Μετάφραση για το Νόστιμον Ήμαρ: Afterwords
Βιώνοντας τη νέα αντίληψη
Πριν από λίγα χρόνια ένας φίλος μου με συμβούλεψε ότι, αν ήθελα να μάθω τι συμβαίνει στον πραγματικό κόσμο, θα έπρεπε να διαβάσω τις σελίδες με τα επιχειρηματικά νέα. Αν και το δια βίου ενδιαφέρον μου επικεντρώνεται στη μελέτη της θρησκείας, είμαι πάντα πρόθυμος να διευρύνω τους ορίζοντές μου. Έτσι πήρα τη συμβουλή του, με τον ασαφή φόβο ότι θα έχω να αντιμετωπίσω ένα νέα και περίπλοκο λεξιλόγιο. Ωστόσο, με έκπληξη διαπίστωσα ότι οι περισσότερες έννοιες που συναντούσα μου ήταν αρκετά γνωστές.
Εν αναμονή μιας terra incognita, βρέθηκα αντίθετα σε μια γη déjà vu. Το λεξικό της The Wall Street Journal και οι σελίδες με τα επιχειρηματικά των Time και Newsweek αποδείχτηκε ότι έχουν εκπληκτικές ομοιότητες με τη Γένεση, την Επιστολή προς τους Ρωμαίους και την Πόλη του Θεού του Αγίου Αυγουστίνου. Πίσω από τις περιγραφές των μεταρρυθμίσεων στην αγορά, της νομισματικής πολιτικής και των αλλαγών του δείκτη Ντάου Τζόουνς, βαθμιαία βρήκα τα κομμάτια ενός μεγαλοπρεπούς αφηγήματος σχετικά με το εσωτερικό νόημα της ανθρώπινης ιστορίας, γιατί τα πράγματα στράβωσαν και πώς θα τα διορθώσουμε. Οι θεολόγοι το ονομάζουν αυτό μύθους της καταγωγής, θρύλους της πτώσης και δόγματα για την αμαρτία και την εξιλέωση. Αλλά πάλι μπροστά μου εμφανίζονταν, και μόνο με μια λεπτή μεταμφίεση: χρονικά για τη δημιουργία του πλούτου, τους σαγηνευτικούς πειρασμούς του στατισμού, την αιχμαλωσία σε απρόσωπους οικονομικούς κύκλους και, τέλος, τη σωτηρία μέσα από την έλευση των ελεύθερων αγορών, με μια μικρή δόση σφυξίματος της ασκητικής ζώνης στην πορεία, ειδικά για τις οικονομίες της Ανατολικής Ασίας.
Τα προβλήματα της Ανατολικής Ασίας, υποστηρίζουν οι ταγμένοι, πηγάζουν από την αιρετική τους παρέκκλιση από την ορθοδοξία της ελεύθερης αγοράς. Εκεί εφάρμοζαν τον «πελατειακό καπιταλισμό», τον «εθνοκαπιταλισμό», τον «κρατικιστικό καπιταλισμό», όχι αυτόν της μίας αληθινής πίστης. Οι χρηματοπιστωτικοί πανικοί της Ανατολικής Ασίας, οι αποκηρύξεις του ρωσικού χρέους, η βραζιλιάνικη οικονομική αναταραχή και η «διόρθωση» $1,5 τρις στο αμερικάνικο χρηματιστήριο στιγμιαία κλόνισε την πίστη στη νέα αντίληψη. Αλλά η πίστη δυναμώνει μέσα από τις κακουχίες και ο Θεός της Αγοράς αναδύεται ανανεωμένος από την κρίση/δίκη του από τη χρηματοπιστωτική «μόλυνση». Εφόσον το επιχείρημα εκ του σχεδιασμού του δεν είναι πλέον αυταπόδεικτο, γίνεται γρήγορα μια μεταμοντέρνα θεότητα, στην οποία πιστεύει κανείς παρά τις αποδείξεις. Ο Alan Greenspan υπερασπίστηκε αυτή τη μετριασμένη πίστη σε κατάθεσή του ενώπιον του Κογκρέσου τον περασμένο Οκτώβρη. Ένα κορυφαίο κεφάλαιο αντιστάθμισης κινδύνου είχε μόλις χάσει δισεκατομμύρια δολάρια, κλονίζοντας την εμπιστοσύνη στην αγορά και επισπεύδοντας τις εκκλήσεις για νέα ομοσπονδιακή ρύθμιση. Ο Greenspan, συνήθως δυσνόητος στα σχόλιά του, ήταν αποφασιστικός. Πίστευε ότι η επιβολή ρυθμίσεων θα έφερνε εμπόδια σε αυτές τις αγορές και ότι αυτές θα έπρεπε να συνεχίσουν να αυτορρυθμίζονται. Η αληθινή πίστη, μας λέει ο Άγιος Παύλος, είναι η απόδειξη πραγμάτων που δεν έχουμε δει.
