετατρέψει την αποστειρωμένη χριστιανική διδασκαλία που κοινωνείται δια της εκκλησίας, σε μια νέα διδασκαλία περί ελευθερίας σύμφωνα με το πνεύμα του άρτι ανακαλυφθέντος διαφωτισμού. Σκοπός του είναι να παρακάμψει τον αρτιοσκληρωμένο θεσμό και τις αντιλήψεις της εκκλησίας και να τον φέρει στα μέτρα του διαφωτισμού. Υπό αυτήν την πρόθεση, ο Χέγκελ διατυπώνει ένα κοινό και για τους τρεις φίλους του, όραμα: « Ελθέτω η Βασιλεία του Κυρίου αλλά τα χέρια μας δεν θα μείνουν σταυρωμένα. Η Ελευθερία και ο Λόγος είναι ο δικός μας κλήρος και το ενωτικό μας σημείο είναι η αόρατη εκκλησία».
Στην πραγματικότητα όμως ωθούσε κάτι βαθύτερο τον Χέγκελ. Κάτι πιο θεμελιώδες: Ήθελε να κατανοήσει την Καινή Διαθήκη και ειδικά το μεγαλύτερο μυστήριο που αυτή περικλείει: Αυτό την Αγίας Τριάδας. Η αναζήτηση επίλυσης αυτού του μυστηρίου, έμελλε να τον ακολουθήσει για την υπόλοιπη ζωή του . Ακριβώς αυτή η προσπάθεια , αυτή η αναζήτηση θα τον μετέτρεπε συνάμα με τα χρόνια σε φιλόσοφο. Και μάλιστα σε συστημικό φιλόσοφο. Με τη βοήθεια της φιλοσοφίας θα επιχειρήσει να μετατρέψει τις εικόνες και τις παραβολές της Καινής Διαθήκης σε ορισμούς. Σε έννοιες. Σε φιλοσοφικά αξιώματα.
Σύμφωνα με τον ίδιο, η φιλοσοφία δεν είναι τίποτε άλλο παρά η συνειδητή Θρησκεία. Και τα δυο αναζητούν, από διαφορετικό δρόμο το καθένα, το ίδιο πράγμα: το Θεό.
Καθοδόν αυτής της αναζήτησης, θα δημιουργηθεί ένα από τα μεγαλύτερα φιλοσοφικά έργα της παγκόσμιας διανόησης, η «Φαινομενολογία του Πνεύματος». Ο Χέγκελ τελειοποιεί μ αυτό το έργο το γερμανικό ιδεαλισμό, ενός φιλοσοφικού ρεύματος του ύστερου 18ου αιώνα. Ο Χέγκελ προλογίζει για τον τίτλο του έργου, ότι πρόκειται για την επιστήμη της συνείδησης που αποκαλύπτεται. (Wissenschaft vom erscheinenden Bewusstsein). Ο τίτλος εμπεριέχει στον πυρήνα του, όλη τη φιλοσοφία του Χέγκελ.
Σημείο εκκίνησης του έργου είναι η παρατήρηση ότι η φύση παρουσιάζει μια δομή που ομοιάζει μ ‘αυτήν της Αγίας Τριάδας στην Καινή Διαθήκη. Έτσι όπως ο Θεός είναι Πατέρας, Υιός και Άγιο Πνεύμα σ’ ένα, έτσι είναι παραδείγματος χάριν και ένα φυτό. Στην αρχή είναι σπόρος, στη συνέχεια άνθος και τέλος καρπός. Παρουσιάζεται το φυτό σε διαφορετικές μορφές ενώ όλες είναι μαζί ταυτόχρονα στοιχεία και κομμάτια του ίδιου του φυτού. Ο σπόρος αναιρείται από το άνθος ενώ περιέχεται σ’ αυτόν και εν συνεχεία ο καρπός αναιρεί το άνθος περιέχοντας το όμως και ανυψώνοντας το ταυτόχρονα σ ένα άλλο επίπεδο, σ ένα ανώτερο. Όλα τα κομμάτια της διαδικασίας είναι αφ’ εαυτά μόνο στιγμιότυπα μιας διαδικασίας. Και η διαδικασία στην ολότητα της, δηλαδή από τον σπόρο, στο άνθος έως τον καρπό, είναι στην πραγματικότητα το πραγματικό φυτό, η οργανική μονάδα. Η διαδικασία, το προτσές που διανύει το φυτό ως ύπαρξη, είναι το πραγματικό φυτό. Όχι τα επιμέρους στάδια εξέλιξης του. Μόνο το όλον είναι το πραγματικό.Η διαδικασία είναι το αληθές.