Σύντομα άρχισα να θαυμάζω το πόσο ολοκληρωμένη είναι η θεολογία της αγοράς. Υπάρχουν μέχρι και μυστήρια που μεταδίδουν σωτήρια δύναμη στους απολωλότες, ένα ημερολόγιο αγίων επιχειρηματιών κι αυτό που οι θεολόγοι αποκαλούν «εσχατολογία», διδασκαλία σχετικά με το «τέλος της ιστορίας». Η φαντασία μου εξάφτηκε. Άρχισα να καταγράφω αυτά τα περίεργα οικεία δόγματα και είδα ότι στην πραγματικότητα στις σελίδες με τα επιχειρηματικά νέα είναι καλά ριζωμένη μια ολόκληρη θεολογία, η οποία είναι συγκρίσιμη ως προς το πεδίο, αν όχι ως προς το βάθος, με εκείνη του Θωμά του Ακινάτη και του Καρλ Μπαρτ. Χρειαζόταν μόνο να συστηματοποιηθεί, προκειμένου να σχηματιστεί ένα ολόκληρο νέο Summa.
Στο απόγειο του θεολογικού συστήματος, φυσικά, βρίσκεται το δόγμα του Θεού. Στη νέα θεολογία αυτή η ουράνια κορυφή καταλαμβάνεται από την Αγορά, την οποία γράφω με κεφαλαίο για να δηλώσω τόσο το μυστήριο που την τυλίγει όσο και την ευλάβεια που εμπνέει στο επιχειρηματικό ποίμνιο. Τα διαφορετικά Πιστεύω έχουν, όπως είναι φυσικό, και διαφορετικές όψεις των θείων χαρακτηριστικών. Στον χριστιανισμό ο Θεός έχει κατα καιρούς οριστεί ως παντοδύναμος (κατέχει όλη τη δύναμη), παντογνώστης (κατέχει όλη τη γνώση) και πανταχού παρών (βρίσκεται παντού). Οι περισσότερες χριστιανικές θεολογίες, η αλήθεια είναι, το σουλουπώνουν λίγο. Διδάσκουν ότι όλες αυτές οι θείες ιδιότητες είναι πράγματι παρούσες, ωστόσο είναι κρυμμένες από το ανθρώπινο μάτι, και λόγω της ανθρώπινης αμαρτίας και λόγω της ίδιας της υπερβατικότητας του θείου. Είναι «άφταστα στο φως», όπως λέει και ο παλιός ύμνος, και «κρυμμένα από τα μάτια μας». Παρομοίως, αν και η Αγορά, όπως μας διαβεβαιώνουν, κατέχει όλα τα θεία γνωρίσματα, δεν είναι πάντα εντελώς φανερά στους θνητούς, αλλά πρέπει να τα εμπιστευτούμε και να επιβεβαιωθούν από την πίστη. «Στην πορεία», σύμφωνα με έναν άλλο ψαλμό, «θα καταλάβουμε το γιατί».
Προσπαθώντας να κατανοήσω τα επιχειρήματα και τις εξηγήσεις των οικονομολόγων-θεολόγων που αιτιολογούν το θέλημα της Αγοράς για τους ανθρώπους, εντόπισα την ίδια διαλεκτική, η οποία μου αρέσει στα τόσα χρόνια που μελετώ τους Θωμιστές, τους Καλβινιστές και τις ποικίλες σχολές της σύγχρονης θρησκευτικής σκέψης. Συγκεκριμένα, η ρητορική των οικονομοθεολόγων μοιάζει με αυτό που συχνά αποκαλείται «διαδικασιακή θεολογία», μια σχετικά σύγχρονη τάση που λαμβάνει επιρροές από τη φιλοσοφία του Alfred North Whitehead. Σε αυτή τη σχολή, αν και ο Θεός επιθυμεί να κατέχει τα κλασικά γνωρίσματα, ωστόσο δεν τα κατέχει πλήρως, αλλά κινείται προς αυτήν την κατεύθυνση. Αυτή η εικασία αποτελεί τεράστιο βοήθημα στους θεολόγους για ευνόητους λόγους. Δίνει απάντηση στον ενοχλητικό γρίφο της θειοδικίας: το γιατί συμβαίνουν άσχημα πράγματα, τα οποία ένας παντοδύναμος, πανταχού παρών και παντογνώστης –και ιδίως ένας καλοπροαίρετος- Θεός δε θα επέτρεπε. Η διαδικασιακή θεολογία φαίνεται να προσφέρει και αξιοσημείωτη παρηγοριά στους θεολόγους της Αγοράς. Βοηθάει στο να δώσει κανείς εξηγήσεις στην εξάρθρωση, τον πόνο και τον αποπροσανατολισμό, που είναι το αποτέλεσμα της μετάβασης από την οικονομική ετεροδοξία στην ελεύθερη αγορά.
Ήδη από τα πρώτα στάδια της ανθρώπινης ιστορίας, φυσικά, υπήρχαν πανηγύρια, ριάλτο και εμπορικοί σταθμοί, με λίγα λόγια αγορές. Αλλά Η Αγορά δεν ήταν ποτέ ο Θεός, γιατί υπήρχαν κι άλλα κέντρα αξιών και νοήματος, άλλοι «θεοί». Η Αγορά δρούσε εντός μιας πληθώρας άλλων θεσμών που την περιόριζαν. Όπως αποδεικνύει ο Καρλ Πολάνυι στο κλασικό έργο του Ο μεγάλος μετασχηματισμός, μόνο κατά τους δύο τελευταίους αιώνες Η Αγορά υπερέβη όλους αυτούς τους ημίθεους και τα χθόνια πνεύματα, για να γίνει η Πρώτη Αιτία του σήμερα.
Αρχικά, η άνοδος της Αγοράς προς την Ολύμπια υπεροχή αναπαρήγαγε τη σταδιακή τοποθέτηση του Δία πάνω από όλες τις θεότητες στο αρχαιοελληνικό πάνθεον, μια ανάβαση που ποτέ δεν υπήρξε ιδιαίτερα ασφαλής. Ο Δίας, σας υπενθυμίζω, έπρεπε να εξορμεί από τον Όλυμπο, προκειμένου να εξαλείψει τη μια ή την αλλη απειλή απέναντι στην κυριαρχία του. Ωστόσο, τελευταία η Αγορά γίνεται όλο και πιο πολύ σαν τον Γιαχβέ της Παλαιάς Διαθήκης, δηλαδή όχι απλώς μια ανώτερη θεότητα που ανταγωνίζεται τις άλλες, αλλά η Ανώτατη Θεότητα, ο μοναδικός αληθινός Θεός, του οποίου το βασίλειο πρέπει τώρα να γίνει καθολικά αποδεκτό και ο οποίος δεν αφήνει περιθώριο για αντιπάλους.
Η θεία παντοδυναμία σημαίνει την ικανότητα να ορίζεις τι είναι πραγματικό. Είναι η δύναμη να φτιάχνεις κάτι από το τίποτα και τίποτα από το κάτι. Η ηθελημένη -αλλά ακόμα ανεκπλήρωτη- παντοδυναμία Της Αγοράς σημαίνει ότι δε νοείται όριο στην ανεξερεύνητη ικανότητά του να μετατρέπει τη δημιουργία σε ανέσεις. Αλλά πάλι, αυτή είναι ακριβώς μια νέα ιδέα, αν και έχει μια νέα ανατροπή. Σύμφωνα με την καθολική θεολογία, μέσω αυτού που ονομάζεται «μετουσίωση», ο συνηθισμένος άρτος και οίνος γίνονται μέσα έκφρασης του θείου. Στη λειτουργία Της Αγοράς μια αντίστροφη διαδικασία λαμβάνει χώρα. Πράγματα που θεωρούνται ιερά μεταμορφώνονται σε ανταλλάξιμα προϊόντα προς πώληση. Η γη είναι ένα καλό παράδειγμα. Για χιλιετίες έφερε ποικίλες ερμηνείες, πολλές από αυτές υπερφυσικές. Έχει υπάρξει η Μητέρα Γη, η γη ανάπαυσης των προγόνων, το ιερό βουνό, το μαγεμένο δάσος, η γενέτειρα της φυλής, η αισθητική έμπνευση, τα ιερά πάτρια εδάφη, και πολλά άλλα. Αλλά όταν σημάνει η καμπάνα του Αγίου της Αγοράς και ανυψωθούν τα στοιχεία, όλες αυτές οι πολύπλοκες ερμηνείες της γης λιώνουν και γίνονται μία: ακίνητα. Στην κατάλληλη τιμή κανένα κομμάτι γης δεν είναι για να μην πουληθεί κι αυτό περιλαμβάνει τα πάντα από νεκροταφεία μέχρι τον όρμο του τοπικού ξωτικού γονιμότητας. Αυτή η ριζική από-αγιοποίηση αλλοιώνει δραματικά τη σχέση του ανθρώπου με τη γη. Το ίδιο συμβαίνει με το νερό, τον αέρα, το διάστημα και σύντομα (προβλέπεται) με τα ουράνια σώματα.
Στην κορυφαία στιγμή της λειτουργίας ο ιερέας λέει: «Αυτό είναι το σώμα μου», εννοώντας το σώμα του Χριστού και, κατ’ επέκταση τα σώματα των πιστών. Ο χριστιανισμός και ο ιουδαϊσμός διδάσκουν ότι το ανθρώπινο σώμα είναι φτιαγμένο «κατ’ εικόνα του Θεού». Τώρα, ωστόσο, σε μια εκτυφλωτική αναπαράσταση της αντίστροφης μετουσίωσης, το ανθρώπινο σώμα έχει γίνει το τελευταίο ιερό μέσο έκφρασης που μετατρέπεται σε μια άνεση. Η τέλεση ξεκίνησε, όπως αρμόζει, με αίμα. Αλλά τώρα ή σύντομα όλα τα όργανα του σώματος – νεφρά, δέρμα, μυελός των οστών, σπέρμα και η ίδια η καρδιά- θα μετατραπούν με τρόπο θαυματουργό σε αγαθά προς πώληση.
Εν τούτοις, η λειτουργία της Αγοράς δεν τελείται χωρίς μια κάποια αντίδραση από τα στασίδια. Μια αξιοσημείωτη διαμάχη αρχίζει να παίρνει μορφή στις ΗΠΑ, για παράδειγμα, σχετικά με την προσπάθεια εμπορευματοποίησης των ανθρώπινων γονιδίων. Λίγα χρόνια πριν, ενωμένοι για πρώτη φορά στην ιστορία, εικονικά όλοι οι θρησκευτικοί θεσμοί στη χώρα, από το φιλελεύθερο Εθνικό Συμβούλιο των Εκκλησιών μέχρι τους καθολικούς επισκόπους και τον Χριστιανικό Συνασπισμό, έφεραν την αντίρρησή τους στην αγορά γονιδίων, τα νέα Θεοφάνεια της Αγοράς. Αλλά αυτοί οι επικριτές είναι οπαδοί πλέον «παλιών θρησκειών», οι οποίες σαν τις λατρείες θεών που ανθούσαν, όταν η λατρεία του δραστήριου νέου Απόλλωνα άρχισε να σαρώνει την αρχαία Ελλάδα, πιθανόν δεν έχουν τη δύναμη να ανακόψουν τη διάδοση αυτής της νέας πίστης.