Αυτή η δυναμική στην οποία το «γίγνεσθαι» και οι «εναλλαγές εν τω χρόνω» δεν είναι παρά στιγμιότυπα μιας όλης διαδικασίας η οποία στην ολότητα της μόνο είναι το μοναδικό αληθινό, χαρακτηρίζει κατά τον Χέγκελ όλη την πραγματικότητα.
Τα πάντα ρέουν, βρίσκονται σε συνεχή κίνηση για να φτάσουν στην αντίθεση τους κι εν συνεχεία να επιστρέψουν και πάλι στην προτέρα τους κατάσταση , αυτή τη φορά όμως, σε άλλο επίπεδο. Ακριβώς όπως ο καρπός του φυτού, ο οποίος εμπεριέχει μέσα του τον ανθό και το σπόρο απ’ όπου προήλθε , έτσι και τώρα ο ίδιος ο καρπός φέρει πλέον το σπόρο για το επόμενο προτσές (σπόρος-άνθος-καρπός).
Το ίδιο ισχύει κατά τον Χέγκελ και για τον άνθρωπο. Στην αρχή ως παιδί, μετά ως ενήλικας και τέλος ως υπερήλικας. Κάθε στάδιο της διαδικασίας, εξέλιξης, αναιρεί το προηγούμενο στάδιο ενώ παράλληλα το εμπεριέχει. Έτσι ο γέρος εμπεριέχει μέσα του τόσο τον ενήλικα όσο και το βρέφος. Το όλο προτσές, από τη γέννηση έως το θάνατο, είναι ο πραγματικός άνθρωπος, αφού τα επιμέρους στάδια της ανθρώπινης ύπαρξης δεν είναι παρά κομμάτια ενός όλου. Του μόνου πραγματικού. Ο άνθρωπος κατά τον Χέγκελ είναι όλη η διαδικασία. Από τη γέννησή του ως το θάνατο.
Αυτή η τρισδικότητα, ο κύκλος, όπως την ονομάζει, είναι η δομή όλης της ζώσας φύσης. Τα πάντα στη φύση μετατρέπονται στο αντίθετό τους, και επιστρέφουν με τη σειρά τους σε υψηλότερο επίπεδο εκεί απ’ όπου ξεκίνησαν για να τεθεί σε λειτουργία εκ νέου το ίδιο προτσές. Αυτή τη φορά όμως με διαφορετικό αφετηριακό επίπεδο ύψους. Όπως σ ένα σπιράλ.
Για να κατανοηθεί με επάρκεια αυτή η δυναμική της φύσης θα πρέπει σύμφωνα με τον Χέγκελ να προσαρμοστεί και να γίνει πιο ευμετάβλητη η ανθρώπινη σκέψη. Προς τούτο χρησιμοποιεί τη διαλεκτική σκέψη (Θέση-αντίθεση-σύνθεση).
Η σκέψη αυτή φέρει κάτι το πρωτοποριακό και ανατρεπτικό εκείνη την εποχή, αφού προσκρούει και ακυρώνει τρόπον τινά ένα θεμελιώδες αξίωμα της λογικής, αυτό της αντίθεσης, της αντίφασης. Σύμφωνα με τη νέα σκέψη, η αντίφαση δεν είναι σύμπτωμα λανθασμένου τρόπου σκέψης, όπως υποστηριζόταν έως τότε ή όπως ισχύει στις θετικές επιστήμες, αλλά είναι στιγμιότυπο του αληθινού και συνεπώς μέρος, κομμάτι του όλου, μέρος του πραγματικού.
Έτσι, στο έργο του Χέγκελ δεν «διαπιστώνεται» κάτι ως σωστό ή λάθος. Δεν υπάρχει ένα στέρεο και ακλόνητο αξίωμα που θα μπορούσε να λειτουργήσει ως στήριγμα στον ίλιγγο της σκέψης. Στη σκέψη του Χέγκελ τα πάντα βρίσκονται σε κίνηση. Σε μια κίνηση που έχει τη δομή και την φορά κίνησης της «θέσης-αντίθεσης-σύνθεσης» .
Αυτός ο τρόπος σκέψης είναι σύμφωνα με τον Χέγκελ ο μόνος αληθινός τρόπος σκέψης. Μόνο έτσι ο άνθρωπος θα μπορέσει να κατανοήσει τον τρόπο λειτουργίας της φύσης. Μόνο με έναν ρευστό τρόπο σκέψης ο άνθρωπος θα μπορέσει να έρθει πιο κοντά στο Αληθινό, στο Θεό.