Περιστασιακά, κάποιοι υπότροποι προσπαθούν να δαγκώσουν το Αόρατο Χέρι που τους ταΐζει. Στις 26 Οκτωβρίου του 1996 η γερμανική κυβέρνηση έβγαλε μια διαφήμιση, προσφέροντας ολόκληρο το χωριό του Λίμπενμπεργκ, στην τότε Ανατολική Γερμανία, προς πώληση, χωρίς προηγουμένως να προειδοποιήσει τους 350 κατοίκους του. Οι πολίτες του Λίμπενμπεργκ, πολλοί από αυτούς ηλικιωμένοι ή άνεργοι, κοιτούσαν την ανακοίνωση με δυσπιστία. Σίγουρα είχαν μισήσει τον κομμουνισμό, αλλά όταν διάλεγαν την οικονομία της αγοράς που τους υποσχέθηκε η επανένωση, δύσκολα να το περίμεναν αυτό. Το Λίμπενμπεργκ περιλαμβάνει μια εκκλησία του 13ου αιώνα, ένα μπαρόκ κάστρο, μια λίμνη, ένα καταφύγιο για κυνήγι, δύο εστιατόρια και 3.000 έικρ λιβαδιών και δάσους. Καθώς κάποτε αποτελούσε αγαπημένο μέρος για κυνήγι αγριογούρουνου για τους τότε Γερμανούς ευγενείς, ήταν εμφανώς εξαιρετικά πολύτιμο «φιλέτο» για να το αγνοήσουν. Εξάλλου, καθώς είχε απαλλοτριωθεί από την κομμουνιστική κυβέρνηση της Ανατολικής Γερμανίας, τώρα ήταν νομίμως διαθέσιμο προς πώληση υπό τους όρους της επανένωσης των δύο Γερμανιών. Μέσα σε μια νύχτα το Λίμπενμπεργκ έγινε μια ζωντανή παραβολή, που έδινε μια ανεκτίμητη εικόνα του Βασιλείου, στο οποίο είχε πράγματι επέλθει το θέλημα της Αγοράς. Αλλά οι εξοργισμένοι δημότες της πόλης δεν ένιωθαν ιδιαίτερα ευλογημένοι. Διαμαρτυρήθηκαν έντονα και η πώληση εν τέλει αναβλήθηκε. Όλοι, ωστόσο, στην πόλη συνειδητοποίησαν ότι δεν επρόκειτο για μια πραγματική νίκη. Η Αγορά, όπως ο Γιαχβέχ, μπορεί να χάσει μια μάχη, αλλά στον πόλεμο της μετάνοιας θα κερδίζει πάντα.
Φυσικά, η θρησκεία στο παρελθόν δε δίσταζε να χρεώνει για τις υπηρεσίες της. Προσευχές, λειτουργίες, ευλογίες, θεραπείες, βαπτίσεις, κηδείες και φυλαχτά έχουν πουληθεί κι ακόμα πουλιούνται. Ούτε ήταν ποτέ η θρησκεία ευαίσθητη στο τι θα έφερνε η κίνηση. Όταν, στις αρχές του 16ου αιώνα, ο Johann Tetzel αύξησε την τιμή των υπηρεσιών και έβαλε κιόλας να συνθέσουν ένα από τα πρώτα διαφημιστικά τραγουδάκια για να τονώσει τις πωλήσεις (“When the coin into the platter pings, the soul out of purgatory springs”), δε συνειδητοποίησε ότι είχε υπερεκτιμήσει τις δυνατότητές του. Οι πελάτες σταμάτησαν απότομα και ένας νεαρός Αυγουστίνος καλόγερος ακινητοποίησε εντελώς την κίνηση με ένα πλακάτ που κρέμασε με πινέζες σε μια πόρτα εκκλησίας.
Θα ήταν πολύ δύσκολο για έναν Λούθηρο σήμερα να διακόψει την πώληση φυλαχτών της Αγοράς σήμερα. Όπως ανακάλυψαν οι άνθρωποι του Λίμπενμπεργκ, όλα μπορούν τώρα να αγοραστούν. Οι λίμνες, τα λιβάδια, οι εκκλησίες – όλα φέρουν μια αυτοκόλλητη τιμή. Αλλά και η ίδια η τακτική αυτή απαιτεί ένα κόστος. Αν όλα σε αυτό που κάποτε αποκαλούσαμε δημιουργία γίνει μια πολυτέλεια, τα ανθρώπινα όντα θα αρχίσουν να κοιτάνε το ένα το άλλο και τους εαυτούς τους με έναν αστείο τρόπο και θα βλέπουν ετικέτες με τιμή. Υπήρχε μια εποχή που οι άνθρωποι μιλούσαν, τουλάχιστον περιστασιακά, για την «έμφυτη αξία», αν όχι των πραγμάτων, τουλάχιστον των ανθρώπων. Η αρχή του Λίμπενμπεργκ τα αλλάζει όλα αυτά. Αναρωτιέται κανείς τι θα απογινόταν ένας σύγχρονος Λούθηρος που προσπαθεί να τοιχοκολλήσει τις θέσεις του στην πόρτα του ναού, μέχρι τη στιγμή που ανακαλύπτει ότι ολόκληρο το κτίριο έχει αγοραστεί από έναν Αμερικανό δισεκατομμυριούχο που έκρινε ότι θα έδειχνε ωραίο σαν ιδιοκτησία του.
Είναι παρήγορο να σημειώσει κανείς ότι οι πολίτες του Λίμπενμπεργκ, τουλάχιστον, δε δόθηκαν προς πώληση. Εδώ η νέα θεότητα κάνει παύση, αλλά όχι για πολύ. Ο υπολογισμός μπορεί να είναι πολύπλοκος, αλλά δεν είναι αδύνατος. Ποια είναι η αξία της ανθρώπινης ζωής στη θεολογία της Αγοράς; Δε θα πρέπει να πιστεύουμε, για παράδειγμα, ότι αν ένα παιδί γεννηθεί με κάποια βαριά αναπηρία, ανίκανο να είναι «παραγωγικό», η Αγορά θα διατάξει το θάνατό του. Πρέπει να θυμόμαστε ότι τα κέρδη που προέρχονται από τα φάρμακα, τους νάρθηκες και τον εξοπλισμό για τις ακτινογραφίες θα πρέπει επίσης να συνυπολογιστούν στην εξίσωση. Μια τέτοια ανάλυση κόστους μπορεί να απέχει εξίσου από τις δύο λύσεις, αλλά η έμφυτη αξία της ζωής του παιδιού, αφού δεν μπορεί να προσδιοριστεί ποσοτικά, θα ήταν δύσκολο να συμπεριληφθεί στον υπολογισμό.
Λέγεται μερικές φορές ότι εφόσον όλα είναι προς πώληση σύμφωνα με το νόμο της Αγοράς, τίποτα δεν είναι ιερό. Αλλά αυτό δεν είναι ακριβώς αλήθεια. Πριν από περίπου τρία χρόνια ξέσπασε μια σιχαμερή διαμάχη στη Μεγάλη Βρετανία, όπου ένα συνταξιοδοτικό ταμείο σιδηροδρόμων που κατείχε την πολύτιμη κασετίνα, στην οποία φυλάσσονταν τα λείψανα του Αγίου Θωμά Μπέκετ, αποφάσισε να το θέσει σε δημοπρασία μέσω του οίκου Sotheby’s. Η θήκη χρονολογείται από τον 12ο αιώνα και τιμάται τόσο ως ιερό σκήνωμα όσο και ως εθνικός θησαυρός. Το Βρετανικό Μουσείο έκανε προσπάθεια να την αγοράσει αλλά δεν είχε τους πόρους, κι έτσι η θήκη πουλήθηκε σε έναν Καναδέζο. Μόνο κάποια μέτρα της τελευταίας στιγμής από τη Βρετανική Κυβέρνηση απέτρεψαν την απομάκρυνση της θήκης από το Ηνωμένο Βασίλειο. Κατ’ αρχήν, ωστόσο, στη θεολογία της Αγοράς, δεν υπάρχει κανένας λόγος να μην προστεθούν στον κατάλογο οποιοδήποτε σκήνωμα, φέρετρο, σώμα ή εθνικό μνημείο, συμπεριλαμβανομένου του Αγάλματος της Ελευθερίας και του Αββαείου Γουέστμινστερ. Αμφιβάλλει κανείς ότι αν κάποια στιγμή βρεθεί αλήθεια ο Τίμιος Σταυρός, δε θα καταλήξει τελικά στο Sotheby; Η Αγορά δεν είναι παντοδύναμη – ακόμα. Αλλά η διαδικασία είναι σε εξέλιξη και κερδίζει έδαφος.