Ο Χέγκελ επεκτείνει τη σκέψη του:
Αν η πραγματικότητα και η έκφρασή της ως σκέψη ταυτίζονται, τότε δεν μπορεί παρά και τα δυο να είναι το ένα και το αυτό, δηλαδή το ίδιο. Δηλαδή τόσο η φύση, όσο και η σκέψη να είναι Λόγος (Vernunft).
Η σκέψη για τη φύση, δεν προκύπτει έξωθεν, αλλά από την ίδια τη φύση. Κι εδώ είναι ο πυρήνας της χεγκελιανής σκέψης: Η ίδια η φύση είναι ο Λόγος. Η ίδια η φύση είναι πνεύμα. Ο άνθρωπος μ’ αυτά που πράττει και σκέφτεται (επιστήμες, φιλοσοφία), δεν κάνει τίποτα άλλο από το να αποκαλύπτει το Λόγο της φύσης. Ο άνθρωπος συνειδητοποιεί το Λόγο. Η φύση αποκτά τη συνείδηση του εαυτού της.
Με τη βοήθεια αυτής της σκέψης, ότι η φύση είναι Λόγος, άρα πνεύμα και η σκέψη είναι ταυτόσημη με τη φύση, αφού είναι η φύση, ο Χέγκελ επανέρχεται διαλεκτικά στον αφετηριακό του προβληματισμό για να εξηγήσει τώρα από ανώτερη διαλεκτική θέση την Τριαδικότητα:
Στον Χριστιανισμό ο Θεός είναι πνεύμα. απόλυτο, αφαιρετικό , μια δύναμη απεριόριστη, γενική και παντοτινή.
Εν συνεχεία μετατρέπεται ως Υιός σε αντικείμενο , σε ύλη, σε κάτι δηλαδή διαφορετικό από το ίδιο, ενώ ταυτόχρονα όμως είναι ο ίδιος, αφού τον περιέχει κι έτσι αναγνωρίζει το πνεύμα στον Υιό δηλαδή στην ύλη. Αυτή η αναγνώριση του Εαυτού του στον Υιό (πνεύμα αναγνωρίζει εαυτόν μέσα στην ύλη), είναι το Άγιο Πνεύμα.
Ο Χέγκελ χρησιμοποίησε τη σκέψη αυτή που καταγράφηκε στη «Φαινομενολογία του Πνεύματος» για να γράψει το τρίτο και τελειότερο έργο του: «Η εγκυκλοπαίδεια των φιλοσοφικών επιστήμων»
Σ’ αυτό το έργο ο Χέγκελ μετατρέπει και μετουσιώνει αυτά που έγραψε στη «Φαινομενολογία του Πνεύματος» μαζί με τους στοχασμούς του από το δεύτερο έργο του «Η επιστήμη της λογικής», σε μια νέα κοσμοθεωρία δημιουργώντας ένα νέο φιλοσοφικό σύστημα.
Εκεί αναφέρει:
Ο κόσμος είναι πνεύμα, όπως είχε διατυπώσει στο πρώτο του έργο. Το ίδιο το πνεύμα βρίσκεται εν μέσω ενός διαλεκτικού προτσές. Από το απόλυτο πνεύμα που είναι , μετατρέπεται σε «αντίθεση» ήτοι στην ύλη. Όλη η ύλη στην οποία μετουσιώθηκε το Πνεύμα είναι η ιστορία του υπαρχτού κόσμου.
Σύμφωνα με τον Χέγκελ, η ιστορία του κόσμου είναι η ιστορία της διαλεκτικής αποκάλυψης του απόλυτου πνεύματος. Η έκφραση γίνεται στην ύλη. Και η ύλη, δηλ ο κόσμος , προχωρά σε διαλεκτικές ενότητες (θέση-αντίθεση-σύνθεση). Από την πιο μικρή έως την πιο μεγάλη διαλεκτική ενότητα. Από τον άνθρωπο, στα κράτη , στον κόσμο όλο.
Πρώτο επίπεδο της διαλεκτικής σχέσης είναι η «θέση» που είναι το απόλυτο πνεύμα. Στο δεύτερο επίπεδο το πνεύμα μετατρέπεται στο διαλεκτικό του δίπολο στην «αντίθεση» που είναι η ύλη. Ο Λόγος γίνεται ύλη. Με την εμφάνιση του ανθρώπου στην ιστορία του κόσμου, πραγματοποιείται το τρίτο διαλεκτικό στάδιο.: «η σύνθεση». Εδώ η φύση αποκτά συνείδηση του εαυτού της, δηλαδή πνεύμα. Και το πνεύμα αναγνωρίζει, βλέπει κατάματα τον εαυτό του, το παγκόσμιο πνεύμα.