Η παντογνωσία είναι λίγο πιο δύσκολο να μετρηθεί από ό,τι η παντοδυναμία. Ίσως η Αγορά να την έχει ήδη επιτύχει, ωστόσο είναι ανίκανη -προσωρινά- να εφαρμόσει τη γνώση της, έως ότου η Βασιλεία και η Δύναμή της φτάσουν στην πληρότητά τους. Εν τούτοις, η σύγχρονη διανόηση ήδη αποδίδει στην Αγορά μια συνολική σοφία που στο παρελθόν γνώρισαν μόνο οι θεοί. Η Αγορά, μας διδάσκουν, είναι ικανή να καθορίσει ποιες είναι οι ανθρώπινες ανάγκες, πόσο πρέπει να κοστίζει ο χαλκός και το κεφάλαιο, πόσο πρέπει να πληρώνονται οι μπαρμπέρηδες και οι διευθύνοντες σύμβουλοι και σε τι τιμή πρέπει να πωλούνται τα τζετ, τα αθλητικά παπούτσια και οι υστερεκτομές. Αλλά πώς ξέρουμε το θέλημα της Αγοράς;
Στα παλιά τα χρόνια, οι μάντες έμπαιναν σε μια κατάσταση έκστασης και ύστερα ενημέρωναν τους αγχώδεις ερωτώντες ποια ήταν η διάθεση των θεών και εάν ήταν ευνοϊκές οι συνθήκες για να ξεκινήσουν ένα ταξίδι, να παντρευτούν ή να κηρύξουν πόλεμο. Οι προφήτες του Ισραήλ αποσύρονταν στην έρημο και ύστερα επέστρεφαν, για να ανακοινώσουν εάν ο Γιαχβέχ είχε καλές διαθέσεις ή ένιωθε οργισμένος. Σήμερα το ευμετάβλητο θέλημα της Αγοράς αποσαφηνίζεται με τις καθημερινές αναφορές της Γουόλ Στριτ και άλλων αισθητήριων οργάνων του χρηματοοικονομικού συστήματος. Ως εκ τούτου, μπορούμε να γνωρίζουμε σε καθημερινή βάση εάν η Αγορά είναι «νευρική», «ανακουφισμένη», «αγχωμένη» ή μερικές φορές ακόμα και «χαρούμενη». Με βάση αυτήν την αποκάλυψη, άναυδοι ειδικοί παίρνουν κρίσιμες αποφάσεις για το αν θα αγοράσουν ή θα πουλήσουν. Σαν ένας από τους θεούς που κατασπάραζε τα παλιά χρόνια, η Αγορά, με την κατάλληλη ενσάρκωση σε ταύρο ή αρκούδα, πρέπει να ταϊστεί και να μείνει ικανοποιημένη σε κάθε περίπτωση. Είναι αλήθεια ότι μερικές φορές η όρεξή της μπορεί να είναι υπερβολική – ένα πακέτο διάσωσης $35 δις εδώ, ένα άλλο $50 δις εκεί – αλλά η εναλλακτική στο να κατευνάσουμε την πείνα της είναι πολύ τρομακτική να τη διανοηθεί κανείς.
Οι προφήτες και οι μάντεις των διαθέσεων της Αγοράς είναι οι ανώτατοι ιερείς των μυστηρίων της. πράττοντας ενάντια στις προειδοποιήσεις τους κινδυνεύεις με αφορισμό και πιθανόν με καταδίκη. Σήμερα, για παράδειγμα, αν η πολιτική κάποιας κυβέρνησης ενοχλήσει την Αγορά, οι υπεύθυνοι για αυτήν την ασέβεια θα αναγκαστούν να υποφέρουν. Το αν η Αγορά δεν ενοχλείται καθόλου από τη μείωση ή την αύξηση του εισοδηματικού χάσματος ή αν είναι χαρούμενη με την εκτόξευση των πωλήσεων τσιγάρων στους νέους ανθρώπους της Ασίας, δεν πρέπει να κάνει κανέναν να αμφισβητήσει την υπέρτατη παντογνωσία της. Σαν την ανεξιχνίαστη θειότητα του Καλβίνου, η Αγορά μπορεί να δρα με μυστήριους τρόπους, «κρυμμένη από τα μάτια μας», αλλά τελικά αυτή ξέρει καλύτερα.
Η παντογνωσία ίσως να φαίνεται αδιάκριτη πολλές φορές. Ο παραδοσιακός Θεός του Επισκοπικού Βιβλίου της Κοινής Προσευχής αναφέρεται ως ένας «προς τον οποίον ανοίγουν όλες οι καρδιές, γίνονται γνωστές όλες οι επιθυμίες και από τον οποίο δε μένει κανένα μυστικό κρυφό». Όπως κι αυτός, η Αγορά γνωρίζει ήδη τα βαθύτερα μυστικά και τις σκοτεινότερες επιθυμίες της καρδιάς μας ή τουλάχιστον θα ήθελε να τις γνωρίζει. Αλλά υποπτεύεται κανείς ότι τα θεία κίνητρα διαφέρουν σε αυτές τις δύο περιπτώσεις. Προφανώς η Αγορά θέλει αυτήν την παντογνωσία τύπου ακτίνων χ, γιατί εξετάζοντας τους ενδότερους φόβους μας και επιθυμίες μας και διανέμοντας, κατόπιν αυτού, συνολικές λύσεις, μπορεί να επεκτείνει την εμβέλειά της. Σαν τους θεούς του παρελθόντος, στους οποίους οι ιερείς προσέφεραν τις ένθερμες προσευχές και τα αιτήματα των ανθρώπων, η Αγορά βασίζεται στους δικούς της μεσάζοντες: τους παρακινητικούς ερευνητές. Καλά εκπαιδευμένοι στην προηγμένη τέχνη της ψυχολογίας, η οποία εδώ και καιρό έχει αντικαταστήσει τη θεολογία ως η αυθεντική «επιστήμη της ψυχής», οι σύγχρονοι διάδοχοι των μεσαιωνικών εξομολογητών βουτάνε στις κρυμμένες φαντασιώσεις, ανασφάλειες και ελπίδες του λαού.
Αναρωτιέται κανείς, σε αυτήν την εποχή της θρησκείας της Αγοράς, πού έχουν πάει οι σκεπτικιστές και οι ελεύθεροι στοχαστές. Τι συνέβη στους Βολταίρους που κάποτε αποκάλυπταν κίβδηλα θαύματα και ύστερα στους Μένκενς που κάρφωναν ευλαβείς απατεωνίσκους; Τέτοια είναι η αντίληψη της τρέχουσας ορθοδοξίας, ώστε το να αμφισβητείς την παντογνωσία της Αγοράς ισοδυναμεί με το να αμφισβητείς την ανεξιχνίαστη σοφία της Πρόνοιας. Η μεταφυσική αρχή είναι εμφανής: αν λες ότι αυτή είναι η πραγματικότητα, τότε αυτή είναι η πραγματικότητα. Όπως σημειώνει ο πρώιμος Χριστιανός θεολόγος Τερτουλιανός: «Credo quia absurdum est» («Πιστεύω γιατί είναι παράλογο»).
Τέλος, υπάρχει η επιθυμία του θείου να είναι πανταχού παρόν. Εικονικά κάθε θρησκεία διδάσκει αυτήν την ιδέα με τον έναν ή τον άλλον τρόπο και η νέα θρησκεία δεν αποτελεί εξαίρεση. Η τελευταία τάση στην οικονομική θεωρία είναι η προσπάθεια να εφαρμοστούν οι υπολογισμοί της αγοράς σε τομείς που άλλοτε έμοιαζαν να εξαιρούνται, όπως τα ραντεβού, η οικογενειακή ζωή, οι έγγαμες σχέσεις και η ανατροφή των παιδιών. Ο Henri Lepage, ένας ένθερμος υποστηρικτής της παγκοσμιοποίησης, τώρα κάνει λόγο για μια «συνολική αγορά». Ο Άγιος Παύλος θύμισε στους Αθηναίους ότι οι ίδιοι τους οι ποιητές υμνούσαν έναν Θεό «μέσα στον οποίον ζούμε και κινούμαστε κι έχουμε το είναι μας». Έτσι, τώρα η Αγορά δεν είναι μόνο γύρω μας, αλλά και μέσα μας, πληροφορώντας τις αισθήσεις μας και τα αισθήματά μας. Φαίνεται να μην υπάρχει διέξοδος από αυτήν την ακούραστη αναζήτηση. Όπως το «Λαγωνικό του Ουρανού», μας καταδιώκει σπίτι από το δρόμο και στο παιδικό δωμάτιο και το υπνοδωμάτιο.
Συνηθιζόταν να πιστεύουμε –λανθασμένα, όπως προκύπτει- ότι τουλάχιστον η ενδόμυχη ή «πνευματική» διάσταση της ζωής αντιστεκόταν στην Αγορά. Φαινόταν απίθανο το εσωτερικό κάστρο να έχει μπει στη λίστα μέχρι τον 21ο αιώνα. Αλλά, καθώς οι αγορές υλικών αγαθών τείνουν ολοένα και πιο πολύ στον κορεσμό, τέτοιες μη εμπορεύσιμες καταστάσεις χάριτος, όπως η ηρεμία και η γαλήνη, εμφανίζονται πλέον στις λίστες. Η αναζήτηση προσωπικής σου οπτικής μπορεί να λάβει χώρα σε μια άσπιλη ερημιά που απεικονίζονται ως άφταστα – εκτός, ενδεχομένως, από άλλους ανθρώπους που διαβάζουν τον ίδιο κατάλογο. Επιπλέον, η έκσταση και η πνευματικότητα προσφέρονται πλέον σε μια βολική γενική μορφή. Ως εκ τούτου, η Αγορά κάνει διαθέσιμα τα θρησκευτικά οφέλη που κάποτε απαιτούσαν προσευχή και νηστεία, χωρίς την άβολη κατάσταση της σχετικής με τη θρησκεία δέσμευσης ή τη μονότονη ασκητική πειθαρχία που κάποτε περιόριζαν την προσβασιμότητας τους. Πλέον όλα μπορούν αβίαστα να αγοραστούν χωρίς τη μη ρεαλιστική απαίτηση από το χρόνο κάποιου, σε ένα διήμερο εργαστήρι σε κάποιο θέρετρο της Καραϊβικής με έναν ευαίσθητο ψυχολογικό σύμβουλο που αντικαθιστά τον ιδιότροπο διδάσκαλο του ησυχαστηρίου.
Η ανακάλυψη της θεολογίας της Αγοράς με έκανε να αρχίσω να σκέφτομαι διαφορετικά σχετικά με τη διαμάχη μεταξύ των θρησκειών. Η βία μεταξύ των Καθολικών και των Προτεσταντών στο Άλστερ ή των Ινδουιστών και των Μουσουλμάνων στην Ινδία συχνά καταλαμβάνουν τα πρωτοσέλιδα. Αλλά έφτασα να αναρωτιέμαι αν η πραγματική σύγκρουση μεταξύ των θρησκειών (ή ακόμα και των πολιτισμών) περνά απαρατήρητη. Αρχίζω να σκέφτομαι ότι για όλες τις θρησκείες του κόσμου, όσο κι αν αυτές διαφέρουν μεταξύ τους, η θρησκεία της Αγοράς έχει αναδειχθεί ο πιο αξιόλογος αντίπαλος, κυρίως γιατί σπανίως αναγνωρίζεται ως θρησκεία. Οι παραδοσιακές θρησκείες και η θρησκεία της παγκόσμιας αγοράς, από όσο έχουμε δει, διατηρούν ριζικά διαφορετικές απόψεις για τη φύση. Στον χριστιανισμό και στον ιουδαϊσμό, για παράδειγμα, «η γη ανήκει στον Άρχοντα και στην πληρότητα αυτού, στον κόσμο και σε όλα όσα κατοικούν σε αυτόν». Ο Δημιουργός διορίζει τα ανθρώπινα όντα ως αεροσυνοδούς και κηπουρούς, αλλά, όπως συνέβαινε, διατηρεί την κατοχή του τη γη. Άλλες πεποιθήσεις έχουν παρόμοιες ιδέες.