Η ιστορία του κόσμου δεν είναι σύμφωνα με το Χέγκελ αποτέλεσμα δράσης των ανθρώπων (Βασιλάδων, Τυράνων και Πολιτικών), αλλά του ίδιου του Πνεύματος που εκφράζεται απλώς στην ύλη. Το πνεύμα μετέρχεται απλώς των ανθρώπων για να εκδηλωθεί, να ξεδιπλωθεί, για να ακολουθήσει το δικό του σκοπό. Τον σκοπό όμως ο άνθρωπος δεν μπορεί να το δει. Δεν αποκαλύπτεται στον άνθρωπο.
Από τα παραπάνω ο Χέγκελ καταλήγει στο εξής συμπέρασμα:
Αφού το Πνεύμα είναι Λόγος, και ο κόσμος δεν είναι τίποτε άλλο από την διαλεκτική έκφραση του πνεύματος, θα πρέπει συνεπώς και ο ίδιος ο κόσμος , και συγκεκριμένα η ιστορία του κόσμου , να είναι Λόγος, λογική. Γιατί αν το Πνεύμα είναι Λόγος, πρέπει και η έκφρασή του να είναι Λόγος.
Αυτή η αναγνώριση του Λόγου σ’ όλη την ιστορία του κόσμου, ξενίζει σε πρώτη ανάγνωση. Προκαλεί αποτροπιασμό αν σκεφτεί κανείς το πόσο αιματοβαμμένη είναι η ιστορία του κόσμου. Προκαλεί φρίκη όταν σκεφτεί κανείς τα φρικώδη του Άουσβιτς και του τρίτου Ράιχ που έγιναν στο διάβα της ιστορίας. Είναι δυνατόν να είναι όλα αυτά Λόγος όπως λέει ο Χέγκελ;
Την ερώτηση αυτή, του την έκαναν μετά θάνατον. Η απάντηση του θα ήταν μάλλον η εξής: “Ναι, όλα ήταν Λόγος. Ακόμη κι αυτά τα φρικώδη που έγιναν στο Αουσβιτς ήταν Λόγος. ΑΛΛΑ, Λόγος, μόνο σε διαλεκτική σχέση με το όλον, με το απόλυτο Πνεύμα. Λόγος επειδή δεν μπορούμε να κατανοήσουμε ακόμα το μεγάλο σχέδιο, το μεγάλο σκοπό του Πνεύματος. ΟΧΙ από μόνα τους. Όχι σε σχέση με τον εαυτόν τους!”
Το τελευταίο μέσο στο οποίο αποκαλύπτεται το πνεύμα κατά τον Χέγκελ είναι ο χώρος της κουλτούρας. Στη τέχνη, στη θρησκεία, και κυρίως στη φιλοσοφία. Στη φιλοσοφία ιδιαιτέρως, δηλαδή στην ανώτερη σκέψη, το Πνεύμα αναγνωρίζει τον εαυτό του και το δρόμο που διήνυσε δια του υπαρκτού κόσμου, στην αρχή ως λογική, μετά ως φύση, εν συνεχεία ως ιστορία του ανθρώπου και τέλος ως φιλοσοφική σκέψη. Όλη αυτή η διαδικασία είναι το παγκόσμιο πνεύμα όπως ξεδιπλώθηκε στο διάβα της ιστορίας του κόσμου.
Άξιος συνεχιστής της σκέψης και κοσμοθεωρίας του Χέγκελ υπήρξε ένας άλλος γερμανός διανοητής , ο μέγιστος Κάρλ Μάρξ. Ο Μάρξ ερμηνεύει την ιστορία του κόσμου ακριβώς με τη χεγκελιανή διαλεκτική δομή. Μόνο που ως αφετηριακό σημείο των πάντων, βγάζει το απόλυτο παγκόσμιο πνεύμα από τη «θέση» και τοποθετεί εκεί την ύλη ως αρχή των πάντων. Έτσι ο Μάρξ προτάσσει την «αντίθεση» του Χέγκελ ως «Θεση» , δηλαδή δημιουργεί τον διαλεκτικό υλισμό ως παραλλαγή της Χεγκελιανής Φιλοσοφίας. Το 1989 «αναιρέθηκε» σύμφωνα με τη διαλεκτική διαδικασία τρόπον τινά, η «αντίθεση» του Μάρξ.
Ίσως να έφτασε πλέον ο καιρός για μια νέα «σύνθεση» . Από τη «θέση» του Χέγκελ και την «αντίθεση» του Μαρξ. Αναμένουμε!