Άλλες πεποιθήσεις περιλαμβάνουν παρόμοιες ιδέες. Στη θρησκεία της Αγοράς, εν τούτοις, τα ανθρώπινα όντα, ιδίως αυτά που έχουν χρήματα, κατέχουν όσα αγοράζουν και –μέσα σε κάποια όρια- μπορούν να ξεφορτωθούν ό,τι θέλουν, ανάλογα με το τι επιθυμούν. Άλλες αντιφάσεις είναι ορατές σε ιδέες σχετικές με το ανθρώπινο σώμα, τη φύση της ανθρώπινης κοινότητας και τον σκοπό της ζωής. Οι παλιότερες θρησκείες ενθαρρύνουν το δέσιμο αρχαϊκού τύπου με συγκεκριμένα μέρη. Αλλά στα μάτια της Αγοράς, όλα τα μέρη είναι ανταλλάξιμα. Η Αγορά προτιμά μια ομογενοποιημένη παγκόσμια κουλτούρα με όσες λιγότερες άβολες ιδιαιτερότητες είναι δυνατές.
Οι διαφορές μεταξύ των παραδοσιακών θρησκειών γίνονται ασήμαντες σε σύγκριση με τις θεμελιώδεις διαφορές που έχουν όλες με τη θρησκεία της Αγοράς. Θα οδηγήσει αυτό σε μια νέα τζιχάντ ή μια σταυροφορία; Αμφιβάλλω. Φαίνεται απίθανο οι παραδοσιακές θρησκείες να ανέβουν στο ύψος των περιστάσεων και να προκαλέσουν τα δόγματα της νέας αντίληψης. Οι περισσότερες δείχνουν ευχαριστημένες με το να γίνουν οι ακόλουθοί της ή με το να απορροφηθούν στο πάνθεον της, με τον ίδιο τρόπο που οι αρχαίες σκανδιναβικές θεότητες, αφού έδωσαν τον αγώνα τους, τελικώς συμβιβάστηκαν με το υποβαθμισμένο αλλά ασφαλές στάτους των Χριστιανών Αγίων. Συνήθως είμαι ένθερμος υποστηρικτής του οικουμενισμού. Αλλά οι αντιφάσεις ανάμεσα στην οπτική που έχουν για τον κόσμο οι παραδοσιακές θρησκείες, από τη μια μεριά, και η θρησκεία της Αγοράς, από την άλλη, είναι τόσο βασικές που κανένας συμβιβασμός δεν μοιάζει δυνατός και εύχομαι κρυφά να αναγεννηθούν οι πολεμικές.
Καμιά θρησκεία, νέα ή παλιά, δεν υπόκειται σε εμπειρικές αποδείξεις, οπότε αυτό που έχουμε είναι ένας διαγωνισμός μεταξύ πεποιθήσεων. Διακυβεύονται πολλά. Η Αγορά, για παράδειγμα, προτιμά σθεναρά τον ατομικισμό και την κινητικότητα. Εφόσον έχει ανάγκη να μετατοπίζει τους ανθρώπους προς τα εκεί που απαιτεί η παραγωγή, εξοργίζεται όταν οι άνθρωποι προσκολλώνται σε τοπικές θρησκείες. Αυτά ανήκουν σε άλλες αντιλήψεις και – όπως οι υψηλοί τόποι των Βααλείμ – πρέπει να οργωθούν. Αλλά ίσως και όχι. Όπως και οι προηγούμενες θρησκείες, η νέα θρησκεία έχει ευφυείς τρόπους να ενσωματώνει τις προϋπάρχουσες. Ινδουιστικοί ναοί, βουδιστικά φεστιβάλ και ναοί Καθολικών Αγίων μπορούν να προσμένουν νέες ενσαρκώσεις. Μαζί με τα τοπικά έθιμα και τα πικάντικα φαγητά, θα επιτρέπεται να παρέχουν τοπικό χρώμα και αυθεντικότητα σε αυτό που ειδάλλως θα αποδειχθεί να είναι μια εξαιρετικά ήπια Beulah Land.
Υπάρχει, ωστόσο, μια αντίφαση μεταξύ της θρησκείας της Αγοράς και των παραδοσιακών θρησκειών που μοιάζει ανυπέρβλητη. Όλες οι παραδοσιακές θρησκείες διδάσκουν ότι τα ανθρώπινα όντα είναι πεπερασμένα πλάσματα και ότι υπάρχουν σε οποιοδήποτε γήινο εγχείρημα. Ένας Γιαπωνέζος δάσκαλος του Ζεν είπε κάποτε στους μαθητές του, καθώς πέθαινε: «Ένα πράγμα μόνο έμαθα στη ζωή: πόσο πολύ είναι το αρκετό». Δε θα χωρούσε πουθενά στο ιερό της Αγοράς, για την οποία η Πρώτη Εντολή είναι «Δεν υπάρχει αρκετά». Όπως ο παροιμιώδης καρχαρίας που παύει να κινείται, η Αγορά που παύει να εξαπλώνεται πεθαίνει. Αυτό θα μπορούσε να συμβεί. Αν συμβεί, τότε ο Νίτσε θα έχει δίκιο. Απλώς θα είχε τον λάθος Θεό στο μυαλό του.